Μετά τα τελευταία γεγονότα στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ ήρθε η ώρα να πούμε δυο κουβέντες για μια ιστορία, μια μπαλάντα σχεδόν είκοσι ετών. Να την πούμε, ωστόσο, σύντομα με μεγάλες δρασκελιές στην αφήγηση και αν χρειαστεί θα επανέλθουμε με μεγαλύτερη εμβάθυνση. Αλλά τώρα αυτό που θα πούμε απαιτεί μνήμη του παρελθόντος, επίγνωση του παρόντος και υπευθυνότητα για το μέλλον μας.
Η συνάντηση
Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν δημιούργημα των κινημάτων της πρώτης δεκαετίας του νέου αιώνα, εκείνων της λεγόμενης εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης και στη συνέχεια των κινημάτων των πλατειών και του occupy. Η πολλαπλότητα των κινημάτων μεταφράστηκε με ιστορική ωριμότητα σε ενότητα διαφοράς στο πλαίσιο ενός νέου αριστερού συνασπισμού- κόμματος.
Στα 2012 ο νεαρότατος ηγέτης του με το θράσος που απαιτείται μερικές φορές και πολιτική τόλμη (που τόσο πολύ εξόργισε τους μεγαλύτερους αλλά και άλλους εχέφρονες) δήλωσε ότι η αριστερά του αποσκοπεί στην διακυβέρνηση. Εκεί και τότε έγινε η μεγάλη συνάντηση με τις ποικίλες λαικές μάζες, ομάδες και άτομα, μέσα στην καρδιά της εποχής του χρέους, φτιάχθηκε με τόσο απλό και επιτελεστικό τρόπο η εκπροσώπηση των ευάλωτων και υπό-χρεων υποκειμένων που είμασταν σχεδόν όλοι.
Ήταν η στιγμή που χαράχτηκε μια διαγώνια γραμμή η οποία έφερε τις αντιστάσεις και τις αποτύπωσε σε ένα ίχνος στην κεντρική πολιτική σκηνή. Τα δυο επίπεδα, δηλαδή το οριζόντιο των κινημάτων και των πρακτικών αντιστάσεων και εκείνο της θεσμικής πολιτικής, συνδέθηκαν. Ήταν τόσο πρωτότυπη αλλά και αποτελεσματική η συνάντηση που σύντομα έφερε την επόμενη κορυφαία στιγμή: την ανάληψη της διακυβέρνησης το 2015 και στη συνέχεια τα τρομακτικά εμπόδια του πρώτου εξαμήνου που οδήγησαν στην στιγμή του δημοψηφίσματος.
Δραματική και τραυματική στιγμή, αναμφίβολα, την οποία προσωπικά δεν απολυτοποιώ όπως έκαναν τόσοι και τόσοι αριστεροί, με όλο το σεβασμό που τρέφω καθόσον είναι οι σύντροφοι μιας ολόκληρης ζωής. Έχω επίγνωση ότι από αυτό το σημείο και μετά απευθύνομαι σε πιο περιορισμένο κοινό συνομιλητών, σε όσους δεν τρέφονται από το τραύμα εκείνο και αναζητούν τρόπους να το διαχειριστούν.
Το καραβάνι συνέχισε καθόσον στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 δόθηκε η δεύτερη και τελευταία ευκαιρία(έτσι γίνεται πάντοτε σχεδόν). Με πλήρη επίγνωση αυτού του σπάνιου γεγονότος πολλοί εργαστήκαμε ώστε το εγχείρημα να καταφέρει να αφήσει κάποια θετικά σημεία στον ορίζοντα δεδομένης της ασφυκτικής πίεσης των υπέρτερων εσωτερικών αλλά και εξωτερικών δυνάμεων του κεφαλαίου. Ήταν μια καθαρή διακυβέρνηση, τίμια, δυστυχώς όμως πολύ λίγο αποτελεσματική. Όποιος δεν καταφέρνει όσα υπόσχεται, λέει ο Νίτσε, τιμωρείται διπλά διότι φαίνεται αδύναμος στα μάτια όσων ανέμεναν κάτι από αυτόν. Όμως όσα θετικά κατάφερε, δεν χωρούν στο δίλημμα “αριστερά ή κέντρο”. Ήταν ντεφάκτο αριστερά λόγω των συνθηκών και έτσι τα είδε ο κόσμος.
Περιέργως, ωστόσο,το εγχείρημα δεν υποστηρίχθηκε από τις κινήσεις των πολιτών αλλά και η ίδια η κυβέρνηση μετά από ένα διάστημα απέστρεψε το βλέμμα της από αυτές. Έτσι διαρρήχθηκε η δυνατότητα μιας αριστερής διακυβέρνησης που θα συνίστατο στην συνάρθρωση κυβερνητικών πρωτοβουλιών και κινημάτων-διεκδικήσεων των πολιτών και των τάξεων. Αυτό το ερώτημα παραμένει αναπάντητο μέχρι σήμερα, είχε δε αποτελέσματα ήδη από τότε: άφησε χώρο για τη σύμπηξη του αντισύριζα μετώπου τότε αλλά σχετίζεται και σήμερα με νεότερα φαινόμενα πολύ σκοτεινά.
Τελικά το 2019 η κυβέρνηση έπεσε διατηρώντας, όμως, υψηλό εκλογικό ποσοστό 32% που αν προσθέσεις και εκείνο όσων αποχώρησαν, στην ουσία αθροίζει το αρχικό ποσοστό εκλογής της. Καμία ζημιά εκτός από το κρίσιμο γεγονός της απώλειας της διακυβέρνησης. Και πάλι ο λαός συνέχισε να ελπίζει σε μια δύναμη υπεράσπισης των συμφερόντων του αν όχι και για επιστροφή στην διακυβέρνηση.
Το τι μεσολάβησε την τελευταία τετραετία που ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε λιγότερα πράγματα ως αντιπολίτευση από εκείνα που έκανε ως κυβέρνηση σηκώνει πολύ συζήτηση. Σημασία έχει ότι οδηγήθηκε σε τριπλή ήττα και μέσα από πρωτοφανή γεγονότα στην διάλυση και καταστροφή.
Η οικειοποίηση
Το ενδιαφέρον μου επικεντρώνεται στη σχέση που προέκυψε από τη συνάντηση του 2012 και στην εξέλιξη της έως το 2023. Τώρα που τελείωσε οριστικά δεν έχω και πάλι καμιά διάθεση δραματοποίησης όσον αφορά το κόμμα -ΣΥΡΙΖΑ. Στενάχωρο μεν αλλά ό,τι υπάρχει, αξίζει να χαθεί, είχε πει ο Γκαίτε και επανέλαβε ο Μαρξ υπονοώντας την αέναη αλλαγή και μετασχηματισμό των μορφών. Ας εμπιστευθούμε αυτή τη σκέψη.
Οι πιο κοντινοί μας άνθρωποι, δηλαδή οι σύντροφοί μου, πίστευαν απόλυτα στη μορφή-κόμμα. Ίσως αυτή η απόλυτη πίστη σε μια μορφή, που όλοι αναγνωρίζουν ότι βρίσκεται σε μεγάλη κρίση εδώ και πολύ καιρό στις αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες μας, περιόριζε την ορατότητα των αλλαγών που συνέβαιναν εκεί έξω.
Προκαλούσε ορισμένες φορές αναίτιες επιθέσεις στις μορφές άμεσης δημοκρατίας με τις οποίες έπρεπε να μπολιαστεί η αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Τέτοια πράγματα τα ξεπερνούσαμε με συγκατάβαση έως ότου εισέβαλε αιφνιδίως το εντελώς “άλλο”. Κατέλαβε τις θέσεις μας(υποστήριξης της άμεσης δημοκρατίας), τις αιχμαλώτησε, τις κατοίκησε και τώρα τις αποικιοποιεί. Τώρα δεν μπορούμε να γελάσουμε, ούτε καν πικρά. Το μαχαίρι ήταν αμφίστομο. Όταν η αποτρόπαια φιγούρα της αυταρχικής προσωπικότητας επικαλείται το λεξιλόγιο της συμμετοχής των “από τα κάτω” έναντι των κομματικών κανόνων, όταν στήνει τα τείχη στα οποία στη συνέχεια επιτίθεται για να τα γκρεμίσει, όταν τη διαγώνια συσχέτισή μας την αντικαθιστά με την αδιαμεσολάβητη σχέση του ηγέτη με τον λαό, τότε γέμισε πλέον ο χρόνος, ήρθε η ώρα, έκλεισαν οι δυνατότητες του ονόματος ΣΥΡΙΖΑ. Το εκκρεμές βρίσκεται στην άλλη άκρη.
Μέσα σε δέκα χρόνια γίναμε μάρτυρες μια ιστορικής μεταστροφής των παθών. Από τα χαρούμενα πάθη της διεκδίκησης της αξιοπρέπειας και της αποδέσμευσης των χρεωμένων υποκειμένων με τα δυνατά κινήματά τους, βαδίσαμε στα αποδυναμωμένα άτομα και μάζες του 2023 γεμάτα μίσος και θλιβερά συναισθήματα, πολλαπλασιασμένα με τους αλγόριθμους των εταιριών διαχείρισης των δεδομένων.
Το να φύγουμε από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι το λιγότερο γιατί και όταν ήμασταν μέσα, πάντα έξω βλέπαμε. Και τώρα από έξω πάλι πρέπει να βλέπουμε ό,τι ενδιαφέρον θα παράγεται και μέσα.
Κανένα μελόδραμα, καμία απολυτοποίηση, καμιά μεταφυσική. Το βλέμμα μας στραμμένο στο μέλλον να συντονιστούμε ξανά με τις κινήσεις και τις ελπίδες ατόμων και μαζών, με τις δυνάμεις της φυγής από την εξουσία του κεφαλαίου και της πατριαρχίας, τις δυνάμεις της ευθύνης για το μέλλον του πλανητικού μας χωριού, της χειραφέτησης και της ισοελευθερίας. Η αποτρόπαια γκριμάτσα του αυταρχισμού με το προσωπείο της ελευθερίας, της ισότητας ευκαιριών και του ελληνικού ονείρου, ο ήρωας ενός κενού χρόνου των ψευδαισθήσεων και της πλάνης, το έργο της πολιτικής παράνοιας που είδαμε έκπληκτοι μπροστά μας δεν έχει πολλή δύναμη ούτε μέλλον. Η καταστροφή, βέβαια, είναι μεγάλη. Αλλά σε ποια ηλικία βρίσκεται η κοινωνία μας; Της έχει απομείνει κάποια δύναμη να αλλάξει αυτή την “κακή συνείδηση”, το κακό που την έχει βρει και να ξαναξεκινήσει;
Θα ήθελα με την παρούσα δήλωση να ανακοινώσω τόσο την αποχώρηση μου από τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και την παραίτησή μου από τη θέση του επιστημονικού διευθυντή και μέλους του ΔΣ του ΙΝΠ.
Υπηρέτησα το ΙΝΠ επί πεντέμιση χρόνια σε μια ταραχώδη και βασανιστική περίοδο. Βεβαίως τέτοιοι θεσμοί- οργανώσεις και ινστιτούτα δεν είναι οι μόνοι τόποι παραγωγής σκέψης, θεωρίας, πολιτικής και ιδεολογίας. Είναι, ωστόσο, απαραίτητοι λόγω της εγκυρότητας και του οργανωτικού ρόλου τους για την ανασυγκρότηση των πολιτικών ιδεολογιών έναντι της βίας, της αποκτήνωσης της πολιτικής, της ερήμωσης των ατόμων και των μαζών μέσα στους κυκεώνες των ψευδαισθήσεων και της ματαίωσης τους εντός ενός χρόνου κενού και ακίνητου. Οι διαφαινόμενες αλλαγές δεν διαφυλάσσουν τον ιστορικό ρόλο και τη λειτουργία τους και ήδη κάποιες τοποθετήσεις της νέας ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ δείχνουν ότι δεν υπάρχει πλέον έδαφος για την ανάπτυξη σε οποιοδήποτε βαθμό της μαρξιστικής θεωρίας ούτε της κριτικής σκέψης γενικότερα.
Ευχαριστώ όσες και όσους συνεργαστήκαμε και κυρίως εκείνες/νους που ενδιαφέρονταν και παρακολουθούσαν τη δουλειά μας με εμπιστοσύνη. Θα βρεθούμε ξανά μαζί σε πιο χαρούμενες στιγμές γνώσης και αγώνα, στα νέα κινήματα και αντιστάσεις με την ελπίδα μιας νέας κοσμοπολιτικής.