Οι δικές της Μόσχας, αποτρόπαιες στη μορφή τους και αντιδραστικές στον χαρακτήρα τους,
είχαν ως αποτέλεσμα τα περισσότερα ηγετικά στελέχη του κόμματος, τα οποία είχαν παίξει αποφασιστικό ρόλο
την περίοδο της επανάστασης, να εκτελεστούν ή να καταδικαστούν με βαριές ποινές.
Με την πρόσφατη έκδοση του Β΄ Τόμου για την 3η Κομμουνιστική Διεθνή ολοκληρώθηκε το «έργο ζωής» του φίλου και συντρόφου Τάκη Μαστρογιαννόπουλου με τίτλο Η Άνοδος και η Πτώση των Εργατικών Διεθνών (εκδόσεις Τόπος), ένα πόνημα που ξεπερνάει τις 2.500 σελίδες(!) -παρόμοιο του οποίου δεν υπάρχει στην ελληνική βιβλιογραφία- προϊόν μιας επίπονης πολυετούς ερευνητικής εργασίας, σε δύσκολες συνθήκες για τον συγγραφέα.
Στον συγκεκριμένο εξαιρετικά ενδιαφέροντα και με πλούσιο περιεχόμενο τόμο παρουσιάζεται, μεταξύ άλλων, η ίδρυση των κομμουνιστικών κομμάτων στην Πολωνία, τη Φιλανδία, την Αγγλία, την Ισπανία, την Ελλάδα, τη Βουλγαρία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα. Από την πλευρά μας, επιλέξαμε να δημοσιεύσουμε σήμερα μεγάλο μέρος του κεφαλαίου «Οι “Δίκες” της Μόσχας» της περιόδου 1936-1938, οι οποίες μαζί με μαζικές εκκαθαρίσεις (εκτελέσεις, δολοφονίες, εξορίες στα γκουλάγκ), όχι μόνο ανώτατων κομματικών στελεχών αλλά και χιλιάδων πολιτών συνιστούν ένα δυστυχώς ανεξίτηλο μελανό στίγμα που άφησε ο σταλινισμός στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα.
Χ.Γο.
Ο ένας μετά τον άλλον οι παλιοί μπολσεβίκοι ηγέτες, αυτοί που είχαν οδηγήσει για πρώτη φορά την εργατική τάξη στην εξουσία, υποχρεώθηκαν, με κάθε μέσο, να ομολογήσουν ότι ήταν πράκτορες του ιμπεριαλισμού και του φασισμού
και ότι είχαν σαν στόχο την ανατροπή της σοβιετικής εξουσίας.
Οι ήττες του κινήματος και η άνοδος και επικράτηση του φασισμού στην Ιταλία και τη Γερμανία δεν ανέτρεψαν μόνο την ισορροπία στο εθνικό, κοινωνικό και πολιτικό πεδίο, η οποία είχε επιβληθεί στην Ευρώπη με την συνθήκη των Βερσαλλιών, αλλά επηρέασαν άμεσα και τις εξελίξεις στο εσωτερικό του ρωσικού κόμματος και της ίδιας της Διεθνούς.
Ομολογίες «λαθών, «σαμποτάζ» και «προδοσιών»
Η δολοφονία του Σεργκέϊ Κίροφ1, την 1η Δεκεμβρίου του 1934 από το νεαρό Λεονίντ Νικολάγιεφ στο μέγαρο Σμόλνι στο Λένινγκραντ, υπήρξε το γεγονός με το οποίο η ηγεσία εγκαινίασε ένα κυνήγι μαγισσών κατά της αντιπολίτευσης, το οποίο θα οδηγούσε σε έναν ολισθηρό δρόμο χωρίς επιστροφή, στις μεγάλες εκκαθαρίσεις, στις περιβόητες δίκες της Μόσχας και στις εκτελέσεις της συντριπτικής πλειοψηφίας των ηγετών οι οποίοι είχαν οδηγήσει το κόμμα στην οκτωβριανή επανάσταση! Ο Νικολάγιεφ, ο οποίος υποτίθεται ότι ήταν προσκείμενος στην αντιπολίτευση του Ζινόβιεφ, και έντεκα ακόμα κατηγορούμενοι δικάστηκαν, στα τέλη Δεκεμβρίου του 1934, και αμέσως εκτελέστηκαν.
Η αντιπολίτευση καταδίκασε τη δολοφονία του Κίροφ. Το Δελτίο της Αντιπολίτευσης2, τον Ιανουάριο του 1935, υπενθύμιζε ότι οι μαρξιστές ήταν πάντα αντίθετοι με την πολιτική της ατομικής τρομοκρατίας:
«Οι μαρξιστές που καταδίκαζαν αποφασιστικά την ατομική τρομοκρατία (…) ακόμα κι όταν τα χτυπήματά της κατευθύνονταν εναντίον των πρακτόρων του τσάρου και της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, θα καταδικάσουν και θα αποκρούσουν ακόμα πιο ανελέητα τον εγκληματικό τυχοδιωκτισμό των τρομοκρατικών επιθέσεων και στρέφονται εναντίον των γραφειοκρατικών εκπροσώπων του πρώτου εργατικού κράτους της ιστορίας. Λίγο μας ενδιαφέρουν σ’ αυτή την περίπτωση τα υποκειμενικά κίνητρα του Νικολάγιεφ και των πολιτικών του φίλων. Με καλές προθέσεις είναι στρωμένος ο δρόμος προς την κόλαση (…). Οι Νικολάγιεφ φαντάζονται πως φθάνουν μερικές πιστολιές για ν’ αλλάξει η πορεία της ιστορίας».
Ο Ζινόβιεφ, ο Κάμενεφ, ο Ζαλούτσκι, ο Εβντoκίμοφ, ο Φεντόροφ, ο Σαφάροφ κ.α θεωρήθηκαν, ωστόσο, υπεύθυνοι για την δολοφονία του Κίροφ και οδηγήθηκαν, τον Ιανουάριο του 1935, σε δίκη. Αν και αρνήθηκαν κάθε σχέση με τον Νικολάγιεφ, εντούτοις, το δικαστήριο, με ανύπαρκτα στοιχεία, τους καταδίκασε σε φυλάκιση. Ο Ζινόβιεφ καταδικάστηκε σε δέκα και ο Κάμενεφ σε πέντε χρόνια φυλακή, με αποτέλεσμα να εγκλειστούν στην περιβόητη φυλακή Λουμπιάνκα. Σύντομα, ωστόσο, αποφυλακίσθηκαν με την υποχρέωση να δηλώσουν δημόσια ότι η δράση της αντιπολίτευσης ήταν αυτή η οποία ενίσχυε τα τρομοκρατικά φαινόμενα. Ο Ζινόβιεφ, μάλιστα, υποχρεώθηκε να προβεί σε απαράδεκτες δηλώσεις: «Η πρώην δραστηριότητα της τέως αντιπολίτευσης δεν μπορούσε, κάτω από την δύναμη των αντικειμενικών συνθηκών, παρά να εξάψει τον εκφυλισμό αυτών των εγκληματιών». Η χώρα και το κόμμα ολόκληρο έμπαιναν με αυτό τον τρόπο στον αστερισμό των «ομολογιών».
Η δολοφονία του Κίροφ επέτεινε τα πειθαρχικά μέτρα στο εσωτερικό του κόμματος. Η επιστολή της Κεντρικής Επιτροπής, στις 13 Μαΐου του 1935, ζητούσε από τις κομματικές οργανώσεις «να επιβάλουν την μπολσεβίκικη τάξη μέσα στο ίδιο μας το κομματικό σπίτι». Οι διώξεις κατά της αντιπολίτευσης την περίοδο 1933-35 πήραν τεράστιες διαστάσεις. Εκατοντάδες χιλιάδες μέλη και στελέχη του κόμματος διαγράφηκαν για «αριστερές» και «δεξιές» παρεκκλίσεις (…)
Αιματηρός επίλογος
Η στροφή του διεθνούς κοινωνικού και πολιτικού εκκρεμούς προς τα δεξιά, που σηματοδότησαν οι ήττες του ευρωπαϊκού προλεταριάτου, η άνοδος του φασισμού και οι προοπτικές ενός νέου παγκόσμιου πολέμου, ενίσχυσαν στο πλαίσιο του πρώτου εργατικού κράτους τις πιο συντηρητικές και ακραίες γραφειοκρατικές δυνάμεις. Η γραφειοκρατία θα έφθανε στο απόγειό της μέσα από τους πιο αιματηρούς δρόμους…
Οι δίκες της Μόσχας της περιόδου 1936-38 δημιούργησαν έναν ποταμό αίματος ανάμεσα στην κομματική γραφειοκρατία και την κάθε μορφής αντιπολίτευση. Οι τρομοκρατικές μέθοδοι του καθεστώτος δεν είχαν να ζηλέψουν τίποτα -το αντίθετο μάλιστα- από τις αστικές μεθόδους καταστολής. Η σταλινική τρομοκρατία μπορούσε να βρει το ανάλογό της, όχι όμως και την αντίστοιχη ιστορική της δικαίωση, στην τρομοκρατία της μεγάλης γαλλικής επανάστασης.
Ο ένας μετά τον άλλον οι παλιοί μπολσεβίκοι ηγέτες, αυτοί που είχαν οδηγήσει για πρώτη φορά την εργατική τάξη στην εξουσία, υποχρεώθηκαν, με κάθε μέσο, να ομολογήσουν ότι ήταν πράκτορες του ιμπεριαλισμού και του φασισμού και ότι είχαν σαν στόχο την ανατροπή της σοβιετικής εξουσίας!
Ο περιβόητος δημόσιος κατήγορος Αντρέι Βισίνσκι -ένας πρώην δεξιός μενσεβίκος ο οποίος τον Ιούλιο του 1917 είχε υπογράψει το ένταλμα της Προσωρινής Κυβέρνησης για τη σύλληψη του Λένιν και προσχώρησε στους μπολσεβίκους μετά την επικράτηση της επανάστασης, όταν είχε εξασφαλισθεί οριστικά η νίκη στον εμφύλιο πόλεμο- έμεινε θλιβερά διάσημος γιατί έκλεινε τα κατηγορητήριά του κάθε φορά με την πρόταση: «Τουφεκίστε τα λυσσασμένα σκυλιά».
Η «δίκη των 16»
Η πρώτη μεγάλη δημόσια δίκη της Μόσχας άρχισε στις 19 και ολοκληρώθηκε στις 24 Αυγούστου του 1936 και αποτέλεσε την απαρχή μιας σειράς από δίκες οι οποίες, με προκατασκευασμένα τα αποτελέσματα, επρόκειτο να δυσφημήσουν τον σοσιαλισμό τόσο πολύ στα μάτια του διεθνούς εργατικού κινήματος όσο δεν είχαν κατορθώσει μέχρι τότε οι πολιτικές και οι τακτικές του διεθνούς ιμπεριαλισμού. Στη δίκη αυτή -η οποία έμεινε στην ιστορία ως η «δίκη των 16»- δικάστηκαν μεταξύ άλλων οι Ζινόβιεφ, Κάμενεφ, Σμιρνόφ, Εβντοκίμοφ, Μπακάγιεφ, Πίκελ, Μραχκόφσκυ, Χόλτζμαν και Ντρέιτζερ. Το κατηγορητήριο, το οποίο τους απέδωσε την ευθύνη για τη δολοφονία του Κίροφ –«με απευθείας οδηγίες από τον Ζινόβιεφ και τον Τρότσκι»- τον σχεδιασμό της δολοφονίας του Στάλιν και άλλων σοβιετικών ηγετών καθώς και ότι ήταν πράκτορες του φασισμού και του ιμπεριαλισμού, ήταν διάτρητο. Οι κατηγορούμενοι «ομολόγησαν» τελικά τα εγκλήματα τους. Τα πρακτικά της δίκης, τα οποία δημοσιεύθηκαν στην Ισβέστια, προκαλούν πραγματικό αποτροπιασμό.3
Μια σειρά παραγόντων οδήγησε σε αυτές τις εξωφρενικές και εξόφθαλμα ψευδείς ομολογίες: από τα βασανιστήρια μέχρι τις άμεσες απειλές κατά των οικογενειών των κατηγορουμένων και από την απογοήτευση από την υποχώρηση του διεθνούς εργατικού κινήματος, την άνοδο του φασισμού και τον επικείμενο πόλεμο μέχρι τις αυταπάτες για τις δυνατότητες ριζικών αλλαγών στο κόμμα που άλλοτε αποτελούσε το κόμμα των μπολσεβίκων. Οι συνδυασμένοι αυτοί παράγοντες είχαν ως αποτέλεσμα οι παράλογες κατηγορίες και οι εξωφρενικές ομολογίες να γίνουν αποδεκτές τόσο από ένα τμήμα της ρωσικής κοινωνίας όσο και από την πλειονότητα του οργανωμένου κομμουνιστικού κινήματος (…)
Ο Ζινόβιεφ και ο Κάμενεφ εκτελέστηκαν αμέσως μετά τη λήξη της δίκης, ενώ ο Τόμσκι πρόλαβε και αυτοκτόνησε!
Η «δίκη των 17»
Στη δεύτερη δίκη παρωδία, την λεγόμενη «δίκη των 17», από τις 23 μέχρι τις 30 Ιανουαρίου του 1937 στην αίθουσα των Κιόνων στο μέγαρο των συνδικάτων στην Μόσχα, δικάστηκαν μεταξύ άλλων οι Ράντεκ, Πιατακόφ, Μουράλοφ, Σοκόλνικοφ, Σερεμπριάκοφ και Ντρόμπνις. Οι κατηγορούμενοι «ομολόγησαν» αφού βασανίσθηκαν για μήνες. Ο Μουράλοφ συνελήφθη τον Απρίλιο του 1936 αλλά «ομολόγησε» μετά από οκτώ μήνες. Ο Ράντεκ, ο οποίος αποδέχθηκε το κατηγορητήριο μετά από βασανιστήρια, δήλωσε στην κόρη του: «Ό,τι μάθετε και ότι ακούσετε για μένα είναι ψέμα. Να είστε σίγουροι ότι δεν είμαι ένοχος για τίποτα από αυτά».
Ο Βισίνσκι, στο κατηγορητήριο της δίκης των 17 ανέφερε εντελώς κυνικά: «Τέτοια υπήρξε η αισχρή προδοτική αντισοβιετική δραστηριότητα αυτών των στυγερών μισθοφόρων του φασισμού, προδοτών της πατρίδας και εχθρών του λαού, των τροτσκιστών (…) Έγιναν πρακτορείο κατασκοπίας, δολιοφθοράς και ατιμίας στην υπηρεσία των γερμανικών και ιαπωνικών δυνάμεων»! Ο Στάλιν στην έκθεσή του στην ολομέλεια της ΚΕ, τον Μάρτιο του 1937, συνέχισε στο ίδιο μοτίβο: «Η δίκη του “ζινοφιεφικού-τροτσκιστικού συνασπισμού” διεύρυνε τα διδάγματα των προηγούμενων δικών, δείχνοντας καθαρά ότι οι ζινοβιεφικοί και οι τροτσκιστές συσπειρώνουν γύρω τους όλα τα εχθρικά στοιχεία, ότι μετατράπηκαν σε κατασκοπευτικό και σαμποταριστικό-τρομοκρατικό πρακτορείο της γερμανικής αστυνομικής ασφάλειας».4
Ο Ερνστ Φίσερ, ο οποίος παρακολούθησε τη δίκη με προτροπή του Τολιάτι, ανέφερε αργότερα στις αναμνήσεις του, με ισχυρή δόση αυτοκριτικής: «Όταν τα διαβάζω αυτά σήμερα, δεν μπορώ να καταλάβω πώς είχα πιστέψει μια τέτοια τρέλα (…). Το κατηγορητήριο είχε τελικά ενσαρκωθεί στο πρόσωπο του κατήγορου Βισίνσκι. Μιλούσε αυτή τη διάλεκτο βάναυσα, απωθητικά, με τον παγωμένο μορφασμό του μίσους και της αηδίας που έγινε πρότυπο για χιλιάδες ομοίους τους. Στα ανοιχτογάλανα μάτια του δεν υπήρχε τίποτα άλλο παρά πάγος. Την σκηνοθεσία την έκανε ο θάνατος· όμως οι ηθοποιοί ήταν ζωντανοί άνθρωποι…».5 Στη δική αυτή καταδικάστηκαν σε θάνατο δώδεκα κατηγορούμενοι, ανάμεσα τους και ο Πιατακόφ, ο Μουράλοφ και ο Ντρόμπνις και σε βαριές ποινές φυλάκισης ο Ράντεκ και ο Σοκόλνικοφ.
Η μυστική δίκη εκκαθάρισης του Κόκκινου Στρατού
Ο Κόκκινος Στρατός υπήρξε, με τη σειρά του, πεδίο εκκαθαρίσεων και εκτελέσεων. Στην περιβόητη μυστική δίκη, του Ιουνίου του 1937, κατηγορήθηκαν ως «πράκτορες του ιμπεριαλισμού» και καταδικάστηκαν ηγετικά στελέχη της ανώτατης στρατιωτικής ηγεσίας, όπως ο στρατάρχης Τουχατσέφσκι και ο Γκάμαρνικ, πρώην Αναπληρωτές Λαϊκοί Επίτροποι Άμυνας καθώς και οι Πούτνα, Γιακίρ, Ουμπορέβιτς, Κορκ, Πριμακόφ, Φέμνμαν κ.α. Ο Στάλιν, μάλιστα, δεν δίστασε να τους χαρακτηρίσει «τέρατα».
Η διαταγή προς τον Κόκκινο Στρατό του στρατάρχη και Λαϊκού Επιτρόπου Άμυνας Κλίμεντ Βοροσίλοφ, στις 7 Ιουνίου του 1937, χαρακτηριστική ως προς το ύφος της, ανακάλυψε νέους εχθρούς:
«Ο εχθρός μπόρεσε μέσω δωροδοκιών, εκβιασμού, προκλήσεων και απάτης να μπλέξει στα εγκληματικά του δίκτυα αυτούς τους ηθικά έκπτωτους, σάπιους ανθρώπους που ξέχασαν το καθήκον τους και μεταμορφώθηκαν σε απλούς πράκτορες του γερμανο-ιαπωνικού φασισμού (…) Ο Τρότσκι, ο πράκτορας του γερμανικού φασισμού, έμαθε και πάλι ότι οι πιστοί υπηρέτες του, οι Γκάμαρνικ και οι Τουχατσέφσκι, οι Γιακίρ και οι Ουμπόρεβγιτς και τα άλλα σκουπίδια και λείψανα του καπιταλισμού, θα σβηστούν από πρόσωπο της γης και τα ονόματα τους θα είναι καταραμένα και ξεχασμένα (…) Κάτω οι τροτσκιστές φασίστες προδότες! Θάνατος στους κατασκόπους και τους αποστάτες! Κάτω τα ιταλικά και γερμανικά ιμπεριαλιστικά αφεντικά των τροτσκιστών αποστατών και κατασκόπων!».6
Με τη δίκη αυτή εκτελέστηκαν 3 στρατάρχες, 3 διοικητές στρατιών και οι 12 υποδιοικητές τους καθώς και 60 διοικητές σωμάτων και 136 από τους 199 διοικητές μεραρχιών. Ανάμεσα τους ο στρατάρχης Τουχατσέφσκι καθώς και επτά ακόμη στρατηγοί, ο Γιόνας Γιακίρ, ο Ιερόνυμ Ουμπόρεβιτς, ο Άβγκουστ Κόρκ, ο Μπορίς Φέλντμαν, ο Βιτάλι Πριμακόφ και ο Βίτοβτ Πούτνα, ενώ ο Γκάμαρνικ αυτοκτόνησε. Επρόκειτο για πραγματική αφαίμαξη.
Ο Ν. Χρουστσόφ στον τελικό του λόγο στο 20ο συνέδριο του κόμματος, στα 1956, αποκάλυψε ότι «Εξοντώθηκαν πολλοί εξέχοντες διοικητές και επίτροποι του Κόκκινου Στρατού. Εδώ μεταξύ των αντιπροσώπων, βρίσκονται σύντροφοι –δεν θέλω να αναφέρω τα ονόματα τους για να μην τους προξενήσω πόνο- οι οποίοι κάθισαν πολλά χρόνια φυλακή. Τους “έπειθαν”, με ορισμένους τρόπους ότι είναι ή Γερμανοί, ή Άγγλοι ή κάποιοι άλλοι κατάσκοποι και μερικοί απ’ αυτούς “ομολόγησαν”….».7
Η «δίκη των 21»
Μια νέα δίκη, η «δίκη των 21», οργανώθηκε και πάλι τον Μάρτιο του 1938 στη Μόσχα με κατηγορούμενους τους Μπουχάριν, Ρίκοφ, Ρακόφσκι, Κρεστίνσκι, Γιάγκοντα, Ζελένσκι, Τσερνόφ κ.α. Το αποτέλεσμα για μια ακόμα φορά ήταν προδιαγεγραμμένο. Το κατηγορητήριο, ενάντια στο «δεξιό-τροτσκιστικό μπλοκ», όπως το παρουσίασε ο Βισίνσκι, ανέφερε ότι σκοπός των κατηγορουμένων ήταν: «διενέργεια πρακτόρευσης για λογαριασμό ξένων κρατών, σαμποτάζ, δολιοφθορά, τρομοκρατικές ενέργειες, υπονόμευση του στρατιωτικού δυναμικού της Σοβιετικής Ένωσης (…) Τέλος η ανατροπή του σοσιαλιστικού κοινωνικού και κρατικού συστήματος της Σοβιετικής Ένωσης, η παλινόρθωση του καπιταλισμού, της εξουσίας της μπουρζουαζίας». Ο Τρότσκι ήταν και πάλι ο βασικός κατηγορούμενος αφού σύμφωνα με το κατηγορητήριο του Βισίνσκι «Αυτό αφορά πρώτα απ’ όλα τον Τρότσκι, τον εχθρό του λαού, έναν από τους εμπνευστές της συνωμοσίας. Η σχέση του με τη Γκεστάπο αποδείχθηκε περίτρανα στη δίκη του τροτσκιστικού-ζινοβιεφικού τρομοκρατικού κέντρου (τον Αύγουστο του 1936) και στη δίκη του αντισοβιετικού κέντρου (τον Ιανουάριο του 1937) (…) Ή έρευνα διαπίστωσε ότι η σχέση του Τρότσκι με την γερμανική υπηρεσία πληροφοριών χρονολογείται από το 1921 και η σχέση του με τους πράκτορες της Intelligence Service χρονολογείται από το 1926» (!)8
Οι «ομολογίες» και οι διαδικασίες της ίδιας της δίκης -μιας δίκης παρωδία- μπορεί να έδωσαν τα περιθώρια στο σταλινικό καθεστώς να επιβάλει θανατικές ποινές και πολυετείς φυλακίσεις αλλά αποτέλεσαν, και πάλι, όνειδος τόσο για το νομικό πολιτισμό όσο και για την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος. Από τους 21 κατηγορούμενους οι 19 καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν λίγες ώρες αργότερα.
Ο Μπουχάριν στην μακροσκελή επιστολή που έστειλε στη γυναίκα του Άννα Λαρίνα λίγο πριν εκτελεστεί έκφρασε την αγωνία όχι ενός μελλοθάνατου αλλά ενός ολόκληρου κινήματος: «Η ζωή μου τελειώνει, σκύβω το κεφάλι μου κάτω από το τσεκούρι του δήμιου, που δεν είναι τσεκούρι του προλεταριάτου που αυτό πρέπει να είναι ανελέητο, αλλά χωρίς καμιά κηλίδα. Αισθάνομαι έτσι πλήρη αδυναμία μπροστά σα αυτή την καταχθόνια μηχανή, που χρησιμοποιώντας χωρίς καμιά αμφιβολία μεσαιωνικές μεθόδους απέκτησε γιγάντια δύναμη και μπορεί και κατασκευάζει αλυσιδωτές συκοφαντίες λειτουργώντας με τόλμη και σιγουριά. Εάν όχι μία αλλά πολλές φορές λάθεψα στην εκλογή μεθόδων που έπρεπε να χρησιμοποιηθούν για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, οι επερχόμενες γενιές ας μη με κρίνουν αυστηρότερα από ότι με έκρινε ο Βλάδιμηρος Ίλιτς (…) Απευθύνομαι σε σας, την μελλοντική γενιά των κομματικών στελεχών, που θα έχετε το ιστορικό καθήκον να κάνετε την αυτοψία του τερατώδους σύννεφου των εγκλημάτων που εξαπλώνεται σε αυτή την τρομακτική εποχή που φουντώνει σαν φλόγα για να πνίξει το κόμμα. Απευθύνομαι σ’ όλα τα μέλη του κόμματος».
Οι δικές της Μόσχας, αποτρόπαιες στην μορφή τους και αντιδραστικές στον χαρακτήρα τους, είχαν ως αποτέλεσμα τα περισσότερα ηγετικά στελέχη του κόμματος, τα οποία είχαν παίξει ένα αποφασιστικό ρόλο την περίοδο της επανάστασης, να εκτελεστούν ή να καταδικαστούν με βαριές ποινές. Τα πιο ικανά στελέχη, Επίτροποι του Λαού, μέλη δηλαδή των σοβιετικών κυβερνήσεων, στελέχη του Γκροσπλάν, πρόεδροι συμβουλίων και αυτόνομων ή ομοσπονδιακών δημοκρατιών, στελέχη της νεολαίας και του Κόκκινου Στρατού έπεσαν θύματα, με τον πιο άγριο τρόπο, της ηγετικής ομάδας του Στάλιν η οποία υποτίθεται ότι «οικοδομούσε» τον σοσιαλισμό. Από τα 21 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής η οποία οδήγησε τον Οκτώβριο του 1917 στην κατάληψη της εξουσίας επέζησαν μόνον ο Στάλιν και η Αλεξάνδρα Κολοντάι. Από τα 26 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής που είχαν εκλεγεί στο 10ο συνέδριο, στο τελευταίο όργανο στο οποίο είχε εκλεγεί ο Λένιν, τα 17 εκτελέστηκαν, δολοφονήθηκαν ή οδηγήθηκαν σε αυτοκτονία. Από τα 10 τακτικά μέλη του Πολιτικού Γραφείου του 1922 εκτελέστηκαν τα 9. Από τα 13 μέλη του 1924 εκτελέστηκαν τα 8 και από τα 17 μέλη του 1927 οδηγήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα τα 9 (…)
Οι συνέπειες για το κόμμα και τη χώρα από τις εκκαθαρίσεις και τις εκτελέσεις ήταν τραγικές.
Σημειώσεις:
1. ΣτΕ: Ο Κίροφ ήταν μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΣΕ, επικεφαλής του κόμματος στο Λένινγκραντ και προσωπικός φίλος του Στάλιν.
2. ΣτΕ: Η «Ενωμένη Αντιπολίτευση» ήταν μια ομάδα που σχηματίστηκε στο Πανενωσιακό Κομμουνιστικό Κόμμα (Μπολσεβίκοι) ήδη από το 1926 από τους Τρότσκι, Κάμενεφ και Ζινόβιεφ ενάντια στον Ιωσήφ Στάλιν. Ζητούσε, ανάμεσα σε άλλα, μεγαλύτερη ελευθερία έκφρασης μέσα στο κόμμα.
3. Τα πρακτικά της δίκης «Report of Court proceedings: The case of Trotskyite-Zinovievite terrorist centre», στο διαδίκτυο.
4. Στάλιν, Άπαντα, τόμος 14ος, σελ. 230
5. Ερνστ Φίσερ: Το Σοσιαλιστικό Όνειρο, εκδόσεις Ηριδανός, σελ, 447
6. Η διαταγή του Βοροσίλοφ, στο περιοδικό Μαρξιστική Σκέψη, τόμος 25, σελ. 42-45.
7. Τελικός λόγος του Ν. Χρουστσόφ στο 22ο συνέδριο του ΚΚΣΕ, στις 27 Οκτώβρη του 1961, στο βιβλίο το 22ο Συνέδριο του Κομ. Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης, εκδόσεις Γκαγκάριν, σελ. 319
8. Αποσπάσματα από το κατηγορητήριο στο βιβλίο του Μίκλος Κουν: Μπουχάριν, σελ. 325-326