Patrick Raynal «Καιρός για πόλεμο», μετάφραση: Μαριάννα Μαντά, εκδόσεις Πόλις, 2023
Ένας συνταξιούχος ετών εβδομήντα πέντε, που έχει ξεκινήσει σοβαρές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με τη λίμπιντό του και δηλώνει «σεξάφωνος», ξυπνάει από τα χτυπήματα της αστυνομίας στην πόρτα, παραζαλισμένος δίπλα στη γυμνή, νεκρή και προηγουμένως ιδιαιτέρως ζωηρή, όπως θα μάθει στη συνέχεια, σύζυγο ενός ελβετού τραπεζίτη. Η αστυνομία τον συλλαμβάνει φυσικά ως κύριο ύποπτο. Το όνομα αυτού Φιλίπ Κλερ και όσοι έχουν διαβάσει το μυθιστόρημα του Πατρίκ Ρενάλ «Παράθυρο με θέα γυναίκες» (Πόλις) –δυστυχώς, το μοναδικό από τα μεταφρασμένα έργα του που συνεχίζει να κυκλοφορεί, για να μη μιλήσουμε για όσα θα άξιζε να διαβάσουν οι μη γαλλόφωνοι αναγνώστες και δεν έχουν εκδοθεί– τον αναγνωρίζουν πάραυτα.
Σε όσους δεν τον ξέρουν, αυτοσυστήνεται από τις πρώτες κιόλας σελίδες: πρώην μαοϊκός ακτιβιστής, πρώην λαμόγιο ασφαλιστής, που είχε παρομοίως μπλέξει με μια άλλη νεκρή γυναίκα στο Παράθυρο με θέα, ο οποίος απολάμβανε πριν από το δυσάρεστο όσο και ανεξήγητο αυτό συμβάν τη μοναξιά του, έχοντας πάψει πια να βράζει από αγανάκτηση μπροστά στο θέαμα του αποκρουστικού κόσμου και στοχαζόμενος τον θάνατο ως ύστατη επιθυμία για ησυχία. Αυτόν τον θάνατο που έχει μπει στο παιχνίδι ήδη από το σωκρατικό μότο του μυθιστορήματος: «Και τώρα καιρός να φύγουμε, εγώ για να πεθάνω, εσείς για να ζήσετε. Ποιος από τους δυο μας πηγαίνει στο καλύτερο, μας είναι άγνωστο, μόνο ο θεός το γνωρίζει» – και όχι μόνο ως κεντρικό στοιχείο της νουάρ λογοτεχνίας, την οποία υπηρετεί με συνέπεια, από πολλές σκοπιές, ο Ρενάλ για πάνω από σαράντα χρόνια.
Για όσους δεν ξέρουν τον Ρενάλ (1946-), ιδού μια συνοπτικότατη αυτοβιογραφία του, την οποία εντόπισα σε ένα λήμμα για τον Φιλίπ Κλερ(!) σε μια αγγλόφωνη ιστοσελίδα για την αστυνομική λογοτεχνία (thrillingdetective.com/2022/01/26/philippe-clerc) και η οποία, παρότι δεν κατάφερα να την ελέγξω, μου φαίνεται ακριβέστατη: «Υπήρξα διαδοχικά κακός μαθητής, μαοϊκός, απόφοιτος φιλολογίας, κρατούμενος (μόνο για ένα μήνα), ορεινός καταδρομέας (για 12 ατελείωτους μήνες), ασφαλιστής (για 18 χρόνια), συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας (ως σήμερα), κριτικός λογοτεχνίας, διευθυντής της σειράς νουάρ του Γκαλιμάρ (για 14 χρόνια), διευθυντής της σειράς νουάρ του Φαγιάρ (για τέσσερα χρόνια), λέκτορας στη Σχολή Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού, μεταφραστής και εκδότης (σήμερα).» Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα ή καταστάσεις εδώ δεν είναι καθόλου συμπτωματική, ούτε καν η ηλικία του Κλερ στις νέες του περιπέτειες, ούτε βέβαια η Νίκαια, όπου ο Ρενάλ έζησε για πολλά χρόνια και την ζωντανεύει ξανά και ξανά στα έργα του.
Ένα αξεδιάλυτο κουβάρι
Παρακολουθούμε λοιπόν τον, γηραιό πλέον πλην πάντα δαιμόνιο, Κλερ, που αρχικά φυλακίζεται και στη συνέχεια μυστηριωδώς αποφυλακίζεται, να αποδύεται σε έναν απελπισμένο αγώνα να καταλάβει ποιος και γιατί του έστησε αυτή την παγίδα και, φυσικά, να σωθεί. Το παρελθόν επανέρχεται δριμύτερο, από τους συμμαθητές και κολλητούς του στην Προλεταριακή Αριστερά, ζωντανούς και νεκρούς, αλλά μπορεί και όχι, και τους μασόνους της στοάς στην οποία ανήκε ως τη μεγάλη του αγάπη που επιστρέφει –αργά– στη ζωή του, και μπλέκεται με το πολιτικό και επιχειρηματικό παρόν μιας πόλης η οποία, όπως ωραία το διατύπωσε σε μια συνέντευξή του, είναι, όπως πάντα στο νουάρ, μια ζωντανή οντότητα στα χέρια όλων των δυνάμεων και όλων των εξουσιών (Esprit, 209, 2, 1995). Όσοι γνωρίζουν αλλά και όσοι δεν γνωρίζουν τη γαλλική πραγματικότητα, θα διαβάσουν (με διαφορετικούς όρους, έστω) μέσα από τις γραμμές τη (γνωστή) ιστορία της διαφθοράς και της διαπλοκής στη Νίκαια (και σε πολλές άλλες πόλεις), με τους πολιτικούς, ακροδεξιούς και μη, τους επιχειρηματίες, τους μαφιόζους και την αστυνομία να γίνονται ένα αξεδιάλυτο κουβάρι. Και σίγουρα θα αναγνωρίσουν ποιον πρόεδρο αποκαλεί ο Κλερ θρασίμι, απολειφάδι, αχαΐρευτο, τζιτζιφιόγκο, σίχαμα… Η γνωστή προτροπή «ακολούθησε το χρήμα», συμπληρωμένη με τη «δίψα της εξουσίας», είναι η απάντηση σε κάθε ερώτηση.
Λόγια που επιβάλλουν την ύπαρξή τους στο χαρτί
Ο Κλερ, ο οποίος, πέραν της οξύνοιας που έχει αποκτήσει στον πολυτάραχο βίο του, επιδιδόταν συστηματικά σε ασκήσεις στοχασμού από τη στιγμή που οι ηδονές του κορμιού τον εγκατέλειψαν, δεν είναι ένας εύκολος στόχος, όσο πυκνός κι αν είναι ο ιστός της αράχνης που τον τυλίγει και τον οποίο, ως παθιασμένος αναγνώστης αστυνομικής λογοτεχνίας, παρομοιάζει, στην τυπικότητά του, με εργαστήρι δημιουργικής γραφής. Θα προσλάβει δικηγόρο και θα βρεθεί με δυο, θα προσλάβει ιδιωτική ντετέκτιβ (την οποία ο Ρενάλ θα πάρει έτοιμη από την συντοπίτισσα συνάδελφό του Μισέλ Πιεντινελί) και θα γυρίσει τον κόσμο ανάποδα έως ότου βρει το ποιος και το γιατί αυτής της παγίδας – με αποτέλεσμα να χάσει και τις ελάχιστες σταθερές που του είχαν απομείνει και, κυρίως, να ξαναθυμώσει. Πιο πολύ από ποτέ. Με τη διαφορά ότι δεν είναι πια είκοσι χρονών, για να παίζει φάπες με τους συνδικαλιστές του ΚΚΓ και τους μπάτσους και καμιά αγάπη δεν μπορεί πια να τον σώσει.
Στην ίδια εκτενέστατη συνέντευξή του στο περιοδικό Esprit, ο Ρενάλ μιλούσε για την αυτοαναλυτική διάσταση της γραφής, την οποία αντιλαμβανόταν όλο και πιο ξεκάθαρα. Για τα λόγια που επιβάλλουν την ύπαρξή τους στο χαρτί και δεν φανταζόσουν ποτέ ότι θα τα πεις. Κι αυτά τα λόγια, εν προκειμένω, αφορούν, εκτός όλων των άλλων, κι έναν στοχασμό για τα γηρατειά, ένα παράλληλο αλλά κεντρικό νήμα της ιστορίας που, μαζί με την έντονη και ρητή διακειμενικότητα, υποστηρίζει το διαβρωτικό χιούμορ που δίνει από την αρχή ως το τέλος τον τόνο στο κείμενο. Ένα ζοφερό πολιτικό και υπαρξιακό κείμενο, που περιγράφει τον κόσμο χωρίς καμία δραματοποίηση και κανένα μελοδραματισμό, από έναν στιλίστα συγγραφέα που θεωρεί τη λογοτεχνία τη μείζονα τέχνη και το νουάρ μυθιστόρημα το μέλλον του μυθιστορήματος. Το νουάρ μυθιστόρημα που αφηγείται, κατά τον Ρενάλ, ζωντανά το παρόν του κόσμου μέσα από αιώνιες ιστορίες και με τον τρόπο της ποίησης και του μπλουζ. Αυτό το νουάρ υπηρετεί ο Ρενάλ και κάμποσοι άλλοι της γενιάς του, στα μήκη και στα πλάτη της οικουμένης. Ένα νουάρ-κοινωνικό μυθιστόρημα υψηλής αισθητικής και αναγνωστικής απόλαυσης, του οποίου ξεχωριστό δείγμα συνιστά το έργο του «Καιρός για πόλεμο».