Ζαν ντε Λα Βιλ ντε Μιρμόντ «Οι Κυριακές του Ζαν Ντεζέρ», μετάφραση: Μαρτίνα Ασκητοπούλου, επίμετρο: Κώστας Σπαθαράκης, εκδόσεις Αντίποδες, 2023
Ζαν ντε Λα Βιλ ντε Μιρμόντ: Γάλλος συγγραφέας, γεννημένος το 1886. Γιος πανεπιστημιακού καθηγητή Λατινικής Φιλολογίας. Ευάλωτος σωματικά με σοβαρά προβλήματα όρασης. Από την εφηβεία του καταπιάνεται με την ποίηση. Μοναχική ύπαρξη του οποίου η κατάθλιψη οδήγησε σε αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας με μελάνι. Στα 22 του πηγαίνει στο Παρίσι. Βρίσκει δουλειά ως κατώτερος δημόσιος υπάλληλος. Συνδέεται με, τον κυρίαρχο τότε στα γαλλικά γράμματα, Φρανσουά Μωριάκ. Ο τελευταίος γράφει έναν σύντομο πρόλογο στο μοναδικό εκδοθέν βιβλίο του λίγο πριν από την έναρξη του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, το 1914. Τον Σεπτέμβρη του ίδιου έτους, ο Ζαν ντε Λα Βιλ ντε Μιρμόντ πηγαίνει στο μέτωπο όπου δύο μήνες αργότερα θα βρει τον θάνατο, μόλις 28 ετών.
Εξαιρετικά κατατοπιστικό το επίμετρο του Κώστα Σπαθαράκη, με πληροφορίες και αναλυτικά στοιχεία όπου διαβάζουμε πως ο Ζαν ντε Λα Βιλ, αν και ελάσσων συγγραφέας, υπογράφει με τις Κυριακές ένα σημαντικό έργο του πρώιμου μοντερνισμού - συμβολισμού.
Ο Ζαν Ντεζέρ –ο Ιωάννης της Ερήμου– αποτελεί μοντέλο κατώτερου δημοσίου υπαλλήλου. Τρόπος ζωής, ενδυματολόγιο, διατροφή φωτογραφίζουν την ταξική του θέση. Ζει μόνο για τις Κυριακές της σχόλης. Οι υπόλοιπες έξι μέρες τρέχουν γρήγορα: αφύπνιση στις 8, καφές στο γκάζι, στις 9 πίσω απ’ το γραφείο, γεύμα σε κάποιο κοντινό οινομαγειρείο. Αλλά είναι η έβδομη ημέρα της εβδομάδας που απογειώνει τις διαθέσεις του. Τις οποίες ενδελεχώς περιγράφει ο ντε Λα Βιλ. Το πικρό χιούμορ και η υπονόμευση του όλου σκηνικού προδίδουν την πρόθεση ανατροπής ενός παγιωμένου τρόπου ζωής αλλά και της λογοτεχνικής φόρμας.
Είναι, ακόμη, η περιγραφή των απλών αντικειμένων που έτσι αποκτούν ιδιαίτερη σημασία: «τα πράγματα καταδυναστεύουν τον Ζαν Ντεζέρ, γιατί τον ορίζουν στον χώρο και τον χρόνο πολύ περισσότερο από κάποια μορφή εσωτερικής ζωής ή συνείδησης, την οποία ωστόσο για κακή του τύχη διαθέτει και είναι διαρκώς υποχρεωμένος να καταπνίγει». Την Κυριακή αφήνεται να καταναλώσει ό,τι προστάζει κάθε φορά η αγορά· αποφασίζει να ερωτευτεί και, τέλος, να αυτοκτονήσει, λες και μόνο τούτη η ημέρα επιτρέπει παραβάσεις του καθιερωμένου κοινωνικού και ηθικού κώδικα.