«Νομίζω ότι είναι το τέλος της Αριστεράς στην Ελλάδα», απάντησε ο Μάκης Βορίδης όταν κλήθηκε να σχολιάσει τις εσωκομματικές εκλογές στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Σοβαρά; Λες και η Αριστερά είναι θέμα προσώπων ή περιορίζεται στο, όποιο, κομματικό πλαίσιο. Λες και η δέσμευση στον κοινό αγώνα δεν έχει έναν χαρακτήρα υπαρξιακό, λες και ο σοσιαλισμός με δημοκρατία και ελευθερία δεν συνεχίζει να αποτελεί στόχο για όποι@ τοποθετείται αριστερά. Λες και η επικίνδυνη, τρομακτική άνοδος της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη, αλλά και οι πολυεπίπεδες κρίσεις των τελευταίων χρόνων –σε συνδυασμό με τη διαφαινόμενη, παγκοσμίως, σταδιακή παρακμή του νεοφιλελευθερισμού, ο οποίος επικράτησε κυβερνητικά σε όλες τις εκδοχές του– δεν καθιστούν τον σοσιαλισμό όχι μόνο επίκαιρο, όχι απλώς απαραίτητο, αλλά ξανά επιθυμητό.
Σαφέστατα, οι εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ συνιστούν τομή και εγείρουν ακόμα και υπαρξιακά ζητήματα για το ιστορικό κόμμα της ριζοσπαστικής και ανανεωτικής Αριστεράς. Ζητήματα που άπτονται της φυσιογνωμίας, των προτεραιοτήτων, του πολιτικού σχεδίου που θα ακολουθήσει. Γιατί αυτό ακριβώς είναι το κρίσιμο: η εν εξελίξει δεξιά μετατόπιση της κοινωνίας –έτσι όπως αυτή εκφράστηκε στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις και η οποία προοικονομεί σε μεγάλο βαθμό δυσμενείς εξελίξεις για τα λαϊκά στρώματα και τις υποτελείς τάξεις στη χώρα– δεν αντιμετωπίζεται με μια «προοδευτική» εκδοχή του πολιτικού mainstream.
Με ποια εχέγγυα, ποια πειθώ, ο εκφραστής μιας πολύ συγκεκριμένης λογικής –που θέλει την εικόνα να υπερισχύει της πολιτικής, που προτάσσει την «αδιαμεσολάβητη» σχέση έναντι της συλλογικότητας, που υποβαθμίζει, όπως δείχνουν οι πρώτες του κινήσεις και οι πρώτες συμβουλές των ανθρώπων που τον περιστοιχίζουν, την ανάγκη ανασύνταξης της συλλογικής λειτουργίας του κόμματος– θα πείσει για την ανάγκη ανασύνθεσης της Αριστεράς; Πώς θα καταστεί, ο ίδιος αλλά και ο φορέας που ηγείται, εκείνη η εναλλακτική που θα αντιπαραβάλλει στο κυρίαρχο, ένα αριστερό–προοδευτικό πρόγραμμα και πρότυπο διακυβέρνησης; Πώς θα μπορέσει να εμφανιστεί ως πειστική κυβερνητική εναλλακτική, κόντρα και στην άνοδο της Ακροδεξιάς; Γιατί, σίγουρα, το μέχρι χθες ρητορικό αφήγημα «εγώ μπορώ να κερδίσω τον Μητσοτάκη» δεν αρκεί, χρειάζεται κάτι παραπάνω από καλοφτιαγμένα βίντεο στο ΤικΤοκ. Και μια και μιλάμε για ένα κόμμα της Αριστεράς, ενστερνιζόμαστε τη λογική «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα»; Υιοθετούμε πρακτικές και λογικές του αντιπάλου, στο όνομα της, ευκταίας, νίκης στις εκλογές;
Ανασύνθεση και ανασυγκρότηση, τώρα
Δεν υπάρχει αμφιβολία: η κοινωνική κρίση είναι εδώ, το ίδιο και οι βαθύτερες δυναμικές της πολιτικής κρίσης. Κι αν κάτι αποδεικνύει η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στις διπλές εκλογές του περασμένου Μαΐου και Ιουνίου, είναι ότι η απομάκρυνση από ένα αριστερό πολιτικό σχέδιο –γύρω από το οποίο θα μπορούσαν να επιτευχθούν οι απαραίτητες συγκλίσεις και συμμαχίες– και η εμμονή σε μια κεντρώα στροφή, μόνο η λύση στα προβλήματα που δημιουργεί η ακραία πολιτική της ΝΔ, δεν είναι. Η ανάγκη για μια ισχυρή, ριζοσπαστική Αριστερά είναι εδώ, όπως είναι εδώ, περισσότερο επιτακτική παρά ποτέ, η ανάγκη για την ανασυγκρότηση και την προοπτική της.
Η εξέλιξη της πλήρους κυριαρχίας της Νέας Δημοκρατίας, με εκλογικούς και κοινοβουλευτικούς όρους, το συμπαγές μπλοκ εξουσίας που κατάφερε να θεμελιώσει το διάστημα 2019–2023 και το οποίο περιλαμβάνει πέραν των αστικών δυνάμεων και άλλες κοινωνικές κατηγορίες, αλλά και η ανάδειξη ενός πολυπρόσωπου και πολύμορφου μπλοκ ακροδεξιών δυνάμεων με διακριτή εκπροσώπηση, καθιστούν ζωτικής σημασίας τη συνεννόηση των χιλιάδων μελών του ΣΥΡΙΖΑ με τον, πέραν του κόμματος, κόσμο της Αριστεράς.
Η διαμόρφωση ενός διακριτού πολιτικο-ιδεολογικού στίγματος, η γείωση στην κοινωνία, στους μαζικούς χώρους, στην τοπική αυτοδιοίκηση και στα κινήματα, δεν μπορεί να μετατεθεί για… κάποια στιγμή στο μέλλον. Υπάρχουν εστίες γνώσης, εντός και εκτός του κόμματος, έτοιμες να αξιοποιηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Μόνο έτσι θα μπορούσε, δυνητικά, να μπει φραγμός τόσο στην εδραίωση της Ακροδεξιάς ως μιας κανονικοποιημένης πολιτικής δύναμης, όσο και στη μακροημέρευση της δεξιάς κυριαρχίας που οργανώνεται στη βάση μιας «κοινής λογικής».
Εντός και εκτός
Προφανώς, η συντηρητικοποίηση των κοινωνιών είναι πολυπαραγοντική. Μεταξύ πολλών άλλων παραγόντων, οι κοινωνίες πολιτικοποιούνται και από τις πολιτικές δυνάμεις, αλλά και από τα μέσα διαμόρφωσης της κοινής γνώμης. Γι’ αυτό και είναι κρίσιμη η αναγκαία συνεννόηση –το αν θα επιτευχθεί ή όχι, είναι κάτι που μένει να αποδειχθεί. Το βέβαιο πάντως είναι πως κανένας άνθρωπος που αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερός, δεν μπορεί να μένει αμέτοχος σε αυτή την απόπειρα απαξίωσης της Αριστεράς. Επιλέγοντας έτσι να συμβάλλει –με τη σιωπή ή με την ανοχή του– στην ενίσχυση, τη διαιώνιση και την εδραίωση των σκληρών νεοφιλελεύθερων πολιτικών της ΝΔ από τη μια, ρισκάροντας ταυτόχρονα τον εξευτελισμό των ιδεών, των αξιών, των κωδίκων της Αριστεράς από την άλλη.
Εντός και εκτός του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχουν δυνάμεις, ομάδες, πρόσωπα που έχουν έμπρακτα αποδείξει πως η υπόθεση της ριζοσπαστικής Αριστεράς, τα πονάει. Και που στο τέλος της ημέρας, είναι αυτή που καθορίζει στάσεις, αποφάσεις, σχέσεις. Τώρα λοιπόν είναι η στιγμή, η κρίσιμη στιγμή, για να ξανασυναντηθούν. Έξω και μακριά από προσωπικές στρατηγικές, υπεροψία, αυτοεπιβεβαιώσεις, αρνητισμό, καχυποψία. Με γνώμονα το κρίσιμο διακύβευμα, με ανοιχτά μυαλά, και κοινή βάση την αγωνία για το μέλλον της ελληνικής Αριστεράς, αλλά και το μέλλον της χώρας, οφείλουμε όλ@ να αντιληφθούμε την κρισιμότητα των στιγμών, και να κάνουμε το απαραίτητο βήμα συνάντησης. Γιατί, ως γνωστόν, όπως η φύση έτσι και η πολιτική, απεχθάνονται το κενό.