Ο Βασίλης Κωστάκης δίνει τη δική του οπτική για το ποδόσφαιρο και την κοινωνία
 
«Όπως προσπαθεί να δείξει το βιβλίο μέσω παραδειγμάτων, στο ποδόσφαιρο μπορούμε να προβάρουμε μονοπάτια προς έναν άλλον κόσμο. Συνεπώς αν καταφέρουμε να αλλάξουμε το ποδόσφαιρο σημαίνει ότι θα έχουμε καταφέρει να αλλάξουμε και την κοινωνία». Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στον Βασίλη Κωστάκη, συγγραφέα του βιβλίου «Αλλάζοντας τον κόσμο με μια μπάλα» (εκδόσεις Διόπτρα) και μέλους της συλλογικότητας AnotherFootball.org ο οποίος μίλησε στην «Εποχή».
 


Πώς προέκυψε η ιδέα να γράψεις το βιβλίο;
Η «κανονική́» μου δουλειά́ είναι καθηγητής πανεπιστημίου. Μελετώ την κοινωνική αλλαγή με σκοπό την αντιμετώπιση των οικονομικών ανισοτήτων και της οικολογικής καταστροφής. Διδάσκω και γράφω άρθρα και βιβλία που ελάχιστοι άνθρωποι διαβάζουν. Δυστυχώς, εμείς οι ακαδημαϊκοί, συχνά εγκλωβιζόμαστε σε μια φούσκα αποκομμένη από τη βάση της κοινωνίας. Η ιδέα να γράψω το βιβλίο αυτό προέκυψε από την ανάγκη μου να επικοινωνήσω με το ευρύ κοινό. Και το ποδόσφαιρο, μια αθλητική εμπειρία με τεράστια απήχηση, είναι εξαιρετικό όχημα για να αφηγηθεί κάποιος πως μπορεί να αλλάξει ο κόσμος.

Έχεις παίξει ποδόσφαιρο σε ερασιτεχνικά σωματεία. Γιατί το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο στην Ελλάδα είναι βαλτωμένο;
Τι δεν είναι βαλτωμένο στη χώρα μας για να μην είναι το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο; Δεν είμαι ειδικός επί της κοινωνιολογίας και της ιστορίας του ποδοσφαίρου και δεν μπορώ να απαντήσω. Ωστόσο, αυτό που ξέρω είναι ότι μέσα στον βάλτο, υπάρχουν αρκετά εγχειρήματα (από αυτοοργανωμένα σωματεία μέχρι συλλογικότητες, όπως το Humba!) που προσπαθούν να δημιουργήσουν το ποδόσφαιρο (και τον κόσμο) που θέλουν, μέσα στο ποδόσφαιρο (και τον κόσμο) που θέλουν να ξεπεράσουνε.

Σήμερα που δεν υπάρχουν αλάνες, τουλάχιστον στις μεγάλες πόλεις, και το ποδόσφαιρο για τα παιδιά έχει γίνει εμπόρευμα, πώς θα τα μάθουμε ποδόσφαιρο;
Ποδόσφαιρο τα παιδιά κάπως θα μάθουν. Το θέμα είναι να μάθουν το ποδόσφαιρο της αλλαγής. Ένα ποδόσφαιρο που δεν θα στηρίζει μια κοινωνία που καταρρέει, αλλά ένα ποδόσφαιρο που δύναται να την αλλάξει. Το ποδόσφαιρο μπορεί να δημιουργήσει στιγμές, κλεφτές ματιές προς έναν κόσμο συνεργασίας, αλληλεγγύης και προσήλωσης στα απλά πράγματα που κάνουν τους ανθρώπους αληθινά χαρούμενους. Οι προπονητές/τριες, οι σύλλογοι και οι ομοσπονδίες πρέπει να δουν πέρα από τα «αντικειμενικά» και ποσοτικοποιημένα κριτήρια των τυπικών προπονητικών προγραμμάτων. Πέρα από τους αριθμούς και τα στατιστικά. Πρέπει να βάλουν στα προγράμματα και στη φιλοσοφία τους την ουσιαστική αποδοχή, τον κριτικό διάλογο, την αλληλεγγύη και την ειλικρίνεια. Πρέπει να θυμηθούμε όλες και όλοι γιατί πρωτοπαίξαμε ποδόσφαιρο. Να αναζητήσουμε ξανά και ξανά αυτό το συναίσθημα. Να αναλογιστούμε, τι τελικά θυμόμαστε από τους αγώνες που παίξαμε και παρακολουθήσαμε; Τα ποσοστά; Τους πρώτους σκόρερ; Τα γυαλιστερά παπούτσια και τα κοκαλωμένα από το τζελ μαλλια των παικτών; Ή μήπως θυμόμαστε ένα συναίσθημα που είχε αξία για εμάς, διότι τομοιραστήκαμε με άλλους ανθρώπους; Διότι το βιώσαμε και το χτίσαμε από κοινού;

 

Ποια ποδοσφαιρική σχολή σ’ αρέσει;
Αντιλαμβάνομαι το ποδόσφαιρο ως μία μορφή τέχνης. Για να εξηγήσω περαιτέρω θα καταφύγω στον Βραζιλιάνο Σόκρατες, κάτι που κάνω και στο βιβλίο. Για τον Σόκρατες, κάθε μορφή τέχνης είναι έκφραση μιας συγκεκριμένης κουλτούρας. Υπάρχουν διαφορές στο πώς, για παράδειγμα, μια γερμανική ομάδα και μια βραζιλιάνικη ομάδα αυτοεκφράζονται. Ακόμη και σήμερα, με τόσο έντονη επικοινωνία και διασύνδεση, υπάρχουν διαφορές διότι είμαστε όντα με διαφορετικά χαρακτηριστικά και με ξεχωριστές αντιλήψεις για τον κόσμο. Οπότε σε κάθε σχολή ποδοσφαίρου, όπως και σε κάθε σχολή τέχνης, βρίσκω κάποια στοιχεία που με εκφράζουν, καθώς και κάποια που με ξενίζουν. Ίσως προκρίνω την ολλανδική σχολή ποδοσφαίρου λόγω της προσωπικής τριβής που είχα μέσω του αδερφού μου, ο οποίος συμμετείχε στις ακαδημίες του Άγιαξ και έπαιξε συνολικά τέσσερα χρόνια στην Ολλανδία. Εκεί είδα να ενισχύουν ενεργά την ελευθερία έκφρασης των νεαρών ποδοσφαιριστών/τριών, ιδιαίτερα στο επιθετικό κομμάτι του παιχνιδιού. Το τελευταίο στοιχείο μάλιστα έχει ενδιαφέρον γιατί έρχεται σε αντίθεση με την «καλβινιστική» κουλτούρα που επικρατεί στις υπόλοιπες εκφάνσεις της ολλανδικής κοινωνίας. 

Πόσο ισχύει η ρήση του Καμύ: «Όσα γνωρίζω για την ηθική τα έμαθα σε ποδοσφαιρικά γήπεδα και θεατρικές σκηνές»;
Το ποδόσφαιρο, ένα δράμα όπου οι άνθρωποι χορεύουν και μάχονται γύρω από μια περιφερόμενη μπάλα, έκανε τα πνευμόνια του Καμύ να φουσκώνουν με ζωή. Πάνω στην έξαψη και το πάθος του αγώνα το ποδόσφαιρο μπορεί να μας μάθει την αλληλεγγύη, την ομαδικότητα, τη μη παραίτηση μπροστά στη ματαιότητα. Να ανακαλύψουμε πτυχές του εαυτού μας που αγνοούμε και πρέπει να δαμάσουμε. Όπως η μανία για εκδίκηση, ο εγωισμός, η ζήλια. Η ζωή είναι παράλογη. Ας παίξουμε λίγο μπάλα!

Με ποιον ποδοσφαιριστή θα ήθελες να παρακολουθήσεις ένα ματς;
Με αυτόν που το πιο όμορφο του γκολ, σύμφωνα με δήλωσή του, ήταν μια πάσα. Αναφέρομαι στον Ερίκ Καντονά.

 

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet