Υπάρχει ένα ομαδικό παιχνίδι που λέγεται «Η νύχτα πέφτει στο Παλέρμο», όπου οι πολλοί αθώοι αναζητούν τους δολοφόνους. Υπάρχει ένας φανερός, τον οποίο ξέρει το καρφί, και ένας κρυφός. Κλείνουν όλοι οι παίκτες τα μάτια, όπως τους προτρέπει ο αφηγητής, τα ανοίγουν μεταξύ τους οι δολοφόνοι και το καρφί να αναγνωριστούν και ύστερα προσπαθούν σε κάθε «μέρα που ξημερώνει» οι δολοφόνοι να σκοτώνουν έναν έναν τους αθώους, μέχρι να μην μείνει κανείς. Εκτός αν με κάποιο τρόπο οι καλοί καταφέρουν να βρουν και να καταψηφίσουν τους κακούς και τότε, «μια καινούργια μέρα ξημερώνει στο Παλέρμο». «Αυτά έχει η πολιτική, ν’ ακούσετε την ομιλία μου» είπε αυτάρεσκα ο πρωθυπουργός προσερχόμενος στην αίθουσα της Ολομέλειας, όταν ρωτήθηκε για τις παραιτήσεις των δύο υπουργών. Και την ακούσαμε. Για να δούμε ότι για τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση πολιτική είναι να κλείσουν με την αφήγηση όλοι τα μάτια, μέχρι να τους εξαλείψει όλους.
Απέναντι σε κάθε κοινή λογική
Η Νέα Δημοκρατία αντιμετώπισε την πρόταση δυσπιστίας σαν ένα χαλίκι στα παπούτσια της. Εφάρμοσε όλες τις τακτικές που έχει στη φαρέτρα της, προκειμένου να μετατρέψει τη διαδικασία αυτή σε μια ευκαιρία συσπείρωσης της κυβέρνησης, της παράταξης και της κομματικής βάσης. Εμφανίστηκε με την εντύπωση ότι μπορεί να κάνει την κοινή γνώμη να την ακούσει, χωρίς να λέει τίποτα. Όμως η κοινωνική δυσαρέσκεια δεν είναι πια απροσδιόριστη αίσθηση, αλλά έχει εμπεδωθεί στην κοινή γνώμη ότι στα Τέμπη γίνεται προσπάθεια συγκάλυψης (77%, Alco). Πλέον, εκφράζεται η μη ικανοποίηση από τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για τη διαλεύκανση της υπόθεσης (70,3%, Opinion Poll). Έχει απωλέσει την εμπιστοσύνη της στη δικαιοσύνη σε σχέση με την απόδοση ποινικών ευθυνών (67%, Alco) και έχει τη βεβαίωση ότι ούτε το δικαστικό ούτε το πολιτικό σύστημα έχουν κινηθεί αποτελεσματικά για την απόδοση ευθυνών (88%, Metron Analysis). Εν τέλει, είναι περίπου κοινό αίσθημα η απαισιοδοξία για την απόδοση ευθυνών (75%, Metron Analysis), με το 62% των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας να περιλαμβάνεται σε αυτό το κλίμα.
Ο Κ. Μητσοτάκης δεν έχει πια μπροστά του ένα κοινό πρόθυμο να ακούσει και να πειστεί, αλλά μια κοινωνία σε εγρήγορση, η οποία νιώθει την τραγωδία των Τεμπών ως ένα θέμα που την αφορά ευθέως (σε αντίθεση με τις υποκλοπές, τα σκάνδαλα των απευθείας αναθέσεων, ακόμα και νομοθετικές πρωτοβουλίες που τη θίγουν άμεσα όπως π.χ. τα απογευματινά χειρουργεία) και απαιτεί απαντήσεις. Η αντιπολίτευση έφερε στη Βουλή αυτές τις φωνές αμφισβήτησης και οργής. Σε αυτό το εμπεδωμένο κλίμα και με τον πρωθυπουργό να είναι πια ένα πρόσωπο που για πρώτη φορά δεν κρίνεται «καταλληλότερος πρωθυπουργός» (Metron Analysis), αλλά επιλέγεται ο «κανένας», ο Κ. Μητσοτάκης ήρθε στη βουλή να πει «σας κοιτώ στα μάτια και σας λέω ότι ουδέποτε δόθηκε καμία εντολή για συγκάλυψη» ή «εγώ σας λέω την αλήθεια και αυτή την αλήθεια δεν μπορεί να την αμφισβητήσετε ό,τι και να λέτε». Κανείς ποτέ δεν γύρισε γιατί ο άλλος είπε απλά κοίτα με στα μάτια, ούτε στη ζωή ούτε στην πολιτική. Χρειάζονται επιχειρήματα, αποδείξεις, πράξεις, δεσμεύσεις. Και ο Κ. Μητσοτάκης δεν είχε τίποτα από αυτά στην Βουλή. Ήταν σαν τα παιδιά στο νηπιαγωγείο που λένε «κυρία δεν το έκανα εγώ. Και η Αννούλα πέταξε το φαΐ της» για τον βαμμένο τοίχο, ενώ στα χέρια έχει ακόμα τα χρώματα. Η ομιλία του πρωθυπουργού δεν ήταν μόνο απέναντι στην κοινή γνώμη, ήταν μακριά και από κάθε κοινή λογική.
Καμία θυσία για τη ΝΔ
Δεν απάντησε σε τίποτα, προσπάθησε δε να εμφανίσει το σιδηρόδρομο ως ένα ολοκληρωμένα ασφαλές μέσο μαζικής μεταφοράς, κατόπιν των Τεμπών, και ότι η τηλεδιοίκηση είναι περίπου πολυτέλεια πανευρωπαϊκά: «στο 88% των ευρωπαϊκών τρένων δεν υπάρχουν αυτά τα συστήματα ασφαλείας. Και τα τρένα δεν τρακάρουν κάθε μέρα ούτε στην Ευρώπη, ούτε προφανώς στην Ελλάδα». Δεν μπόρεσε να αποδομήσει ούτε ένα επιχείρημα περί συγκάλυψης και μάλιστα θεώρησε σημείο αυτοκριτικής ότι «δεν μιλήσαμε όσο θα έπρεπε», με αποτέλεσμα «πάνω σε αυτό το κενό πληροφόρησης φύτρωσαν σταδιακά τα πιο απίθανα σενάρια συνωμοσίας». Στοχοποίησε έτσι όχι μόνο όλη την αντιπολίτευση, αλλά και κάθε πολίτη που δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί η «μονταζιέρα», την οποία αναμετάδωσε και ο πρωθυπουργός ως αποδεικτικό στοιχείο, γιατί το μπάζωμα («όποιος λέει για μπαζώματα είναι για τα μπάζα» είπε ο υπουργός Δικαιοσύνης για να δείξει πως είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για αυτή τη θέση), γιατί η ενεργοποίηση των ευρωπαϊκών αρχών και θεσμών. Και ταυτόχρονα δεν απέδωσε ούτε μια ευθύνη. Υιοθέτησε πλήρως την εξοργιστική τοποθέτηση του πρώην υπουργού Μεταφορών Κ. Αχ. Καραμανλή ότι εκείνος τα έκανε όλα σωστά και ότι όλη αυτή η ιστορία έχει «στόχο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, την κυβέρνηση, την παράταξη της ΝΔ». Θα μετράει για πολύ καιρό στη συνείδηση των πολιτών αυτό το μακρόσυρτο χειροκρότημα σύσσωμης της ΚΟ της ΝΔ προς τον πρώην υπουργό. Το «δεν κρύβομαι πίσω από τη βουλευτική ασυλία» του πρώην υπουργού, συνοδεύτηκε και από τη δευτερεύουσα πρόταση «το θέμα των Τεμπών υπάγεται στο άρθρο 86 του Συντάγματος», δηλαδή κρύβεται πίσω από το νόμο περί ευθύνης υπουργών. Επουδενί, λοιπόν, δεν έχει θέσει εαυτόν στη διάθεση της Δικαιοσύνης. Και επουδενί η κυβέρνηση δεν θυσιάζει ούτε έναν (πόσω μάλλον που φέρει το ιστορικό επίθετο Καραμανλής) για να δημιουργήσει έστω την ψευδαίσθηση της απονομής της δικαιοσύνης. Νομίζει ότι αρκεί να αλλάξει την ατζέντα, ανακοινώνοντας την επόμενη κιόλας μέρα την αύξηση στον κατώτατο μισθό και ελπίζοντας να πάει σε ένα συνέδριο της ΝΔ που θα φέρει την αντιστροφή του κλίματος.
Το Μαξίμου έπεσε
Η Νέα Δημοκρατία πήρε ένα τεράστιο ρίσκο και το έχασε. Στοχοποίησε το ΠΑΣΟΚ και τον Ν. Ανδρουλάκη για διαπλοκή -προσπαθώντας υποσυνείδητα να θυμίσει πως για αυτό ήταν και υπό παρακολούθηση- και είδε το Μαξίμου να καταρρέει σαν χάρτινος πύργος. Είναι το δεύτερο μεγάλο πλήγμα στην καρδιά της ΝΔ -μετά την παραίτηση Δημητριάδη στο σκάνδαλο των υποκλοπών- οι παραιτήσεις των Μπρατάκου και Παπασταύρου. Οι δύο υπουργοί, μετά το δημοσίευμα στο Βήμα, βρέθηκαν στο σπίτι του εκδότη σε μια όχι κοινωνική εκδήλωση σαν να ήταν σε δημόσιο χώρο, όπως προσπάθησε ο Μ. Βορίδης να εμφανίσει, ο οποίος έχει αναλάβει πια επίσημα το ρόλο του συνηγόρου υπεράσπισης της κατηγορούμενης κυβέρνησης, αλλά πίσω από κλειστές πόρτες, την ημέρα που η κυβέρνηση βρέθηκε απολογούμενη για αλλοίωση στοιχείων, ενώ την επόμενη μέρα υπήρξε νέο ρεπορτάζ του Β. Λαμπρόπουλου που έδειχνε ως «μοντέρ» τον (ακόμα να παραιτηθεί;) πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο Παναγιώτη Τερεζάκη. Για να θυμίσουμε τους κανόνες του η Νύχτα πέφτει στο Παλέρμο, είναι σαν το καρφί να βοήθησε τον φανερό δολοφόνο να μην αποκαλυφθεί ο κρυφός δολοφόνος, για να τη γλιτώσουν και οι δύο. Να θυμίσουμε δε ότι ο Π. Τερεζάκης ορίστηκε από την κυβέρνηση μεταβατικά σε αυτή τη θέση δέκα μέρες μετά την τραγωδία.
Ο Κ. Μητσοτάκης δεν αναφέρθηκε σε κανέναν από τους τρεις, άφησε ασχολίαστες τις παραιτήσεις και προσπάθησε να εμφανίσει την αντιπολίτευση σύσσωμη (επιχείρησε με φαιδρό τρόπο να υπονοήσει συμπόρευση των «δύο άκρων») ως συνωμότρια της κυβέρνησης. Ούτε τα αδιανόητα πολιτικά λάθη του Στ. Κασσελάκη (διεθνείς παρατηρητές σε εκλογές και σόου και κοκορομαχία η πρόταση μομφής του ΠΑΣΟΚ) και του Ν. Παππά (συνεννόηση) κατάφεραν να αντιστρέψουν τη συζήτηση, παρότι επιχειρήθηκε από την κυβέρνηση και τα πάντα πρόθυμα ΜΜΕ. Ούτε η ανεκδιήγητη αναφορά σε «νταβατζήδες» και σε «ποιος κυβερνά αυτό τον τόπο» μπόρεσε να ισορροπήσει την αντιπαράθεση. Ο πρωθυπουργός είπε με στόμφο «δεν θα συγκυβερνήσω με κανένα παράκεντρο. Στο τιμόνι του τόπου είναι αυτοί που ψηφίζουν οι πολλοί και όχι οι λίγοι ισχυροί (…) τον τόπο κυβερνά ο κυρίαρχος λαός, δια των εκλεγμένων αντιπροσώπων του και όχι τα φουσκωμένα πορτοφόλια», όταν δύο υπουργοί του κάπνιζαν πούρα και έπιναν ουίσκι με τον Βαγγέλη Μαρινάκη.
Η αντιπολίτευση, για πρώτη φορά, κατάφερε οργανωμένα να θέσει ατζέντα, να υποχρεώσει την κυβέρνηση να απολογηθεί. Δεν είναι προσυνεννόηση και προσπάθεια ανατροπής της κυβέρνησης, αλλά προσπάθεια αντιρροπής της σχεδόν απόλυτης κυριαρχίας. Το σοκ από τα Τέμπη και η έλλειψη πολιτικής πρότασης δεν κατάφεραν στις προηγούμενες εκλογές, δύο μήνες μετά την τραγωδία, να ανατρέψουν την κυβέρνηση. Η αλαζονεία που απέκτησε ότι μπορεί να γλιτώσει από τα πάντα λειτούργησε σαν σαράκι στη βάση της. Τα Τέμπη είναι ακόμα μια ανοιχτή πληγή. Είναι οι φωνές των αθώων που δείχνουν τους δολοφόνους τους. Η νύχτα έχει πέσει στο Παλέρμο, αλλά σαν να χαράσσει μια καινούργια μέρα που θα τους έχει αποκαλύψει όλους τους δολοφόνους, και εκείνους που κρύβονται. Η στρατηγική της ΝΔ είχε ημερομηνία λήξης, την ξεπέρασε κατά πολύ και πλέον δεν μπορεί να σερβίρει σάπια πολιτική.