Πέρασε, προχθές, όπως ήταν αναμενόμενο και είχε σχεδιάσει ο Μητσοτάκης, το νομοσχέδιο για τα ομόφυλα ζευγάρια. Αλλά στη Χαριλάου Τρικούπη δοκιμάστηκαν το ίδιο, όπως και στην κυβέρνηση, καθώς το ένα τρίτο της κοινοβουλευτικής ομάδας διαφοροποιήθηκε στη σχετική ψηφοφορία από τη γραμμή του κόμματος, που ήταν η υπερψήφιση του νομοσχεδίου. Η εξέλιξη αυτή δεν αποτέλεσε έκπληξη ασφαλώς, καθώς από καιρό ήταν γνωστοί οι διαφωνούντες βουλευτές από τις εσωτερικές διαδικασίες του κόμματος. Η ηγεσία του κόμματος είχε θέσει ως στόχο να περιοριστούν οι αντιρρήσεις, ώστε να μην τσαλακωθεί το προφίλ του ΠΑΣΟΚ ως κόμματος σύγχρονου και προοδευτικού. Παράλληλα κατέβαλε συστηματικές προσπάθειες προκειμένου οι διαφοροποιήσεις να μην προκαλέσουν ρήγματα στη συνοχή της κοινοβουλευτικής ομάδας και να παραμείνει σταθερός ο αριθμός των βουλευτών του κόμματος. Αυτός είναι ο λόγος που δεν επιβλήθηκε κομματική πειθαρχία στους βουλευτές στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο.
Είναι φανερό ότι τυχόν απώλειες της κοινοβουλευτικής ομάδας θα απομάκρυναν το ενδεχόμενο να περάσει το ΠΑΣΟΚ, σε αριθμό βουλευτών, τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προκειμένου να γίνει στα χαρτιά αξιωματική αντιπολίτευση, ίσως σε αυτή τη Βουλή. Στις δε επικριτικές διαρροές του Μαξίμου για τη στάση του ΠΑΣΟΚ κατά την προχθεσινή ψηφοφορία, ότι δηλαδή δεν ψήφισαν όλοι οι βουλευτές του το νομοσχέδιο, η απάντηση της Χαριλάου Τρικούπη –δικαιολογημένη ως προς αυτό– ήταν περίπου «είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα» καθώς ακριβώς το ίδιο πρόβλημα έχει και η ΝΔ, της οποίας επίσης το ένα τρίτο της κοινοβουλευτικής της ομάδας, επέδειξε την ίδια συμπεριφορά.
Πλέον, το νομοσχέδιο έγινε νόμος και το ΠΑΣΟΚ πέρασε τις συμπληγάδες της ψήφισής του χωρίς όμως να κερδίσει κάτι πολιτικά, αν δεν έχασε κιόλας.
Μια ακόμα μετάλλαξη
Ωστόσο, σε μια άλλη κρίσιμη επιλογή της κυβέρνησης που αφορά στην ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης, το ΠΑΣΟΚ δεν τα πάει καλύτερα. Μπροστά στην καταστρατήγηση του Συντάγματος η ηγεσία του κόμματος ελίσσεται, κλείνοντας όμως το μάτι θετικά στη θεσμοθέτηση μη κρατικών και μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων στη χώρα. Πολλοί σημειώνουν με νόημα ότι η σημερινή ηγεσία του κόμματος είναι η ίδια προϊόν του δημόσιου πανεπιστημίου καθώς αυτό ήταν το μόνο πεδίο στο οποίο αναδείχτηκαν οι όποιες οργανωτικές και πολιτικές της ικανότητες. Και σημειώνουν πως η θετική επίνευση στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης συνιστά μια ακόμα μετάλλαξη του ΠΑΣΟΚ σε συντηρητική κατεύθυνση, την ώρα που το φοιτητικό κίνημα και η πανεπιστημιακή κοινότητα κλιμακώνουν τον αγώνα τους για την ενίσχυση του δημόσιου χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης. Ήδη η ΠΑΣΠ, η φοιτητική παράταξη του κόμματος, με τις αξιοπρόσεκτες δυνάμεις που διατηρούσε μέχρι σήμερα, βρίσκεται σε σύγχυση και έχει περιέλθει σε δυσχερή θέση.
Στρατηγική κόπωση
Με αυτά και μ’ αυτά, δεν είναι παράξενο που, δημοσκοπικά τουλάχιστον, το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται σε στασιμότητα έως και σε καθοδική πορεία. Το γεγονός βεβαίως προβληματίζει τον Νίκο Ανδρουλάκη και τους συνεργάτες του καθώς ο διακηρυγμένος τους στόχος παραμένει η κατάκτηση της δεύτερης θέσης στις ευρωεκλογές του ερχόμενου Ιουνίου, με ποσοστό πάνω από 15% και διαφορά τουλάχιστον 5 ποσοστιαίων μονάδων από το τρίτο κόμμα, πιθανόν τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Τα δεδομένα προδίδουν «στρατηγική κόπωση» ή αλλιώς, όπως επισημαίνουν έμπειρα στελέχη της παλιάς φρουράς της Χαριλάου Τρικούπη, «αδιέξοδο της οπορτουνιστικής πολιτικής του Ανδρουλάκη η οποία εγκλωβίζει το ΠΑΣΟΚ στα στενά προσωπικά του όρια. Αυτή η στρατηγική του τσούκου - τσούκου, δηλαδή του λίγο από ‘δω λίγο από ‘κει, θα κοστίσει στον ίδιο αλλά και στη δημοκρατική παράταξη. Και το παράδοξο είναι πως αυτά συμβαίνουν την ώρα που το πολιτικό περιβάλλον είναι ευνοϊκό για το ΠΑΣΟΚ, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε διαρκή περιδίνηση και η πολιτική της κυβέρνησης προσφέρει τη δυνατότητα συγκρότησης μιας ουσιαστικής εναλλακτικής προοδευτικής πολιτικής».
Η «πρωτοβουλία Τεμπονέρα»
Τούτων δοθέντων, δεν είναι παράξενο που η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ υποδέχθηκε με δυσαρέσκεια την γνωστή «πρωτοβουλία Τεμπονέρα» για διάλογο ανάμεσα σε στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ΠΑΣΟΚ και Νέας Αριστεράς. Στην πρώτη συζήτηση που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τρίτη, με θέμα «Μετά τον Μητσοτάκη ποιος;», υπό τον συντονισμό της Εφημερίδας των Συντακτών, συμμετείχαν ο Διονύσης Τεμπονέρας, η Έφη Αχτσιόγλου και ο Μανώλης Χριστοδουλάκης. Μπορεί ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ να μην έκανε το πέρασμά του από την εκδήλωση, όπως έκανε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, όμως δεν έκρυψε την ενόχλησή του ούτε και παρέλειψε να ασκήσει παρασκηνιακά αφόρητες πιέσεις –τουλάχιστον για το τι θα πει– ο φέρελπις πρώην γραμματέας του κόμματος και νυν βουλευτής, Μανώλης Χριστοδουλάκης. Πάντως, οι πληροφορίες επιμένουν ότι ο ΓΑΠ «κρύβεται» πίσω από τη συμμετοχή στην εκδήλωση του συγκεκριμένου βουλευτή, παρά το γεγονός ότι ο πρώην πρωθυπουργός αναγκάστηκε να το διαψεύσει.
Ωστόσο, ο πονοκέφαλος και η ανασφάλεια της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ επιτείνεται από τα σενάρια και τη συζήτηση περί ανάγκης συγκρότησης της ευρύτερης κεντροαριστεράς, την οποία φέρονται να επιδιώκουν επίμονα και από κοινού –ο καθένας για τους δικούς του λόγους– τόσο ο ΓΑΠ όσο και ο Αλέξης Τσίπρας. Ο τελευταίος φέρεται να είναι αυτός που, αντιστοίχως, έδωσε το πράσινο φως στον Τεμπονέρα για την πρωτοβουλία της κοινής εκδήλωσης. Προφανώς, σε κάθε περίπτωση, είναι τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών που θα δώσουν την απάντηση στο ερώτημα εάν όλα αυτά αντανακλούν τις μύχιες επιδιώξεις των πρωταγωνιστών του δράματος της προοδευτικής αντιπολίτευσης ή την ανάγκη για εναλλακτική λύση απέναντι στην κυριαρχία Μητσοτάκη, ή και τα δύο ταυτόχρονα.