Μετά τον θρίαμβό της στις τελευταίες εκλογές, η ελληνική Δεξιά μοιάζει έτοιμη να κάνει πραγματικότητα το μεγάλο της «όνειρο» και να φέρει, από την πίσω πόρτα μάλιστα αφού η συνταγματική απαγόρευση εξακολουθεί να ισχύει, ιδιωτικά πανεπιστήμια στη χώρα. Μάλιστα, και αυτό έχει σημειολογική αξία για τους πολιτικούς συσχετισμούς, το σχέδιο αυτό το καταστρώνει και το εφαρμόζει, ένα πρώην μέλος του ΠΑΣΟΚ, ο υπουργός Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης.
Το σχετικό σχέδιο νόμου αναμένεται να τεθεί προς διαβούλευση περίπου στα μέσα του Ιανουαρίου και να ψηφιστεί περίπου στις αρχές του Φεβρουαρίου. Τα βασικά του σημεία παραμένουν εν πολλοίς άγνωστα, αφού οι κυβερνητικές διαρροές, πάντα προς τον φιλοκυβερνητικό Τύπο, γίνονται με το σταγονόμετρο και με κύριο στόχο να «μετρηθούν» οι αντιδράσεις της κοινής γνώμης. Τα επίδικα, εκτός του συνταγματικού σκοπέλου, παραμένουν πολλά, ωστόσο θα επιχειρήσουμε να αποσαφηνίσουμε την κατάσταση στο μέτρο του δυνατού.
Κριτήρια εισαγωγής: Αποφασίζει το πανεπιστήμιο
Τα κριτήρια εισαγωγής σ' ένα ιδιωτικό ΑΕΙ (ή, τέλος πάντων, σε ένα μη κρατικό, μη κερδοσκοπικό ΑΕΙ) είναι ένα από τα πιο κομβικά ζητήματα. Ξέρουμε άπαντες ότι τα αντίστοιχα κριτήρια για τα δημόσια είναι απολύτως συγκεκριμένα και περνούν από τη δοκιμασία των Πανελληνίων Εξετάσεων, συστήματος που, παρά τα προβλήματά του, έχει αποδείξει την αξιοπιστία του. Γράφεις καλά, μπαίνεις, δεν γράφεις, δεν μπαίνεις.
Τον τρόπο εισαγωγής στα ιδιωτικά ΑΕΙ αναμένεται να τον καθορίζει το ίδιο το ίδρυμα, σύμφωνα με τον εσωτερικό του κανονισμό και ανάλογα με το τι ισχύει στη χώρα-έδρα του εν λόγω ΑΕΙ. Το σίγουρο είναι ότι ο τρόπος αυτός δεν θα σχετίζεται επ' ουδενί με το σύστημα των Πανελληνίων Εξετάσεων, άρα εκ των πραγμάτων, θα δημιουργηθούν ΑΕΙ δύο ταχυτήτων. Το υπουργείο, στις προσεκτικές διαρροές του, ισχυρίζεται ότι ρόλο θα παίξει και το «φίλτρο» που θα βάλει η Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), ωστόσο αυτό περιμένουμε να το διαπιστώσουμε.
Ποιοι ιδιώτες έχουν το προβάδισμα
Με το που γίνει νόμος του κράτους, το σχέδιο για τα ιδιωτικά ΑΕΙ στη χώρα, θα αρχίσει και ο μεγάλος ανταγωνισμός. Φαίνεται όμως ότι τα σημερινά κολέγια που συνεργάζονται με ΑΕΙ του εξωτερικού (36 το σύνολο σήμερα στη χώρα) αναμένεται να έχουν ένα σχετικό προβάδισμα τουλάχιστον για την ακαδημαϊκή σεζόν 2024-2025, αφού διαθέτουν και την ελάχιστη υλικοτεχνική υποδομή. Εκ των πραγμάτων γίνεται φανερό, δηλαδή, ότι οι πάσης φύσεως «κολεγιάρχες» θα πετύχουν με τον νόμο Πιερρακάκη το μεγάλο τους διαχρονικό στόχο και θα ιδρύσουν πανεπιστημιακά ιδρύματα εν Ελλάδι με τη βούλα της πολιτείας. Εδώ θα πρέπει να τονιστεί ότι πολλοί από τους συγκεκριμένους ιδιοκτήτες κολλεγίων διατηρούν προνομιακές σχέσεις με μέλη του κυβερνητικού σχήματος, αλλά και του κυβερνώντος κόμματος γενικότερα. Σε δεύτερο χρόνο η κυβέρνηση περιμένει ιδρύματα του εξωτερικού να ιδρύσουν τμήματα στην Ελλάδα, ενώ το σενάριο που θέλει έλληνες επιχειρηματίες με μεγάλο πορτοφόλι να μπαίνουν στο χορό της ίδρυσης ΑΕΙ προς το παρόν είναι πολύ αδύνατο.
Ιδιωτικά ή μη κρατικά;
Κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης και της συζήτησης ψήφισης του νομοσχεδίου στη Βουλή θα ακούσετε πολλές φορές τα μέλη της κυβέρνησης να επιμένουν στον όρο μη κρατικά. Πρόκειται για προσπάθεια αποπροσανατολισμού. Από τη στιγμή που υπάρχουν δίδακτρα και ταμείο, υπάρχουν και κέρδη για τον ιδιοκτήτη που απλά δεν διαμοιράζονται. Οι κολεγιάρχες στην Ελλάδα δεν περιμένουν πώς και πώς το νομοσχέδιο απλά για να δώσουν μία εναλλακτική επιλογή στα παιδιά που συνήθως αναγκάζονται να σπουδάσουν στο εξωτερικό. Την πελατεία τους και το τζίρο τους θέλουν να αυξήσουν υπό το μανδύα πια του «επίσημου» ΑΕΙ. Κατά το ρεπορτάζ της Καθημερινής, μάλιστα, οι ιδιοκτήτες κολεγίων είχαν στείλει τον Δεκέμβριο επιστολή στο Μαξίμου με την οποία ξεκαθάριζαν ότι «όσα κολέγια αδειοδοτηθούν, θα πρέπει να μην ελέγχονται οικονομικά από τα συνεργαζόμενα ξένα ΑΕΙ, αλλά μόνο εκπαιδευτικά». Το ταμείο, με άλλα λόγια, το θέλουν μόνο για τους εαυτούς τους.
Υπάρχουν προφανώς και άλλα επίδικα. Το στάτους, ας πούμε, των εργασιακών σχέσεων του διδακτικού προσωπικού είναι ένα ζήτημα που απασχολεί, υπό την έννοια ότι η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στα σημερινά κολέγια, προσομοιάζει με σύγχρονο εργοδοτικό κάτεργο. Η έρευνα επίσης είναι ένα πολύ σημαντικό ζήτημα. Ποια θα είναι η συνεισφορά των ιδιωτικών πανεπιστημίων σ' αυτό το κρίσιμο κομμάτι και πώς αυτή θα επιτυγχάνεται; Τελευταίο, αλλά σε καμία περίπτωση έσχατο, η ποιότητα των παρεχόμενων σπουδών (και όχι υπηρεσιών). Γράφει ο Μιχάλης Χαλιάσος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Γκαίτε της Φρανκφούρτης, στην Καθημερινή: «Θα πρέπει να φέρουμε τα εξέχοντα ξένα πανεπιστήμια και όχι τα μέτρια που ειδικεύονται στην παροχή "εύκολων" πτυχίων. Από την 9χρονη εμπειρία μου στην Αρχή Αξιολόγησης της Κύπρου μπορώ να τονίσω την ανάγκη η όποια επιτροπή αξιολόγησης να παραμείνει ανεξάρτητη από πιέσεις, γιατί τα οικονομικά συμφέροντα δεν είναι αμελητέα».
Πιέσεις, λοιπόν, και οικονομικά συμφέροντα στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.. Οποία έκπληξις... Και μάλιστα σε μία χώρα, όπως η Κύπρος, που αποτελεί φάρο για το κυβερνητικό σχέδιο της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων και στην Ελλάδα, υπό το δεδομένο ότι τα μη κρατικά Πανεπιστήμια στην Κύπρο δημιουργούν οικονομική δραστηριότητα που αντιστοιχεί στο 6,5% του κυπριακού ΑΕΠ. Είναι, συμπερασματικά, πολλά τα λεφτά. Και ίσως έτσι εξηγείται και η κυβερνητική πρεμούρα.