Όλοι στη Χαριλάου Τρικούπη κατανοούν ότι η νίκη του Χάρη Δούκα στον δήμο της Αθήνας την περασμένη Κυριακή δεν ήταν λευκή επιταγή στον Ανδρουλάκη. «Τη νίκη την πιστώνεται το κοινωνικό και πολιτικό μπλοκ που συσπειρώθηκε γύρω από τον νέο δήμαρχο, προκειμένου αφενός να στείλει περίπατο τον Μπακογιάννη που ταλαιπώρησε την Αθήνα και, αφετέρου, να προειδοποιήσει τον Μητσοτάκη ότι ο βοναπαρτισμός δεν είναι ασφαλές όχημα στην πορεία της διακυβέρνησής του. Σωστή η επιλογή του προέδρου στο πρόσωπο του Δούκα, αλλά αυτή βαθμολογήθηκε με 14%. Η νίκη με 56% ανήκει στο μπλοκ αυτό, αλλά υπάρχει και το 70% της αποχής που σημαίνει πολλά περισσότερα για όλα τα κόμματα», σημειώνει εχέφρον στέλεχος του ΠΑΣΟΚ.
Βεβαίως, το βράδυ της περασμένης Κυριακής –και αφού είχαν οριστικοποιηθεί τα αποτελέσματα– ο πρόεδρος του κόμματος έσπευσε να μιλήσει για «πρώτη ήττα Μητσοτάκη και για νίκη της δημοκρατικής παράταξης, απέφυγε ωστόσο να μιλήσει για συνεργασία προοδευτικών δυνάμεων. Αναγνώρισε όμως ως θετική τη χειρονομία του Κώστα Ζαχαριάδη, προσωπικά, να προσφέρει άμεση στήριξη στον Χάρη Δούκα. Ο Νίκος Ανδρουλάκης εξαπέλυσε επίσης πυρά κατά του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και περιέγραψε εκ νέου τον στόχο του για «μία ισχυρή, προοδευτική, αξιόπιστη δύναμη για να στείλει τη Νέα Δημοκρατία στην αντιπολίτευση, μια ισχυρή προοδευτική δύναμη, που θα είναι η επόμενη κυβέρνηση».
Στον αντίποδα των θέσεων Ανδρουλάκη, αίσθηση προκάλεσαν οι δηλώσεις Παπανδρέου, ο οποίος πήγε παραπέρα μιλώντας για ένωση των προοδευτικών δυνάμεων: «Όταν ενώνουμε δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις γύρω από ένα πρόσωπο με γνώσεις, δυνατότητες και όραμα μπορεί να γίνει ανατροπή» και πρόσθεσε πως «είναι ένα μήνυμα που θα αντηχήσει σε όλη την Ελλάδα. Είναι μια μεγάλη νίκη, μια νέα αρχή, ένα μεγάλο μήνυμα για τις προοδευτικές δυνάμεις της χώρας». Την επόμενη μέρα, ωστόσο, υποχρεώθηκε να προσθέσει πως το ΠΑΣΟΚ είναι ο πόλος γύρω από τον οποίο θα επισυμβεί η περίφημη ένωση…
Στη γραμμή του πρώην πρωθυπουργού κινήθηκε και ο Παύλος Γερουλάνος, επισημαίνοντας όμως ότι «τα πράγματα είναι ακόμη νωπά». Ο Θόδωρος Μαργαρίτης επίσης, της Ανανεωτικής Αριστεράς του ΠΑΣΟΚ, μίλησε για το «σαφές μήνυμα που δόθηκε από τους πολίτες για τη συσπείρωση των προοδευτικών δυνάμεων».
Αλλά και ο Χάρης Καστανίδης, τον οποίο με τεχνάσματα εκτόπισε από την κεντρική πολιτική σκηνή ο πρόεδρος του κόμματος, παίρνοντας την έδρα του, δήλωσε ότι «τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα του β' γύρου των αυτοδιοικητικών εκλογών πρέπει να ερμηνευθούν με ψυχραιμία, σεμνότητα και σύνεση. Αυτό θα βοηθήσει να υπηρετηθεί καλύτερα η ζωτική ανάγκη για την ανασύνταξη της σύνολης Κεντροαριστεράς, ώστε να ξαναγίνει αξιόπιστη κυβερνητική λύση».
Πάντως, δεν είναι τυχαίο που τους Παπανδρέου – Καστανίδη τους βλέπει με καχυποψία η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, καθώς αναμετρήθηκαν με τον Νίκο Ανδρουλάκη για την προεδρία του κόμματος. Το αφήγημά τους είναι φανερό ότι υπερβαίνει τις προσωπικές επιδιώξεις του σημερινού προέδρου να καταστεί ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης της «δημοκρατικής παράταξης» και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ο για μια ακόμη φορά ηττημένος ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί, υπό τη νέα του ηγεσία σε περιδίνηση, να καρπωθεί ένα μέρος της ήττας Μητσοτάκη στον β’ γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών και να ξεπεράσει την οδυνηρή υποχώρηση των ποσοστών του και την οποία αναλυτές υπολογίζουν σε περίπου 5%. Ήδη, φέρεται να προηγείται του ΠΑΣΟΚ, αλλά με μικρή διαφορά. Η νίκη Δούκα –ως μοντέλο επιτυχούς συνεργασίας– καθώς και οι δηλώσεις Παπανδρέου ώθησαν τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ να τείνει χείρα συνεργασίας προς το ΠΑΣΟΚ για τις ευρωεκλογές. Ο Χρήστος Σπίρτζης, μάλιστα, βρήκε την ευκαιρία να «πλασαριστεί» –μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και ευρύτερα– ζητώντας ακόμη και κοινή κάθοδο –γεγονός που χαρακτηρίστηκε «εκτός γραμμής» από το κόμμα του.
Στη συζήτηση που αναπόφευκτα έχει αναζωπυρωθεί για τις συνεργασίες, η θέση της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ είναι ότι «οι συμμαχίες επιτυγχάνονται στη βάση και στην κοινωνία και όχι σε κλειστά γραφεία με συναντήσεις κορυφής», επιμένοντας στη στρατηγική της αυτονομίας.
Πράγματι, στο ΠΑΣΟΚ έχουν κάθε λόγο να είναι ικανοποιημένοι, καθώς οι καλές επιδόσεις του στην αυτοδιοίκηση οφείλονται στα σημαντικά ερείσματα που έχει στον θεσμό αυτό, όπως και στα συνδικάτα. Είναι όμως αναγκαίο να υπογραμμιστεί ότι, στο όχι μακρινό παρελθόν, η σχέση αυτή σημαδεύτηκε και από νοσηρά φαινόμενα που τραυμάτισαν την εικόνα της αυτοδιοίκησης, αποξένωσαν τους πολίτες από τη συμμετοχική λειτουργία και υποβάθμισαν τον κινηματικό χαρακτήρα του θεσμού. Το γεγονός αυτό υποχρεώνει το ΠΑΣΟΚ σε έμπρακτη αυτοκριτική –την οποία ποτέ μέχρι σήμερα δεν έκανε– μέσα από την καθοδήγηση των αυτοδιοικητικών του στελεχών σε μια άλλη λειτουργία.
Η κατάκτηση της δεύτερης θέσης στις ευρωεκλογές και η ανάδειξή του ΠΑΣΟΚ σε αξιωματική αντιπολίτευση, περνάει ωστόσο όχι μόνο μέσα από την απόκρουση των –και εσωκομματικών– πιέσεων που ασκούνται στην ηγεσία του, αλλά και μέσα από τη συγκρότηση μιας αξιόπιστης εναλλακτικής πρότασης εξουσίας, αφενός, και, αφετέρου, μια φερέγγυας πολιτικής συμμαχιών. Γιατί οι στόχοι αυτοί μπορούν να επιτευχθούν προσωρινά με μια περαιτέρω κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, με το ΠΑΣΟΚ να κολυμπάει στα αβαθή δημοσκοπικά ύδατα και σε ποσοστά περί το 12%. Και τότε η ανασφαλής ηγεσία του θα πνιγεί στα ρηχά, όπως επισημαίνουν κάποιοι αναλυτές.