Η Βουλή και η Γερουσία της Γαλλίας ήταν το θέατρο, μετά τις 23 Οκτωβρίου, των συζητήσεων –ορισμένες φορές εξαιρετικά έντονων– με αφορμή την επίθεση που εξαπέλυσε το Ισραήλ εναντίων των Παλαιστινίων της Γάζας, ως απάντηση στις τρομοκρατικές επιθέσεις της Χαμάς. Στο επίκεντρο των συζητήσεων ήταν οι πολιτικές θέσεις και πρωτοβουλίες της γαλλικής κυβέρνησης που θα έπρεπε να πάρει για την κατάπαυση του πυρός, την επίτευξη της ειρήνης και την εφαρμογή των αποφάσεων του ΟΗΕ.

Η αριστερή αντιπολίτευση κατέκρινε την κυβέρνηση γιατί σχεδόν εγκατέλειψε την παραδοσιακή πολιτική για το Παλαιστινιακό, με στόχο δύο ανεξάρτητα κράτη. Η κυβέρνηση αρκέστηκε σε μια απλή παρουσία, όπως αναφέρουν παρατηρητές, και προχώρησε στην απαγόρευση των διαδηλώσεων συμπαράστασης στον παλαιστινιακό λαό, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Απλώς ενίσχυσε την επιθετική τακτική της άκρας Δεξιάς, που με τη ρατσιστική και φασιστική επιχειρηματολογία της, επιτέθηκε κατά της Αριστεράς γιατί δεν καταδίκασε την επίθεση της Χαμάς, αποσιωπώντας και διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα, καθώς όλη η Αριστερά, πλην Μελανσόν και Ανυπότακτης Γαλλίας, καταδίκασε την ενέργεια της Χαμάς, αναφερόμενη ταυτόχρονα και στις ευθύνες της κυβέρνησης Νετανιάχου που συνεχίζει τις βάρβαρες επιθέσεις εναντίον αμάχων της Γάζας.

Η στάση του Ζαν Λυκ Μελανσόν αναφέρεται ως η σπίθα που άναψε φωτιές στην Αριστερά και αναδεικνύει τις διαφορές στο εσωτερικό της NUPES. Οι διαφορές αυτές υπήρχαν ήδη από το καλοκαίρι του 2022 –λίγο πριν τις βουλευτικές εκλογές– και αφορούν πολύ σοβαρά ζητήματα, όπως οι σχέσεις της NUPES με το συνδικαλιστικό κίνημα και συγκεκριμένα το εάν τα συνδικάτα θα μπορούν να δρουν αυτόνομα ή θα υπακούουν σε πολιτικές αποφάσεις. Είναι γνωστή η άστοχη κριτική –μάλιστα στα όρια της εμμονής του Ζαν Λυκ Μελανσόν– προς την CGT, που ζητούσε τη συναίνεση των συνδικάτων, την περίοδο των μεγάλων κινητοποιήσεων εναντίον της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης, για την οργάνωση μιας πολιτικο-συνδικαλιστικής κινητοποίησης και με ανομολόγητο στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης και τη διεξαγωγή πρόωρων βουλευτικών εκλογών. Όμως τα συνδικάτα εκτιμούσαν ότι οι κινητοποιήσεις θα συνεχίζονταν και θα είχαν αποτέλεσμα μόνον εάν διατηρούσαν την αυτονομία τους. Στο πολιτικό επίπεδο, οι σχέσεις μεταξύ των κομμάτων που συγκροτούν τη NUPES ήταν δύσκολες και αντιπαραθετικές, καθώς ο Μελανσόν επιχείρησε να επιβάλει την άποψή του για ενιαία κάθοδο στις ευρωεκλογές του 2024, χωρίς καμία προηγούμενη συζήτηση. Τη στιγμή, μάλιστα, που οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι με αυτόνομη κάθοδο των κομμάτων η Αριστερά θα συγκέντρωνε μεγαλύτερα ποσοστά από αυτά της συμμαχίας. Επιπλέον, το τελευταίο διάστημα, ο Μελανσόν επιτέθηκε αναιτιολόγητα και προσβλητικά στον γ.γ. του ΚΚΓ, Φαμπιέν Ρουσσέλ, παρομοιάζοντάς τον με παλιό συνδικαλιστή και συνεργάτη των ναζί. Πολλοί αναρωτιούνται προς τι αυτή η επίθεση. Οι δύσκολες σχέσεις που αναφέραμε δεν είχαν μέχρι τώρα διαταράξει την ενότητα της Αριστεράς. Όμως ο Μελανσόν με την τακτική του την υπονομεύει. Δημιούργησε μια διχαστική κατάσταση, την οποία η Le Monde με κύριο άρθρο της υπό τον τίτλο «Μελανσόν, το κύριο πρόβλημα της Αριστεράς», αναφέρει ότι ο ηγέτης της Ανυπότακτης Γαλλίας κάθε φορά που μιλάει με αυτόν τον τρόπο, ξοδεύει το κεφάλαιο των αξιών της Αριστεράς που θέλει να πρεσβεύει.

Σχολιαστές αναφέρουν ότι υπάρχει ήδη ρήγμα στη Αριστερά. Από τη μια, είναι οι δυνάμεις του λαϊκού μετώπου και από την άλλη, ο Μελανσόν. Αυτό θα επηρεάσει και την ενότητα της NUPES, υποστηρίζουν, αναφερόμενοι προφανώς στη διαπίστωση του ΚΚΓ ότι «η NUPES έχει φτάσει σε αδιέξοδο και χρειάζεται μια επανεκκίνηση». Όμως τα κόμματα της συμμαχίας ΚΚΓ, ΣΚ, Οικολόγοι, αλλά και Ανυπότακτη Γαλλία, δεν φαίνεται να μετακινούνται από τις αρχικές τους θέσεις για ενότητα. Η τελευταία κοινή τους στάση στο κοινοβούλιο κατά τη συζήτηση του κοινωνικού προϋπολογισμού είναι ενδεικτική. Εξανάγκασαν την κυβέρνηση να καταφύγει για 15η φορά στον αντιδημοκρατικό νόμο 99.3, για να περάσει τις αντιλαϊκές της επιλογές. Υπάρχει βέβαια και η απόφαση του γ.γ. του ΣΚ, Ολιβιέ Φορ, για το μορατόριουμ και την αναστολή συμμετοχής του κόμματος στην κοινοβουλευτική ομάδα της NUPES. Όμως ο ίδιος, σε συνέντευξή του στη Liberation, τόνισε ότι «ο Μελανσόν είναι το πρόβλημα, ο οποίος δεν είναι βουλευτής και θεωρητικά δεν έχει λόγο παρέμβασης στους κόλπους της NUPES(…) Συνεπώς όταν μιλάει, μιλάει ως πρώην υποψήφιος πρόεδρος, ενδεχομένως και ως μελλοντικός». Σε άλλη ερώτηση, ανέφερε πως «η μέθοδος Μελανσόν συνίσταται στο γεγονός ότι δεν διαβουλεύεται με τα κόμματα της συμμαχίας, ούτε και επιζητεί τη γνώμη τους. Τέλος, ιδιαίτερα αρνητικό είναι και το γεγονός ότι δεν γίνεται αυτοκριτική και δεν αναγνωρίζεται κανένα λάθος».

Παρά τις ουσιαστικές διαφορές στο εσωτερικό της NUPES, οι προβλέψεις των ΜΜΕ για διάσπαση της συμμαχίας δεν φαίνεται να επαληθεύονται. Η Ενωμένη Αριστερά, με τους 152 βουλευτές που διαθέτει, συνεχίζει να παίζει σημαντικό ρόλο ως μεγάλη πολιτική δύναμη, στο τριπολικό πολιτικό σύστημα –Μακρόν, Αριστερά, Ακροδεξιά– που έχει διαμορφωθεί. Το τοπίο αυτό περιγράφει και μια πρόσφατη δημοσκόπηση, σύμφωνα με την οποία, η Λεπέν έχει αυξήσει το ποσοστό της σε 29,5% έναντι του 23,2% που είχε το 2022. Παράλληλα, το ποσοστό του Μακρόν μειώθηκε στο 24,5% σε σχέση με το 27,9% του 2022. Η δε Αριστερά του Μελανσόν έπεσε στο 17,5% από το 22% του 2022. Να σημειώσουμε ότι εάν προστεθούν τα ποσοστά των κομμάτων της Αριστεράς –ΚΚΓ, ΣΚ, Οικολόγοι και Ανυπότακτη Αριστερά– φτάνουν στο 30,5% από το 31,8% του 2022. Αυτό σημαίνει ότι οι ψηφοφόροι της Αριστεράς, όπως επισημαίνουν και έγκυροι αναλυτές, εξακολουθούν να προσβλέπουν στις αξίες και την ενότητα των αριστερών δυνάμεων.

 

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2025 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet