Όσοι αναζητούμε ενθαρρυντικά στοιχεία στο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι, υπογραμμίζουμε τις υπαρκτές σοβαρές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η κυβερνητική πλειοψηφία σε περισσότερα του ενός μέτωπα: ακρίβεια, αγροτικές κινητοποιήσεις, καταλήψεις στα πανεπιστήμια, εσωτερικές αντιθέσεις για την ισότητα στο γάμο… Δυσκολίες που καταγράφονται και στο παράδοξο των δημοσκοπήσεων, όπου η πρώτη, με μεγάλη απόσταση, στην πρόθεση ψήφου ΝΔ εμφανίζεται να έχει χαμηλό ποσοστό αποδοχής της πολιτικής της σε καίριους τομείς: μόλις 22% για την παιδεία, 20% για τη φορολογική πολιτική, 18% για τις φυσικές καταστροφές, 15% για τη διαφθορά, 14% για την ακρίβεια, 13% για την υγεία.
Οι δυο όψεις του νομίσματος
Το στοιχείο αυτό μπορεί να θεωρηθεί αισιόδοξο για την αντιπολίτευση γενικά και ειδικότερα για την Αριστερά. Έχει, όμως, μία πλευρά ιδιαίτερα αρνητική: είναι ένδειξη επισφαλούς μεν, ηγεμονίας δε της νεοφιλελεύθερης πρότασης. Με αποτέλεσμα, παρότι η πλειοψηφία δεν θεωρεί την πολιτική της ΝΔ αποδεκτή, στην κάλπη προσχωρεί σε αυτήν, γιατί τη θεωρεί μόνη εφικτή ή δεν πείθεται για την αξιοπιστία των άλλων πολιτικών προτάσεων. Στον βαθμό που συμβαίνει αυτό, η επικράτηση της ΝΔ στο τελικό αποτέλεσμα οφείλεται και στο γεγονός ότι πολλοί από όσους και όσες δεν συμφωνούν με αυτήν, αντί να αντισταθούν ενεργά, απέχουν από την εκλογική αντιπαράθεση/σύγκρουση, γιατί δεν βλέπουν μια αξιόπιστη εναλλακτική, που αξίζει να ενστερνιστούν και να στηρίξουν. Είναι έργο κυρίως της Αριστεράς να ανατρέψει αυτή την επικίνδυνη κατάσταση.
Παρατηρώντας τις εξελίξεις αυτές από τη σκοπιά της Αριστεράς, θα πρέπει να αναρωτηθούμε μήπως η ήττα γι’ αυτήν στις διπλές εκλογές του 2023 δεν ήταν μια τρέχουσα εκλογική ήττα. Δεν αυξήθηκε μόνο το ποσοστό της ΝΔ. Δεν μεγάλωσε μόνο τόσο πολύ η απόστασή της από το δεύτερο κόμμα. Δεν μειώθηκαν μόνο τα ποσοστά της πάσης φύσεως Αριστεράς, είτε μπόρεσε είτε όχι να περάσει στη Βουλή. Ένα τμήμα της στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κατέληξε να ερμηνεύσει την ήττα ως μήνυμα για ακόμα μεγαλύτερη στροφή προς το κέντρο, επιλέγοντας την Κεντροαριστερά ως προνομιακό πεδίο. Ταυτόχρονα, ένα μεγάλο μέρος της αντίθεσης του εκλογικού σώματος προς τη ΝΔ προσανατολίστηκε σε δυνάμεις της Ακροδεξιάς, πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό, ενώ λίγους μήνες μετά τις εκλογές η Ελληνική Λύση φλερτάρει ήδη με διψήφιο ποσοστό. Μπορεί το ΚΚΕ να ενίσχυσε τα ποσοστά του, αλλά εκτός του ότι αυτό συνέβη και σε βάρος άλλων δυνάμεων της Αριστεράς, δεν αντισταθμίζει το βάθος και τη σοβαρότητα της ήττας.
Τα στοιχεία αυτά δεν προεικάζουν ότι η καταγραφόμενη στις δημοσκοπήσεις ασυμφωνία της κοινωνικής πλειονότητας με την κυβερνητική πολιτική μπορεί, απλά με τον χρόνο και τη φθορά της κυβέρνησης, να εξελιχθεί σε απώλεια της κυριαρχίας της ΝΔ και, εξ αντανακλάσεως, σε ενδυνάμωση της Αριστεράς. Ακόμη κι αν προσθέσουμε στην εξίσωση το ευνοϊκό στοιχείο της πιθανής ανάπτυξης του μαζικού κινήματος.
Το αίτημα της ανασύνταξης και της συσπείρωσης
Παρακολουθώντας τις εκτιμήσεις, τις τοποθετήσεις και τις πρωτοβουλίες των δυνάμεων της Αριστεράς, αναρωτιέται κανείς αν παραβλέπουν τη σοβαρότητα της κατάστασης ή αν δεν τη συνειδητοποιούν πραγματικά. Ό,τι και να συμβαίνει, πάντως, ένα τμήμα της εξακολουθεί να παραμένει εγκλωβισμένο σε έναν υπό τον Κασσελάκη ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, που βαυκαλίζεται με το φάντασμα της κυβερνησιμότητας και ελπίζει στην αναβίωση ενός δικομματισμού, που ήδη μεταφράζεται σε συναίνεση και στήριξη κρίσιμων πλευρών της κυβερνητικής πολιτικής (βλέπε αμυντικές δαπάνες και επιστολική ψήφος).
Ένα άλλο, με το βλέμμα συχνά στραμμένο περισσότερο στο παρελθόν και όχι στο παρόν και τις απαιτήσεις του, αντιλαμβάνεται την ανάγκη της ανασύνταξης και της συσπείρωσης, αλλά για την ώρα την επιδιώκει διστακτικά μεταξύ εκείνων που λίγο πολύ εικάζεται ότι μάλλον δεν θα διαφωνήσουν (βλέπε συνάντηση στο Studio) και όχι μεταξύ εκείνων που η δυναμική των πραγμάτων μπορεί να φέρει σε μια παράλληλη ή και κοινή πορεία. Από την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ επικρατεί η αρνητική προβολή της στο καλοκαίρι του 2015 και υποβαθμίζεται η θετική επίδραση που εκείνη η πρωτοβουλία είχε στην αγωνιστική κινητοποίηση πολλαπλάσιων αδρανών έως τότε δυνάμεων.
Η εν κινήσει προς την ιδρυτική συνδιάσκεψή της και την αναζήτηση ενός ενωτικού ψηφοδελτίου για τις ευρωεκλογές Νέα Αριστερά, θα μπορούσε να παίξει σημαντικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση, αν αποκτούσε έγκαιρα μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, αν ενθαρρυνόταν από άλλες θετικές διαθέσεις στον χώρο της Αριστεράς και, κυρίως, αν συνειδητοποιούσε ότι λόγω της θέσης της στην πολιτική σκηνή και του τρόπου γέννησής της, ένας τέτοιος ρόλος δεν της ταιριάζει απλά, είναι στοιχείο της ταυτότητάς της.
Στρατηγική ανατροπής των δεδομένων
Δεν είναι θέμα επιλογής της μιας ή της άλλης τακτικής ενόψει κάποιων κρίσιμων εκλογικών αναμετρήσεων. Είναι ζωτική ανάγκη σχεδιασμού μιας στρατηγικής ανατροπής των αρνητικών για την Αριστερά δεδομένων, που θα τείνουν να παγιωθούν, αν δεν αρθούν σύντομα. Είναι θέμα αναγνώρισης της ανάγκης ύπαρξης αντίπαλου σχεδίου στο σχέδιο παγίωσης της κυριαρχίας της ΝΔ με πειθαρχικούς αντίπαλους τούς διεκδικητές ενός συναινετικού δικομματισμού. Είναι θέμα αναζήτησης και εύρεσης μιας κοινής προγραμματικής βάσης σαν εφαλτήριο για την ενίσχυση της πεποίθησης ότι υπάρχει άλλος δρόμος, στον αντίποδα της αντιλαϊκής λιτότητας, της πολύμορφης εκμετάλλευσης των πραγματικών παραγωγών του πλούτου και της εγκατεστημένης διεύρυνσης των ανισοτήτων, που απειλεί την ίδια τη βιωσιμότητα κάθε ανθρώπινης κοινωνίας.
Ενός σχεδίου ανοιχτού σε συνεργασίες και συμπορεύσεις με όμορες δυνάμεις τόσο στο πολιτικό πεδίο, όσο και στο κοινωνικό. Που, για να έχουν ισχύ, προοπτική και συνέχεια, προϋποθέτουν ισχυρή Αριστερά με ενωτική διάθεση και πρωταγωνιστικό ρόλο.