Η Μακρόνησος τρύπωσε μέσα μας, απ’ τα πολύ παιδικά μας χρόνια, ενσωματώνοντας πολλές αλλά άπιαστες έννοιες, έτσι που μόνο το άκουσμά της, προκαλούσε εκφραστικές μυϊκές συσπάσεις. Είναι αυτό ακριβώς που την κάνει ξεχωριστή κι απροσδιόριστη. Είναι νησί, αλλά μαζί πόνος, προσμονή, ελπίδα, απελπισία, ακόμα και χαρά. «Αύριο θα φάμε στης Λούλας, γύρισε ο Βασίλης…»

Ποιος δεν είχε κάποιον εκεί; Περί τις 100.000 ψυχές, «φιλοξένησε» ο Σκαλούμπακας. Μοιράστε τις 100.000 σε ελληνικές οικογένειες… Όλο και κάποιον δικόν σας θα βρείτε... σκαπανέα ή εξόριστο.

Οι νικητές του εμφυλίου, με τον πιο σκληρό και απάνθρωπο τρόπο πρωτοτύπησαν κι έκαναν αυτό που σε κανένα μέρος του κόσμου δεν είχε συμβεί. Δεν τιμώρησαν εγκληματίες, δεν εκτόπισαν επικίνδυνους αντικαθεστωτικούς, αλλά δημιούργησαν το «υπέροχο σχολείο εθνικής μετανοίας και αναβαπτίσεως των ασώτων υιών της Ελλάδος», τον «Νέο Παρθενώνα», όπου ξεπερνώντας κάθε όριο λογικής και ανθρώπινης ανθεκτικότητας, επέβαλαν συνειδησιακή μετάλλαξη. Στόχος, η περίφημη δήλωση μετανοίας.

Η υλοποίηση αυτού του εφιαλτικού σεναρίου, προκάλεσε τον διεθνή αποτροπιασμό για τις μετέπειτα κυβερνήσεις της Δεξιάς, που έσπευσαν να εξαφανίσουν τα κτιριακά τεκμήρια του εγκλήματος, με άτυπες εργολαβίες κατεδαφίσεως, μέχρι που η Μελίνα, με απόφασή της, δήλωσε το νησί «προστατευόμενο», ως μνημείο του εμφυλίου.

Η ιδέα του δικτύου Σκέψη & Δράση – Αριστερά  να τελέσει μνημόσυνο στον μαρτυρικό τόπο, έγινε δεκτή από φίλους και συντρόφους με ενθουσιασμό. Αποφασίστηκε η Κυριακή 21η Απριλίου, μαύρη επέτειος, μέρα γεμάτη συμβολισμούς.

 

 

Δύσκολα

 

Ανεβήκαμε τον τσιμεντένιο δρόμο, από τον ντόκο προς το διοικητήριο, κάνοντας τα ίδια πατήματα με τους γονείς, τους συγγενείς και φίλους μας, που αρκετά χρόνια πριν, έκαναν την ίδια διαδρομή, προσπαθώντας να προφυλαχτούν απ’ τις βουρδουλίες του καλωσορίσματος, των παρατεταγμένων ένθεν κακείθεν του δρόμου, Αλφαμιτών.

Σταθήκαμε μπροστά στους αρτοκλιβάνους.

Από τη μια μεριά τα πλατό των ΕΤΟ, το ηρώο, το διοικητήριο, το θέατρο και περί τα τρία χιλιόμετρα, ίσα που πάει ο χωματόδρομος, στα βορεινά, ο οικισμός των πολιτικών κρατούμενων. Απ’ την άλλη μεριά, στο νότιο άκρο του νησιού, γύρω στα 5 χιλιόμετρα δρόμο, κοντά στον Άγιο Αντρέα, βρίσκονται οι στρατιωτικές φυλακές, που λειτούργησαν μέχρι το 1958, δηλαδή και μετά το 1955, οπότε διαλύθηκε ο Οργανισμός Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου. Απ’ ότι μας είπαν,  το κτίριο έχει καταρρεύσει, σχεδόν ολοκληρωτικά.

Κοιτάζοντας λίγο πιο ψηλά στο λόφο, πάνω από τους αρτοκλιβάνους, φαίνεται η εκκλησία του Αγίου Αντωνίου και στην ίδια, νότια κατεύθυνση, προς τη θάλασσα,  το μπρούτζινο άγαλμα του «Δεσμώτη Μακρονησιώτη», έργο του αρχιτέκτονα Γρηγόρη Ριζόπουλου.

Η απειλή του αέρα που δυνάμωνε και δεν άφηνε περιθώρια καθυστέρησης για την επιστροφή μας στο Λαύριο και τα σχετικά δύσβατα, κουραστικά, γεμάτα φρύγανα μονοπάτια, μάς υποχρέωσαν να κάνουμε πρώτα το μνημόσυνο, που ήταν βέβαια η κύρια αιτία της επίσκεψής μας και μετά να περιηγηθούμε, με την ησυχία μας, στους διάφορους χώρους.

Ο Αριστείδης, συγκινημένος καταθέτει το δάφνινο στεφάνι και επιχειρεί να πει δυο λόγια. Δύσκολα… Δεν τούρχονται λέξεις. Δάκρυα τούρχονται. Έτσι είναι οι κομμουνιστές.  

 

 

Υπόκλιση

 

Ο Νίκος, πιο ψύχραιμος, καταφέρνει να πει περισσότερα για το θανατονήσι και τους συμβολισμούς του.

Ο Τάκης, αναλαμβάνει να μας πει για την περίοδο του 1922, που το νησί λειτούργησε ως λοιμοκαθαρτήριο των Ποντίων. Δεν ξέρω καν αν είναι Πόντιος, αλλά τάπε καλά.

Στο άκουσμα των ποιημάτων «Αλέξης» του Ρίτσου και «Το βιβλίο» του Αλεξάνδρου, που απήγγειλε η ηθοποιός Πίτσα Κάτσικα, τα μάτια δάκρυσαν και τα κεφάλια υποκλίθηκαν.

Ενός λεπτού σιγή και όλοι μαζί με διάχυτη συγκίνηση … «επέσατε θύματα αδέρφια εσείς…».

Στον Άγιο Αντώνιο, σταθήκαμε στο ασκεπές μέρος της εκκλησίας, εκεί ακριβώς που παρατάσσονταν, χειμώνα - καλοκαίρι, προς εκκλησιασμό τα ΕΤΟ κι οι κρατούμενοι. Βασιλική βυζαντινή, με στεγασμένο μόνο το ιερό, τόχτισαν  κρατούμενοι, με σχέδια του καλαματιανού αρχιτέκτονα Ηλία Σκουρμπέλου.

Τα πλατό των τριών ΕΤΟ, είναι σχεδόν καλυμμένα από θάμνους και μόνον το μπροστινό μέρος του Α’ ΕΤΟ με τα υπέροχα βοτσαλωτά ψηφιδωτά, φαίνεται να μην έχει υποστεί μεγάλες φθορές.

Στο θέατρο, στις μπροστινές κερκίδες, ένα πεύκο που έχει φυτρώσει,  έχει θεριέψει και κρύβει τη θέα προς τη σκηνή.

Καθίσαμε κάμποσο να ξεκουραστούμε, έχοντας στραμμένο το βλέμμα στη σκηνή, εκεί που απήγγειλαν, τραγούδησαν, έπαιξαν και δίδαξαν,  οι  Κούνδουρος, Βέγγος, Κατράκης, Ρίτσος, Λειβαδίτης, Λουντέμης, Θεοδωράκης, Μπιθικώτσης, Μίσσιος, Παίζη, Καρούζος και άλλοι.

Η ώρα πέρασε, ο καιρός δυνάμωσε, ώρα να γυρίσουμε, Μπαίνουμε στο καραβάκι της επιστροφής και ρίχνουμε τις τελευταίες ματιές, εκεί που αφήσαμε κομμάτι απ’ τη καρδιά μας.

Πάμε Γιάννη, σήμερα γινήκαμε πιο σύντροφοι, σύντροφε…

 

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2025 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet