Φωτογραφία: Νικόλας Κοκοβλής
Μία λέξη που θα μπορούσε να χαρακτηρίσει την κατάσταση που βρίσκεται ο αγροτικός κόσμος της χωράς, θα ήταν η απογοήτευση. Απογοήτευση που οφείλεται σε πολλούς και διαχρονικούς λόγους. Η ασκούμενη πολιτική σε συνδυασμό με τις προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η κλιματική κρίση και οι επιδιώξεις του παρασιτικού κεφαλαίου, συνθέτουν τους λόγους που ο πρωτογενής τομέας της χώρας έχει οδηγηθεί σε αδιέξοδο.
Τις τελευταίες δεκαετίες η χωρά έχει κάνει σημαντικά βήματα στον τομέα της τεχνολογίας και των ψηφιακών υπηρεσιών, στον εκσυγχρονισμό του Δημόσιου Τομέα και στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Κομβικό ρόλο στη βελτίωση της γενικής οικονομικής θέσης της χώρας έπαιξαν και οι ευρωπαϊκές ενισχύσεις. Παράλληλα, όμως, ο νευραλγικός τομέας της πρωτογενούς παραγωγής δεν κατάφερε να ακολουθήσει σε αυτή την αναπτυξιακή διαδρομή.
Από το 2010, μετά την κατάρρευση της εθνικής οικονομίας, ο αγροτικός τομέας όχι μόνο παρέμεινε στάσιμος, αλλά παρατηρήθηκε πως όλο και λιγότεροι νέοι τον επιλέγουν ως επαγγελματική διέξοδο. Γεγονός που οφείλεται στα πολύ περιορισμένα περιθώρια δημιουργίας αξιοπρεπούς εισοδήματος.
Ταυτόχρονα, οι ιδιαιτερότητες της ελληνικής περίπτωσης όπως για παράδειγμα, η μορφή της αγροτικής εργασίας, η μεγάλη διασπορά του κλήρου, η δυσκολία της καλλιέργειας σε δυσπρόσιτες ορεινές και νησιώτικες περιοχές και το μικρό μέγεθος των εκμεταλλεύσεων, καθιστούν δύσκολη, χρονοβόρα και μη συμφέρουσα οικονομικά την «επένδυση» στην πρωτογενή παραγωγή.
Η, επί της ουσίας, διάλυση του σημερινού τρόπου παραγωγής, σε συνδυασμό με την κλιματική κρίση και τα συνακόλουθα ακραία φυσικά φαινόμενα, όπως οι ασυνήθιστα υψηλές θερμοκρασίες το καλοκαίρι, οι τεράστιοι όγκοι βροχής το φθινόπωρο και οι μικρότερης διάρκειας χειμώνες, δυσχεραίνουν συνολικά την παραγωγή.
Οι πολυετείς καλλιέργειες, όπως φρούτα και ελιές, έχουν παρουσιάσει χαμηλή παραγωγικότητα και μειωμένη ποιοτική αξία του προϊόντος σε σχέση με το παρελθόν. Τα ειδή μονοετούς καλλιέργειας, όπως βάμβακι και καλαμπόκι, απαιτούν μεγάλες ποσότητες νερού για να καλλιεργηθούν και το ξερικό καλοκαίρι δεν βοηθάει την καλλιέργεια τους. Συνθήκες που οδηγούν σε μείωση του παραγόμενου προϊόντος, που συνεπάγεται αύξηση του κόστους στην παραγωγή.
Δεδομένων των αρνητικών συνθηκών, η κυβερνητική πολιτική αντί να εστιάζει στη στήριξη και ενίσχυση του πρωτογενούς τομέα, μεθοδεύει την εξόντωση των νέων αγροτών και των μεσαίων καλλιεργητών.
Η αύξηση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, πετρελαίου, λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων, ζωοτροφών, σε συνδυασμό με το γενικότερα ασφυκτικό οικονομικό κλίμα, διαμορφώνουν μία εκρηκτική κατάσταση που θα έχει ως άμεσο αποτέλεσμα, όχι μόνο της εξαφάνισης της ελληνικής πρωτογενούς παραγωγής, αλλά θα επηρεάσει δραματικά την εθνική οικονομία και την κοινωνία.
Αν και έχει ακουστεί επανειλημμένως στον δημόσιο διάλογο το τελικό προϊόν και η τιμή που καλείται να πληρώσει ο καταναλωτής, δεν την καρπώνονται οι παραγωγοί, αλλά είναι αποτέλεσμα της αισχροκέρδειας των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων.
Το μεγάλο κόστος αγοράς τροφίμων για τη μέση ελληνική οικογένεια, με το συμπιεσμένο μηνιαίο εισόδημα, οδηγεί αναγκαστικά σε αγορές προϊόντων αμφιβόλου ποιότητας και διατροφικής αξίας.
Οι κινητοποιήσεις και το μεγαλειώδες συλλαλητήριο της Αθήνας απέδειξαν πως ο αγροτικός κόσμος διεκδικεί όχι μόνο την εξασφάλιση ορισμένων μικροδιευκολύνσεων επιδοματικού χαρακτήρα, αλλά αγωνίζεται για την ανασυγκρότηση της πρωτογενούς παραγωγής και για τη στήριξη της εθνικής οικονομίας. Οι αγώνες των αγροτών αφορούν το δίκαιο και βιώσιμο μέλλον της ελληνικής κοινωνίας.