Στις 3 Νοεμβρίου, η κυβέρνηση ενέκρινε το νομοσχέδιο για την αλλαγή του Συντάγματος με την άμεση εκλογή του πρωθυπουργού από τον λαό. Στην κυβερνητική πλειοψηφία προστέθηκε και το κόμμα του Ματέο Ρέντσι, Italia Viva. «Αυτή η συνταγματική μεταρρύθμιση αλλάζει ριζικά το σύστημα διακυβέρνησης που βασίζεται στο Κοινοβούλιο. Τεχνικά είναι μια πραγματική διαστρέβλωση του Συντάγματος που έχει ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση του Κοινοβουλίου και του εγγυητικού ρόλου του Αρχηγού του Κράτους», λέει ο επίτιμος πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου Τζουλιάνο Αμάτο.
Η πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι αιτιολογεί τις προθέσεις της πλειοψηφίας λέγοντας ότι ο στόχος είναι να δοθεί στους πολίτες η δυνατότητα να ψηφίζουν άμεσα τον επικεφαλής της κυβέρνησης, για να δημιουργηθεί μια «άμεση σχέση» με τους ανθρώπους και να «εξασφαλιστεί η σταθερότητα». Αυτό μας οδηγεί στη σκέψη ότι, καθώς είναι γνωστή η απέχθεια της δεξιάς για τη δημοκρατία, δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει η προσπάθεια αποδυνάμωσής της, με τη δικαιολογία ότι η άμεση εκλογή προϋποθέτει και μια αδιαμεσολάβητη σχέση με τον λαό.
Ο Μάσιμο Βιλόνε, πρόεδρος του Συντονισμού για τη συνταγματική δημοκρατία, νομικός στην πρώτη γραμμή στη μάχης υπέρ του Όχι στη μεταρρύθμιση του Ρέντσι, θεωρεί ότι ο πρόεδρος της Δημοκρατίας θα γίνει «ο άνεργος του Κιριναλίου». Δηλαδή, ότι «το νομοσχέδιο για την άμεση εκλογή του πρωθυπουργού θα στείλει σε πρόωρη σύνταξη τον αρχηγό του κράτους».
Το άρθρο 87 του ιταλικού Συντάγματος ορίζει ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας «είναι ο αρχηγός του κράτους και εκπροσωπεί την εθνική ενότητα». Με τη μεταρρύθμιση του άρθρου 92 και με την εισαγωγή της άμεσης εκλογής του προέδρου του υπουργικού συμβουλίου, ο αρχηγός του κράτους δεν θα έχει πλέον το δικαίωμα να «διορίζει» τον επικεφαλής της κυβέρνησης, όπως προβλέπεται σήμερα. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα περιοριστεί στην «ανάθεση» του αξιώματος σχηματισμού κυβέρνησης. Η εξουσία του θα παραμείνει μόνο σε σχέση με τους υπουργούς. «Σήμερα, το Σύνταγμα ορίζει ότι ο αρχηγός του κράτους, όταν διορίζει τον νέο πρωθυπουργό, μπορεί να εκφωνήσει μια ελεύθερη ομιλία, σχετική με τα εκλογικά αποτελέσματα. Με τη νέα μεταρρύθμιση θα πρέπει να περιοριστεί στο να διορίσει τον επικεφαλής του ψηφοδελτίου που κέρδισε τις εκλογές», λέει ο πρώην πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου Ούγκο Ντε Σιέρβο. Επίσης, «όταν ο πρωθυπουργός έχει ισχυρότερη νομιμοποίηση από τον Πρόεδρο, είναι δύσκολο να αρνηθεί να διορίσει έναν υπουργό», προσθέτει.
Σύμφωνα με τη μεταρρύθμιση του άρθρου 94, αν ο πρωθυπουργός δεν έχει την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ανανεώνει τον διορισμό του για άλλη μια φορά, διαλύοντας το Κοινοβούλιο μόνο σε περίπτωση δεύτερης απώλειας της εμπιστοσύνης. Σε περίπτωση παραίτησης, κωλύματος ή μη επίτευξης της εμπιστοσύνης ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρέπει να αναθέσει τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης στον απερχόμενο πρωθυπουργό ή σε άλλον βουλευτή της πλειοψηφίας, αλλά μόνο για να υλοποιήσει το κυβερνητικό πρόγραμμα και τις προγραμματικές δηλώσεις που εγκρίθηκαν από τον αρχικά εκλεγμένο πρωθυπουργό.
Η μεταρρύθμιση προβλέπει και τη διαγραφή της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 59, ακυρώνοντας τη δυνατότητα διορισμού νέων ισόβιων γερουσιαστών εκ μέρους του Προέδρου της Δημοκρατίας. Οι σημερινοί ισόβιοι γερουσιαστές διατηρούν το αξίωμα, ενώ το δικαίωμα παραμένει μόνο για τους πρώην Προέδρους της Δημοκρατίας.
Η συνταγματική μεταρρύθμιση συνδέεται με τον μελλοντικό εκλογικό νόμο, ο οποίος θα πρέπει να έχει ένα ελάχιστο όριο για το μπόνους των εδρών. Εδώ γεννάται ένα άλλο ερώτημα, σύμφωνα με τους συνταγματολόγους: εφόσον το μοντέλο που προωθεί η κυβέρνηση προβλέπει μια άμεση εκλογή του πρωθυπουργού, το ελάχιστο όριο θα πρέπει να είναι του 50%, όπως το σύστημα εκλογής δημάρχου, ή το γαλλικό προεδρικό σύστημα. Χωρίς απόλυτη πλειοψηφία είναι αναγκαίος ο δεύτερος γύρος.
Σε κάθε περίπτωση, η ψήφιση του νομοσχεδίου δεν θα είναι εύκολη. Για να αποφευχθεί το δημοψήφισμα, απαιτείται πλειοψηφία των δύο τρίτων, δηλαδή 267 ψήφοι στη Βουλή και 136 στη Γερουσία. Άρα, η κυβέρνηση πρέπει να πείσει 21 βουλευτές και 14 γερουσιαστές από την αντιπολίτευση.
Σύμφωνα με το άρθρο 1 του ιταλικού Συντάγματος, η κυριαρχία ανήκει στον λαό. Με τον προτεινόμενο μηχανισμό εκλέγεται ένας αυταρχικός ηγεμόνας που θα κυβερνήσει με λυμένα χέρια για πέντε χρόνια. Σε αυτό αντιτίθεται σθεναρά το Δημοκρατικό Κόμμα, το Κίνημα 5 Αστέρων, η Συμμαχία Ιταλικής Αριστεράς-Πρασίνων, η Δράση, αλλά και το Συνδικάτο Cgil, το οποίο σε ανακοίνωσή του δηλώνει ότι «η άμεση εκλογή πρωθυπουργού, έτσι όπως σχεδιάζεται από το νομοσχέδιο για τη συνταγματική μεταρρύθμιση, συνιστά μια προσπάθεια οριστικής υπέρβασης του Συντάγματος, που γεννήθηκε από την Αντίσταση και θεμελιώνεται στην εργασία».
Αυτά δυστυχώς συμβαίνουν όταν προσποιούμαστε ότι δημοκρατία είναι μόνο το να βάζεις ένα ψηφοδέλτιο μέσα στην κάλπη για να επιλέξεις τον αρχηγό.