Συνεχίζεται η εκδίκαση της πρώτης δικογραφίας για την υπόθεση μαστροπείας και παιδοβιασμού της 12χρονης στον Κολωνό (26 κατηγορούμενοι, ανάμεσά τους και η μητέρα), με τρεις δικασίμους την εβδομάδα, ενώ η δεύτερη δικογραφία για την ίδια υπόθεση παραμένει ανοιχτή και συνεχίζονται οι έρευνες.
Η δίκη διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών, μετά από αίτημα της υποστήριξης κατηγορίας, προκειμένου να προφυλαχθεί η ανήλικη από περαιτέρω στοχοποίηση και στιγματοποίηση, οπότε οι πληροφορίες για το τι διαδραματίζεται μέσα στην αίθουσα είναι περιορισμένες.
Προς το παρόν αυτά που είναι γνωστά είναι πως η πλευρά της υπεράσπισης έχει καταθέσει αίτημα για συμπληρωματική κατάθεση του παιδιού, για το οποίο ακόμα η έδρα δεν έχει απαντήσει αν θα το κάνει δεκτό. Σημειώνεται ότι σε περίπτωση αποδοχής του αιτήματος, η διαδικασία εφόσον πρόκειται για ανήλικη και θύμα trafficking, θα πραγματοποιηθεί με ψηφιακά μέσα σε άλλο χώρο και όχι στο δικαστήριο. Μέχρι τώρα έχουν καταθέσει η θεία του παιδιού, η οποία ήταν και αυτή που πρώτη ανακάλυψε τι συνέβαινε, και τα δύο ενήλικα αδέρφια του, που όλοι από την πλευρά τους υπερασπίστηκαν την αθωότητα της μητέρας. Οι επόμενες δικάσιμες θα συνεχίσουν επίσης με την εξέταση μαρτύρων κατηγορίας.
Υπενθυμίζεται πως οι κατηγορούμενοι για τον παιδοβιασμό της κοπέλας, όπως και ο Ηλίας Μίχος, που κατηγορείται και για διακεκριμένη μαστροπεία, πορνογραφία, εμπορία ανθρώπων και παράνομη οπλοκατοχή, έχουν δηλώσει αθώοι, υποστηρίζοντας πως είτε δεν την γνωρίζουν καν, είτε ότι την πέρασαν για ενήλικη (μερικοί εξ αυτών είναι άνθρωποι της γειτονιάς που ζούσε η ανήλικη στο μεταξύ), είτε ακόμα πιο προκλητικά, όπως στην περίπτωση του Η. Μίχου, πως υπήρχε συναίνεση από την πλευρά της 12χρονης μέχρι και πίεση εκ μέρους της.
«Δυστυχώς βλέπουμε ότι το γνωστό αφήγημα της συναίνεσης και της αντιστροφής ρόλων που κατασκευάζεται πάντα για τα θύματα σεξουαλικής βίας από την υπερασπιστική γραμμή των κατηγορουμένων, δεν αλλάζει ούτε όταν αφορά ανήλικα παιδιά. Ακόμα και στο επίσημο υπόμνημα που κατέθεσε ο Ηλίας Μίχος, κάνει λόγο πως το παιδί ντυνόταν πολύ προκλητικά, ότι η ίδια τον πίεζε να συνευρεθούν και αυτός υπέκυψε τελικά στις πιέσεις της! Το παιδί τότε ήταν μόλις 11 χρονών… Νομίζω περιττεύει να πούμε κάτι περισσότερο για αυτούς τους ισχυρισμούς», εξηγεί στην «Εποχή» η δημοσιογράφος του Omniatv, Άννα Νίνη, που παρακολουθεί στενά την υπόθεση από την αρχή της αποκάλυψής της.
Η ίδια σημειώνει πως το τι πραγματικά διαδραματίζεται στην αίθουσα του δικαστηρίου, θα το μάθουμε με ασφάλεια αφού καθαρογραφθεί η απόφαση και όχι απλά με την ανακήρυξη της ενοχής ή αθωότητας των κατηγορουμένων, καθώς πέραν αυτής, σημαντικό ζητούμενο είναι οι όροι με τους οποίους διεξάγεται η δίκη και αν τίθενται οι απαραίτητες ερωτήσεις, ώστε να υπάρξει πραγματική διαλεύκανση της υπόθεσης. «Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως από την αρχή της υπόθεσης υπήρξαν σημάδια συγκάλυψης, όταν για παράδειγμα η μητέρα πήγε να καταγγείλει την υπόθεση στην αστυνομία, την απέτρεψαν δύο φορές. Όταν τελικά έγινε η καταγγελία, η αστυνομία και πάλι άργησε έναν μήνα να συλλάβει τον Μίχο, ενώ ακόμα και τώρα δεν συμπεριλαμβάνεται στη δικογραφία κάποιος από τον οίκο ανοχής, στον οποίο έλαβαν μέρος πολλές από τις εγκληματικές πράξεις».
Για τον λόγο αυτό, αλλά και βάσει εμπειρίας για το τι συμβαίνει με αντίστοιχες υποθέσεις, η Άννα Νίνη δεν είναι καθόλου αισιόδοξη ότι μπορεί να αποτελέσει την αρχή για το ξήλωμα ενός ευρύτερου κυκλώματος trafficking. «Δυστυχώς δεν φαίνεται ότι θα γίνει κάτι τέτοιο. Μπορεί να οδηγηθούν στη φυλακή οι κατηγορούμενοι, αλλά συνήθως αυτοί είναι ο τελευταίος τροχός της αμάξης ενός ευρύτερου δικτύου, που δεν φαίνεται να τα βάζουν μαζί του ούτε η δικαστική εξουσία, ούτε η αστυνομία».
Παρόλ’ αυτά, κρίνεται σημαντικό να συνεχίσει να ασκείται κοινωνική πίεση, τόσο για την εξιχνίαση της υπόθεσης και την απόδοση δικαιοσύνης, όσο και για τη στήριξη της 12χρονης, για την οποία δεν υπάρχει πια καμία μέριμνα από την πολιτεία, σύμφωνα με τη δημοσιογράφο: «Από το κράτος δεν υπάρχει καμία προστασία για το παιδί, παρά μόνο δύο σακούλες τρόφιμα τον μήνα προς την οικογένεια από τον δήμο. Ακόμα και η ψυχολόγος που είχε διοριστεί για να την βλέπει, έληξε η σύμβασή της και δεν ανανεώθηκε. Ευτυχώς η ίδια επέλεξε να συνεχίσει να προσφέρει τις υπηρεσίες της στην οικογένεια δωρεάν. Η μόνη στήριξη που έχει το παιδί είναι από το οικογενειακό του περιβάλλον και από τις πρωτοβουλίες των αλληλέγγυων ακτιβιστών. Οφείλουμε, λοιπόν, να μην αφήσουμε να χαθεί το ζήτημα από τη δημοσιότητα, με προσοχή και σεβασμό βέβαια, χωρίς να αναπαράγουμε λεπτομέρειες της δικογραφίας που θα επανατραυματίσουν το παιδί, αλλά και μετά τη δίκη, να μην την ξεχάσουμε, γιατί και τότε η ίδια και η οικογένειά της θα συνεχίσουν να έχουν ανάγκη την αλληλεγγύη του κόσμου».