Sebastian Barry «Τον καιρό του Θεού», μετάφραση: Άγγελος Αγγελίδης - Μαρία Αγγελίδου, εκδόσεις Ίκαρος, 2024
Ο Σεμπάστιαν Μπάρι μας έχει χαρίσει ορισμένα από τα ωραιότερα μυθιστορήματα των τελευταίων χρόνων: στο «Μακριά, πολύ μακριά» (εκδόσεις Πόλις, 2007, μτφρ. Κίκα Κραμβουσάνου - Μαργαρίτα Ζαχαριάδου) μίλησε για τους «στρατιώτες χωρίς πατρίδα», τους Ιρλανδούς που επιστρατεύτηκαν χωρίς τη θέλησή τους στον βρετανικό στρατό για το μακελειό του πρώτου παγκόσμιου πολέμου∙ στο «Εις γην Χαναάν» (εκδόσεις Καστανιώτη, 2011, μτφρ. Αύγουστος Κορτώ) μας έδωσε μια συνταρακτική καταγραφή της πολύπαθης ιστορίας της Ιρλανδίας στα χρόνια που ο εμφύλιος σπάρασσε τη χώρα∙ στο «Η μυστική γραφή» (εκδόσεις Καστανιώτη, 2017, μτφρ. Αύγουστος Κορτώ), που μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από τον Τζον Σέρινταν, περιέγραψε πολύ συγκινητικά τη σχέση αγάπης και εμπιστοσύνης που αναπτύσσεται ανάμεσα στην τρόφιμο μιας ψυχιατρικής κλινικής και στον γιατρό που την παρακολουθεί∙ στο «Μέρες δίχως τέλος» (εκδόσεις Ίκαρος, 2018, μτφρ. Μαρία Αγγελίδου) και στη συνέχειά του, τα «Χίλια φεγγάρια» (εκδόσεις Ίκαρος, 2020, μτφρ. Μαρία Αγγελίδου), σκάρωσε δύο έξοχα γουέστερν με «ιρλανδικά χρώματα», βίαια αλλά και λυρικά συνάμα, που εκτυλίσσονται στη δεκαετία του 1850, από τις πεδιάδες της αμερικανικής Δύσης μέχρι το Τενεσί του Νότου, και αναφέρονται στους ινδιάνικους πολέμους και στον αμερικανικό εμφύλιο.
Στο παρόν μυθιστόρημα, ο κεντρικός χαρακτήρας και αφηγητής Τομ Κετλ είναι ένας συνταξιούχος αστυνομικός που ζει στις άγριες περιοχές της ιρλανδικής ακτής∙ η οικία του, όμοια με παλιό βικτοριανό κάστρο, συνδέεται άρρηκτα με τα προηγούμενα, πιο ευτυχισμένα χρόνια της ζωής του. Η γυναίκα του και τα δύο του παιδιά έχουν πεθάνει, όμως εύλογα στοιχειώνουν τη μνήμη του, αν και ο ίδιος θεωρεί ότι ζει με γαλήνη.
Ο Κετλ δεν μιλάει σχεδόν σε κανέναν γείτονά και δεν έχει μπει καν στον κόπο να ξεπακετάρει τις κούτες με βιβλία και άλλα υπάρχοντά του. Δεν ζει με γαλήνη, αλλά στα όρια της παραίτησης. Η αυτοκτονία στριφογυρίζει στο μυαλό του.
Η ψευδαίσθηση του αέναα ήρεμου και αδιατάρακτου βίου κλονίζεται όταν τον επισκέπτονται δύο πρώην συνάδελφοί του, ζητώντας τη βοήθειά του σε μια υπόθεση που αφορά «τους παπάδες». Η επίσκεψη ξυπνά οδυνηρές αναμνήσεις στον συνταξιούχο. Ταυτόχρονα, η νέα του γειτόνισσα, μια μυστηριώδης νεαρή μητέρα, ζητά επίσης τη βοήθειά του και τότε ο Κετλ βρίσκεται μπλεγμένος στον σκοτεινό λαβύρινθο ενός παρελθόντος που πίστευε πως είχε ξεπεράσει.
Στο υποσυνείδητο του αφηγητή
Καθώς περιμένουμε να ανακαλύψουμε ποιος παλιός κακός άνεμος έφερε τους δύο νεότερους ντετέκτιβ να ενοχλήσουν τη συνταξιοδότηση του Κετλ στο άνετο καταφύγιό του στην ιρλανδική ακτή, βρισκόμαστε παγιδευμένοι στην πλάγια ολίσθηση του μυαλού του και σε μια συνεχή αναβολή των αναμενόμενων αποκαλύψεων.
Ο Κετλ εμφανίζεται ως αναξιόπιστος αφηγητής, που ανασύρει τυχαία και συγκεχυμένα τις θύμησες από τους θαλάμους της μνήμης. Η συχνά στιλπνή πεζογραφία του Μπάρι αναπαράγει τις οπισθοδρομήσεις και τις αντιφάσεις της ψευδούς μαρτυρίας, που φρενάρουν σκόπιμα τη γρήγορη εξέλιξη της πλοκής. Παρακολουθούμε τις τεθλασμένες εγκεφαλικές διαδρομές του αφηγητή της ιστορίας.
Οι παραμυθένιες πτυχές του μυθιστορήματος –ενυπάρχουν μονόκεροι και παιδιά-φαντάσματα– και η ονειρική του διάσταση, συνιστούν μια περιδιάβαση στο υποσυνείδητο του Τομ Κετλ. Τα γεγονότα γίνονται όλο και πιο θολά, καθώς φιλτράρονται μέσα από υπαινικτικές, συμβολικές εικόνες.
Πανίσχυρο ιρλανδικό ιερατείο
Καθώς ξετυλίγεται το κουβάρι των αναμνήσεων, από τις αφηγήσεις μαθαίνουμε ότι ο Κετλ, μαζί με την αγαπημένη του σύζυγο, την Τζουν, είχαν εμπλακεί σε μια υπόθεση που αφορά έναν ιερέα, μια υπόθεση που εξετάζεται εκ νέου. Οι δύο ντετέκτιβ που την ξανανοίγουν εμφανίζονται σίγουροι, βάσει στοιχείων, για την ενοχή του ιερέα. Οι ανώτεροί τους την έκλεισαν βιαστικά και παρέδωσαν τον φάκελο στον παντοδύναμο αρχιεπίσκοπο ΜακΚουέιντ, που φρόντισε να τον εξαφανίσει. Ενδεχομένως, πρόκειται για σπόντα αναφορικά με τη δράση του John Charles McQuaid (1895-1973), πριμάτου της Ιρλανδικής Εκκλησίας, ο οποίος ασκούσε τεράστια επιρροή στην πολιτική ζωή της χώρας. Εμφανίζεται ως -μοχθηρός και ραδιούργος- χαρακτήρας και στο μυθιστόρημα του Τζον Μπάνβιλ «Το χιόνι» (εκδόσεις Καστανιώτη, 2021, μτφρ. Τόνια Κοβαλένκο), το οποίο έχει παρόμοια θεματική με το βιβλίο του Μπάρι.
Ο Μπάρι ασχολείται σε αυτό το μυθιστόρημα με ένα σκοτεινό κεφάλαιο της πρόσφατης ιρλανδικής ιστορίας: τα συγκαλυμμένα εγκλήματα, μεταξύ των οποίων και η κακοποίηση νεαρών, από το ιρλανδικό καθολικό ιερατείο, κράτος εν κράτει στην πολύπαθη χώρα, στην οποία οι εκδηλώσεις της θρησκείας μπορούν να γίνουν πολύ σκληρές. Ο Μπάρι, ωστόσο, δεν γράφει με σκοπό να σοκάρει, αλλά με συμπόνια για τα θύματα και σιωπηλή οργή. Τον ενδιαφέρει επίσης η βίαια επαναφορά/εισβολή του τραύματος στη μνήμη των θυμάτων και ο αντίκτυπός του στη μετέπειτα ζωή τους.
Σε αναζήτηση της αγάπης
Η υπόθεση του Τομ Κετλ προσιδιάζει κάπως στη δοκιμασία του Ιώβ. «Το Βιβλίο του Ιώβ», γραμμένο με ποιητική μορφή, προσεγγίζει το πρόβλημα και το ερώτημα της δυστυχίας των δικαίων ανθρώπων. Αυτή η δυστυχία εγείρει λογικά ερωτήματα σχετικά με τη δικαιοσύνη του Θεού. «Το Βιβλίο του Ιώβ» διηγείται ακριβώς την ιστορία ενός δίκαιου ανθρώπου, ο οποίος δοκιμάζεται σκληρά, όμως διατηρεί την πίστη του και τελικά μέχρις βρίσκει την ευτυχία. Ο Μπάρι, ωστόσο, δεν ενδίδει στη μεταφυσική. Τα ερωτήματα που θέτει είναι τα εξής: Γιατί έπρεπε να περάσει από αυτή τη δοκιμασία ο ήρωάς του; Ποια πίστη και σε ποιον έπρεπε να διατηρήσει; Υπάρχει, εντούτοις, στις τελευταίες σελίδες, ένας απόηχος του Ιώβ, κάτι το αισιόδοξο. Η απονομή της δικαιοσύνης, μαζί με την αναζήτηση της αγάπης, αποτελεί τη μεγαλύτερη ανταμοιβή της διαδρομής του Τομ Κετλ. Η ιστορία της ζωής του είναι μια παραλλαγή, μια μικρογραφία της ιστορίας της Ιρλανδίας από το σκοτάδι στο φως.
Η γλώσσα του Μπάρι είναι ως συνήθως πλούσια σε λυρικούς τόνους. Στο βάθος της γραφής του, πίσω από τις λέξεις, αντηχούν υπέροχες ιρλανδικές μελωδίες.
O Σεμπάστιαν Μπάρι γεννήθηκε στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας το 1955. Το μεστό λογοτεχνικό του ύφος, για το οποίο είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, τον καθιέρωσε ως έναν από τους πιο αξιόλογους συγγραφείς παγκοσμίως. Το βιβλίο του «Η μυστική γραφή» τιμήθηκε το 2008 με τα βραβεία Costa Book of the Year και James Tait Black Memorial.
Το 2011, το βιβλίο του «Εις γην Χαναάν» ήταν στη μακρά λίστα του βραβείου Booker. Το μυθιστόρημά του «Μέρες δίχως τέλος» τιμήθηκε με τα Costa Book Award for Novel 2016, Costa Book of the Year 2016 και Walter Scott Prize 2017. Τον Φεβρουάριο του 2018, ο Σεμπάστιαν Μπάρι τιμήθηκε με την ανώτατη διάκριση των Ιρλανδικών Γραμμάτων (Laureate for Irish Fiction).