Απόλυτα αντίθετος με την ιδέα της διοίκησης της Λωρίδας της Γάζας, μετά την εξουδετέρωση της Χαμάς, να αναλάβει η Παλαιστινιακή Αρχή, δήλωσε ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου μιλώντας στο CNN την περασμένη Κυριακή. Σε κάθε περίπτωση το Ισραήλ θα πρέπει, πρόσθεσε, να έχει τον πλήρη έλεγχο της ασφάλειας στην περιοχή, «να μπορούμε να μπαίνουμε όποτε θέλουμε και να διώχνουμε τους τρομοκράτες αν εμφανιστούν ξανά».
Στην ουσία το «μήνυμα» προεξοφλούσε το ατελέσφορο των επαφών που είχε τις ίδιες μέρες ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν, στο Αμμάν με ομότιμούς του αξιωματούχους πέντε αραβικών κρατών, και στη Δυτική Όχθη με τον πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούτ Αμπάς, σε αναζήτηση διεξόδου από την κρίση. Στο αίτημα, θυμίζουμε, να υπάρξει άμεσα πλήρης κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, ο Μπλίνκεν αντέτεινε ότι αυτό θα επέτρεπε στην Χαμάς να ανασυνταχθεί και να πραγματοποιήσει νέα τρομοκρατικά χτυπήματα. Αντιπρότεινε «μικρές ανθρωπιστικές παύσεις πυρός» σε συνδυασμό με «την απελευθέρωση των ομήρων της Χαμάς». Αυτό, συν τοις άλλοις, θα διευκόλυνε, όπως φέρεται να είπε, την αναζήτηση «μιας καλύτερης πορείας προς μια λύση δύο κρατών» σε βάθος χρόνου. Μέχρι τότε, ενδιάμεσος σταθμός θα μπορούσε να είναι η ανάληψη της διακυβέρνησης της Λωρίδας της Γάζας από την Παλαιστινιακή Αρχή, όπου όμως, για ένα μεσοδιάστημα, θα είχαν ενεργό ρόλο και άλλες χώρες και διεθνείς θεσμοί. Για παράδειγμα, ο Αραβικός Σύνδεσμος και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπως το διατύπωσε ένας πρώην πρωθυπουργός του Ισραήλ, ο Γιεχούντ Μπάρακ, με την επικουρία, όπως είπε, «στρατιωτικών μονάδων από μη αραβικές χώρες» – του Ισραήλ μη εξαιρουμένου.
Το τελευταίο αυτό ήταν, θυμίζουμε, ο βασικότερος ίσως λόγος που οι επαφές του Μπλίνκεν στο Αμμάν και τη Ραμάλα, αλλά και στην Άγκυρα, υπήρξαν άκαρπες.
Η Παλαιστινιακή Αρχή θα δεχόταν να αναλάβει ρόλο στη διακυβέρνηση της Γάζας υπό έναν όρο: η αμερικανική κυβέρνηση να δεσμευτεί για μια συμφωνία Ισραήλ – Παλαιστινίων για τη δημιουργία δύο κυρίαρχων κρατών. Αυτό, κατά δήλωσή του στους New York Times, είπε ο γ.γ. της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης Χουσεΐν αλ-Σεΐχ στον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, στο πρόσφατο ταξίδι «αστραπή» του τελευταίου στη Μέση Ανατολή. Μια συμφωνία που, σύμφωνα με τον παλαιστίνιο αξιωματούχο, προϋποθέτει την αποχώρηση του Ισραήλ από τη Δυτική Όχθη, όπου είναι σήμερα εγκατεστημένοι περισσότεροι από 700.000 ισραηλινοί έποικοι, καθώς και την επίλυση του ζητήματος της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, την οποία οι Παλαιστίνιοι θεωρούν πρωτεύουσά τους.
Θα δεχόταν μια τέτοια συμφωνία ειρήνευσης ο Νετανιάχου; Όχι, δηλώνει απερίφραστα ο Αλ-Σεΐχ, στην ουσία απευθύνοντας ακέραιη την πρόκληση στην αμερικανική πλευρά. Η παλαιστινιακή πλευρά γνωρίζει εκ πείρας ότι η άρνηση αυτή του Ισραήλ προσφέρει το πρόσχημα στις ΗΠΑ να εισηγούνται μια «λύση» δύο κρατών που επιφυλάσσει στους Παλαιστίνιους ένα κράτος περιορισμένης κυριαρχίας, χωρίς στρατό, με τον πλήρη έλεγχο της ασφάλειας σε περιοχές κρίσιμης σημασίας, όπως η θαλάσσια ζώνη, στο Ισραήλ. Ένα κράτος που οι ΗΠΑ πιστεύουν ότι θα ικανοποιούσε κάποια αραβικά κράτη τόσο όσο θα ήταν αρκετό για να μην διασαλευθούν επικίνδυνα οι συμμαχίες τους με αυτά επ’ ωφελεία του Ιράν κυρίως, αλλά όχι μόνο.
Θα μπορούσε η κυβέρνηση Μπάιντεν να μετακινηθεί, αναφορικά με τη δημιουργία δύο κρατών, σε θέσεις εγγύτερες με εκείνες που θέτει η Παλαιστινιακή Αρχή προκειμένου να αναλάβει τη διακυβέρνηση της Γάζας; Θα μπορούσε η Ουάσιγκτον να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση για να κατευναστεί η παγκόσμια κατακραυγή για τη σφαγή των αμάχων στη Μέση Ανατολή; Και αν ναι, πώς θα αντιδρούσε η κυβέρνηση Νετανιάχου σε μια υποτυπώδη, ακόμη και προσχηματική, στροφή των ΗΠΑ;
Εκτιμάται ότι η «στοχευμένη επιχείρηση ακριβείας» που εξαπέλυσε το πρωί της Τετάρτης ο ισραηλινός στρατός στο νοσοκομείο Αλ Σίφα επικαλούμενος αποδείξεις ότι το μεγαλύτερο αυτό νοσηλευτήριο στη Λωρίδα της Γάζας είναι κρησφύγετο της Χαμάς, τρομοκρατικό «κέντρο διοίκησης και ελέγχου» με κρυμμένες στρατηγικές υποδομές, είχε ως κύριο στόχο να δυναμιτίσει κάθε παρόμοια πρόθεση «εν τη γενέσει» της.
Δεν περνά απαρατήρητη μια φράση του Μπενιαμίν Νετανιάχου από τη συνέντευξη που παραχώρησε στο τηλεοπτικό δίκτυο CNN την περασμένη Κυριακή. Οι Αμερικανοί, είπε ο ισραηλινός πρωθυπουργός, πρέπει να καταλάβουν ότι ο πόλεμος που κήρυξε το Ισραήλ κατά της Χαμάς είναι «και δικός τους πόλεμος». Αν η «μάστιγα» της Χαμάς δεν νικηθεί από το Ισραήλ θα εξαπλωθεί πέρα από τη Μέση Ανατολή, στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. «Θα είσαστε οι επόμενοι», τόνισε.
Στη δήλωση αυτή υποκρύπτεται μια αυξανόμενη ανησυχία. Ανησυχία υπαγορευμένη από τη διαπίστωση ότι στους κυβερνητικούς κύκλους της Ουάσινγκτον κερδίζει καθημερινά «πόντους» η εκτίμηση ότι η παράταση της σύρραξης στη Γάζα, που μπορεί να διαρκέσει μήνες εξαιτίας της αδιάλλακτης στάσης της κυβέρνησης Νετανιάχου, διογκώνει μέσα στις ΗΠΑ το κύμα δυσαρέσκειας των νέων ψηφοφόρων, των προοδευτικών πολιτών και των αραβοαμερικανών, που η αποχή τους από τις κάλπες θα μπορούσε να ματαιώσει την επανεκλογή του Τζο Μπάιντεν στην προεδρία των ΗΠΑ το 2024.
Παρόμοια με την εμπλοκή των ΗΠΑ στην Ουκρανία, το Ισραήλ έχει εμπλακεί σε έναν πόλεμο χωρίς να έχει προνοήσει τρόπο εξόδου από αυτόν. Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου φαίνεται να επιλέγει τη σύρραξη μέχρι την τελική επικράτηση. Αλλά, επικράτηση έναντι τίνος; Ίσως θα έπρεπε να μελετήσει προσεκτικότερα τη διαφαινόμενη ρεαλιστική στροφή των ΗΠΑ στην Ουκρανία.