Ο Γιάννης Ρίτσος στέκει στον εικοστό αιώνα ως ένα από τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά του παράδοξα. Το μέγεθος του έργου του, το εύρος και η ποικιλία του δημιουργούν ένα σώμα που είναι δύσκολο να γνωρίσεις στην ολότητά του, πόσο μάλλον να το προσπελάσεις. Οι κρίσεις για τον ποιητή και το έργο του είναι σχεδόν πάντοτε πρόχειρες. Με βάση της πρώτες γνωστές του συλλογές, με βάση τα μελοποιημένα ποιήματά του, με βάση τη δημόσια παρουσία του. Στην πραγματικότητα όμως, ο Γιάννης Ρίτσος ως ποιητής και ως δημιουργός δεν μπορεί να γίνει κατανοητός αποσπασματικά. Το τεράστιο έργο του, με τις κορυφές και τους γκρεμούς του, με τα μοτίβα και τις επαναλήψεις του είναι ένα ενιαίο έργο. Και μάλιστα ένα έργο συνδεδεμένο -ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό από οποιονδήποτε άλλο Έλληνα λογοτέχνη- με τον βίο του ποιητή. Τα ιστορικά γεγονότα (αντίσταση- εμφύλιος- εξορίες) όπως τα βίωσε αλλά μαζί και τις προσωπικές στιγμές (σανατόριο- απώλεια οικείων προσώπων- προσωπικές πίκρες και απογοητεύσεις) είναι στοιχεία που μετουσιώνονται σε ποίηση μέσα από μια άμεση συνομιλία. Η άμεση αυτή συνομιλία, μαζί με την εργασιακή ποιητική ηθική (το 8ώρο της ποιητικής εργασίας όπως τόσο περήφανα το περιέγραφε ο ίδιος) δεν είναι απλώς στοιχεία του έργου του αλλά κλειδιά ερμηνείας και κατανόησης.
Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως ανάμεσα στα έργα του ποιητή η «Τέταρτη διάσταση» είναι το έργο που ξεχωρίζει, η κορύφωση της δημιουργίας του. Για εμένα προσωπικά, μαζί με τα ποιήματα του Καβάφη η «Τέταρτη διάσταση» αποτελεί το μεγάλο ελληνικό βιβλίο του 20ου αιώνα. Άλλωστε ο ίδιος ο Ρίτσος θεωρούσε την Τέταρτη Διάσταση ως «μια σύνοψη όλων των άλλων βιβλίων» του ενώ σύμφωνα με μαρτυρίες της κόρης του αποτελούσε το πιο αγαπημένο του από όλα τα βιβλία που είχε γράψει. Είναι λοιπόν τουλάχιστον παράδοξο το γεγονός πως η συλλογή χρησιμοποιείται ως επιχείρημα ενάντια στα στρατευμένα ποιήματα και τις ποιητικές συνθέσεις του ποιητή, κυρίως από ανθρώπους που διαφωνούν με τις πολιτικές επιλογές του. Σαν να είναι δύο εκδοχές ενός ανθρώπου που δεν συνδέονται. Στην πραγματικότητα τόσο η στράτευση όσο και οι επιπτώσεις που αυτή είχε στη ζωή του ποιητή είναι απαραίτητη προϋπόθεση τόσο για να γεννηθεί όσο και για να γίνει κατανοητή η «Τέταρτη Διάσταση».
Η θεματική των 17 αφηγηματικών ποιητικών μονολόγων καλύπτει σχεδόν το σύνολο της ανθρώπινης δραστηριότητας. Με κεντρικό θέμα τον χρόνο, ο Ρίτσος μιλάει για τη φθορά και την ανάμνηση, την τρέλα και τη γενναιότητα, το φύλο και τον έρωτα, τον άνθρωπο και τον Ιστορικό χρόνο. Αν και τα ποιήματα του βιβλίου δεν είναι πολιτικά (πόσο μάλλον επικαιρικά) με προφανή τρόπο όπως σε άλλα έργα του Ρίτσου, θα μπορούσαμε να πούμε πως τα ποιήματα της «Τέταρτης Διάστασης» δεν μπορούν να αναγνωστούν χωρίς τις πολιτικές παραδοχές του ποιητή.
Ο κόσμος του ποιητή είναι οριοθετημένος. Η πίστη του στον άνθρωπο, στα σοσιαλιστικά ιδεώδη, στην εργασία, στην χειραφέτηση διαπερνούν όχι μόνο επί μέρους θεματικές των ποιητικών κειμένων αλλά ταυτόχρονα και το ύφος. Παρά το μεγάλο της μέγεθος και τα συχνά μεγάλα θέματα που διαχειρίζεται η συλλογή στην πραγματικότητα παραμένει απλή και προσβάσιμη. Η ποιητική εδώ είναι πολιτική και είναι θέση. Ο ποιητής έχει μια θέαση των πραγμάτων όπου η ηθική, οι επιλογές ακόμα και η επιλογή των μοτίβων ορίζονται από την πολιτική του στράτευση. Όπως π.χ. στο πιο προσωπικό από τα ποιήματά του βιβλίου, την «Σονάτα του Σεληνόφωτος» ο ποιητής επιλέγει να κλείσει με μια αναφορά στο κοινωνικό (σαν απόηχο του φινάλε του Επιτάφιου όταν η μάνα βγαίνει από τον θρήνο για να συναντήσει τους συντρόφους του γιου της)
Πρέπει νά δῶ λιγάκι πολιτεία,— ὄχι, ὄχι τό φεγγάρι —
τήν πολιτεία μέ τά ροζιασμένα χέρια της, τήν πολιτεία τοῦ μεροκάματου,
τήν πολιτεία πού ὁρκίζεται στό ψωμί καί στή γροθιά της
Με τον τρόπο αυτό το πολιτικό δεν ορίζεται ως μια σφαίρα ανάμεσα στις άλλες. Είναι ουσιαστικά ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεσαι και τοποθετείσαι μέσα σε κάθε σφαίρα καθώς και ο τρόπος να τις συνενώνεις. Υπό την έννοια αυτή η «Τέταρτη διάσταση» όχι μόνο είναι ένα πολιτικό βιβλίο, αλλά ένα βιβλίο που εξυψώνει την πολιτική, την εμπλοκή και τον αγώνα στη σφαίρα της ποίησης.