Στις 31 Μαρτίου, δέκα μόλις μήνες μετά την άνετη νίκη του κυβερνητικού συνασπισμού στις βουλευτικές εκλογές, τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών κατέγραψαν μια σημαντική μεταβολή στα ποσοστά των πολιτικών κομμάτων στην Τουρκία, κατατάσσοντας, για πρώτη φορά μετά από 22 χρόνια, δεύτερο τον κυβερνητικό σχηματισμό και πρώτο το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (CHP), στο σύνολο των ψήφων. Αυτή η τόσο οξεία και σε σύντομο χρονικό διάστημα μεταβολή, αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία αν ιδωθεί μέσα στο ιδιαίτερο πολιτικό πλαίσιο που υφίσταται στην Τουρκία: στην πολύχρονη –ήδη– πολιτική θητεία Ερντογάν, στην τεράστια εξουσία που έχει αποκτήσει για τον εαυτό του και την κυβέρνησή του, την επιρροή που αδιαμφισβήτητα διαθέτει, στο γεγονός ότι εδώ και χρόνια το ΑΚΡ είναι ουσιαστικά ταυτισμένο με το κράτος και τους θεσμούς του, κτλ.

Και όμως, σε πείσμα των διαφόρων μηχανισμών, η δημαρχία χάθηκε και μάλιστα με σχεδόν ταπεινωτικά ποσοστά για τον κυβερνητικό υποψήφιο –και παρά το γεγονός ότι ο τούρκος πρόεδρος επιδίωξε να εμφανίσει τις συγκεκριμένες εκλογές ως προσωπικό στοίχημα ιδιαίτερα στην Κωνσταντινούπολη, καθώς μόνο το τελευταίο 48ωρο πριν από τις εκλογές οργάνωσε έξι προεκλογικές συγκεντρώσεις, όλες στην πόλη που αποτέλεσε το εφαλτήριο για την πολιτική του καριέρα. Πιθανότατα αυτή η προσωπική προβολή, που συνιστά πεπατημένη για τον τούρκο πρόεδρο και τον έχει εδραιώσει στη συνείδηση του κόσμου εντός και εκτός Τουρκίας ως χαρισματικό και επικοινωνιακό, αυτή τη φορά φάνηκε πως αποτέλεσε βασικό λόγο για το κακό αποτέλεσμα.

 

Ψήφος διαμαρτυρίας κατά της κυβέρνησης

 

Μια τάση που ξεκίνησε στις αυτοδιοικητικές εκλογές του 2019, όταν το CHP πήρε από το ΑΚΡ τους δήμους Κωνσταντινούπολης, Άγκυρας, Μερσίνας, Αδάνων και Αττάλειας, διευρύνθηκε τώρα σε μαζική ψήφο διαμαρτυρίας προς την κυβέρνηση, μια διαμαρτυρία που για πρώτη φορά εκφράστηκε σε απώλεια της πρωτιάς σε εθνικό επίπεδο για την κυβέρνηση και σηματοδότησε, σύμφωνα με τα λεγόμενα του ίδιου του Ερντογάν, όχι μόνο μια «καμπή» –προσωρινή δηλαδή κατάσταση, όπως θέλει να την αναγνώσει ο ίδιος– αλλά και μια «απώλεια αίματος και ψυχής». Οι δήμοι που χάθηκαν αυτή τη φορά για την κυβέρνηση συγκεντρώνουν περίπου το 65% της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας, επομένως μπορεί με ασφάλεια να ισχυριστεί κανείς ότι ο απλός κόσμος της εργασίας έδειξε έτσι την αγανάκτησή του για τη φοβερή ακρίβεια, τους χαμηλούς μισθούς και τον πληθωρισμό του 68,5%. Μην ξεχνάμε ότι μεταξύ των δυο αυτοδιοικητικών εκλογών παρεμβλήθηκαν οι εθνικές εκλογές και οι προεκλογικές εξαγγελίες του προέδρου, πολλές από τις οποίες δεν μπόρεσε –ή δεν θέλησε– να πραγματοποιήσει. Στο ίδιο μήκος κύματος με τους πολλούς εργαζόμενους του βασικού μισθού και οι 15 περίπου εκατομμύρια συνταξιούχοι στη χώρα, που δεν μπορούν να ζήσουν με τις συντάξεις που λαμβάνουν και ένιωσαν ότι εξαπατήθηκαν από τις προεδρικές υποσχέσεις. Έχει σημασία επίσης ότι για πρώτη φορά στην Τουρκία παρατηρήθηκε και σημαντικό ποσοστό αποχής, και δη αποχής από συνταξιούχους και ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας, που παραδοσιακά και δεν απείχαν των εκλογών και στήριζαν συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις.

 

Ξεκίνησαν ήδη οι διωγμοί

 

Ακόμη και η διάλυση του κομματικού συνασπισμού της αντιπολίτευσης πριν τις αυτοδιοικητικές εκλογές φαίνεται να λειτούργησε αρνητικά για την κυβέρνηση, καθώς οι συντηρητικοί και δεξιοί ψηφοφόροι έμειναν ελεύθεροι να διαφοροποιηθούν και να ψηφίσουν το Καλό Κόμμα (Iyi Parti), αλλά και το ισλαμιστικό «Νέο Κόμμα Ευημερίας» (YRP) του Φατίχ Ερμπακάν, γιου του ιστορικού ηγέτη του τουρκικού πολιτικού Ισλάμ, Νετζμετίν Ερμπακάν. Ενώ, από την άλλη πλευρά, η φιλοκουρδική παράταξη DEP, αναγκαστική μετεξέλιξη –μετά από ποικίλες διώξεις– του φιλοκουρδικού HDP υποστήριξε δικούς της υποψηφίους, που οδήγησαν σε αύξηση των ποσοστών του χώρου και στη συνακόλουθη αύξηση των δημαρχιών στις κουρδικές περιοχές στα νοτιοανατολικά της χώρας. Κατά την προσφιλή συνήθεια της κυβέρνησης, ήδη ξεκίνησαν οι αποκλεισμοί δημάρχων του DEP –με διάφορα νομικά προσχήματα– με πρώτο τον Αμπντουλάχ Ζεϊντάν της πόλης Βαν και τον διορισμό στη θέση του υποψηφίου του ΑΚΡ. Σύμφωνα με ανακοίνωση του DEM, πέντε λεπτά πριν από τη λήξη του ωραρίου εργασίας την Παρασκευή 29 Μαρτίου, το υπουργείο Δικαιοσύνης, με διοικητική απόφαση και με μια επιστολή, υπέβαλε ένσταση εναντίον του δικαιώματος εκλογής του Ζεϊντάν προς όφελος του ανθυποψηφίου του από το ΑΚΡ, που εξελέγη δεύτερος με 30 μονάδες διαφορά. Απ’ ό,τι φαίνεται η περίπτωση του Βαν δεν θα είναι η μοναδική στην οποία θα επιχειρηθούν ή επιχειρούνται τέτοιου τύπου κυβερνητικές επεμβάσεις. Η παρουσία και εκλογική καταγραφή, ωστόσο, έστω και μετ’ εμποδίων, του προοδευτικού κουρδικού στοιχείου το καθιστά σταθερό ρυθμιστικό παράγοντα της πολιτικής ζωής στη χώρα.

 

Προάγγελος εξελίξεων;

 

Το CHP, ακόμη και μέσα από τη διαλυτική και ανασυνθετική διαδικασία που αποτέλεσαν οι εθνικές εκλογές δέκα μήνες πριν και τώρα οι αυτοδιοικητικές εκλογές, μπήκε –με όλες τις αγκυλώσεις και τα προβλήματά του– σε μια νέα περίοδο. Ουσιαστικά είναι σαν τα οξυμένα κοινωνικά προβλήματα να πιέζουν, και να επιταχύνουν σε ένα βαθμό, και τις πολιτικές εξελίξεις μέσα στο κόμμα, ιδιαίτερα μετά την αποχώρηση Κιλιτσντάρογλου. Ο Εκρέμ Ιμάμογλου φάνηκε ότι μπορεί να αποτελέσει ικανό αντίπαλο για τον πρόεδρο Ερντογάν και έτσι να οδηγήσει την Τουρκία αν όχι σε μια πιο συμμετοχική μορφή εξουσίας, τουλάχιστο σε μια μετά-Ερντογάν εποχή. Έχει σημασία εδώ να σημειωθεί ότι η επιλογή από την πλευρά Ερντογάν του τεχνοκράτη Κουρούμ για τη δημαρχία της Κωνσταντινούπολης, και η προβολή κυρίως του δικού του πολιτικού λόγου κατά τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα, κατέδειξε ότι πιθανόν ο ίδιος δεν είναι έτοιμος να χρίσει κάποιο διάδοχό του, τουναντίον. Και πάνω ακριβώς σε αυτή τη βάση, την προσωπική και ταυτόχρονα πολιτική, έλαβε και την απορριπτική απάντηση των πολιτών. Αν ο Ερντογάν προσπάθησε να δηλώσει ότι «η πολιτική είμαι εγώ», παραφράζοντας το Λουδοβίκο ΙΔ΄, τότε οι τούρκοι πολίτες σε μια σημαντική πλειοψηφία δήλωσαν ότι η πολιτική αυτή απορρίπτεται, τουλάχιστο προς το παρόν, και πάντα μέσα στο κάπως πιο χαλαρό πλαίσιο της κάλπης των αυτοδιοικητικών εκλογών.

Η «καμπή», λοιπόν, για την οποία μίλησε ο ίδιος μετά τα αποτελέσματα είναι εξαιρετικά σημαντική –μπορεί κάλλιστα να μην είναι προσωρινή– και μπορεί να γίνει προάγγελος σημαντικών πολιτικών εξελίξεων. Βέβαια εθνικές εκλογές προβλέπονται το 2028 και αυτό δίνει άπλετο χρόνο σε όλες τις πλευρές να μπορέσουν να ανασυνταχθούν, κυρίως όμως στον χαμένο σε αυτόν τον γύρο κυβερνητικό συνασπισμό και στον πρόεδρό του, που κρίνει εύλογα και μάλλον εξ ιδίων ότι «η Τουρκία έχει μπροστά της πάνω από τέσσερα χρόνια» ως τις επόμενες εκλογές, «τα οποία αξίζουν όσο ένας θησαυρός».

 

Έλενα Μπουλετή H E. Mπουλετή είναι ιστορικός – διδάκτορας Παντείου Πανεπιστημίου Περισσότερα Άρθρα
Πρόσφατα άρθρα ( Διεθνή )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet