Σε ιδιωτική εταιρεία ανατίθενται οι εργασίες έκδοσης και ελέγχου των ηλεκτρονικών εισιτηρίων
στις πύλες εισόδου του αρχαιολογικού χώρου της Ακρόπολης.
Καμία έκπληξη δεν θα έπρεπε να έχει προκληθεί από την ανακοίνωση της νέας «τσουχτερής» τιμολογιακής πολιτικής για τα εισιτήρια εισόδου σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους ανά την επικράτεια. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, συνεπής στις διακηρύξεις και τη μέχρι τώρα πολιτική της επί των μνημείων, προσθέτει απλώς ένα επιπλέον στοιχείο που επιβεβαιώνει περίτρανα πως ο αρχαιολογικός πλούτος του τόπου δεν συνιστά γι’ αυτήν πηγή πληροφοριών και γνώσης για το παρελθόν, αφορμή σκέψης και αναστοχασμού για τους επισκέπτες, αφετηρία αναζήτησης και προβληματισμού για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.
Οι επισκέπτες μουσείων και αρχαιολογικών χώρων αντιμετωπίζονται μονοδιάστατα ως «πελάτες»που καλούνται να καταναλώσουν μνήμη και παρελθόν, κατά κανόνα μαζικά, και να αυξήσουν τα έσοδα του κράτους.
Είναι ενδεικτικό πως, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις του Οργανισμού Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων (ΟΔΑΠ), οι αρμόδιοι περιμένουν, με την πλήρη εφαρμογή της νέας τιμολογιακής πολιτικής, κατακόρυφη αύξηση των εσόδων κατά 60%-70% ετησίως. Μάλιστα, η αύξηση αυτή θα πρέπει να υπολογιστεί με αφετηρία το ρεκόρ των 135 περίπου εκατ. ευρώ που καταγράφηκαν ως έσοδα από τα εισιτήρια το 2023. Μιλάμε, επομένως, για ιλιγγιώδη ποσά.
Κατάργηση προνομιακών τιμών
Οι μεγάλες αυξήσεις στις τιμές των εισιτηρίων συνοδεύονται και από την κατάργηση ορισμένων εκπτώσεων ή προνομιακών εισιτηρίων. Έτσι, για παράδειγμα ο επισκέπτης της Ακρόπολης των Αθηνών θα πρέπει να πληρώνει 30 ευρώ για να εισέλθει στον χώρο, έναντι 20 που πληρώνει τώρα τους θερινούς μήνες ή 10 ευρώ που πληρώνει τους χειμερινούς. Αντίστοιχες σοβαρές αυξήσεις σημειώνονται και στα υπόλοιπα μνημεία. Χαρακτηριστικό είναι πως το φθηνότερο εισιτήριο από 2 ευρώ αυξάνεται στα 5 ευρώ (αύξηση 150%).
Το κατά 50% φθηνότερο χειμερινό εισιτήριο (1η Νοεμβρίου - 31η Μαρτίου) σε όλους τους χώρους και τα μουσεία, που είχε θεσπιστεί ως κίνητρο για την προσέλκυση γηγενών επισκεπτών, στην κατά τεκμήριο τουριστικά ασθενέστερη χειμερινή περίοδο, καταργείται. Καταργείται, επίσης, το μειωμένο κατά 50% εισιτήριο για τους άνω των 65 ετών για τους θερινούς μήνες (διατηρείται μόνο για τους χειμερινούς), όπως, άλλωστε, και το ενιαίο εισιτήριο διάρκειας 5 ημερών που κόστιζε 30 ευρώ και αφορούσε στην επίσκεψη σε Ακρόπολη και Κλιτύες, Αρχαία Αγορά, Βιβλιοθήκη Αδριανού, Κεραμεικό, Λύκειο Αριστοτέλους, Ολυμπιείο, Ρωμαϊκή Αγορά. Για να «χρυσώσει» το χάπι, η κυβέρνηση προσθέτει, κατά τη χειμερινή περίοδο, μια δεύτερη Κυριακή (την τρίτη κάθε μήνα) για δωρεάν πρόσβαση σε μουσεία, μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους...
Οι κάθε λογής απολογητές των κυβερνητικών αποφάσεων επιχείρησαν, προς στιγμήν, να παραλληλίσουν τις νέες τιμές εισιτηρίων με τις αντίστοιχες σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να υποστηρίξουν πως οι αυξήσεις είναι «λογικές». Η σύγκριση, εκτός του γεγονότος πως τελικά λειτουργεί ακριβώς ως αντίστροφο επιχείρημα -δεδομένου ότι, ακόμη και με τις δικές τους πρόσφατες αυξήσεις, στο Λούβρο εισέρχεται κανείς με 22 ευρώ, στο Κολοσσαίο με εισιτήριο από 16 έως 24 ευρώ και στην Πομπηία με 18-22 ευρώ-, παραγνωρίζει εσκεμμένα την τεράστια απόσταση στα εισοδήματα των εργαζομένων στις υπό σύγκριση χώρες. Αλλά, είπαμε, την κυβέρνηση δεν την ενδιαφέρει η επισκεψιμότητα των γηγενών. Την ενδιαφέρει αποκλειστικά η παγκοσμιοποιημένη τουριστική αγορά. Γιατί αντιλαμβάνεται τα μνημεία μονάχα ως εμπορεύματα, ως προϊόντα προς εκμετάλλευση και όχι ως κοινωνικά δημόσια αγαθά.
Ειδική «ζώνη» υπερπλούσιων επισκεπτών!
Σαν να μην έφταναν αυτά και σε μια πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα κίνηση, η κυβέρνηση εισάγει και μια «ειδική» ζώνη για υπερπλούσιους επισκέπτες που δεν ανέχονται να συνωστίζονται μαζί με τους κοινούς θνητούς και θα μπορούν να απολαμβάνουν ιδιωτικά τα μνημεία, εκτός κανονικού ωραρίου λειτουργίας του χώρου!
Συγκεκριμένα, από 1/4/2024, οι έχοντες βαρύ πορτοφόλι θα μπορούν, με αντίτιμο 5.000(!) ευρώ, να επισκεφτούν την Ακρόπολη σε ομάδες των 5 ατόμων -και έως 4 ομάδες, συνολικά- στο δίωρο (7:00-9:00 και 20:00-22:00), με προσφορά ειδικής ξενάγησης και αναμνηστικών δώρων. Οι πανάκριβες prive ξεναγήσεις, όχι από διπλωματούχους ξεναγούς αλλά άγνωστο από ποιούς, με τα bonus αναμνηστικά δωράκια, μετά την πιλοτική εφαρμογή στην Ακρόπολη, εξαγγέλθηκε πως θα επεκταθούν και σε άλλους χώρους και μνημεία.
Ιδιώτες στη διαχείριση των εισιτηρίων
Δίπλα στην νέα τιμολογιακή πολιτική και την προσμονή υπερκερδών, ένας ακόμη παράγοντας έρχεται, με κυβερνητική πρωτοβουλία, να επισφραγίσει την κατεύθυνση πλήρους εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοοικονομικής λειτουργίας των αρχαιολογικών χώρων και μουσείων. Πρόκειται για την ανάθεση σε ιδιωτική εταιρεία των εργασιών έκδοσης και ελέγχου των ηλεκτρονικών εισιτηρίων στις πύλες εισόδου του αρχαιολογικού χώρου της Ακρόπολης, που όπως γίνεται φανερό αποτελεί το προνομιακό πεδίο πιλοτικής εφαρμογής όλης της γκάμας των νεοφιλελεύθερων πολιτικών διαχείρισης και εκμετάλλευσης του μνημειακού πλούτου της χώρας.
Εκεί, άλλωστε, δοκιμάστηκε για πρώτη φορά η εμπλοκή σε διαχειριστικά ζητήματα μεγάλου αρχαιολογικού χώρου ενός από τα λεγόμενα κοινωφελή Ιδρύματα Πολιτισμού -του Ιδρύματος Ωνάση- με τις χορηγίες για τον ανελκυστήρα, τον φωτισμό και τις τσιμεντοστρώσεις. Εκεί, δοκιμάζεται η ακόμη μεγαλύτερη μαζικοποίηση της τουριστικής «αξιοποίησης», με τις διαμορφώσεις μεγαλύτερων και καλύτερα προσβάσιμων πλατωμάτων συγκέντρωσης επισκεπτών, αλλά και την εξαγγελθείσα νέα και τερατώδη διαμόρφωση εισόδου στα Προπύλαια. Τη σκυτάλη για μαζικότερη τουριστικοποίηση, με την προσθήκη ανελκυστήρα -ή, καλύτερα, μιας μορφής τελεφερίκ- πήρε, πρόσφατα, από την Ακρόπολη η Μονεμβασιά, σε μια ακόμη εγκληματική για το μνημείο και το περιβάλλον του παρέμβαση που ετοιμάζει η κυβέρνηση.
Η εμπλοκή ιδιωτικών εταιρειών στη διαδικασία έκδοσης των εισιτηρίων και τη διακίνηση της ροής των επισκεπτών στην Ακρόπολη -παρά τις σοβαρές και δικαιολογημένες ενστάσεις από τους εργαζόμενους στον Βράχο και την αντιπολίτευση, παρά τις προειδοποιητικές απεργιακές κινητοποιήσεις των αρχαιοφυλάκων σε όλη τη χώρα και τις δριμείες καταγγελίες της ίδιας της ΔΑΚΕ, της φιλοκυβερνητικής συνδικαλιστικής παράταξης των εργαζομένων στο υπουργείο Πολιτισμού- ανοίγει πλέον διάπλατα τον δρόμο για την πλήρη εκχώρηση της διαχείρισης του μνημείου σε τρίτους. Και έπονται και άλλοι χώροι, μνημεία και μουσεία της χώρας. Εκτός κι αν συγκροτηθεί ένα πραγματικό και αποτελεσματικό μέτωπο αντίστασης αυτής της πολιτικής, κάτι που για τη ώρα δεν είναι ορατό.