Ενάντια σε όλα τα προγνωστικά, η Ισπανία θα συνεχίσει να έχει μια αριστερή κυβέρνηση, μια από τις λίγες που απέμειναν στην Ευρώπη μετά την παραίτηση του Αντόνιο Κόστα στην Πορτογαλία. Η επανεκλογή του Πέδρο Σάντσεθ, στην κυβέρνηση της χώρας από το 2018, είναι μια νίκη πρώτα απ’ όλα του ίδιου του σοσιαλιστή πρωθυπουργού, που απέδειξε ότι έχει τη στόφα του πολιτικού ηγέτη. Η αντοχή, η προσαρμοστικότητα, η επιμονή και η ικανότητα να ανταπεξέρχεται στις δύσκολες καταστάσεις είναι τα προσόντα που του επέτρεψαν όχι μόνο να ανακάμψει στις εκλογές της 23ης Ιουλίου, όταν όλες οι δημοσκοπήσεις τον εμφάνιζαν ως ηττημένο, αλλά και να συνάψει μια συμφωνία με τους καταλανούς αυτονομιστές που του εξασφάλισε την απόλυτη πλειοψηφία στην ψηφοφορία εμπιστοσύνης την 16η Νοεμβρίου.
Όπως και στην προηγούμενη νομοθετική περίοδο, θα πρόκειται για μια κυβέρνηση μειοψηφίας αποτελούμενη από τους σοσιαλιστές (121 έδρες) και από το Sumar (31 έδρες), τον συνασπισμό της ριζοσπαστικής αριστεράς της υπουργού Εργασίας Γιολάντα Ντίαθ. Η κυβέρνηση θα έχει την κοινοβουλευτική στήριξη της λεγόμενης περιφερειακής Ισπανίας, δηλαδή ενός συνόλου τοπικιστικών και εθνικιστικών κομμάτων της Καταλονίας (Junts per Catalunya -JxCAT- και Esquerra Republicana de Catalunya -ERC-, 7 έδρες το καθένα), της Χώρας των Βάσκων (Partido Nacionalista Vasco -PNV-, 5 έδρες, και EH Bildu, 6), της Γαλικίας (Bloque Nacionalista Galego, 1 έδρα) και των Καναρίων (Coalición Canaria, 1 έδρα).
Δεν ήταν μια εύκολη πορεία. Όμως οι σοσιαλιστές, και πρώτα απ’ όλα ο Σάντσεθ, απέδειξαν ότι είναι οι μοναδικοί που ξέρουν να εξυφαίνουν συμμαχίες με πολλά πολιτικά κόμματα που εκπροσωπούν διαφορετικά συμφέροντα. Το Λαϊκό Κόμμα (137 έδρες), ο σχηματισμός που ψηφίστηκε περισσότερο την 23η Ιουλίου, πέτυχε μόνο μια πύρρειο νίκη που φανέρωσε την απομόνωσή του στο κοινοβούλιο και στη χώρα. Πράγματι, τον Σεπτέμβριο, ο υποψήφιος των Λαϊκών, Αλμπέρτο Νούνιεθ-Φεϊχό, απέτυχε οικτρά στην προσπάθεια να εκλεγεί πρόεδρος, συγκεντρώνοντας, εκτός από τις ψήφους του κόμματός του, μόνο τις ψήφους τουVox (33 έδρες).
Μια ετερογενής πλειοψηφία
Ο δρόμος για την κυβέρνηση Σάντσεθ θα είναι, πάντως, ανηφορικός. Με μια τόσο ευρεία και σύνθετη πλειοψηφία, κάθε ψηφοφορία στο Κοινοβούλιο μπορεί να μετατραπεί σε ένα Βιετνάμ, με κίνδυνο να χάσει η κυβέρνηση. Πώς θα είναι δυνατό να συμβιβαστεί η προοδευτική ατζέντα του Sumar, για παράδειγμα στο θέμα της φορολογικής πολιτικής και των κοινωνικών ή στεγαστικών πολιτικών, με την ατζέντα του PNV ή του JxCAT, που τοποθετούνται ιδεολογικά στη Δεξιά; Θα χρειαστεί υπομονή και επιδεξιότητα.
Σε κάθε περίπτωση, πολιτικά οι παράγοντες αστάθειας είναι κυρίως δύο. Από τη μια πλευρά, οι εντάσεις στο εσωτερικό της ριζοσπαστικής αριστεράς θα μπορούσαν να εκτραχυνθούν, θέτοντας σε κίνδυνο την κυβέρνηση. Το Podemos, σε βαθιά κρίση, είναι έτοιμο να εγκαταλείψει το Sumar: οι πέντε βουλευτές του σχηματισμού υπό τη σκιώδη ηγεσία του Πάμπλο Ιγκλέσιας θα είναι ένα μόνιμο αγκάθι στο πλευρό του Σάντσεθ.
Από την άλλη, οι συμφωνίες που υπογράφτηκαν με τους καταλανούς αυτονομιστές εγγυώνται στα χαρτιά τη σταθερότητα της κυβέρνησης, αλλά όλα θα εξαρτηθούν από την πρόοδο των διαπραγματεύσεων για την επίλυση της καταλανικής κρίσης και από τις εσωτερικές διαμάχες του αυτονομισμού. Αν δεν υπάρξουν απρόοπτα, τον Φεβρουάριο του 2025 θα διεξαχθούν περιφερειακές εκλογές στην Καταλονία και ο ανταγωνισμός μεταξύ JxCAT και ERC θα μπορούσε να συνεπάγεται το να συνεχίσουν να ανεβάζουν τον πήχη έναντι της κυβέρνησης, καταλήγοντας σε μια ανυπόφορη κατάσταση.
Αμνηστία και δημοψήφισμα
Εκτός από τα ζητήματα που αφορούν περιφερειακές αρμοδιότητες ή φορολογικές πολιτικές, οι αυτονομιστικές διεκδικήσεις είναι ουσιαστικά δύο: η αμνηστία και το δημοψήφισμα. Η πρώτη ήταν η καρδιά της συμφωνίας που υπογράφτηκε με τους σοσιαλιστές και ο νόμος έχει ήδη κατατεθεί. Εξασφαλίζει την ακύρωση της ποινικής, διοικητικής και λογιστικής ευθύνης πάνω από 300 αυτονομιστών, μεταξύ των οποίων του ίδιου του Πουτζντεμόντ, ο οποίος έχει αυτοεξοριστεί στο Βέλγιο και τώρα είναι ευρωβουλευτής, αλλά και 73 αστυνομικών.
Μετά την παραχώρηση χάριτος το καλοκαίρι του 2021 και τη μεταρρύθμιση του αδικήματος της ανταρσίας, αυτό θα είναι η ολοκλήρωση της πορείας που άρχισε ο Σάντσεθ υπέρ του διαλόγου, της συμφιλίωσης και της κανονικοποίησης των σχέσεων μεταξύ Μαδρίτης και Βαρκελώνης. Όμως, επειδή το θέμα της αμνηστίας είναι νομικά περίπλοκο, θα κατανοήσουμε καλύτερα την πραγματική αποτελεσματικότητά του μετά τη συζήτηση στο κοινοβούλιο και την ετυμηγορία του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Η αναταραχή των συντηρητικών τομέων του δικαστικού σώματος προαναγγέλλει προσφυγές και μακρόχρονη διαδικασία για να τεθεί σε εφαρμογή.
Όσον αφορά το δημοψήφισμα αυτοδιάθεσης, αντίθετα, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια ελιγμού. Το σοσιαλιστικό «όχι» είναι ξεκάθαρο, καθώς και η αντισυνταγματικότητα του αιτήματος: Οι αυτονομιστές μπορούν το πολύ να επιτύχουν μια μη δεσμευτική γνωμοδότηση σε σχέση με την πολιτική συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ των μερών στο τέλος των διαπραγματεύσεων, πιθανά για το καθεστώς αυτονομίας στο οποίο θα μπορούσαν να επανενταχθούν, έπειτα από τροποποίηση, τα άρθρα που ακυρώθηκαν από το Συνταγματικό Δικαστήριο το 2010. Αυτή η λύση θα έσωζε και τις δύο πλευρές.
Μια ριζοσπαστικοποιημένη Δεξιά
Υπάρχει όμως και ένας άλλος παράγοντας αστάθειας, εκτός κυβέρνησης. Η χώρα είναι πολύ πολωμένη και η Δεξιά, όλο και πιο ριζοσπαστικοποιημένη, ρίχνει λάδι στη φωτιά. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλοί πολίτες είναι αντίθετοι ή είναι δύσπιστοι σε σχέση με την αμνηστία, όπως αποδεικνύει η ειρηνική διαδήλωση του περασμένου Σαββάτου στη Μαδρίτη που συγκέντρωσε 170.000 άτομα, αλλά τις τελευταίες εβδομάδες η αντιπαράθεση ήταν πολύ μακριά από το να είναι πολιτισμένη και κόσμια. Την υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ σοσιαλιστών και αυτονομιστών ακολούθησαν μέσα σε ένα ανησυχητικό κρεσέντο οι βρισιές προς τον Σάντσεθ, που κατηγορήθηκε ότι είναι προδότης και πραξικοπηματίας, και οι επιθέσεις σε βουλευτές του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Εδώ και πάνω από δύο εβδομάδες, κάθε βράδυ μερικές χιλιάδες νεοφασίστες και οπαδοί του Vox πολιορκούν τα κεντρικά γραφεία του Σοσιαλιστικού Κόμματος στη Μαδρίτη.
Ο ηγέτης της ισπανικής ακροδεξιάς, Σαντιάγκο Αμπασκάλ, αποκάλεσε την κυβέρνηση «παράνομη», μίλησε επανειλημμένα για «golpe de Estado» (πραξικόπημα), σχετικά με τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, και ζήτησε από τους αστυνομικούς να επαναστατήσουν απέναντι στις διαταγές των ανωτέρων τους. Μολονότι δεν φθάνει σε αυτές τις υπερβολές, το Λαϊκό Κόμμα δεν διαχώρισε τη θέση του από το Vox και δεν καταδίκασε ρητά τις βιαιοπραγίες. Αντίθετα, ο πρώην πρωθυπουργός Χοσέ Μαρία Αθνάρ ζήτησε μια μόνιμη κινητοποίηση ενάντια στην κυβέρνηση και το κόμμα ξεκίνησε μια διεθνή εκστρατεία συγκρίνοντας τον Σάντσεθ με τον ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπάν, μέχρι του σημείου να ασκεί πιέσεις στους κοινοτικούς θεσμούς για να σταματήσει αυτό που θεωρεί ως «καταστροφή» του κράτους δικαίου κάτω από τα Πυρηναία.
Προς τις ευρωεκλογές
Δεν μας εκπλήσσει, επομένως, ότι τομείς του δικαστικού σώματος, που θα έπρεπε να είναι πολιτικά ουδέτεροι, διοργάνωσαν διαδηλώσεις μπροστά στα δικαστήρια κατά της συμφωνίας του Σοσιαλιστικού Κόμματος με τους αυτονομιστές ή ότι κάπου εβδομήντα απόστρατοι ζήτησαν από τον Στρατό σε μια διακήρυξη να αποπέμψει τον Σάντσεθ. Εν ολίγοις, η Δεξιά ρίχνει συνεχώς λάδι στη φωτιά. Και ο κίνδυνος ενός Capitol Hill αλά ισπανικά δεν είναι κάτι αδιανόητο, δυστυχώς, παρόλο που μέχρι στιγμής οι θεσμοί αποδείχτηκαν ανθεκτικοί.
Μέχρι τις ευρωεκλογές δεν θα υπάρξει ανακωχή. Αυτή θα είναι η τελική δοκιμή για τον Σάντσεθ, αλλά και για την αντιπολίτευση. Νωρίτερα, ήδη την άνοιξη, θα πραγματοποιηθούν περιφερειακές εκλογές στη Γαλικία και στη Χώρα των Βάσκων, που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν αστάθεια στην κυβερνητική πλειοψηφία. Πρέπει να περιμένουμε μέχρι τις αρχές του καλοκαιριού για να κάνουμε έναν πρώτο απολογισμό της νέας ισπανικής κυβέρνησης.