«Η κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει μια συνολική πρόκληση και να δώσει πειστικές απαντήσεις σε όλες τις φωνές αμφισβήτησης που υπάρχουν», σύμφωνα με τον σύμβουλο στρατηγικής και επικοινωνίας, Ηλία Τσαουσάκη. Παράλληλα, όμως «η αντιπολίτευση εξακολουθητικά αδύναμη, δεν μπορεί να εισπράξει τη δυσαρέσκεια που σαφώς καταγράφει η κυβέρνηση σε διάφορους τομείς διακυβέρνησης». Ανοίγει μια μακρά προεκλογική περίοδος, με τα Τέμπη να λειτουργούν σωρευτικά και την ΝΔ να πιέζεται και την αποχή να απειλεί το κομματικό σύστημα.
.
Ένα χρόνο μετά τα Τέμπη, η κοινή γνώμη θεωρεί ότι γίνεται προσπάθεια συγκάλυψης (77%, Alco) και εκφράζει την απαισιοδοξία της για το πώς θα το χειριστεί η εξεταστική επιτροπή της βουλής (74,5%, MRB). Η πολύνεκρη τροχαία σύγκρουση δεν επηρέασε, εν τέλει, τις εθνικές εκλογές. Αλλάζει κάτι;
Φάνηκε εκ του αποτελέσματος ότι εκείνη τη χρονική περίοδο τα Τέμπη δεν επηρέασαν τα εκλογικά ποσοστά. Όμως, αισθάνομαι ότι στον έναν χρόνο που μεσολάβησε, τα Τέμπη λειτουργούν με χρονοκαθυστέρηση ως ένα γεγονός που δημιουργεί πολλά ερωτηματικά, κάτι που πιέζει την κυβέρνηση να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις για το πώς εξελίσσεται η διαδικασία. Πιστεύω ότι τα Τέμπη θα μας απασχολήσουν και το επόμενο διάστημα.
Μπορεί να λειτουργήσει και σαν τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι; Είναι η λίστα Πέτσα, οι υποκλοπές, η ακρίβεια, η Άννα Μισέλ Ασημακοπούλου… Υπάρχει μια συσσώρευση σκανδάλων ή σκανδαλωδών υποθέσεων. Πόσο στρυμωγμένη νιώθει η ΝΔ, αν είναι καθόλου στρυμωγμένη;
Αρχίζει και συγκροτείται ένα κομμάτι αμφισβήτησης για το πώς λειτουργούν πολλά πράγματα. Τα Τέμπη έρχονται να προστεθούν σε άλλες υποθέσεις και αμφισβητήσεις που υπήρχαν στο παρελθόν: για το πώς λειτουργεί η δικαιοσύνη, για το αν η βουλή κάνει σωστά τη δουλειά της, για το πώς λειτουργεί το δημόσιο, για το αν υπάρχει διάθεση από πλευράς της κυβέρνησης να δώσει απαντήσεις. Είναι μια συνολική πρόκληση για την κυβέρνηση να αντιμετωπίσει αυτήν τη κατάσταση και να δώσει πειστικές απαντήσεις σε όλες τις φωνές αμφισβήτησης που υπάρχουν.
Η κυβέρνηση διατείνεται ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε ρυθμούς ταχείας ανάπτυξης και πως θα καταφέρει σύντομα ο κόσμος να χαρεί τους καρπούς που παρήγαγε η πολιτική της. Αυτό το αφήγημα πείθει, χωρίς να είναι και βίωμα;
Βλέπουμε να συγκροτούνται δύο εκ διαμέτρου αντίθετα αφηγήματα. Από τη μια, η κυβέρνηση παρουσιάζει εικόνα ανάπτυξης της μακροοικονομίας και από την άλλη, είναι η πραγματική οικονομία, αυτή που βιώνει καθημερινά μεγάλο μέρος του πληθυσμού που πιέζεται από τον πληθωρισμό. Παντού καταγράφεται η ακρίβεια ως η κυρίαρχη ανησυχία.
Την ίδια ακριβώς συζήτηση κάναμε και πριν τις εθνικές εκλογές, οπότε εκτιμούσαμε ότι ο κόσμος θα ψηφίσει με βάσει τα βιώματά του. Εν τέλει, πολιτικοί επιστήμονες, αναλυτές και δημοσιογράφοι κρίναμε ότι διαβάζαμε λάθος τη συγκυρία και πως ζούμε σε μια κοινωνία χαμηλών προσδοκιών, που ένιωσε ασφάλεια από τη μέριμνα της κυβέρνησης να δίνει επιδόματα. Τότε η ΝΔ πέτυχε το double score.
Ισχύει αυτό που λέτε ότι ένιωσε ασφάλεια από την πολιτική της κυβέρνησης να δίνει επιδόματα. Ιδιαίτερα την περίοδο της πανδημίας που σε μεγάλο βαθμό επηρέασε την προηγούμενη τετραετία. Πριν τις εκλογές λέγαμε ότι η ΝΔ είχε μια συγκεκριμένη πορεία, με καθαρή στρατηγική στόχευση. Ωστόσο, η αντιπολίτευση δεν πρότεινε κάποιο ρεαλιστικό σχέδιο και δεν έπεισε με καμία εναλλακτική. Έτσι κρίθηκε ως αποτελεσματικότερη και καλύτερη η κυβερνητική πολιτική.
Στα ίδια είμαστε και τώρα. Ακόμα δεν έχουμε αντιπολίτευση και μάλιστα είναι σε χειρότερη θέση από πέρσι.
Πράγματι, γι’ αυτό και βλέπουμε ότι η αντιπολίτευση, εξακολουθητικά αδύναμη, δεν μπορεί να εισπράξει τη δυσαρέσκεια που σαφώς καταγράφει η κυβέρνηση σε διάφορους τομείς διακυβέρνησης.
Καταγράφεται πολύ υψηλό ποσοστό αποχής δημοσκοπικά. Τι κινδύνους διατρέχει το πολιτικό σύστημα;
Ένα από τα μεγάλα ερωτηματικά στις επερχόμενες ευρωεκλογές είναι η αποχή. Αν συνεχιστεί αυτή η τάση, η οποία έχει πολιτικά χαρακτηριστικά και ως τέτοια πρέπει να την ερμηνεύσουμε, και όχι ως ένα φυσικό φαινόμενο, νομίζω ότι θα είναι ένα από τα δυσάρεστα σημεία των ευρωεκλογών. Όταν το εκλογικό σώμα συρρικνώνεται πρέπει να ανησυχούμε όλοι. Μάλιστα, δεν ξέρουμε ποια θα είναι η σύνθεση της αποχής. Θα προέρχεται από έναν χώρο; Θα έχει χαρακτηριστικά αποδοκιμασίας προς την κυβέρνηση; Μένει να το δούμε. Πάντως θα είναι ένα από τα κρίσιμα ζητούμενα.
Κάποτε ρωτούσαμε για το «ταβάνι»… Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει φτάσει στο «πάτωμά» του; Σταθεροποιείται από την πτωτική πορεία που καταγράφει από τις εθνικές εκλογές ή κινδυνεύει ακόμα με εξαΰλωση;
Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές συνέχισε την πορεία συρρίκνωσής του. Αυτή τη στιγμή μιλάμε για έναν πολύ μικρότερο ΣΥΡΙΖΑ από την τελευταία φορά που μιλήσαμε στην «Εποχή». Το ερώτημα είναι αν έχει βρει το κατώτατο σημείο του. Μετά το συνέδριο φαίνεται ότι δημιουργήθηκε ένα φρένο στην κάθοδο. Και είναι παράδοξο γιατί τα μηνύματα του συνεδρίου ήταν το λιγότερο αντιφατικά. Μάλιστα, και εδώ είναι το δεύτερο παράδοξο, πιθανότατα η αμφισβήτηση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ να τον ενίσχυσε, δίνοντάς του κάποια πολιτικά χαρακτηριστικά, τα οποία δεν είχε μέχρι τότε.
Το ΠΑΣΟΚ επιδιώκει να είναι εκείνο το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μάλιστα, η ΝΔ έχει αρχίσει να το αντιμετωπίζει ως τέτοιο, με την επίθεση που εξαπέλυσε περί πράσινου ΣΥΡΙΖΑ. Που βρίσκεται;
Μου δίνει την αίσθηση ότι γυρνάει γύρω από την ουρά του εξακολουθητικά. Δεν έχει μια ξεκάθαρη στρατηγική για το επόμενο διάστημα και αυτή που εφαρμόζει τελευταία αισθάνομαι ότι ετεροκαθορίζεται από τον ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα υπάρχει και μια αμφιθυμία στη θέση που παίρνει σε ζητήματα όπως τα μη κρατικά πανεπιστήμια ή τα ομόφυλα ζευγάρια. Με την τελική του απόφαση δυσαρεστεί μέρος του εκλογικού του ακροατηρίου γιατί είναι ένα σώμα με εσωτερικές αντιφάσεις, που δεν του επιτρέπουν να χαράξει μια καθαρή στρατηγική.
Μήπως όμως δεν είναι και ο στόχος του αυτός; Αποφεύγει δηλαδή να χαράξει γραμμή για να μην δυσαρεστεί μέρη του εκλογικού του σώματος;
Ακριβώς, για αυτό παράγει διαρκώς αντιφατικά μηνύματα, τα οποία φαίνεται να πληρώνει. Χρειάζεται διακριτό στίγμα, καθαρές θέσεις και προγραμματικό λόγο κόμματος εξουσίας, για να μπορέσει να εισπράξει δυσαρεστημένους ψηφοφόρους, κάτι που μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να το καταφέρνει.
Και ο ΣΥΡΙΖΑ παράγει αντιφατικά μηνύματα. Μόλις την προηγούμενη βδομάδα παρουσίασε το οικονομικό του πρόγραμμα σε αντίθετη κατεύθυνση με την παράδοσή του.
Θα έλεγα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παράγει χαοτικά μηνύματα και όχι αντιφατικά, καθώς αυτή τη περίοδο μεταλλάσσεται. Αν δηλαδή το χαρακτηριστικό του ΠΑΣΟΚ είναι η αντίφαση, για τον ΣΥΡΙΖΑ αυτή την περίοδο είναι το χάος. Το οικονομικό του πρόγραμμα για παράδειγμα σε καμία περίπτωση δεν έχει αριστερό ή έστω κεντροαριστερό στίγμα. Αντίθετα, θυμίζει περισσότερο κεντροδεξιό κόμμα, με τη λογική των φοροαπαλλαγών. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σε μια διαδικασία μετεξέλιξης, η οποία φαίνεται να αλλάζει σταδιακά το εκλογικό του ακροατήριο. Από τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύεται και επικοινωνεί τα μηνύματά του, συνομιλεί και με κοινά απολιτικά ή με κοινά χωρίς ισχυρές ιδεολογικές καταβολές.
Η έρευνα του Ινστιτούτου ΕΝΑ έδειξε ότι υπάρχει μια αρκετά μεγάλη δεξαμενή ψηφοφόρων στα αριστερά και στην κεντροαριστερά. Αλλά αυτή η δεξαμενή φαίνεται να μην διεκδικείται από τα κόμματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε αποδρομή, το ΚΚΕ συντηρητικοποιείται και η Νέα Αριστερά δεν έχει καταφέρει ακόμα να συγκροτηθεί σε κόμμα. Επιπλέον, τα μικρά κόμματα της Αριστεράς είναι περιχαρακωμένα.
Στο χώρο της Κεντροαριστεράς, δηλαδή από το ΠΑΣΟΚ και αριστερότερα, υπάρχει μια εξαιρετικά μεγάλη ρευστότητα ψήφου, έλλειψη ισχυρής ηγεσίας, έλλειψη προγραμματικού λόγου με αποτέλεσμα παρά πολύς κόσμος να μετεωρίζεται. Αυτό είναι ένα κρίσιμο σημείο, γιατί μπορεί στις εκλογές να μεταφραστεί σε αποχή και να έχουμε έναν αναχωρητισμό του χώρου της Αριστεράς, γιατί δεν μπορεί να βρει έναν λόγο να συμμετέχει στην εκλογική διαδικασία. Ο μόνος λόγος, που όμως δεν αρκεί, θα είναι να σταλεί ένα αντικυβερνητικό μήνυμα…
Δοκιμάστηκε σε πολλές εκλογικές αναμετρήσεις και απέτυχε…
Ακριβώς, δεν θεωρώ επομένως επαρκή αυτή τη στρατηγική. Να τα δούμε αναλυτικά, όπως επιχείρησες με την προηγούμενη ερώτησή σου. Το ΠΑΣΟΚ έχει πρόβλημα στρατηγικής όπως είπαμε και διαρκή αμφιθυμία. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε μια κατάσταση περιδίνησης. Το ΚΚΕ δεν έχει υποδοχείς να εισπράξει την όποια δημοσκοπική άνοδο κατέγραφε το προηγούμενο διάστημα. Είδαμε, για παράδειγμα, στο γάμο των ομόφυλων ζευγαριών ότι αρνήθηκε να συνομιλήσει με ευρύτερα από αυτό κοινά. Επομένως, λειτούργησε η γραμμή της περιχαράκωσης και της καθαρότητας των θέσεων. Η Νέα Αριστερά βρίσκεται σε μια διαδικασία συγκρότησης. Το θετικό είναι ότι παράγει ομοιογενή λόγο. Ωστόσο, αυτή τη στιγμή δεν βλέπω ακόμα τους τρόπους να συνομιλήσει με μεγαλύτερα κοινά.
Το Κέντρο είναι ένας χώρος που διεκδικείται από όλους, από την Κεντροαριστερά, την Αριστερά και τη Δεξιά. Ποιος το προσεγγίζει τελικά;
Έτσι όπως φαίνονται τα πράγματα, ο χώρος του Κέντρου κυριαρχείται από τη ΝΔ. Αυτή είναι η ξεκάθαρη στρατηγική της. Η ΝΔ έχει επιλέξει να καταλάβει το χώρο του Κέντρου και να συμπιέσει το ΠΑΣΟΚ προς τα αριστερά και νομίζω ότι σε μεγάλο βαθμό το πετυχαίνει. Αυτό βέβαια της δημιουργεί ένα πρόβλημα, το ότι έχει διαρροές προς τα δεξιά. Μένει να δούμε πόσο μεγάλες είναι αυτές.
Πράγματι, και μάλιστα η ακροδεξιά έχει μια δυναμική ανόδου που διεκδικεί και την τρίτη θέση στις ευρωεκλογές. Είναι σαφώς μια πανευρωπαϊκή τάση αυτή, αλλά στην Ελλάδα βλέπουμε ότι τα κοινοβουλευτικά ακροδεξιά κόμματα έχουν μια ορμή που δεν είχαν πριν ένα χρόνο. Τι παρατηρείται;
Φαίνεται ότι η ακροδεξιά, πράγματι, θα καταγράψει μεγάλη αύξηση σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Στην Ελλάδα έχουμε το εξής φαινόμενο. Από την πανδημία και ύστερα δημιουργούνται οι συνθήκες για την άνοδο της ακροδεξιάς. Το είχαμε εντοπίσει και προεκλογικά και τώρα αποτυπώνεται ακόμα πιο έντονα. Άλλωστε, έχουμε ήδη μια τριπλή έκφραση αυτής στο κοινοβούλιο με διαφορετικές αποχρώσεις το κάθε κόμμα, αλλά και με μεγάλη συγγένεια μεταξύ τους. Οι Σπαρτιάτες φαίνεται ότι είναι σε μια διαδικασία συρρίκνωσης, γιατί δεν έχουν ηγεσία ούτε κεντρική πολιτική στρατηγική. Ήταν τελικά μια ευκαιριακή ψήφος αντίδρασης η στήριξή τους. Από την άλλη, η Νίκη και το κόμμα του Βελόπουλου υπάρχουν, έχουν ατζέντα και εισροές. Και αυτό είναι και το επικίνδυνο. Γιατί κόμματα που έχουν κάτι να πουν, κερδίζουν. Επομένως, είναι μια ευκαιρία για αυτά τα κόμματα οι ευρωεκλογές.
Αυτά τα ακροδεξιά κόμματα δεν έχουν την επιθετική πολιτική που είχε η Χρυσή Αυγή, η οποία πριν την ποινική της δίωξη είχε μια ευρεία βάση ψηφοφόρων. Πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους;
Ο εξτρεμισμός της Χρυσής Αυγής της δεκαετίας του 2010 δεν εκφράζεται στην παρούσα φάση και αυτό είναι ευχάριστο. Τα χαρακτηριστικά των κομμάτων αυτών είναι άλλα. Η Νίκη είναι ένα κόμμα συνδεδεμένο με εκκλησιαστικούς και παραεκκλησιαστικούς κύκλους, έχει έναν συντηρητικό ευσεβισμό παλαιού τύπου. Και ο Βελόπουλος έχει έναν λόγο λαϊκίστικό ο οποίος σε συγκεκριμένα κοινά είναι ιδιαίτερα θελκτικός. Οι Σπαρτιάτες, οι οποίοι συνδέθηκαν άμεσα με τη Χρυσή Αυγή, δεν κατάφεραν να κρατήσουν. Αποδείχθηκε ένα κόμμα μιας χρήσης, μια προεκλογική συγκόλληση που δεν πέτυχε.