Ο χρόνος πυκνώνει στη Μέση Ανατολή με επίκεντρο τη Γάζα και τη σφαγή των αμνών που διαπράττεται εκεί επί σχεδόν ένα μήνα. Η εμπλοκή του Ισραήλ σε έναν αδιέξοδο πόλεμο προσλαμβάνει την τελευταία εβδομάδα νέα χαρακτηριστικά. Το Τελ Αβίβ επιλέγει την έξοδο με τη μορφή της «εκκαθάρισης» του βορείου τμήματος τη Λωρίδας της Γάζας από τον πληθυσμό, για να κρατήσει υπό έλεγχο μια καθημαγμένη ζώνη «ασφαλείας» κατά μήκος των συνόρων του. Έλεγχο έμμεσο, υπό τη μορφή της «ανάθεσης» της διακυβέρνησης της Γάζας στην Παλαιστινιακή Αρχή της Ραμάλα, με διεθνή υποστήριξη για ένα διάστημα αρκετό να παγιώσει μια «οριστική λύση» του Παλαιστινιακού, που πάντως δεν θα είναι η δημιουργία παλαιστινιακού κράτους.
Η υπεροπλία, στρατιωτική και διπλωματική, την οποία διαθέτει χάρις στην υποστήριξή του από τις ΗΠΑ, αλλά και στη διπλωματική αφασία της ΕΕ, επιτρέπει στο Ισραήλ να πιστεύει στη ευόδωση του συγκεκριμένου στόχου. Στο πλαίσιο του οποίου εντάσσεται η κινητικότητα που ανέπτυξε ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, ξεκινώντας το περασμένο Σάββατο με σειρά συναντήσεων στο Αμμάν με αξιωματούχους της Ιορδανίας, της Αιγύπτου, της Σαουδικής Αραβίας, του Κατάρ και των Εμιράτων, στην οποία του ζητήθηκε η άμεση κατάπαυση του πυρός στη Γάζα.
Στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε, ο Άντονι Μπλίνκεν είπε πως η χώρα του πιστεύει ότι μια κατάπαυση του πυρός θα επιτρέψει στη Χαμάς να ανασυνταχθεί και να πραγματοποιήσει επιθέσεις όπως εκείνη της 7ης Οκτωβρίου. Έθεσε, αντιθέτως, ως προτεραιότητα «την απελευθέρωση των ομήρων της Χαμάς» και διευκρίνισε ότι η χώρα του θα μπορούσε, προς αυτή την κατεύθυνση, να δεσμευτεί για ολιγόωρες παύσεις πυρός για τη μεταφορά ανθρωπιστικής βοήθειας, κάτι που, όπως φέρεται να είπε, θα διευκόλυνε, επιπλέον, την αναζήτηση σε βάθος χρόνου «μιας καλύτερης πορείας προς μια λύση δύο κρατών».
Η συνάντηση που είχε ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών με τον πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούτ Αμπάς, λίγες ώρες αργότερα, πρωί της Κυριακής, στη Δυτική Όχθη, ήταν, σύμφωνα με πληροφορίες, μια επανάληψη. Ο Αμπάς ζήτησε και αυτός την άμεση κατάπαυση του πυρός, και εισέπραξε την ίδια άρνηση, συνοδευόμενη από την αντιπρόταση του Μπλίνκεν για «μικρές ανθρωπιστικές παύσεις πυρός», και από την μεγαλόψυχη αναγνώριση «των νόμιμων φιλοδοξιών των Παλαιστινίων για την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους».
Το ζητούμενο των επαφών του σαββατοκύριακου ήταν να αποφευχθεί η επέκταση της σύγκρουσης στην περιοχή, με «δέλεαρ» την εκκίνηση συνομιλιών για το πώς θα μπορούσε να κυβερνηθεί η Λωρίδα της Γάζας μετά την (επιδιωκόμενη από το Ισραήλ πλήρη εξουδετέρωση της) Χαμάς, από μια, όπως υποστήριξε ο Άντονι Μπλίνκεν, «αποτελεσματική και εκσυγχρονισμένη Παλαιστινιακή Αρχή», αλλά με ένα μεσοδιάστημα κατά το οποίο στη διασφάλιση της ομαλής μετάβασης θα έχουν ρόλο και άλλες χώρες και διεθνείς θεσμοί.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ένας πρώην πρωθυπουργός του Ισραήλ, ο Γιεχούντ Μπάρακ, μιλώντας στο Politico λίγες ώρες αργότερα, υποστήριξε ότι, μετά την ταχεία ολοκλήρωση της ισραηλινής πολεμικής επιχείρησης –πριν, όπως είπε, εκλείψει η συμπάθεια που δημιουργήθηκε προς το Ισραήλ μετά τις 7 Οκτωβρίου– «μια πολυεθνική αραβική δύναμη θα μπορούσε, υποστηριζόμενη από τον Αραβικό Σύνδεσμο και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ» και επικουρούμενη από «ορισμένες στρατιωτικές μονάδες από μη αραβικές χώρες», να βοηθήσει για ένα διάστημα την Παλαιστινιακή Αρχή του Μαχμούτ Αμπάς «να αναλάβει σωστά». Χωρίς όμως –πρόσθεσε— να πιεστεί το Ισραήλ να επιστρέψει στη διπλωματία με στόχο τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους στο ορατό μέλλον.
Το Ισραήλ και οι Ηνωμένες Πολιτείες, πιεζόμενες αυτές και από την αποτελμάτωση της εμπλοκής τους στην Ουκρανία, αναζητούν διεξόδους προς τερματισμό, με το μικρότερο δυνατό κόστος σε κύρος, ενός λουτρού αίματος που καθιστά τη σχέση τους διεθνώς «αντιπαραγωγική».
Όταν το 2009 το Ισραήλ και η Χαμάς είχαν και πάλι εμπλακεί σε πόλεμο, το Τελ Αβίβ είχε ζητήσει από την Αίγυπτο και άλλα αραβικά κράτη να αναλάβουν να διαχειριστούν τη Λωρίδα της Γάζας. Η κάθετη άρνησή τους συνοψίζεται στην απάντηση, τότε, του προέδρου Μαχμούτ Αμπάς, ότι «δεν θα μπορούσε ποτέ να επιστρέψει στη Γάζα υποστηριζόμενος από ισραηλινές ξιφολόγχες». Οι πρόσφατες επαφές του αμερικανού υπουργού Εξωτερικών με τους άραβες ομότιμούς του και τον Μαχμούτ Αμπάς δεν φαίνεται να απέδωσαν κάτι διαφορετικό.
Ούτε άλλωστε και η συνάντηση που ο Άντονι Μπλίνκεν είχε με τον υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, τη Δευτέρα στην Άγκυρα, στο αεροδρόμιο της οποίας, το βράδυ της Κυριακής, του επιφυλάχτηκε ηχηρά υποβαθμισμένη υποδοχή από τον αντινομάρχη της Άγκυρας και τη διευθύντρια ενός γραφείου του υπουργείου Εξωτερικών. Ο πρόεδρος Ερντογάν είχε ήδη αποκλείσει το ενδεχόμενο να συναντηθεί μαζί του, επικαλούμενος προαποφασισμένη επίσκεψή του σε άλλη πόλη την ίδια ημέρα.
Η συνάντηση Μπλίνκεν-Φιντάν διάρκεσε σχεδόν τρεις ώρες και τέλειωσε χωρίς κοινές δηλώσεις. Κατά πληροφορίες, η αμερικανική πλευρά ζήτησε από την Τουρκία να πιέσει την Χαμάς για απελευθέρωση των ομήρων. Η απάντηση ήταν: τήρηση της αμοιβαιότητας. Η Χαμάς απελευθερώνει ομήρους και το Ισραήλ απελευθερώνει Παλαιστίνιους κρατούμενους. Από την πλευρά της, η Άγκυρα φέρεται να ζήτησε άνευ όρων κατάπαυση του πυρός, υπό την εποπτεία ενός διεθνούς μηχανισμού με την ίδια σε ρόλο εγγυητή.
Το περιεχόμενο της επικοινωνίας που είχε την ίδια μέρα ο Μητσοτάκης με τον Μπλίνκεν, εγγράφεται στις υποσημειώσεις της επιλογής «είμαστε στη σωστή πλευρά της ιστορίας». Συζητήθηκε η κατάσταση στη Μέση Ανατολή, υπογραμμίστηκε η δέσμευση για εμβάθυνση των σχέσεων ΗΠΑ-Ελλάδας και «προώθηση της σταθερότητας και της ευημερίας στην ανατολική Μεσόγειο και πέραν αυτής» και η «υποστήριξη των ΗΠΑ στον αμυντικό εκσυγχρονισμό της Ελλάδας», την οποία ο αμερικανός υπουργός ευχαρίστησε στο πρόσωπο του έλληνα πρωθυπουργού «για τη συνεχή βοήθειά της προς την Ουκρανία».