Η αστυνομία λαμβάνει ένα πολύ σημαντικό ποσοστό από τα έσοδα των εισιτηρίων, ενώ πλέον με το νέο νόμο και από τα πρόστιμα που θα επιβάλλονται στις ΠΑΕ.

 

 

 

Με αφορμή την “επετειακή” κατάθεση ενός ακόμα νομοσχεδίου για τη βία με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις, είναι πεντακάθαρο, ότι στραβά αρμενίζουμε. Στη απορία εάν τα μέτρα είναι επαρκή, ή εάν υλοποιούνται σωστά, η απάντηση είναι ότι τα μέτρα είναι σε λάθος κατεύθυνση. 

Σε όλα τα νομοθετήματα που ίσχυαν εδώ και τριάντα χρόνια, η κεντρική φιλοσοφία είναι “οι κακοί φίλαθλοι” που δημιουργούν επεισόδια, πώς θα τα καταστείλουμε, πώς θα πατάξουμε τις παραβατικές ενέργειες, πώς θα περιορίσουμε, πώς θα απαγορεύσουμε, πώς θα χρησιμοποιήσουμε την αστυνομία, ποια πρόστιμα ή ποινές θα επιβάλλουμε, πώς θα απαγορεύσουμε το συνέρχεσθαι και το συνεταιρίζεσθαι και όχι πώς θα προλάβουμε, πώς θα εκπαιδεύσουμε, πώς θα εξυγιάνουμε, πώς θα παροτρύνουμε τη συμμετοχή κ.λπ.

Για να στηριχθεί αυτή η αδιέξοδη λογική, εκφράζονται επιμελώς διάφορες αντιεπιστημονικές απόψεις και αναχρονιστικές προσεγγίσεις, περί “αθλητικής” και “οπαδικής” βίας, με σκοπό να συγκαλύψουν το πρόβλημα της γενικότερης βίας στην κοινωνία, τις γενεσιουργές, τις συστημικές και τις δομικές αιτίες της και αντίστοιχα τους λόγους που αυτή η κοινωνική βία βρίσκει γόνιμο έδαφος και στο χώρο του αθλητισμού, λαμβάνοντας πολύ ειδικά χαρακτηριστικά.

Ξεκαθαρίζουμε και πάλι, ότι δεν υπάρχει αθλητική βία, δεν υπάρχει οπαδική βία ως τέτοια, δεν είναι ο αθλητισμός συνώνυμο της βίας, δεν είναι ο φίλαθλος - ούτε ακόμα και ο οπαδός μιας ομάδας – ένας a priori φορέας βίας.

 

Απροστάτευτοι

 

Το ελληνικό πολιτικό σύστημα ποτέ δεν κατάφερε να αλλάξει τις συνθήκες μέσα στον ελληνικό αθλητισμό, ειδικά μέσα στον επαγγελματικό αθλητισμό, που δημιουργούν τις προϋποθέσεις για να “ανθίζουν” φαινόμενα βίας. Οι συντηρητικές κυβερνήσεις ποτέ δεν θέλησαν να αγγίξουν το σύστημα του επαγγελματικού αθλητισμού (άλλωστε αυτές το οικοδόμησαν), κάθε πρόταση για δομικές αλλαγές και διαρθρωτική μεταρρύθμιση τους προκαλεί αλλεργία. Ποτέ η ΝΔ δεν θέλησε να χαλάσει τις παγιωμένες ισορροπίες των διαπλεκόμενων συμφερόντων, ποτέ δεν υιοθετήθηκε μια ολιστική προσέγγιση με χαρακτηριστικά συμπερίληψης των νέων, των φιλάθλων, με παιδαγωγικές λειτουργίες, με συμμετοχικότητα, ποτέ δεν ασχολήθηκε κανείς σοβαρά με τους ίδιους τους εργαζόμενους του επαγγελματικού αθλητισμού, για παράδειγμα με τους ποδοσφαιριστές και τις ποδοσφαιρίστριες ή τους επαγγελματίες των άλλων ομαδικών αθλημάτων.

Οι δυο βασικοί πυλώνες “επαγγελματίας αθλητής – φίλαθλος” ήταν πάντα κάτι εντελώς ξένο και δευτερεύον, ειδικά οι πρώτοι –ως παραγωγοί του αθλητικού θεάματος– αντί να καρπώνονται τα “πνευματικά” δικαιώματα της δικής τους “φυσικής” εργασίας, παραμένουν απροστάτευτοι στην εκμετάλλευση και την αυθαιρεσία.

 

Υπό αστυνομική διοίκηση

 

Με αυτές τις λογικές, οι κυβερνήσεις των -κατά τα άλλα- νεοφιλελεύθερων και αντικρατιστών μετέτρεψαν το ελληνικό κράτος και την ελληνική κοινωνία σε προνομιακό χρηματοδότη αλλά όχι φυσικά σε ουσιαστικό συνέταιρο στις αθλητικές εταιρείες. Φτάσαμε στο σημείο ο αθλητισμός να διοικείται από την αστυνομία, να ελέγχονται τα πάντα σε μια ιδιωτική επιχειρηματική υπόθεση (αφού έτσι την θέλουν), το κράτος μέσα από δικές του πλατφόρμες να πιστοποιεί τα εισιτήρια που έχει αγοράσει κάποιος ηλεκτρονικά και νόμιμα, δηλαδή η πιστοποίηση της πιστοποίησης. Παράλληλα, δεν είναι ευρέως γνωστό, η αστυνομία λαμβάνει ένα πολύ σημαντικό ποσοστό από τα έσοδα των εισιτηρίων, ενώ πλέον με το νέο νόμο και από τα πρόστιμα που θα επιβάλλονται στις ΠΑΕ.

Το γεγονός της τιμωρίας ποδοσφαιρικών ομάδων και των φιλάθλων με στέρηση εισόδου στο γήπεδο, για επεισόδια που έγιναν στον περιβάλλοντα χώρο ενός αγώνα βόλεϊ, αλλά στους αντίστοιχους αγώνες μπάσκετ να επιτρέπεται η παρουσία χιλιάδων, εκλαμβάνεται μόνο ως παραλογισμός και προσπάθεια συγκάλυψης.

Σήμερα παρουσιάζονται ως νέες αλλαγές η “λέσχη φιλάθλων”, οι κάμερες στα γήπεδα και τα ηλεκτρονικά εισιτήρια, που - και τα τρία μέτρα - είναι θεσμοθετημένα εδώ και δεκαετίες.

Αντίστοιχα, τη στιγμή που στην υπόλοιπη Ευρώπη, ακόμα και των νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων, τα κράτη παρεμβαίνουν δυναμικά, εδώ κυριαρχεί ένα ασύδοτο πλαίσιο, ελεγχόμενο, σε πολλές περιπτώσεις από άτομα του κοινού ποινικού δικαίου, ένα σύστημα πολιτικής και επιχειρηματικής εργαλειοποίησης των λαοφιλών αθλημάτων. Σε καμιά ευρωπαϊκή χώρα δεν υπάρχει ανεξέλεγκτο πλαίσιο συνιδιοκτησίας αθλητικών εταιρειών, τηλεοπτικών σταθμών, εφημερίδων, ηλεκτρονικού τύπου, στοιχηματικών εταιρειών, κατασκευαστικών εταιρειών και άλλων εταιρειών που συναλλάσσονται με το δημόσιο. Δηλαδή εκείνων των μέσων που θα έπρεπε να προβάλλουν, για παράδειγμα, τα χρέη που έχει το κόμμα της ΝΔ ή του ΠΑΣΟΚ. Για να καταλαβαινόμαστε δηλαδή...

 

Σε άλλη κατεύθυνση

 

Στην υπόλοιπη Ευρώπη ασχολούνται:

● πώς θα αποτρέψουν τις “κλειστές” λίγες στον επαγγελματικό αθλητισμό

● πώς θα επιβάλλουν όρους ανταποδοτικότητας από τον επαγγελματικό αθλητισμό στον αθλητισμό “βάσης” στα πλαίσια της αλληλεγγύης

● πώς θα βελτιώσουν τις συνθήκες της διακυβέρνησης, της ιδιοκτησίας και της οικονομικής βιωσιμότητας των συλλόγων στην αθλητική πυραμίδα, ούτως ώστε τα δημοφιλή -πιο εμπορικά αθλήματα- να μην εργαλειοποιούνται για ανταγωνιστικούς σκοπούς, δημιουργώντας τοξικές καταστάσεις

● επεξεργάζονται μοντέλα ιδιοκτησίας και συνιδιοκτησίας

● πώς θα ελέγξουν τη ροή των χρημάτων (συμπεριλαμβανομένων των εσόδων από εισιτήρια, τηλεοπτικές μεταδόσεις, ηλεκτρονικά και έντυπα αθλητικά ΜΜΕ και αθλητικό στοιχηματισμό και τα μαύρα κεφάλαια σε εθνικό επίπεδο και διεθνώς

● θεσπίζουν μέτρα για τη συμμετοχή των φιλάθλων στη διακυβέρνηση των συλλόγων

● λαμβάνουν μέτρα για τη τήρηση της ισοτιμίας ανάμεσα στον επαγγελματικό αθλητισμό των ανδρών και των γυναικών, για τη προστασία των ανηλίκων αθλητών και προστασία όσων επαγγελματιών παικτών/τριών εγκαταλείπουν το άθλημα, ιδιαίτερα σε νεαρή ηλικία, για τη προστασία των ανήλικων παιδιών από την εξάρτηση στον αθλητικό στοιχηματισμό

● προστατεύουν τη ταυτότητα, τα χαρακτηριστικά, τα σύμβολα και τα αντικείμενα της ιστορικής κληρονομιάς των συλλόγων, μέσω της εγκριτικής διαδικασίας των φορέων των οπαδών

● αναπτύσσουν – βελτιώνουν τις αθλητικές υποδομές

● δίνουν κίνητρα στις λιγότερο εμπορικές ομάδες, οι μεγάλες λίγκες ενισχύουν οικονομικά τις μικρότερες κατηγορίες και το κυριότερο, μαθαίνουν τα παιδιά να παίζουν και να αθλούνται δημιουργώντας ίσες συνθήκες πρόσβασης στο σχολείο και στο αθλητικό σωματείο.

 

Ιούλιος Συναδινός Ο Ιούλιος Συναδινός είναι πρώην γγ Αθλητισμού. Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet