Στις 12 του Δεκέμβρη δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι και τα συνδικάτα θα βρεθούν στους δρόμους των Βρυξελλών να διαδηλώνουν κατά της λιτότητας –δηλαδή την επιστροφή στους αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες της Ευρωζώνης, διεκδικώντας γενικές αυξήσεις στους μισθούς και τα ημερομίσθια. Η κινητοποίηση αυτή πραγματοποιείται μια ημέρα πριν από τη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών των χωρών της Ευρωζώνης. Στη σύνοδο αυτή αναμένεται να ληφθούν αποφάσεις που θα έχουν συνέπειες στους όρους εργασίας, τους μισθούς, την κοινωνική ασφάλιση και τις συντάξεις.
Η κινητοποίηση της SES (Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων) είναι η πρώτη με ορίζοντα τις εκλογές και επιδιώκουν να ακουστεί η φωνή τους στις Βρυξέλλες και να επηρεάσουν υπέρ των εργαζομένων τις αποφάσεις της συνόδου. Ορισμένες κυβερνήσεις πιέζουν ακριβώς προς την αντίθετη κατεύθυνση, δηλαδή στην επιστροφή μιας πολιτικής που έχει ήδη δοκιμαστεί και αποτύχει. Ενώ, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, με το Ταμείο Ανάκαμψης και την απελευθέρωση πόρων για την προστασία των θέσεων εργασίας και των εισοδημάτων, αποδείχτηκε ότι υπάρχει η δυνατότητα άσκησης μιας άλλης πολιτικής.
«Τα συνδικάτα αγωνίζονται, ώστε οι πολιτικές που αποφασίζονται στις Βρυξέλλες να ανταποκρίνονται στις ανάγκες και τις προσδοκίες του κόσμου της εργασίας και όχι στις νεοφιλελεύθερες εμμονές που αποδείχτηκαν καταστροφικές», τονίζει η CGT στη δική της ανακοίνωση – κάλεσμα στην κινητοποίηση.
Οι πολιτικές που εκπορεύτηκαν από τις Βρυξέλλες είχαν ως αποτέλεσμα την απορρύθμιση των δημόσιων – κοινωνικών υπηρεσιών, την απαξίωση της αγοράς εργασίας και την αύξηση των ανισοτήτων. Η κατάσταση αυτή είχε ως συνέπεια να ενισχυθούν οι δυνάμεις της άκρας Δεξιάς, που έχουν επικρατήσει ανησυχητικά σε διάφορες χώρες. Σε ορισμένες από αυτές όπως η Ιταλία, η Ουγγαρία, η Φινλανδία ή η Ολλανδία, οι δυνάμεις τους μετέχουν στις κυβερνήσεις και παίζουν καθοριστικό ρόλο. Τα ευρωπαϊκά συνδικάτα πέρα από τον αγώνα και τις διεκδικήσεις τους, θεωρούν αναγκαίο να διεξαγάγουν έναν αγώνα και κατά της άκρας Δεξιάς, η οποία ασφαλώς δεν έχει κανένα πρόγραμμα για τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα. Στηρίζει όλη της την πολιτική στον ρατσισμό και την ξενοφοβία. Εκτιμάται δε, ότι με τυχόν επικράτηση της επιστροφής στη λιτότητα, θα οξυνθεί η κατάσταση και θα διογκωθούν τα προβλήματα.
Τα ευρωπαϊκά συνδικάτα θέτουν ως άμεση προτεραιότητα την αύξηση των μισθών και των ημερομισθίων, γιατί ο πληθωρισμός σε όλες τις χώρες της Ευρώπης συνεχίζει να ροκανίζει το εισόδημα των εργαζομένων –πλην του Βελγίου, στο οποίο εφαρμόζεται τουλάχιστον η ΑΤΑ. Την ίδια στιγμή που η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων μειώνεται, σύμφωνα με έρευνα της SES, τα κέρδη των επιχειρήσεων συνεχίζουν να αυξάνονται. Όμως οι κυβερνήσεις, με κάποιες εξαιρέσεις όπως της Ισπανίας, και οι επιχειρήσεις αρνούνται να αυξήσουν τους μισθούς, με τα γνωστά αποτελέσματα: να αυξάνονται οι ανισότητες και να διευρύνονται τα όρια της φτώχειας. Ο πλούτος που παράγεται από τους εργαζόμενους δεν επιστρέφεται στην κοινωνία, γεγονός που αποδεικνύεται από τη μείωση των δαπανών για την υγεία, την παιδεία και την κλιματική κρίση. Τα συνδικάτα από την πλευρά τους προβάλλουν την ανάγκη των γενικών αυξήσεων στα εισοδήματα, τη συγκράτηση των τιμών, με τον καθορισμό πλαφόν και τη φορολόγηση των κερδών. Ιδιαίτερο, όμως, βάρος ρίχνουν στην ανάγκη να τεθεί πλαφόν στις τιμές της ενέργειας και να σταματήσει η διακοπή του ρεύματος στα νοικοκυριά. Θεωρούν ότι η ενέργεια είναι δημόσιο αγαθό, το οποίο πρέπει να προστατευτεί και να μην είναι διαπραγματεύσιμη στο χρηματιστήριο. Τέλος, η SES με μανιφέστο της θεωρεί τις ευρωεκλογές του 2024, ως τις πιο σημαντικές των τελευταίων ετών, καθώς θα καθορίσουν εάν η Ευρώπη θα παραμείνει στον δρόμο της αλληλεγγύης, όπως για παράδειγμα στην περίοδο του covid-19, ή θα επιστρέψουμε στη λιτότητα και τις επιθέσεις κατά των εργαζομένων. Στο μανιφέστο αυτό γίνεται λόγος, μεταξύ άλλων, για καλύτερες δουλειές και εισόδημα, για τερματισμό της επισφαλούς εργασίας, για υποστήριξη των συνδικαλιστικών οργανώσεων, των συλλογικών διαπραγματεύσεων και ενίσχυση του κοινωνικού διαλόγου, την εμπέδωση της δημοκρατίας, της ασφάλειας και της υγιεινής στους χώρους εργασίας και η καταπολέμηση του κοινωνικού ντάμπινγκ. Και, τέλος, μιλάει για την ανάγκη μιας δίκαιης μεταναστευτικής πολιτικής και ασύλου, με την κατοχύρωση ασφαλών δρόμων μετανάστευσης και προστασία της ζωής και των δικαιωμάτων των αιτούντων άσυλο στις χώρες της ΕΕ.