Μια ενδιαφέρουσα συζήτηση για την αριστερόστροφη ή δεξιόστροφη πολιτική τοποθέτηση της ελληνικής κοινωνίας εξελίσσεται εδώ και καιρό. Ενώ στοιχεία ερευνών δείχνουν αξίες πλειοψηφικά αριστερόστροφες, τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα διαμορφώνουν ένα τελείως διαφορετικό πολιτικό τοπίο. Από ό,τι φαίνεται οι αριστερές αξίες δεν μετατρέπονται αυτομάτως σε αριστερή ψήφο. Επ’ αυτού θα διατυπώσω μερικές σκέψεις.

Στην εποχή της εξατομίκευσης, οι άνθρωποι μπορεί να έχουν πεποιθήσεις που παραδοσιακά συνδέουμε με την Αριστερά, αλλά να μην αναγνωρίζουν τον εαυτό τους  σε μια  συλλογική ταυτότητα που συνδέεται με πράγματα που νιώθουν ότι τους υπερβαίνουν και/ή τους περιορίζουν. Πολύ συχνά προτιμούν να κινούνται ελεύθερα στο  ταυτοτικό και ιδεολογικό συνεχές. Έχουν ταυτοτικό αίτημα, αλλά ζητούν μια εξατομικευμένη ταυτότητα, όχι μια συλλογική. Ή, όταν αποζητούν μια συλλογική, δεν θέλουν μια υποχρεωτική, μια prêt-à-porter ταυτότητα σαν αυτή που προσφέρει η πολιτική Αριστερά. Οι αριστερές ταυτότητες ευθυγραμμίζονται ακόμα με την πολιτική της συλλογικής χειραφέτησης και όχι με τα life politics που ελκύουν όλο και πιο πολύ τις γενιές που ενηλικιώθηκαν στον 21ο αιώνα.

Ομοίως, οι αριστερές πολιτικές δεν έχουν χάσει την αίγλη τους, όμως εκφέρονται με όρους 20ού αιώνα, γεγονός που τις καθιστά παραδοσιακές, συντηρητικές. Ακόμα και η επίκληση της προόδου και των προοδευτικών δυνάμεων γίνεται με όρους που παραπέμπουν στο χτες και γι’ αυτό δεν βρίσκει το στόχο της. Η συνεχής «αντίσταση» στη (νεοφιλελεύθερη) αλλαγή, αν και δικαιολογημένη, δεν καθιστά πειστική τη δέσμευση της Αριστεράς στην πρόοδο. Οι πολίτες κατανοούν ότι η συνεχής αναφορά των μεταρρυθμίσεων από τη Δεξιά είναι υποβολιμαία και αποπροσανατολιστική, όμως η αντίσταση σε κάθε μεταρρύθμιση από την πλευρά της Αριστεράς έχει βάλει πολύ κόσμο σε σκέψεις. Η απουσία προωθημένων συνθημάτων (πχ. επέκταση Κοινών, πιλοτική υιοθέτηση του βασικού εισοδήματος, οικολογικός φόρος στους πλούσιους) έχει εντείνει τη δυσπιστία για το κατά πόσον η Αριστερά θα μπορούσε να ηγηθεί της προσπάθειας της χώρας να κάνει ένα άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά. Ειδικότερα, επειδή δεν έχει εντάξει οργανικά τις γιγαντιαίες τεχνολογικές εξελίξεις στις αναλύσεις της, τη στιγμή που έχει εδραιωθεί η άποψη ότι την πρόοδο τη φέρνει η τεχνολογία, της οποίας αποτελεί συνώνυμο.

Αλλά και η σύμπτωση της Αριστεράς με τις απόψεις της πλειοψηφίας για τη σημασία του κοινωνικού κράτους και των δημοσίων αγαθών, τη μείωση των ανισοτήτων, την υπεράσπιση της δημοκρατίας και των εργασιακών δικαιωμάτων, δεν φαίνεται να μπορεί να λειτουργήσει υπέρ της υπερψήφισης της Αριστεράς. Προκειμένου να προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε αυτή την αντίφαση, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας τον παράγοντα της ισχύος. Μήπως η ελληνική κοινωνία θεωρεί ότι δεν έχει νόημα να δώσει μια νέα ευκαιρία σε έναν χώρο ο οποίος αποδείχθηκε ανίκανος να κάνει πράξει αυτά που πρέσβευε; Μήπως θεωρεί ότι, εφόσον εγχώριοι και διεθνείς παράγοντες δεν του επέτρεψαν να πραγματοποιήσει το πρόγραμμά του, δεν έχει νόημα να είναι στο τιμόνι της χώρας; Μήπως το παλιό ρητό «ο κομμουνισμός είναι τέλειος, αλλά δεν μπορεί να εφαρμοστεί» επανέρχεται, ακόμα και αν αναφέρεται σε κάτι πολύ λιγότερο; Πρέπει να το σκεφτούμε σοβαρά: Πιθανότατα, η Αριστερά κατέστη αδιάφορη όχι αξιακά, αλλά γιατί πρακτικά δεν μπορεί να τα καταφέρει, γιατί είναι ανίσχυρη.

Το επόμενο σημείο αφορά τη σύγκρουση των αξιών με τα συμφέροντα. Στο Κέντρο όπου συναντιούνται κεντροαριστεροί και κεντροδεξιοί συναντούμε πολιτισμικά φιλελεύθερους, ευνοημένους από τη νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση. Δηλαδή, πολιτισμικά αριστερούς με δεξιά τσέπη, αυτούς που συχνά αποκαλούμε «ακροκεντρώους». Στην περίπτωσή τους, οι αριστερές αξίες στα μη οικονομικά ζητήματα μπορούν να συνυπάρχουν με τη στήριξη της ΝΔ, η οποία υπηρετεί καλύτερα τα οικονομικά συμφέροντά τους. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για ελεύθερους επαγγελματίες και μικροεπιχειρηματίες, οι οποίοι θα ήθελαν την αριστερή κρατική προστασία, αλλά ενίοτε προτιμούν τη δεξιά κάλυψη της φοροδιαφυγής. Συχνά έχει πιο άμεση απόδοση.

Από τα παραπάνω νομίζω πως έγινε σαφές ότι μπορούν να υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους κάποιος πολίτης μπορεί να εμφορείται από αριστερόστροφες αξίες, αλλά να μην ψηφίζει τα κόμματα της Αριστεράς. Ωστόσο, θεωρώ ότι οφείλουμε να κάνουμε δύο  θεωρητικές παρατηρήσεις. Θεωρητικά, η στάση από τη συμπεριφορά πρέπει να διακρίνεται. Μια συγκεκριμένη στάση που μπορεί να αποτυπωθεί σε έρευνες δεν είναι υποχρεωτικό να μεταβληθεί σε συμπεριφορά κατά τη διάρκεια των εκλογών. Η στάση έχει άμεση σύνδεση με τη συμπεριφορά, αλλά δεν ταυτίζεται. Η μετατροπή της στάσης σε συμπεριφορά έχει κόστος. Η διατύπωση της στάσης σε μια έρευνα συνήθως δεν έχει. Στο πλαίσιο αυτό, δεν θα μου φαινόταν παράξενο πολλοί άνθρωποι να απαντούν στις ερωτήσεις για τη στάση τους απέναντι σε διάφορα ζητήματα σύμφωνα με μια ωραιοποιημένη αυτοεικόνα (που ίσως συνιστά την καλύτερη εκδοχή του εαυτού τους) ή σύμφωνα με πιο αποδεκτές κοινωνικά αξίες (ανθρωπισμού, δημοκρατίας, κ.ο.κ.). Άλλωστε, και οι μη αριστεροί δηλώνουν σε διάφορες ιδιωτικές κουβέντες ότι και αυτοί είναι αριστεροί, θέλοντας να δηλώσουν ότι είναι καλοί άνθρωποι, της προσφοράς, κ.λπ. Καθώς η Αριστερά είναι ταυτισμένη με τα όνειρα για έναν καλύτερο κόσμο και την καλή πλευρά των ανθρώπων, είναι τσάμπα να το παίζεις αριστερός. Δεν είναι τσάμπα, όμως, να είσαι.

 

Δημήτρης Παπανικολόπουλος Ο Δημήτρης Παπανικολόπουλος είναι διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet