Δύσκολο, εξαιρετικά δύσκολο να χωρέσουν σε μερικές αράδες ενενήντα χρόνια μιας τόσο συναρπαστικής και πλούσιας ζωής όσο αυτή που έζησε ο Βασίλης Βασιλικός (18 Νοεμβρίου 1933, Καβάλα - 30 Νοεμβρίου 2023, Αθήνα).
Από το ποίημα του «Το χιονισμένο γιασεμί», που δημοσιεύεται στην εφημερίδα Μακεδονία, στο φύλλο της 15ης Δεκεμβρίου 1949, ως το τελευταίο δημοσιευμένο κείμενό του, «Το Ζ ως σύμβολο της ειρήνης», που εντοπίζεται στις 8 Μαΐου 2022 στην εφημερίδα Η Καθημερινή, μεσολαβούν 73 (εβδομήντα τρία!) συναπτά έτη γραφής για τον Βασιλικό, στη διάρκεια των οποίων εντρυφεί στο γράψιμο με μια σπάνια ορμή και πολυμέρεια: ασχολείται με το μυθιστόρημα, τη νουβέλα, το διήγημα, την αυτοβιογραφία, το ημερολόγιο, την ποίηση, το θέατρο, το κινηματογραφικό σενάριο, τη δημοσιογραφία, τη βιβλιοκρισία.
Παράλληλα, δεν πρέπει να παρακάμπτεται το γεγονός ότι η έντονη παρουσία του στη δημόσια σφαίρα αρχίζει στα χρόνια της δικτατορίας, όταν αυτοεξορίζεται στην Ευρώπη, συνεχίζεται την τριετία 1981-1984, όταν αναλαμβάνει τη θέση του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή της ΕΡΤ, την περίοδο 1994-1996, όταν υπηρετεί τα κοινά ως Δημοτικός Σύμβουλος του Δήμου Αθηναίων, την περίοδο 1996-2004, όταν θητεύει ως Πρέσβης εκ προσωπικοτήτων της Ελλάδας στην Unesco, την περίοδο 2001-2005, όταν διατελεί Πρόεδρος της Εταιρίας Συγγραφέων, και ολοκληρώνεται την τετραετία 2019-2023, με τη θητεία του ως Βουλευτή Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ. Χωρίς να ξεχνιούνται, βεβαίως, οι ποικίλες δημόσιες παρεμβάσεις του για διάφορα ζητήματα της πολιτικοκοινωνικής και πολιτιστικής επικαιρότητας.
Και βέβαια, ένα τεράστιο κεφάλαιο της πορείας του, που δεν έχει ακόμη εκτιμηθεί δεόντως, είναι η προσπάθειά του να συνδυάσει τη γραφή και τη δημόσια σφαίρα με την τηλεοπτική εκπομπή Άξιον εστί, που είναι αφιερωμένη στο βιβλίο και που μεταδίδεται από τα κρατικά κανάλια για διάστημα μεγαλύτερο από δύο δεκαετίες (από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 ως το 2019). Πρόκειται για μια μοναδική στο είδος της βιβλιοφιλική εκπομπή, με την εντελώς προσωπική σφραγίδα του συγγραφέα και μανιώδους αναγνώστη Βασιλικού (που καθιερώνεται και ως αναγνωρίσιμη στο ευρύ κοινό τηλεοπτική περσόνα), και μια απόπειρα μνημείωσης και τεκμηρίωσης του νεοελληνικού λογοτεχνικού τοπίου, που θα πρέπει κάποτε να ψηφιοποιηθεί από την ΕΡΤ και να ανεβεί στο αρχείο της στην ολότητά της (αυτή τη στιγμή μόνο 23 από τα εκατοντάδες επεισόδια της σειράς είναι διαθέσιμα στο αρχείο τηλεοπτικού προγράμματος της ΕΡΤ).
Η συγκρότηση της συγγραφικής ταυτότητάς του
Και ενώ το πρώτο μυθιστόρημά του είναι «Τα σιλό», γραμμένο το καλοκαίρι του 1949 (αλλά εκδομένο το 1976), και επικεντρωμένο στη Βουλγαρική Κατοχή της περιόδου 1941-1944 στη Μακεδονία, μέσα από την ιστορία μιας οικογένειας της Καβάλας, η πρώτη επίσημη εμφάνισή του στον χώρο της πεζογραφίας γίνεται με τη νουβέλα «Η διήγηση του Ιάσονα» (1954), εμπνευσμένη από τον μύθο του Ιάσονα και με έναν ήρωα που κινείται στο μεταίχμιο μεταξύ εφηβείας και ενηλικίωσης, μεταξύ προσκόλλησης στην πάτρια γη και φυγής.
Μεταιχμιακοί θα είναι και οι περισσότεροι από τους κατοπινούς ήρωες του Βασιλικού: οι επτά νέοι που ενηλικιώνονται, αργά και βασανιστικά, στη μεταπολεμική δυστοπική Θεσσαλονίκη («Θύματα ειρήνης», 1956), ο απροσάρμοστος, επαναστατημένος νέος της θρυλικής και βαθιά ανατρεπτικής Τριλογίας («Το φύλλο», «Το πηγάδι», «Το αγγέλιασμα», 1961), ο νεαρός διανοούμενος που ανακαλύπτει την άλλη όψη της Αμερικής μαζί με τη σύντροφό του στο «Η μυθολογία της Αμερικής» (1964), ο δυσλειτουργικός νέος του μυθιστορήματος «Οι φωτογραφίες» (1965), ο ιδεαλιστής αριστερός πολιτικός που δολοφονείται από τους παρακρατικούς και ο εισαγγελέας που αναλαμβάνει την υπόθεση στο αριστουργηματικό μυθιστόρημα-ντοκουμέντο «Ζ. Φανταστικό ντοκιμαντέρ ενός εγκλήματος» (1966), εμπνευσμένο από τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη στη Θεσσαλονίκη το 1963, ο αυτοαναφορικός συγγραφέας του κομβικού και πολύπλοκου μυθιστορήματος «Γλαύκος Θρασάκης» (1975), ο μαθητής και ο δάσκαλος που αναζητούν την ερωτική τους ταυτότητα στη νουβέλα «Ο άνθρωπος με το άδειο» (1977), ο καρδιοχτυπημένος άντρας που πενθεί την απώλεια της αιώνιας αγαπημένης στα υπέροχα ερωτικά πεζογραφήματα «Το τελευταίο αντίο» (1979), «Ο τρομερός μήνας Αύγουστος» (1979) και «Foco d’amor/Η φλόγα της αγάπης» (1979) και η προέκταση του τελευταίου, ο μεσήλικας διανοούμενος που επιχειρεί να μαζέψει τα κομμάτια του και να επιχειρήσει ένα νέο ξεκίνημα, στα μυθιστορήματα «Ο ασβός» (1989) και «Μάγια» (1993).
Μεταιχμιακοί μπορούν να θεωρηθούν και οι ήρωες των ελάχιστα γνωστών (αλλά πολύ σημαντικών στη συγκρότηση της συγγραφικής ταυτότητας του Βασιλικού) πεζογραφημάτων που γράφονται στα χρόνια της αυτοεξορίας του στην Ευρώπη, την περίοδο της δικτατορίας 1967-1974, και εκδίδονται αυτοτελώς στην Ευρώπη από τις θρυλικές εκδόσεις «8 ½» (Τυπογραφεία Ερμής) που δημιουργεί ο ίδιος ο συγγραφέας: Καφενείον «Εμιγκρέκ», Η δολοκτονία, Σε γνωρίζω από την κόψη..., Μετώκησεν εις άγνωστον διεύθυνσιν, Ο πλανόδιος πλασιέ, Το ψαροτούφεκο, Το μαγνητόφωνο, Το μαγνητόφωνο Δύο, Το λαχείο, 20.20’, Φίφτυ-Φίφτυ, Πορτραίτο ενός αγωνιστή: Νίκος Ζαμπέλης, Πάσχα στους Γαργαλιάνους.
Πέρα από όλα τα παραπάνω, ο Βασιλικός προσφέρει εκπληκτικά διαυγείς και συναρπαστικές σελίδες αυτοβιογραφικής και ημερολογιακής λογοτεχνίας: «Η μνήμη επιστρέφει με λαστιχένια πέδιλα» (1999), «Οι γάτες της Rue d’ Hauteville» (2010), «Ημερολόγιο Θάσου» (2015): ειλικρινείς απολογισμοί βίου και έργου, καταθέσεις ψυχής και πνεύματος, κατασταλάγματα εμπειρίας, παιγνιώδη σχόλια πάνω στη μνήμη και τη λειτουργία της γραφής.
Βαθιά Έλληνας, αληθινός πολίτης του κόσμου
Βαθιά Έλληνας και βαθιά Ευρωπαίος, αληθινός πολίτης του κόσμου, ο Βασιλικός γράφει για τη Βουλγαρική Κατοχή στη Μακεδονία, τα σκληρά μετεμφυλιακά χρόνια, τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, τη δικτατορία όπως την βιώνουν οι Έλληνες του εξωτερικού, τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, αλλά και για πόλεις όπως η Νέα Υόρκη, η Ρώμη, η Μόσχα και η Βουδαπέστη, αποτυπώνει στο χαρτί την προσωπικότητα της Μαρίας Κάλλας αλλά και του Στέλιου Καζαντζίδη, ομολογεί τις επιδράσεις που δέχεται από τον Αντρέ Ζιντ αλλά και από τον Γιώργο Θεοτοκά. Συγγραφέας που βρίσκεται σε ανοιχτό διάλογο με το έργο του και την πραγματικότητα που τον περιβάλλει, καθώς γράφει και ξαναγράφει τα κείμενά του, μεταλλάσσει συνεχώς τα βιβλία του, με αλλαγές τίτλων και διαρκείς τροποποιήσεις και μπολιάζει ανελλιπώς την πραγματικότητα με τη μυθοπλασία.
Ο Βασιλικός είναι ο συγγραφέας που, με το πληθωρικό έργο του και το παράδειγμα ζωής του, νίκησε τον χρόνο. Και μόνο το Ζ, που χάρη και στη διαμεσολάβηση της εξαιρετικής κινηματογραφικής μετάπλασής του από τον Κώστα Γαβρά γνώρισε τον παγκόσμιο θρίαμβο, και την Τριλογία να είχε γράψει, θα είχε περάσει στην ιστορία της νεοελληνικής και της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Εκείνος, όμως, επέλεξε να είναι πανταχού παρών ως το βαθύ γήρας και να διαμορφώσει μια δημόσια εικόνα λογοτέχνη-διαμορφωτή συνειδήσεων, που μας πάει πολύ πίσω, σε μοντέλα Νεοελλήνων λογοτεχνών που ο ίδιος θαύμαζε απεριόριστα, όπως ο Παλαμάς, ο Ξενόπουλος και ο Καζαντζάκης.