Αν τα βάζαμε με την επικαιρότητα οι κατά οποιοδήποτε τρόπο δημοσιογραφούντες, θα ήταν σαν να κόβαμε τα πόδια μας. Δυστυχώς, όμως, πάρα πολλές φορές τη συγχέουμε με την επιδερμικότητα. Ασχολούμαστε με ό,τι εκείνη μας επιτρέπει να δούμε στην επιφάνεια και τρέχουμε για την επόμενη «είδηση».

 

Από το επεισόδιο στο πρόβλημα

 

Η πληροφορία ότι κάποια οικονομική δυσκολία στην Κουμουνδούρου κινητοποίησε τον πρόεδρο του κόμματος, «που το συνέδραμε να πληρώσει τα δώρα στους εργαζόμενους», έγινε γνωστή με «διαρροές κολακείας» από το περιβάλλον του προέδρου, όπως διαβάζουμε σε σχόλιο του Θ. Καρτερού στην «Αυγή». Δηλαδή, αν καταλαβαίνουμε καλά, ένα σημαντικό για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ζήτημα, που πάντοτε πρόσεχε ιδιαίτερα τα οικονομικά του, το «περιβάλλον» και η ειδησεογραφία το θεώρησαν ευκαιρία για να αναδειχθεί η γαλαντομία του προέδρου.

Για να συμπληρωθεί η εικόνα, αξίζει να σημειωθεί ότι κάποιες άλλες διαρροές, πιο… ευφυείς πολιτικά, απέδιδαν τις οικονομικές δυσκολίες στην προηγούμενη διαχείριση, ακόμα και στην αποχώρηση των 11 βουλευτών, της Νέας Αριστεράς πλέον, προκαλώντας αγανακτισμένες αποστομωτικές απαντήσεις.

Τις επόμενες μέρες ουδείς ξανασχολήθηκε. Εκτός από κάποιο ρεπορτάζ οικονομικής ιστοσελίδας, που απέδιδε στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ την πρόθεση να κάνει περικοπές στα φίλια μέσα ενημέρωσης, ή να διαθέσει μετοχές τους σε ιδιώτες, ή και να διακόψει τη λειτουργία ορισμένων. Μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει διάψευση. Να ελπίσουμε ότι κάποιοι θα θυμηθούν πόσες οικονομικές εξορμήσεις έχουν γίνει στο παρελθόν, για να αποτραπούν τέτοιου είδους «λύσεις»;

 

Πέρα από τη μικροπολιτική

 

Ας μη μείνουμε, όμως, στο επεισόδιο. Πριν από μερικούς μήνες δημοσιεύτηκαν οι ισολογισμοί των πολιτικών κομμάτων για τη χρήση 2022. Στις στήλες αυτών των ισολογισμών, όχι όλων, φιγουράρουν ελλείμματα της συγκεκριμένης χρήσης ύψους δεκάδων εκατομμυρίων. Δίπλα στα γνωστά δάνεια προηγούμενων χρήσεων, που, παρά τη ρύθμισή τους, το μέγεθός τους πια προδιαθέτει για εξόφληση στο αόρατο μέλλον. Άλλωστε, αν διαβάζουμε σωστά τα λογιστικά σανσκριτικά, ένα από αυτά τα δάνεια αντί να μειώνεται από το 2021 στο 2022, αυξάνεται σημαντικά. Είναι ζήτημα αν στα μίντια δαπανήσαμε μερικές ώρες για όλα αυτά.

Ξεφεύγοντας, λοιπόν, κάπως από τα δεσμά της επικαιρότητας, μπορούμε να πούμε ότι, παρά την καθιέρωση από πολλών ετών της κρατικής ενίσχυσης των κομμάτων, εν μέρει ίσως και εξ αιτίας της, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με τα οικονομικά τους. Και η δημοσίευση ισολογισμών κάθε χρόνο ένα μέρος του μόνο απεικονίζει.

  • Πρώτα πρώτα, διαιωνίζονται οι ανισότητες, παρά τη συσχέτιση της χρηματοδότησης με τα εκλογικά ποσοστά. Όσο μεγαλύτερα είναι τα κόμματα, τόσο μεγαλύτερα τα ελλείμματα. Δηλαδή, όσο πιο χρεωμένα είναι, τόσο περισσότερα μπορούν να δαπανούν. (Όσα δε κόβονται από το τεχνητό όριο του 3%, αφήνονται ουσιαστικά εκτός νυμφώνος).
  •  
  • Κατά ανεξήγητο οικονομικά τρόπο, δηλαδή, φαίνεται να μπορούν να καλύπτουν τις ανάγκες τους με όλο και μεγαλύτερη άνεση τα πιο αφερέγγυα κόμματα, χωρίς να τους ζητάει κανείς εχέγγυα φερεγγυότητας. Και όπου δεν προκύπτει αβίαστα μια εμφανής λογική εξήγηση, παραφυλάει η αδιαφάνεια.
  •  
  • Σε τέτοιες συνθήκες, οι στενά λειτουργικές ανάγκες των κομμάτων θεωρούνται άμεσες και επιτακτικές, ενώ οι ανάγκες για ερευνητικά κέντρα ή κέντρα μελετών δευτερεύουσες ή διακοσμητικές. Άλλωστε, το μερίδιο της κρατικής χρηματοδότησης των τελευταίων είναι ένα πολλοστημόριο της συνολικής. Γεγονός που μεγαλώνει την τάση εξάρτησης από άλλες πηγές χρηματοδότησης ή από ξένες δεξαμενές σκέψης για την ικανοποίησή τους.
  •  
  • Διακινδυνεύοντας μια παραδοξολογία, θα λέγαμε ότι όσο περισσότερο στηρίζονται τα οικονομικά των κομμάτων στην κρατική χρηματοδότηση, τόσο μεγαλύτερος γίνεται ο κίνδυνος εξάρτησής τους από ιδιωτικά κέντρα που σχετίζονται με την πολιτική προβολή, την επικοινωνία και τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Όταν η απλή αναπαραγωγή τους επαφίεται σε εξωγενείς παράγοντες, αυτό καταλήγει να ισχύει πολύ περισσότερο για τη διευρυμένη αναπαραγωγή τους, για τη μεγέθυνση της επιρροής τους. Παύει να αποτελεί οργανικό μέρος της συλλογικής πολιτικής λειτουργίας και ανατίθεται σχεδόν αποκλειστικά σε όσους διαθέτουν τα κατάλληλα ιδιωτικά Μέσα.
  •  

Όρος ύπαρξης για την Αριστερά

 

Οι ασχολούμενοι θεωρητικά με την εξέλιξη του κομματικού φαινομένου τα έχουν επισημάνει και αναλύσει αυτά πολύ καλύτερα από εμάς τους επικαιρολόγους. Τα κόμματα, παρόλο που αποτελούν μέρη της λειτουργίας του κράτους, αν ταυτιστούν με αυτήν και δεν διατηρήσουν τον απαραίτητο βαθμό συνειδητής αυτοτέλειας, παύουν να ενεργούν ως κόμματα, τμήματα δηλαδή, εκπρόσωποι μερίδας του λαού, του εκλογικού σώματος, που στοχεύουν, ωστόσο, στην έκφραση της πλειονότητας.

Τα κόμματα της Δεξιάς, και όσα επηρεάζονται ιδεολογικά από αυτήν παρότι θέλουν να τοποθετούνται στα όρια του Κέντρου, δεν έχουν πρόβλημα. Νιώθουν άνετα σ’ αυτό το κοστούμι, ως μόνιμοι και αποκλειστικοί νομείς της κρατικής λειτουργίας. Το θέμα είναι οι υπόλοιποι, όσοι, μπροστά στις δυσκολίες που συστηματικά πια ορθώνονται, επιχειρούν να απαντήσουν στα προβλήματα με ανάλογο τρόπο: απεμπολώντας την υποχρέωσή τους να διατηρούν και να αναπτύσσουν τον βαθμό αυτονομίας, τον βαθμό ολοκλήρωσής τους ως συλλογικά και κινηματικά δρώντες οργανισμοί, ως συλλογικοί διανοούμενοι, παραγωγοί πολιτικής σκέψης και δράσης, διεκδικητές της ιδεολογικής ηγεμονίας.

Δεν γίνεται στην πρώτη δυσκολία να σκέφτεσαι την ιδιωτικοποίηση, όποια μορφή κι αν παίρνει. Να μελετάς την παράδοση της επικοινωνίας στα μίντια. Να ερωτοτροπείς με την οικονομική συρρίκνωση, αντί για την αξιοποίηση στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό των δικών σου συλλογικών οικονομικών πόρων. Να μην τους αναπτύσσεις, ακόμη κι όταν ενισχύεται η κρατική χρηματοδότηση, σαν αντίδοτο στον κίνδυνο της επανάπαυσης και της εξάρτησης.

Τόσο πολλά λόγια, για να ειπωθεί το πολύ απλό: η ανάπτυξη της οικονομικής αυτοτέλειας και αυτοδυναμίας ενός κόμματος, ιδίως της Αριστεράς, είναι πρώτιστο πολιτικό καθήκον των μελών του. Όρος πολιτικής ύπαρξης.

 

Χαράλαμπος Γεωργούλας Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet