Η έρευνα του ΕΝΑ για το «αριστερό ημισφαίριο», την οποία παρουσιάσαμε εκτενώς σε προηγούμενα φύλλα της Εποχής, ανέδειξε ένα μείζον ερώτημα: Αφού υπάρχουν αριστερόστροφες ιδέες στην ελληνική κοινωνία, γιατί τα κόμματα της (κεντρο-)Αριστεράς αδυνατούν να τις εκφράσουν; Μήπως δεν είναι αρκούντως αριστερά; Ή μήπως δεν είναι αρκούντως κεντροαριστερά; Φυσικά, η οποιαδήποτε απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα θα ήταν μερική, καθώς οι αιτίες είναι πολλές. Αναμφίβολα, το ταυτοτικό στίγμα είναι σημαντικό, όπως και οι ιδεολογικές αναφορές. Το ΠΑΣΟΚ εδώ και πολλά χρόνια αδυνατεί να βρει την πολιτική ταυτότητά του, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θολώνει εσκεμμένα όλο και περισσότερο τη δική του. Αμφότεροι πληρώνουν το τίμημα. Η δε Νέα Αριστερά έθεσε ως πρωταρχικό της στόχο να επαναφέρει τον χώρο της καθ’ ημάς Αριστεράς στην ιδεολογική του κοίτη και να επανεπιβεβαιώσει την ταυτότητα του αριστερού κόμματος. Οι ταυτότητες όμως δεν φτάνουν.

 

Η συναισθηματική ταύτιση

 

Όπως έχει τονίσει εδώ και χρόνια ο Γιάννης Σταυρακάκης στο βιβλίο του Η Λακανική Αριστερά (Σαββάλας, 2012), καταστατικές στην πολιτική δεν είναι οι ταυτότητες, αλλά οι ταυτίσεις, λόγω της συναισθηματικής τους διάστασης και δύναμης. Στο θέμα αυτό επέστρεψε η Σαντάλ Μουφ στο καινούργιο της βιβλίο, Προς μια πράσινη δημοκρατική επανάσταση (Εκκρεμές, 2024), όπου ορθώς ισχυρίζεται ότι η ρασιοναλιστική Αριστερά αρέσκεται στη διατύπωση ορθολογικών επιχειρημάτων και προγραμμάτων, υποτιμώντας την προσφυγή στα συναισθήματα, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να μην μπορούν εύκολα να ταυτιστούν, επειδή δεν αναγνωρίζουν τις απογοητεύσεις τους και τα προβλήματά τους. Φαίνεται πως τα κυρίαρχα συναισθήματα του θυμού και του φόβου μπορεί πλέον να τα εκφράσει καλύτερα η Άκρα Δεξιά. Η συνήθης αντιμετώπιση αυτής της συνθήκης από τα κόμματα της Αριστεράς είναι η ηθική καταδίκη αυτής της προσπάθειας εκμετάλλευσης των συναισθημάτων, χωρίς συνείδηση ότι α) τα συναισθήματα αυτά δεν είναι δυνατόν να εξαφανιστούν και β) οι περιπτώσεις ανόδου της Αριστεράς στηρίχθηκε σε παρόμοιες προσπάθειες. Στο πλαίσιο αυτό, η Μουφ, αφού υπενθυμίσει ότι ο Ντυρκέμ είχε επισημάνει το μηχανισμό μετατροπής του θυμού σε ελπίδα στην αυγή του σοσιαλιστικού κινήματος, ότι ο Ερνστ Μπλοχ είχε υπογραμμίσει ότι στο γερμανικό μεσοπόλεμο οι μαρξιστές υποτιμούσαν τα συναισθήματα ανασφάλειας και ανάγκης για κοινότητα σε αντίθεση με τους φασίστες, καθώς και τον αφορισμό του Σπινόζα ότι η επήρεια ενός ισχυρού συναισθήματος μπορεί να υπερκεραστεί μόνο από ένα δυνατότερο συναίσθημα, καταλήγει: «Είναι βέβαιο ότι οι αριστερές δυνάμεις, καθώς δεν μπορούν να καταφύγουν στις δημαγωγικές τεχνικές που χρησιμοποιούν οι αντίπαλοί τους, δεν είναι εύκολο να αντιμετωπίσουν την πρόκληση που αντιπροσωπεύει η άνοδος των ακροδεξιών κινημάτων. Υποστηρίζω όμως ότι η άρνησή τους να αναγνωρίσουν την κεντρική θέση που κατέχουν τα πάθη στην πολιτική, και η επιμονή τους να βασίζονται μόνο σε ορθολογικά επιχειρήματα, βρίσκεται στον πυρήνα της ανικανότητάς τους να σχεδιάσουν μια επιτυχημένη απάντηση στη δεξιά λαϊκιστική επίθεση».

Στο πλαίσιο αυτό, καθίσταται σαφές ότι οι περισσότεροι εργαζόμενοι/ες αυτής της χώρας θα αδυνατούσαν να ταυτιστούν με ένα κόμμα που στερείται λαϊκότητας, δίνει έμφαση στην τεχνοκρατική επάρκεια και εκφράζεται με στιλιζαρισμένο ύφος σοβαρού μορφωμένου. Φυσικά, αυτό υπηρετεί το αίτημα της ανάκτησης της αξιοπιστίας και της ταύτισης ενός στενού πυρήνα αριστερών. Ταυτόχρονα, όμως, απεμπολεί την ανάγκη δημιουργίας συναισθηματικών ταυτίσεων με μεγάλα κοινωνικά στρώματα που αγωνιούν.

 

Η κατασκευή του ήρωα

 

Μια ιδιαίτερα κρίσιμη πτυχή του ζητήματος είναι η κατασκευή χαρισματικών ηγετών ή ηρώων. Θα αποφύγω να μιλήσω για τους πρώτους, αφενός, γιατί πλέον η έννοια χρησιμοποιείται χωρίς κανένα κριτήριο για κάθε έναν πολιτικό που πετυχαίνει έστω και προσωρινά και, αφετέρου, γιατί τα ΜΜΕ έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην κατασκευή χαρισματικών ηγετών (δεν αναφέρομαι καν στην κακοποίηση της βεμπεριανής καταγωγής της έννοιας του χαρίσματος). Εδώ θέλω να σταθώ στο συναισθηματικό υπόστρωμα που μπορεί να κάνει τη μιντιακή ταμπέλα «χαρισματικός ηγέτης» πιστευτή. Γι’ αυτό θα σταθώ στην έννοια του «ήρωα», όπως την έχει αναλύσει ο Boris Cyrulnik στο έργο του Η γέννηση του ήρωα (Κέλευθος, 2018). Όπως σημειώνει ο εβραιογάλλος ψυχίατρος, ο ήρωας είναι ένας άνθρωπος του λαού, ένας «εκδικητής της μετριότητάς μας» (όπως έλεγε και ο Ουμπέρτο Έκο), κάποιος που δίνει αφηγηματική μορφή στην ανάγκη μας να μη νιώθουμε πια αδύναμοι και ταπεινωμένοι, κάποιος στη ζωή του οποίου βλέπουμε τις προσδοκίες μας πραγματοποιημένες, κάποιος που μας υπόσχεται μια εποποιία, μεταμορφώνοντας τη δυστυχία μας σε μεθυστικό θρίαμβο. Συνακόλουθα, «οι ήρωες αναπτύσσονται μέσα στο πολιτισμικό χάος και τις ‘ερήμους νοήματος’. Από τη στιγμή που η πολιτισμική κατάρρευση έχει μηδενίσει τα πάντα, καταργώντας τη μνήμη, τις αφηγήσεις και τα όνειρα για το μέλλον, πώς είναι δυνατό να νοηματοδοτηθούν οι καθημερινές προσπάθειες;» Και αυτό αφορά τόσο αυτούς που πλήττονται από τη φτωχοποίηση όσο και αυτούς που δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους.

Σε αυτό το πλαίσιο, η συναισθηματική ταύτιση με ηρωικές μορφές είναι μια διέξοδος που αφορά όλο και περισσότερο κόσμο. Ο Κασσελάκης προσπαθεί να ανταποκριθεί στη ζήτηση («Αν υποφέρετε από φτώχεια σε μια εμπορευματοποιημένη κοινωνία, θα σωθείτε με την ιστορία ενός μετανάστη που πλούτισε», μας λέει ο Cyrulnik). Το ίδιο και ο Βελόπουλος. Ο Ανδρουλάκης αδυνατεί και να το επιχειρήσει. Η Νέα Αριστερά απέχει στρατηγικά από μια τέτοια προσπάθεια. Ο Μητσοτάκης πλασάρεται ως υπεράνθρωπος, όχι ως ήρωας. Ως κάποιος που κυριαρχεί, όχι που σώζει. Η εκλογική απήχησή τους, όμως, είναι πολύ πιθανό ότι θα απηχεί, μεταξύ άλλων, την ικανότητά τους να ανταποκριθούν στην εν λόγω συναισθηματική ζήτηση.

 

Δημήτρης Παπανικολόπουλος Ο Δημήτρης Παπανικολόπουλος είναι διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet