Φωτό: Νικόλας Κοκοβλής

 

 

Στο προηγούμενο φύλλο της Εποχής αναλύσαμε περισσότερο την υποκρισία που συνοδεύει το νομοσχέδιο με το οποίο η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιχειρεί να υπερφαλαγγίσει το Σύνταγμα και να καθιερώσει τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Σήμερα θα επικεντρωθούμε κυρίως στο θηριώδες ταξικό πρόσημο που έχει το εν λόγω νομοσχέδιο το οποίο θαρρείς ότι υπαγορεύτηκε από τους έχοντες και κατέχοντες για τους ίδιους.

 

Εξ ορισμού σε μη κρατικά (ιδιωτικά πανεπιστήμια), τα οποία απαιτούν δίδακτρα για να φοιτήσει κανείς, θα στείλουν τα παιδιά τους άνθρωποι που έχουν την οικονομική δυνατότητα να το κάνουν. Ο τρόπος με τον οποίο θα εισάγονται οι φοιτητές στα ιδρύματα που αναμένεται να αδειοδοτηθούν κάνει τα πράγματα πολύ εύκολα. Με βαθμούς ακόμα και κάτω από τη βάση (όπως πειστικά έχει καταδειχθεί από τα δεκάδες παραδείγματα που χρησιμοποιήθηκαν μέχρι σήμερα στο δημόσιο λόγο) ο υποψήφιος θα κατοχυρώνει δικαίωμα εισαγωγής σε σχολές ακόμη και υψηλής ζήτησης όπως οι Νομικές και Ιατρικές.
Υπό το δεδομένο ότι η προσπάθεια που θα χρειάζεται κανείς να πιάσει τη βάση δεν είναι δα και τόσο μεγάλη, όσοι θέτουν ως στόχο την είσοδο στα Ιδιωτικά Πανεπιστήμια θα έχουν τη δυνατότητα ακόμα και να γλιτώνουν χρήματα κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας από τα φροντιστήρια έτσι ώστε να μπορούν να ξοδέψουν άνετα για τα δίδακτρα των τεσσάρων ή και περισσότερων χρόνων σπουδών. Για όσους δεν διαμένουν στην Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη (δεν αναμένονται να ιδρυθούν σε άλλες πόλεις σχολές) το εμπόδιο που θα κληθούν να ξεπεράσουν θα είναι πιο μεγάλο, άρα θα απαιτείται και μεγαλύτερο κεφάλαιο. Ο νόμος, σε ό,τι αφορά τους κατοίκους της Περιφέρειας, εξυπηρετεί πραγματικά πολύ λίγους.
 

Κανένα εξεταστικό «εμπόδιο»


Για κάποιους, όμως, όπως έγινε απολύτως ξεκάθαρο στα σχόλια του νομοσχεδίου κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης, όλα τα παραπάνω δεν φτάνουν. Επιθυμία τους είναι να μην υπάρχει το παραμικρό εξεταστικό «εμπόδιο» πριν από την εισαγωγή στο Πανεπιστήμιο. «Θέλω να πληρώσω για τις σπουδές των παιδιών μου σε ίδρυμα που θα εδρεύει στην Ελλάδα και δεν καταλαβαίνω γιατί θα πρέπει να ισχύει η διαδικασία των Πανελληνίων και σ’ αυτή τη συνθήκη», έγραψε κάποιος χαρακτηριστικά στη διαβούλευση.
Θεωρούν δηλαδή μη αρκετή την ταξική μεροληψία υπέρ τους και ουσιαστικά ζητούν από την κυβέρνηση να καταργήσει με κάποιον τρόπο και τις πανελλήνιες εξετάσεις. Με κάποιον τρόπο και αυτή η επιθυμία των από πάνω αναμένεται να ικανοποιηθεί τα αμέσως επόμενα χρόνια από την κυβέρνηση, αφού ο Κυριάκος Πιερρακάκης έχει δηλώσει σε ανύποπτο χρόνο ότι κυβερνητικός στόχος είναι να νομοθετηθεί το λεγόμενο «Εθνικό Απολυτήριο». Θα αναρωτηθεί κανείς που είναι το κακό σ’ αυτό; Δεν υποστηρίζουμε στην Αριστερά ότι ο θεσμός των Πανελλαδικών είναι αναχρονιστικός και ότι «σκοτώνει» τη γνώση;
Σαφώς αλλά το να περάσουμε εντελώς αβασάνιστα στο άλλο άκρο κατά το οποίο κριτήριο εισαγωγής στο Πανεπιστήμιο θα είναι οι βαθμοί στο Λύκειο είναι εξίσου προβληματικό. Το περιστατικό με το βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Δημήτρη Μακρόπουλο να τραμπουκίζει δημοσίως καθηγητή δημοσίου σχολείου διότι δεν έβαλε καλό βαθμό σ’ ένα από τα παιδιά του είναι, νομίζουμε, αρκούντως χαρακτηριστικό του τι θα συμβεί, ιδιαίτερα στα ιδιωτικά σχολεία, αν και εφόσον καθιερωθεί χωρίς άλλες ασφαλιστικές δικλείδες το Εθνικό Απολυτήριο.
Συμπερασματικά, έχουμε και λέμε. Οι έχοντες με τον νέο νόμο αποκτούν μία ακόμα επιλογή για την εισαγωγή τους στα Πανεπιστήμια, μειώνουν την ένταση της προσπάθειας που χρειάζεται να καταβάλλουν για να τα καταφέρουν και εξασφαλίζουν ότι δεν θα σπουδάζουν στα ίδια ιδρύματα με τους «κοινούς θνητούς», στα οποία συχνά γίνονται καταλήψεις, σταματούν οι εξεταστικές κτλ. Για τους από κάτω, η συνθήκη βραχυπρόθεσμα δεν αλλάζει υπό την έννοια ότι για τις σχολές υψηλής ζήτησης θα εξακολουθεί να απαιτείται πολύ σοβαρή και εντατική δουλειά. Μακροπρόθεσμα απειλούνται από την περαιτέρω υποβάθμιση του ελληνικού δημόσιου Πανεπιστημίου, αλλά αυτή η απειλή θα υπήρχε και χωρίς το νόμο Πιερρακάκη. Η κυβερνητική λογική αρκεί.

Τι ισχύει για τους καθηγητές

Το νομοσχέδιο όμως δεν είναι ταξικό μόνο σε ό,τι αφορά τους υποψήφιους φοιτητές. Φέρνει αντιμέτωπους με τους νόμους της αγοράς και τους καθηγητές που θα εργάζονται σ’ αυτά. Περισσότερες ώρες δουλειάς (12 διδακτικές την εβδομάδα), ακαθόριστο και θολό εργασιακό πλαίσιο, καμία δέσμευση από το νόμο σε ό,τι αφορά τις αμοιβές τους.
Αλήθεια ποια εργασιακή σχέση θα συνδέει τους καθηγητές με τα ιδρύματα; Τι είδους συμβάσεις θα υπογράφονται και πώς αυτές θα λύνονται όταν θα χρειάζεται; Διότι οι πιο καχύποπτοι υποψιάζονται ήδη ότι στα μη κρατικά πανεπιστήμια, όπως τα οραματίζεται η κυβέρνηση, θα εφαρμοστούν οι συνθήκες γαλέρας που κυριαρχούν στα πάσης φύσεως κολέγια. Και αν κανείς σκεφτεί ότι τα κολέγια θα έχουν αρχικά το προβάδισμα στην κούρσα του ανταγωνισμού για την ίδρυση σχολών, αφού διαθέτουν ήδη κτίρια και υλικοτεχνικό εξοπλισμό, οι ανησυχίες αυτές μεγαλώνουν.
Επιπρόσθετα, καμία μέριμνα δεν υπάρχει στον νόμο για την αναλογία φοιτητών προς καθηγητές. Στα ελληνικά δημόσια Πανεπιστήμια το νούμερο είναι ήδη μεγάλο, στα μη κρατικά όμως, η λειτουργία των οποίων θα καθορίζεται από αμιγώς καπιταλιστικά κριτήρια, η αναλογία θα είναι ακόμη χειρότερη. Ο νόμος προβλέπει κατώτερο αριθμό καθηγητών ανά Νομικό Πρόσωπο Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (30), τα υπόλοιπα όμως αφήνει να τα λύσει αγορά. Τριάντα καθηγητές, ναι, αλλά για πόσους φοιτητές. 200; 300; 1000; Κανείς δεν ξέρει (εκτός, ίσως από τους κολεγιάρχες που ετοιμάζονται να φορέσουν το κοστούμι του ιδιοκτήτη πανεπιστημίου).

Η μάχη για το Σύνταγμα

To ζήτημα της παραβίασης του Συντάγματος παραμένει κομβικό και βαθιά πολιτικό. Το υπογραμμίζουν συνεχώς οι φοιτητές στα συνθήματά τους, συζητιέται ολοένα και πιο έντονα στο δημόσιο διάλογο, γίνεται θέμα αντιπαράθεσης. Όσοι υποστηρίζουν ότι το νομοθέτημα παραβιάζει ευθέως το Σύνταγμα (άρθρο 16) έχουν πλέον ένα ακόμη λόγο να πιστεύουν ότι έχουν το δίκιο με τους μέρους αφού συντάχθηκε μαζί τους και η Μαρία Καραμανώφ.
Η Αντιπρόεδρος επί Τιμή του Συμβουλίου της Επικρατείας σημειώνει χαρακτηριστικά στη σχετική δήλωσή της που κατατέθηκε στη διαδικασία της διαβούλευσης του νομοσχεδίου (και αυτό έχει τη δική του ξεχωριστή σημειολογία) ότι «το νομοσχέδιο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια γεννά ένα ζήτημα πολύ σοβαρότερο και από το ίδιο το μέλλον της ανώτατης Παιδείας στην Ελλάδα. Διακυβεύει το μέλλον όχι απλώς του Κράτους Δικαίου αλλά της έννοιας του Δικαίου αυτής καθ’ εαυτής».
Το πιο ενδιαφέρον όμως σημείο της τοποθέτησης είναι το ακόλουθο: «Η συζήτηση για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια που έχει ανοίξει από τον κοινό και όχι τον αναθεωρητικό νομοθέτη έχει ως έρεισμα μια πρωτοφανή στα νομικά χρονικά ερμηνευτική προσέγγιση. Υπολαμβάνει ότι το νόημα τόσο των απλών λέξεων όσο και των νομικών εννοιών είναι απολύτως σχετικό και δεν έχει αντικειμενικά όρια, ότι η σημασία και ερμηνεία τους είναι θέμα υποκειμενικής πεποίθησης και βουλητικής επιλογής.
Άποψη ενδιαφέρουσα ίσως στον τομέα της ψυχολογίας ή της μεταφυσικής, εξαιρετικά επικίνδυνη όμως για το Δίκαιο και τη νομική επιστήμη. Αν γίνει δεκτή η άποψη αυτή, η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης ουσιαστικά καταργείται ως περιττή, αφού οι συνταγματικές διατάξεις θα προσλαμβάνουν το επιθυμητό κατά περίπτωση περιεχόμενο με τη μέθοδο της διασκευής τους διά της ερμηνείας. Και το χειρότερο, δεν θα υπάρχει κανένα εμπόδιο να επεκταθεί η τακτική αυτή και στις ανεπίδεκτες αναθεώρησης διατάξεις του Συντάγματος, αρκεί να θεωρηθεί ότι το απαιτεί το δημόσιο συμφέρον και οι έκτακτες περιστάσεις».
Με λίγα λόγια η κυρία Καραμανώφ λέει ότι το Σύνταγμα δεν μπορεί να γίνεται λάστιχο και να ερμηνεύεται κατά το δοκούν, μήνυμα αν μη τι άλλο ισχυρό για όσους μιλούν για διασταλτική ερμηνεία.
Από την πλευρά τους, περισσότεροι από 500 πανεπιστημιακοί δάσκαλοι σε κοινή δήλωσή τους αναφέρουν με νόημα ότι ορκίστηκαν ως δημόσιοι λειτουργοί να υπηρετούν το Σύνταγμα. Αναλυτικά τονίζουν πως «υπηρετούμε το Δημόσιο Πανεπιστήμιο και γράμματα γνωρίζουμε: Το Άρθρο 16 του Συντάγματος μπορεί να το διαβάσει καθένας και καθεμία. Το νομοσχέδιο για τα δήθεν “ελεύθερα” ή “μη κρατικά” πανεπιστήμια είναι εξόφθαλμα αντισυνταγματικό. Γιατί όταν το Σύνταγμα λέει “απαγορεύεται” δεν εννοεί τίποτα άλλο από “απαγορεύεται”.
Κατά συνέπεια, η κυβέρνηση αλλά και οι επιχειρήσεις, οι οποίες φιλοδοξούν να ιδρύσουν πανεπιστημιακές εταιρείες ή παραρτήματα ξένων ιδρυμάτων στην Ελλάδα παρακάμπτοντας τη συνταγματική επιταγή, ας λάβουν υπόψη τους ότι:
Ορκιστήκαμε ως δημόσιοι λειτουργοί να υπηρετούμε το Σύνταγμα και θα το πράξουμε, προβάλλοντας σε όλα τα επίπεδα και ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, την αντισυνταγματικότητα του νομοσχεδίου, ακόμη αν αυτό νομοθετηθεί. Δυστυχώς η χώρα μας έχει ήδη μία, την πρώτη μετά τη δικτατορία, διεθνή καταδίκη από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για παραβίαση των βασικών συνταγματικών αρχών. Δεν θα αφήσουμε να προστεθεί άλλη μία».

Ο αγώνας συνεχίζεται

Οι φοιτητές των ελληνικών Πανεπιστημίων εξακολουθούν να κρατούν ψηλά το λάβαρο της αντίστασης. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία 250 σχολές ανά την Ελλάδα εξακολουθούν να βρίσκονται υπό κατάληψη ενώ την Πέμπτη διοργανώθηκε ακόμη ένα πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο στο κέντρο της Αθήνας. Με το νομοσχέδιο να εντάσσεται στις επιτροπές της Βουλής το αργότερο τη μεθεπόμενη εβδομάδα θεωρείται σχεδόν βέβαια ότι το κίνημα θα αναδιοργανωθεί και θα αρχίσει νέο γύρο κινητοποιήσεων σ’ όλη την Ελλάδα. Το να μείνει αυτό το νομοσχέδιο ένα θεωρητικό κείμενο χωρίς πρακτική εφαρμογή μόνο οι φοιτητές με τον αγώνα τους μπορούν να τα καταφέρουν. Εντός κοινοβουλίου οι ισορροπίες είναι συντριπτικές υπέρ της κυβερνητικής πλειοψηφίας η οποία, για το εν λόγω νομοθέτημα, θα είναι απολύτως ενωμένη, την ώρα που το ΠΑΣΟΚ παίζει καθυστερήσεις και δεν ξεκαθαρίζει τη θέση του.

 

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet