Πέρασαν 55 χρόνια από την εμβληματική διαμαρτυρία των αφροαμερικάνων αθλητών στο Μεξικό
Μεξικό, Οκτώβριος 1968, 16οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Δύο μέρες μετά την πολύκροτη απονομή μεταλλίων της 16ης Οκτώβρη, όπου ο Τόμι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος υποδέχτηκαν την ανάκρουση του αμερικανικού εθνικού ύμνου και την ανάρτηση της αστερόεσσας με υψωμένη τη γροθιά σε ένδειξη συμπαράστασης στον αγώνα των μαύρων Αμερικανών, οι θεατές των Ολυμπιακών Αγώνων του Μεξικού έγιναν μάρτυρες μιας νέας εκδήλωσης διαμαρτυρίας ενάντια στις ρατσιστικές διακρίσεις στις ΗΠΑ. Ο Λι Έβανς, υπότροφος κι αυτός του πανεπιστημίου του Σαν Χοσέ, μαζί με τον Σμιθ και τον Κάρλος, έσπασε το παγκόσμιο ρεκόρ στα 400 μέτρα κατεβαίνοντας για πρώτη φορά στην ιστορία τα 44 δευτερόλεπτα. Το ρεκόρ ήταν τόσο μεγάλο ώστε χρειάστηκε να περάσουν είκοσι χρόνια για να σπάσει. Ο θρίαμβος είναι ολοκληρωτικός για την ομάδα των ΗΠΑ καθώς το βάθρο, δίπλα στον Έβανς, συμπληρώνουν οι συμπατριώτες του Λάρι Τζέιμς και Ρον Φρίμαν.
Χειρονομία αλληλεγγύης
Η ατμόσφαιρα είναι ηλεκτρισμένη στο ολυμπιακό χωριό. Ο Τόμι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος έχουν μόλις αποβληθεί κατ’ εντολή του Έιβερι Μπράντεϊτζ, προέδρου της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, ο οποίος κάνει έτσι πράξη τις επανειλημμένες απειλές του. Όμως ο Έβανς, ο Τζέιμς και ο Φρίμαν δεν κάνουν πίσω, κάθε άλλο. Αυτό που έκαναν δυο μέρες νωρίτερα ο Σμιθ και ο Κάρλος, άνοιξε τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουν. Ο Λι μάλιστα σκέφτηκε να μποϊκοτάρει το αγώνισμα για να διαμαρτυρηθεί για τον αποκλεισμό των συναθλητών του από τη ΔΟΕ, του άλλαξε όμως γνώμη ο Τόμι, πείθοντάς τον ότι η καλύτερη απάντηση έπρεπε να δοθεί στο στάδιο. «Δείξε τους ποιοι είμαστε», του είπε. Η συντριπτική του νίκη στην κούρσα, όπου ήταν το μεγάλο φαβορί, δεν είναι παρά το πρώτο μέρος της απάντησης που είχε σχεδιάσει να δώσει στην Αμερικανική Ολυμπιακή Επιτροπή, στη ΔΟΕ και στο απαίσιο αφεντικό της, τον Μπράντεϊτζ.
Για τον Λι Έβανς, όπως οι μαύροι αθλητές «είχαν ψηφίσει και αποφασίσει σχεδόν ομόφωνα να πάνε στο Μεξικό, εξίσου ομόφωνη ήταν και η απόφασή τους να διαμαρτυρηθούν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στους Αγώνες». Όταν λοιπόν μπαίνουν οι τρεις πρώτοι στο στάδιο για την απονομή των μεταλλίων τους, εμφανίζονται φορώντας μαύρους μπερέδες και με τη γροθιά υψωμένη, κατά τη συνήθεια των επαναστατών και των αντιφασιστών του 20ού αιώνα. Αργότερα, ο Έβανς θα εξηγήσει ως εξής την επιλογή αυτή: «Οι Μαύροι Πάνθηρες φορούσαν μαύρους μπερέδες. Ήθελα να δείξω την περηφάνια του να είσαι μαύρος». Οι θεατές γίνονται λοιπόν μάρτυρες άλλης μίας δυνατής χειρονομίας αλληλεγγύης προς τους χιλιάδες Αφροαμερικανούς που αγωνίζονται στις ΗΠΑ για τα δικαιώματά τους και υποστηρίζονται από το 1966 στον αγώνα τους από το νεοσύστατο Κόμμα Αυτοάμυνας των Μαύρων Πανθήρων με επικεφαλής τον Μπόμπι Σιλ και τον Χιούι Νιούτον.
Ο Λι Έβανς, ο Λάρι Τζέιμς και ο Ρον Φρίμαν δεν αποβλήθηκαν από το ολυμπιακό χωριό όπως οι φίλοι τους. Ίσως να χρωστούν αυτή την «εύνοια» στο γεγονός ότι έβγαλαν τους μπερέδες τους τη στιγμή της ανάκρουσης του αμερικανικού εθνικού ύμνου, αν και το πιο πιθανό είναι πως η Αμερικανική Ολυμπιακή Επιτροπή είχε ακόμα ανάγκη τις υπηρεσίες τους για τον τελικό της σκυταλοδρομίας 4 Χ 400, όπου θα κερδίσουν το χρυσό μερικές μέρες αργότερα, με τέταρτο δρομέα τον Βινς Μάθιους. Κατά την τελετή απονομής των μεταλλίων τους, οι τέσσερις άντρες θα επαναλάβουν τη χειρονομία τους.
H επιστροφή στις ΗΠΑ
Όταν γύρισαν πίσω στην πατρίδα, ο Σμιθ και ο Κάρλος βρήκαν αρκετούς υποστηρικτές από τη Μαύρη Κοινότητα αλλά όχι τους πάντες. Ο Κάρλος εξηγεί: «Μόνο οι λιγότερο προνομιούχοι ένιωθαν περήφανοι. Μόνο αυτό είχαν να επιδείξουν. Ποτέ δεν μας “αγκάλιασαν” οι μαύροι επιχειρηματίες και οι μαύροι πολιτικοί. Όταν αυτοκτόνησε η γυναίκα μου το 1977, ποτέ δεν προσφέρθηκαν για βοήθεια».
Ο Κάρλος πιστεύει ακόμα και σήμερα ότι εξαιτίας αυτής της έλλειψης βοήθειας αυτοκτόνησε η γυναίκα του. «Είχαμε απίστευτες οικονομικές δυσκολίες» μου είπε. «Έκανα ό,τι δουλειά έβρισκα. Δεν ήμουν και πολύ περήφανος. Υπηρετικό προσωπικό, προσωπικό ασφαλείας, κηπουρός, επιστάτης, οτιδήποτε για να τα φέρω βόλτα. Είχαμε τέσσερα παιδιά και κάποιες νύχτες έπρεπε να τεμαχίζω τα έπιπλα μας και να τους βάζω φωτιά στη μέση του δωματίου για να ζεσταθούμε… Ήμουν το κακό παιδί, ο δικέφαλος δράκος που φτύνει φωτιές. Αυτό σήμαινε ότι ήμαστε μόνοι». Ο Σμιθ και ο Κάρλος παρότι δέχονταν πυρά από κάθε πλευρά, είχαν την αμέριστη αλληλεγγύη των συναδέλφων τους. Όπως είπε ο Έβανς «Ήμουν τρελός. Ήθελα να γυρίσω πίσω. Δεν ήθελα να τρέξω. Αλλά ο Τόμι και ο Τζον ήρθαν και με παρότρυναν να τρέξω και να κερδίσω. Ήρθαν στο δωμάτιό μου και μου απελευθέρωσαν το μυαλό. Ήμουν μπερδεμένος αλλά με τα όσα μου είπαν με απελευθέρωσαν». Ο Έβανς πήρε θέση όταν μαζί με τους συναθλητές του φόρεσαν στο βάθρο μαύρους μπερέδες. Όταν τα μίντια τον ρώτησαν γιατί το έκανε, απάντησε σαρκαστικά «επειδή έβρεχε». Η πραγματικότητα όμως ήταν διαφορετική. Όπως θυμάται και ο ίδιος: «Ξέραμε ότι ο μαύρος μπερές ήταν σύμβολο του Κόμματος των Μαύρων Πανθήρων”.
Πηγή: Περιοδικό Humba (https://www.humbazine.gr)