Στις 29/1η Συντονιστική Επιτροπή Μαθητών Αθήνας στην οποία συμμετέχουν εκλεγμένοι εκπρόσωποι περισσότερων από 120 σχολείων της Αττικής (ΓΕΛ, ΕΠΑΛ, Γυμνασίων, Μουσικών και Καλλιτεχνικών, Πρότυπων και Πειραματικών) πραγματοποίησε ακόμα μια ανοιχτή συνεδρίαση, ώστε να εκτιμηθεί η πορεία των μαθητικών - φοιτητικών αγώνων που εξελίσσονται. Στην πραγματικότητα πολύ περισσότερα σχολεία (περίπου 300 μόνο στην Αττική) προχώρησαν στη διάρκεια του Γενάρη, μέσα από συνελεύσεις και αποφάσεις των 15μελών συμβουλίων, είτε σε ολιγοήμερη ή πολυήμερη κατάληψη είτε σε αποχή από τα μαθήματα.

 

Παράλληλα, μεγάλος αριθμός μαθητών συμμετέχουν στα συλλαλητήρια στο Σύνταγμα αλλά και στην Πετρούπολη, την Ελευσίνα, τη Νίκαια, τον Κορυδαλλό, τον Πειραιά, με αιτήματα που δεν αφορούν μόνο την ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων αλλά και τη συνεχιζόμενη σκλήρυνση της μαθητικής ζωής, ζητώντας αύξηση χρηματοδότησης για την Παιδεία, προσλήψεις καθηγητών, κατάργηση της Ενιαίας Βάσης Εισαγωγής και της τράπεζας θεμάτων, δωρεάν ενισχυτική διδασκαλία αντί για φροντιστήρια, σχολική ύλη που να μορφώνει και όχι να εξοντώνει, σχολείο δημιουργικό και όχι εξεταστικό κέντρο, σχολείο αλληλέγγυο, σχολείο απαλλαγμένο από το μπούλινγκ, τον φασισμό και τον ρατσισμό.

Οι μαθητικές κινητοποιήσεις καταδεικνύουν ότι υπάρχει μερίδα εφήβων που αντιλαμβάνεται τον ταξικό χαρακτήρα της εκπαίδευσης συνειδητά ή ενστικτωδώς. Που αντιδρά στην αδικία των αγορασμένων πτυχίων, αλλά διαμαρτύρεται επίσης για το εξοντωτικό καθημερινό πρόγραμμα, καθώς οι μόνοι τρόποι για να ανταποκριθεί ο μαθητής/μαθήτρια στις σχολικές απαιτήσεις είναι η τυφλή αντιγραφή λύσεων και απαντήσεων από «βοηθήματα» και η επί πληρωμή «ενίσχυση» φροντιστηρίων και «ιδιαιτεράδων», αν και, ακόμα και εκεί, είναι τέτοια η πίεση που οι καθηγητές συχνά καταλήγουν να υπαγορεύουν τη σχολική εργασία.

Οι μαθητές, που πρωτοσταστούν στις κινητοποιήσεις, είναι σίγουρο ότι δεν έχουν δει ποτέ τον Malcolm McDowell στην ταινία «If» («Εάν» ή αλλιώς «Επαναστατημένη Γενιά», όπως αποδόθηκε στα ελληνικά) που γυρίστηκε το 1968 και κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Κανών την επόμενη χρονιά. Το Βρετανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την κατέταξε ως τη 12η σπουδαιότερη βρετανική ταινία του 20ού αιώνα. Και το 2004, το περιοδικό Total Film την ονόμασε ως τη 16η καλύτερη βρετανική ταινία όλων των εποχών. Παρά τα βραβεία και τις διακρίσεις της, η ταινία δεν παίζεται ποτέ στη χώρα μας, τα τελευταία χρόνια, ούτε σε κινηματογράφους ούτε στην τηλεόραση ούτε σε συνδρομητικές πλατφόρμες. Πιθανότατα η αιτία είναι η τελευταία σκηνή του φιλμ, όπου ο σκηνοθέτης Lindsay Anderson, εξέχουσα μορφή του free cinema της δεκαετίας του 1960, απεικονίζει μια άγρια εξέγερση των μαθητών σε ένα βρετανικό σχολείο.

Είμαστε σε μια περίοδο που εγκυμονεί κάτι ανάλογο στη χώρα μας; Παρά τις υστερικές φωνές δήθεν ανησυχούντων, δήθεν έγκυρων αρθρογράφων των συστημικών μέσων, μια τέτοια εξέλιξη δεν φαίνεται άμεσα πιθανή – μολονότι η νέα γενιά είναι πάντα και εξ ορισμού ικανή να εκπλήξει τις μεγαλύτερες. Το εγχώριο πολιτικό κατεστημένο θυμάται τη δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα στο υπό κατάληψη Σχολικό Συγκρότημα 3ου & 7ου Γυμνασίου και Λυκείου Πάτρας από τον Γιάννη Καλαμπόκα, δημοτικό σύμβουλο της Νέας Δημοκρατίας, δολοφονία που εξανάγκασε την τότε κυβέρνηση να αποσύρει το νομοσχέδιο Κοντογιαννόπουλου. Το εγχώριο πολιτικό κατεστημένο γνωρίζει ότι οι μαθητικές καταλήψεις ήταν το πρώτο πεδίο δράσης του Αλέξη Τσίπρα, του πολιτικού που αναδείχθηκε επικεφαλής στη συνέχεια ενός κόμματος που αμφισβήτησε τις σταθερές του ελληνικού δικομματισμού. Το εγχώριο πολιτικό κατεστημένο, κυρίως, γνωρίζει ότι όσο υποχωρούν οι δυνατότητες κοινωνικής κινητικότητας μέσω της εκπαίδευσης, όσο δηλαδή μειώνονται οι δυνατότητες των παιδιών από τις χαμηλότερες εισοδηματικές τάξεις να μην ακολουθήσουν την οικονομική μοίρα των γονιών τους, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες μιας ανάφλεξης που θα εξαϋλώσει την υπεροψία του 41%. Εξαιτίας αυτής της τελευταίας επίγνωσης οι επικοινωνιολόγοι της Νέας Δημοκρατίας με επιμονή και μεθοδικότητα επιμένουν στο παραμύθι της «αριστείας», εδώ και μια δεκαετία περίπου, από τη μια χαϊδεύοντας τα αυτιά των μισών ότι μπορούν, αν προσπαθήσουν πολύ σκληρά (και πολύ υπάκουα), να βρουν μια θέση στον ήλιο του νεοφιλελευθερισμού, από την άλλη γδέρνοντας τα αυτιά των υπολοίπων με την κατηγόρια: «δεν παίρνεις τα γράμματα» και την άλλη τύπου ελπίδα: «εδώ στο Περιστέρι, μπορείς να γίνεις μια χαρά ψυκτικός, που το έχουμε ανάγκη και θα πληρώνεσαι καλά» - εννοείται πως τα δικά τους παιδιά δεν θα γίνουν ποτέ κάτι λιγότερο από ακριβοπληρωμένα στελέχη και οπωσδήποτε ούτε ηλεκτρολόγοι ούτε κομμώτριες.

Οι μαθητικές καταλήψεις, οι αποχές, οι κινητοποιήσεις, με τη βοή τους, ακόμα κι όταν δεν τα αρθρώνουν ρητά, θέτουν τα επίδικα ερωτήματα: είναι δίκαιο ή άδικο να αγοράζονται τα πτυχία; είναι δίκαιο ή άδικο να ζητούν οι μαθητές/μαθήτριες δωρεάν Ενισχυτική Διδασκαλία σε Γυμνάσια και Λύκεια; είναι εφικτό για τους μαθητές να ανταποκριθούν στην ύλη που απαιτεί το σχολείο; είναι πράγματι το περιεχόμενο του σχολικού μαθήματος ενδιαφέρον και χρήσιμο για τους εφήβους; τους/τις ευαισθητοποιεί στα κρίσιμα ζητήματα της εποχής μας και της ηλικίας τους; αφήνει ελεύθερο χρόνο; αφήνει χώρο για την κριτική σκέψη; η εξεταστική στοχοπροσήλωση, ιδιαίτερα της λυκειακής εκπαίδευσης ωφελεί ή βλάπτει την εκπαιδευτική διαδικασία;

Στα ερωτήματα αυτά (και σε πάμπολλα άλλα) ποιος διάλογος θα απαντήσει; Πάντως όχι ο διάλογος με συνομιλητή μια κυβέρνηση που εξισώνει καταλήψεις και ληστείες τραπεζών.

 

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet