Στις 18 Μάϊου 2014 οι πολίτες της Θεσσαλονίκης, με πρωτόγνωρη συμμετοχή, υλοποίησαν το πρώτο πανελλαδικά, οργανωμένο από το κίνημα των πολιτών, άτυπο, αλλά επίσημο δημοψήφισμα που αφορούσε τη διαχείριση του πιο σημαντικού κοινού αγαθού, του νερού και απάντησαν συντριπτικά ότι δεν επιθυμούν αυτό να μετατραπεί σε εμπόρευμα στα χέρια ιδιωτικών ομίλων, δεν επιθυμούν την πώληση της ΕΥΑΘ ΑΕ. Στόχευση που υλοποιούσε το ΤΑΙΠΕΔ, σε εφαρμογή της πολιτικής της τότε κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Μιας πολιτικής απόρροια της νεοφιλελεύθερης εμμονής για την ιδιωτικοποίηση των δημοσίων υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης και μετατροπής του νερού σε εμπόρευμα, που υπόκειται στους κανόνες της αγοράς.
Το δημοψήφισμα ήταν μια διαδικασία που επιβλήθηκε από το κίνημα του νερού, όπου πρωτεύοντα ρόλο είχε το "SOSτε το Νερό". Αυτό το κίνημα "υποχρέωσε" τα 11 Δημοτικά Συμβούλια των δήμων του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης και το ΔΣ της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Κεντρικής Μακεδονίας να τοποθετηθούν κατά της πώλησης της ΕΥΑΘ ΑΕ και υπέρ της διεξαγωγής του δημοψηφίσματος.
Η προσπάθεια παρεμπόδισης
Το δημοψήφισμα θα μπορούσε να οργανωθεί και καλύτερα και πολύ νωρίτερα από την 18η Μαΐου 2014 (ημέρα και των αυτοδιοικητικών εκλογών), αν ήταν στην άμεση στόχευση των αυτοδιοικητικών διοικήσεων και της περιφερειακής αυτοδιοίκησης (η οποία ουδέποτε τοποθετήθηκε για το θέμα). Και θα μπορούσε να ήταν τελείως τυπικό, ακολουθώντας τους ίδιους κανόνες διεξαγωγής των αυτοδιοικητικών εκλογών, αν ήταν στόχευση της κυβέρνησης, η οποία όχι μόνον δεν θέλησε να το κάνει, αλλά αντίθετα προσπάθησε να το παρεμποδίσει.
Επείγουσες υπουργικές και δικαστικές εντολές της προηγούμενης ημέρας χαρακτήρισαν το δημοψήφισμα παράνομο και απαγόρευσαν τη χρήση των εκλογικών κέντρων, αλλά και των αυλών τους, όπως και τη χρήση αντιγράφων των εκλογικών καταλόγων (που όμως μπορούν να τους προμηθεύονται τα κόμματα, οι αυτοδιοικητικές παρατάξεις και οι υποψήφιοι των εκλογών), και υπενθύμισαν τις ιδιαίτερα σκληρές ποινές παράβασης της εκλογικής νομοθεσίας.
Η κυβερνητική στόχευση αποσκοπούσε στο να εκφοβίσει όσους/ες θα ήθελαν να συμμετάσχουν στο δημοψήφισμα και κυρίως να εκφοβίσει τους/τις εθελοντές/τριες που είχαν προστρέξει να στελεχώσουν τις σχετικές ομάδες, χωρίς τις οποίες η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος θα ήταν ανέφικτη. Αλλά η κυβερνητική προσπάθεια παρεμπόδισης απέτυχε παταγωδώς, αφού: α) στη διαδικασία του δημοψηφίσματος, που δεν ήταν υποχρεωτική, αλλά απαιτούσε μεγαλύτερη αναμονή και υπομονή από τους μετέχοντες, αφού οι κάλπες ήταν λιγότερες από αυτές των αυτοδιοικητικών εκλογών και τοποθετημένες εκτός των αυλών των εκλογικών κέντρων, συμμετείχαν 218.000 πολίτες της Θεσσαλονίκης (περίπου το 40% των εγγεγραμμένων στους αντίστοιχους εκλογικούς καταλόγους ή το 65% όσων ψήφισαν στις αυτοδιοικητικές εκλογές), και οι 213.502 από αυτούς τοποθετήθηκαν κατά της πώλησης της ΕΥΑΘ, και β) δεν πτόησε τους εθελοντές/τριες αλλά οδήγησε σε αύξησή τους, αφού περισσότεροι από 2.000 Θεσσαλονικείς συμμετείχαν στην οργανωτική υποστήριξη του δημοψηφίσματος.
Το διεθνές ενδιαφέρον και οι διεθνείς καλές πρακτικές
Η οργάνωση του δημοψηφίσματος για το νερό είχε προκαλέσει το ενδιαφέρον όχι μόνον εντός της χώρας μας αλλά και ευρύτερα στον ευρωπαϊκό χώρο, ιδιαίτερα εκεί όπου αντίστοιχα σχέδια ιδιωτικοποίησης των υπηρεσιών ύδρευσης είχαν ματαιωθεί ή ανατραπεί (π.χ. Παρίσι, Βερολίνο, Ιταλία, κ.α.). Αυτό αποδεικνύει η συμμετοχή στη διαδικασία του δημοψηφίσματος 27μελούς αντιπροσωπείας ξένων παρατηρητών, απεσταλμένων από την ομοσπονδία των ευρωπαϊκών συνδικάτων, αλλά και η συμμετοχή πολυμελούς ομάδας νομικών από τον Δικηγορικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης. Και οι δύο αυτές ομάδες παρατηρητών είχαν επικεντρώσει το ενδιαφέρον τους στην τήρηση της τυπικής διαδικασίας.
Το δημοψήφισμα για το νερό ήταν το κινηματικό δημοψήφισμα του «SOSτε το ΝΕΡΟ». Αποτέλεσε και αποτελεί μια ιστορική στιγμή για τη Θεσσαλονίκη, και για την Ελλάδα, μια στιγμή δημοκρατίας. Ήταν η επιλογή των πολιτών για την υπεράσπιση του νερού ως δημόσιου και κοινού αγαθού, και ήταν η βούληση των πολιτών που συνέβαλε στη σημαντική απόφαση των δήμων της Κεντρικής Μακεδονίας να το στηρίξουν και να συμβάλλουν στην υλοποίησή του.
Το δημοψήφισμα για το νερό μαζί με την απόφαση του ΣτΕ (απόφαση 1904/2014), που ακύρωνε την μεταβίβαση των μετοχών της ΕΥΔΑΠ ΑΕ στο ΤΑΙΠΕΔ, ως αντίθετη με το ελληνικό σύνταγμα, ματαίωσε τα σχέδια κυβέρνησης-ΤΑΙΠΕΔ, σταμάτησε τη διαδικασία πώλησης των δύο εταιρειών ύδρευσης-αποχέτευσης (ΕΥΔΑΠ ΑΕ και ΕΥΑΘ ΑΕ) και επέβαλε την επιστροφή του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών των δύο εταιρειών και πάλι στο ελληνικό δημόσιο. Όμως εξακολουθούσε να παραμένει «ανοικτό» το θέμα της πώλησης του μειοψηφικού πακέτου των μετοχών, που παρέμεινε (και παραμένει και σήμερα ακόμη) στην κατοχή του ΤΑΙΠΕΔ.
Στον ευρωπαϊκό και τον διεθνή χώρο παρατηρείται αρκετά χρόνια και πριν το δημοψήφισμα μια ραγδαία επαναδημοσιοποίηση ή επαναδημοτικοποίηση των εταιριών ύδρευσης και αποχέτευσης. Αλλά παρά το γεγονός ότι το πείραμα της ιδιωτικοποίησης του νερού αποτυγχάνει, στη χώρα μας, επικράτησε η νεοφιλελεύθερη και αδιάλλακτη στάση των δανειστών, για ιδιωτικοποίηση των δημοσίων υπηρεσιών, ακόμη και του νερού. Έτσι, με το τρίτο μνημόνιο, το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών των ΕΥΔΑΠ ΑΕ και ΕΥΑΘ ΑΕ μεταβιβάζονται στο Υπερταμείο (ΕΕΣΥΠ, Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών & Περιουσίας).
Ο κύκλος του νερού ενάντια στην εμπορευματοποίηση
Η μεταβίβαση των μετοχών των δυο εταιρειών στο Υπερταμείο κρίθηκε αντισυνταγματική (αποφάσεις ΣτΕ 190/2022 και 191/2022), μετά από προσφυγές που κατέθεσαν πολίτες και εργαζόμενοι στις εταιρείες ύδρευσης-αποχέτευσης. Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση της ΝΔ δεν προχώρησε στην άμεση επιστροφή του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών στο δημόσιο, αλλά μεθόδευσε νομοθετικές ρυθμίσεις για την «κατακράτηση» των μετοχών ΕΥΔΑΠ ΑΕ και ΕΥΑΘ ΑΕ στο Υπερταμείο. Αλλά και αυτή η νομοθετική ρύθμιση ακυρώθηκε στο ΣτΕ, όπως ακυρώθηκε και η νομοθετική ρύθμιση για το διαχωρισμό του Εξωτερικού Υδροδοτικού Συστήματος της Αττικής από το υπόλοιπο δίκτυο της ΕΥΔΑΠ, και η ανάθεσή του σε ιδιώτες μέσω ΣΔΙΤ.
Σήμερα λοιπόν, μια σειρά αποφάσεων του ΣτΕ (1906/2014, 190 & 191/2022, 1886/2022 και 2519/2022) επιβάλουν ξεκάθαρα τη πλειοψηφική συμμετοχή του δημοσίου στους παρόχους των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης και κρίνουν αμετάκλητα ότι το νερό δεν είναι εμπορικό προϊόν και ότι ο κύκλος του νερού είναι ενιαίος από την πηγή έως τη βρύση μας.
Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση της ΝΔ δεν εγκαταλείπει τη διαχρονική προσπάθειά της νεοφιλελεύθερης πολιτικής της να μετατρέψει το νερό σε εμπόρευμα και να ιδιωτικοποιηθούν οι πάροχοι των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης. Για αυτό νομοθέτησε την ίδρυση της Ρυθμιστικής Αρχής Απορριμμάτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ), στην οποία αναθέτει τη ρύθμιση μιας νέας «αγοράς» που θα αφορά τις υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, που στοχεύει να δημιουργήσει. Ενώ ταυτόχρονα έχει εξαγγείλει την κατάργηση των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης Αποχέτευσης.
Αλλά και το πιο πρόσφατο νομοθέτημα της κυβέρνησης, η ίδρυση της ανώνυμης εταιρείας «Οργανισμός Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας» (ΟΔΥΘ ΑΕ) αποτελεί συνέχεια της ίδιας νεοφιλελεύθερης πολιτικής και των προηγούμενων προσπαθειών της να μεταβάλει σταδιακά το καθεστώς της δημόσιας διαχείρισης των υδάτων, κατά παράβαση των αποφάσεων του ΣτΕ, του Συντάγματος, αλλά και των Ευρωπαϊκών οδηγιών.
10 χρόνια λοιπόν μετά το δημοψήφισμα για το νερό στη Θεσσαλονίκη, είναι σαφές ότι τα νερά συνεχίζουν να απειλούνται με ιδιωτικοποίηση. Άρα η διατήρηση των υδάτων της χώρας υπό δημόσιο έλεγχο απαιτεί την εγρήγορση όλων μας ώστε να υπερασπιστούμε το κοινό αγαθό, το νερό, από κάθε ενδεχόμενη απειλή και επιβάλει την συνταγματική κατοχύρωση του νερού ως κοινού αγαθού.