Γιάννης Τζανετάκης «Μετά από μένα», εκδόσεις Πόλις, 2023

 

«Ένας, λοιπόν, [ποιητής] που μου αρέσει είναι ο Γιάννης Τζανετάκης. Είναι περίεργο, γιατί ενώ δούλευε σε ένα περιοδικό κυριλέ και βλέπεις έναν άνθρωπο τυπικό, τακ, σ’ τη ρίχνει». Αυτή ήταν η εκλιπούσα Μαρία Λαϊνά (1947-2023) σε μια συνέντευξή της. Το σύντομο σχόλιο της Λαϊνά είναι αφοπλιστικό και ευθύβολο. Χαρακτηρίζει με τον δικό της ιδιαίτερο τρόπο έναν ποιητή του κρίσιμου συναισθήματος, ο οποίος όπως προκύπτει πάντοτε εκ του αποτελέσματος δεν γράφει για να περιγράψει τη συγκίνηση, αλλά έγραφε και γράφει δημιουργώντας την πρωτογενώς σε βιβλία ποίησης διαυγέστατα και ευγενή.

Η συνολική πορεία του Τζανετάκη (Καλαμάτα, 1956) στην ποίηση, από το 1978 που κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή υπό τον τίτλο «Μούμιες στην πανσέληνο» έως σήμερα που πρόσφατα κυκλοφόρησε το «Μετά από μένα», το δέκατο βιβλίο ποίησής του, είναι μια διεργασία σπάνιας εκλέπτυνσης του στίχου που έχει μέσα στα χρόνια μεταμορφώσει τα ποιήματά του σε ακαριαία κόλπα ενός εξαιρετικά επιδέξιου ταχυδακτυλουργού - ποιητή.

Ποιήματα λεπτής κατασκευής, υποδόρια και πολύ συχνά ακόμη και εξωλεκτικής αίσθησης. Λιτός, εστιασμένος, υποβλητικός ποιητικός λόγος υψηλής απόσταξης, που σε αυτή τη νέα συλλογή του επιλέγει να εκφραστεί με έναν «χαλικωτό» θα μπορούσαμε να πούμε δεκαπεντασύλλαβο –ένα σπασμένο μέτρο δηλαδή– που σε προκαλεί να πεις το ποίημα τραγουδιστά κι από το σπάραγμα του να κομπιάζεις.

Στη συλλογή μεταξύ άλλων διαβάζουμε:

 

Γκρο

 

Ο πατέρας σε μία θάλασσα

θέρος του εξήντα

 

πίσω του

εφέ ευφρόσυνο

οι λάμψεις στα νερά

 

ποιος νά ’ταν τάχα

σκέφτομαι

της πλαζ ο φωτογράφος

 

-φιλμ πια και εκείνος σήμερα

που θά ’χει πάρει φως-

 

πως στάθηκε στα βότσαλα

πριν το αποθανάτισμα

 

πως όρισε το κάδρο

 

σ’ αυτό το γκρο

το πρόσκαιρο

 

που μες στην άχνα τ’ Αυγούστου

 

θαρρείς τον κάθε πόρο του

δονούσε η χαρά

 

Αγουρο ακόμα

 

Το ίδιο εκείνο άλσος το παλιό

η ίδια ώρα

 

-η χλόη το παγκάκι οι σκιές-

 

σ’ ένα άστραμμα

μου δίνεις

 

το μικρό σου στήθος

 

και Θε μου

είναι άγουρο ακόμα

 

και μ’ αρέσει

 

μα ξάφνου

-όπως ο μάγος παίρνει το μαντήλι-

 

εκεί που πάω να σκύψω για να πιω

 

δεν έχει πια χυμό

 

κι εγώ δεν έχω γεύση πια

δεν έχω χείλη

 

Άλλωστε στη συλλογή «Μετά από μένα», όλα έχουν παρέλθει για τον ποιητή που αναμιγνύει αναμνήσεις και επιθυμίες κατά τον στίχο του T.S. Eliot με τον οποίο προλογίζει την πρώτη από τις τρεις ενότητες του βιβλίου του. Ο Τζανετάκης εδώ επανεπισκέπτεται τόπους, πρόσωπα και καταστάσεις με τον προσφιλή του τρόπο και την απαράμιλλη μινιμαλιστική άποψη που χαρακτηρίζει όλο το ποιητικό του έργο. Ποίηση του στιγμιότυπου που χαράζεται βαθιά, γραμμένη από έναν ήσυχο λυρικό που δεν ξεχνά ούτε την ποίηση του καθημερινού συμβάντος, ούτε τα περασμένα μιας άλλης ζωής πίσω στον γενέθλιο του τόπο και στον νεανικό του εαυτό.

Μεταφέρω τρία χαρακτηριστικά ποιήματα από τη συλλογή:

 

Δεν είμαι εγώ

 

Δεν είμαι εγώ

 

μάρμαρα πράα

αγάλματα

 

δεν έχει μείνει τίποτα

από μένα στην πλατεία

 

 

Μια κούνια

 

Μια κούνια κοριτσίστικη

 

στου παλιατζή το τρίκυκλο

μία βροχερή Δευτέρα

 

κι ο μουσαμάς απάνω της

 

στο παιδικό σαν άλλοτε

δωμάτιο η κουνουπιέρα

 

 

Αυτή η αμμουδιά

Αυτή η αμμουδιά με τ’ αρμυρίκια


ανάστατα που κάποτε
γδύθηκαν δυο παιδιά


και τό ’να στ’ άλλο γέρνοντας


φιλιούνταν
κι αγκαλιάζονταν


σαν στον βυθό τα φύκια

 

Κλείνοντας, επιλέγω να σταθώ στην τρίτη ενότητα του βιβλίου με τον τίτλο «Δίχως εσένα». Αποτελείται από έξι ποιήματα αφιερωμένα στην μνήμη της αδελφής του ποιητή. Εκεί ο Τζανετάκης εμφανίζεται ακόμη πιο ολιγόστιχος, ολιγοσύλλαβος και πυκνός, προσεγγίζοντας τη σιωπή. Όπως γράφει: «δίχως εσένα /τώρα πια/ πιο λίγο απ’ το λίγο». Ένας ποιητικός λόγος που μεταδίδει την επικοινωνιακή ενέργεια και τη ζωτικότητα της σιωπής με δίστιχα, μονόστιχα, κενά διαστήματα και παύσεις ερμηνεύοντας μια ιδιότυπη παρτιτούρα πένθους.

Ο σολωμικός ήχος είναι εκεί ως ένα λεκτικό ισοδύναμο που από ποίημα σε ποίημα μεταλλάσσεται. Η εμπειρία της απώλειας του αγαπημένου προσώπου στα έξι ποιήματα της τελικής ενότητας μοιάζει και να διαιρείται και να πολλαπλασιάζεται με τον τρόπο που κάθε φορά ορίζει (και αντέχει) η ψυχική διάθεση αλλά και η ίδια η ζωή που συνεχίζει αμείλικτη.

Πολύπειρος, βραβευμένος και σημαντικός δημιουργός, ο Γιάννης Τζανετάκης επανέρχεται έξι χρόνια μετά τη «Θαμπή πατίνα» (εκδ. Πόλις, 2017), θυμίζοντας μας πως, αν υπάρχει τελικά η έσχατη προσωπική αλήθεια, αυτή εμπεριέχει και το παρελθόν και το παρόν το μέλλον. Γιατί το σκληρό νόμισμα της ποίησης του Τζανετάκη είναι πάντοτε ο χρόνος. Υπαινιχτικός και μύχιος ποιητής επιμένει να αντιστέκεται με τον τρόπο του στην αφελή γραμμικότητα του χρόνου.

Στο ποίημα «Πλάι στη λεμονιά» που είναι και το τελευταίο της συλλογής διαβάζουμε:

 

Μία μέρα θα συναντηθούμε

 

παιδάκια πάλι

πλάι στη λεμονιά

 

το αύριο το χθες δεν θα μας νοιάζει

 

μ’ εκείνη τη λαχτάρα

την παλιά

 

μες στο παιχνίδι θα ηχούν

 

τριγύρω

οι φωνούλες μας γλυκές

 

«Φωτούλα» «Γιάννη»

 

και θα γελάμε

θα γελάμε

 

όλο χαρά

 

θά ’ναι άνοιξη

-για πάντα πια-

 

η αυλή θα λουλουδιάζει

 

Η σύρτις αποσύρεται κι ελπίζει σύντομα να είναι και πάλι διαθέσιμες οι παλαιότερες και εξαντλημένες ποιητικές συλλογές του Γιάννη Τζανετάκη, ώστε όλο το ποιητικό του corpus να είναι προσβάσιμο και σε νέους αναγνώστες. Η γενική αίσθηση -μετά και την έκδοση της Θαμπής πατίνας (Βραβείο Ποίησης του περιοδικού Ο Αναγνώστης 2017) η οποία έδωσε τέλος σε μια απουσία δεκατριών χρόνων του ποιητή- δείχνει πως οι νεότεροι και αναζητούν και επανεκτιμούν τη γραφή του Γιάννη Τζανετάκη.

 

Κωνσταντίνα Κορρυβάντη Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet