Το τελευταίο χρονικό διάστημα, τα ζητήματα της Παιδείας καλύπτουν ένα μεγάλο μερίδιο της πολιτικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη που κινείται μεταξύ συνεχών δικαστικών προσφυγών, επικοινωνιακών πυροτεχνημάτων, στείρας τεχνοκρατικής αντίληψης της Παιδείας και διαρκούς απαξίωσης του δημόσιου σχολείου. Ας πάρουμε, λοιπόν, τα πράγματα με την σειρά:
● Για το μεγάλο θέμα της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας και των εκπαιδευτικών, το υπουργείο Παιδείας έχει ξεκινήσει έναν άνευ προηγουμένου δικαστικό πόλεμο ενάντια στους εκπαιδευτικούς. Χρησιμοποιώντας ως δεκανίκι την δικαστική εξουσία και τους ακραία νεοφιλελεύθερους και αντεργατικούς νόμους Χατζηδάκη και Γεωργιάδη, σέρνει διαρκώς και με την διαδικασία του κατεπείγοντος τις ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών ΟΛΜΕ και ΔΟΕ στα δικαστήρια. Παρά τον απροκάλυπτο εκβιασμό, κυρίως των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών που παραμένει εκκρεμής η μονιμοποίησή τους, η κακόφημη αξιολόγηση του υπουργείου, που γυρίζει την εκπαίδευση στο μακρινό παρελθόν του χουντικού επιθεωρητισμού, καρκινοβατεί βρίσκοντας ισχυρές αντιστάσεις στην εκπαιδευτική κοινότητα. Κάποιος πρέπει να πει στον υπουργό Παιδείας ότι εκπαιδευτική πολιτική στις αίθουσες των δικαστηρίων, δεν γίνεται.
● Με το ίδιο μοντέλο της δικαστικής τρομοκρατίας, το υπουργείο Παιδείας επιχείρησε να κάμψει τις αντιστάσεις των εκπαιδευτικών απέναντι στις εξετάσεις τις «Ελληνικής PISA», που διεξήχθησαν, στις 22 Μαΐου, πιλοτικά σε 660 Δημοτικά και Γυμνάσια της χώρας, σε 12.000 μαθητές της ΣΤ΄ Δημοτικού και Γ΄ Γυμνασίου. Οι εξετάσεις αυτές διεξάγονται για τρίτη συνεχόμενη χρονιά και δεν αποτελούν έναν αθώο σχεδιασμό του υπουργείου. Η «Ελληνική PISA» προωθεί αντί της γνώσης την δεξιότητα και έχει στόχο ένα εκπαιδευτικό σύστημα της ελεγχόμενης κατάρτισης. Επίσης επιχειρεί μέσα από τα πορίσματά της, από τον έλεγχο των γλωσσικών και μαθηματικών ικανοτήτων των μαθητών που γίνεται με τεστ πολλαπλής επιλογής, να κατηγοριοποιήσει τα σχολεία και προσανατολίσει την εκπαίδευση σε μια κατεύθυνση που προωθείται από τον οικονομικό οργανισμό του ΟΟΣΑ. Σ’ αυτές τις εξετάσεις μάλιστα, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Παιδείας ξεπέρασε κάθε όριο. Με νυχτερινό έγγραφο που έστειλε στα σχολεία, μιας και δεν προλάβαινε να στείλει πάλι στα δικαστήρια τη στάση εργασίας που κήρυξε η ΑΔΕΔΥ, υποκαθιστά την δικαιοσύνη και αποφαίνεται ότι η στάση εργασίας «δεν είναι νόμιμη… γιατί ανακοινώθηκε μόνο στον Τύπο»! Η παραπλανητική, και εκτός πλαισίου αρμοδιότητάς του, απόπειρα του γενικού γραμματέα του υπουργείου δεν απέδωσε καρπούς μιας και, για παράδειγμα, στα πέντε πιλοτικά δημοτικά σχολεία της Κέρκυρας οι εκπαιδευτικοί συμμετείχαν καθολικά στην στάση εργασίας και οι εξετάσεις PISA ακυρώθηκαν.
● Πέραν τούτων, οι περισσότερες εγκύκλιοι του υπουργείου Παιδείας βρίθουν απειλών και εκβιαστικών απολήξεων που θυμίζουν ζοφερές εποχές του παρελθόντος. Επίσης, τα στελέχη της εκπαίδευσης σε αρκετές διευθύνσεις έχουν επιδοθεί σε ένα κρεσέντο τρομοκράτησης με πειθαρχικές διώξεις δεκάδων εκπαιδευτικών για «ανάρμοστη συμπεριφορά εκτός υπηρεσίας», για «κακόβουλη κριτική κατά της κυβέρνησης μέσω διαδικτύου», για συμμετοχή σε κινητοποιήσεις και για διάφορους άλλους απίθανους λόγους.
● Ο στείρος και αντιπαιδαγωγικός, τεχνοκρατικός εντυπωσιασμός του πολυδιαφημισμένου ψηφιακού σχολείου, υποκρύπτει τις πραγματικές προθέσεις του υπουργείου: σχολεία διαφορετικών ταχυτήτων με υποκατάσταση των εκπαιδευτικών και της διά ζώσης εκπαίδευσης με εξ αποστάσεως διαδικασίες που υπονομεύουν σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Η τεχνολογία και ο ψηφιακός εξοπλισμός πρέπει να είναι επικουρικά, και μόνο, μέσα και να μην υποκαθιστούν την ζωντανή εκπαιδευτική διαδικασία. Η θεοποίηση της τεχνολογίας, σ’ αυτό δεν είναι άμοιρη ευθυνών και η Αριστερά, χωρίς κριτική αποτίμηση των αρνητικών επιδράσεών της και χωρίς παιδαγωγικά αντισταθμίσματα της κυριαρχίας της, έχει οδηγήσει σε σχεδόν μη αντιστρεπτές καταστάσεις. Είναι τόσο επιδραστικά ολοκληρωτική η επιρροή των ψηφιακών μέσων που, όσοι ζουν εκ των έσω την εκπαιδευτική διαδικασία, επιβεβαιώνουν καθημερινά την δραματική επικαιρότητα του παλιού μότο ότι «το μέσο είναι το μήνυμα». Η απώλεια χειρόγραφων δεξιοτήτων, η απώλεια δυνατοτήτων επεξεργασίας της γλώσσας, η έντονη φτωχοποίηση του λεξιλογίου και η εθιστική δέσμευση με το κινητό τηλέφωνο αποτελούν την σύγχρονη πραγματικότητα στα σχολεία.
● Ο επιχειρούμενος ψηφιακός εντυπωσιασμός γίνεται για να κρύψει την σχεδιασμένη πολιτική υποβάθμισης του δημόσιου σχολείου. Το υπουργείο ρίχνει ως δόλωμα και για επικοινωνιακούς σκοπούς μερικούς διαδραστικούς πίνακες, αυστηροποιεί τις ποινές των μαθητικών παραπτωμάτων αδιαφορώντας για την πρόληψή τους και παρουσιάζει κάποιες ψηφιακές πλατφόρμες πανοπτικού ελέγχου και απρόσωπης, εξ αποστάσεως, παρουσίας των γονέων ως μέγιστη προσφορά στην εκπαίδευση. Με τέτοιες, όμως, μεθόδους τεχνοκρατών μαθητευόμενων μάγων δεν μπορεί να κρυφτούν τα τεράστια κενά των σχολείων σε εκπαιδευτικούς, τα απαρχαιωμένα βιβλία, η ανύπαρκτη επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και τα ανεπαρκέστατα αναλυτικά προγράμματα που στοιχειώνουν τα σχολεία. Χαρακτηριστικά παραδείγματα: το βιβλίο Πληροφορικής Γυμνασίου, με ηλικία διψήφιο αριθμό, είναι τόσο ξεπερασμένο, για μια επιστήμη που αλλάζει καθημερινά, που δεν μπορεί πλέον να διδαχτεί ενώ για την επόμενη σχολική χρονιά, το μόνο βιβλίο που θα αλλάξει στο Γυμνάσιο είναι τα Θρησκευτικά!
● Πριν μια βδομάδα έγιναν οι εξετάσεις των προτύπων σχολείων, όπου έλαβαν μέρος 9.500 μαθητές για 1.800 περίπου θέσεις. Ο μεγάλος αριθμός των υποψηφίων αναδεικνύει πολλαπλά ζητήματα και παθογένειες. Η, διαρκώς κλιμακούμενη, επιχείρηση απαξίωσης του δημόσιου σχολείου και των εκπαιδευτικών από το υπουργείο Παιδείας, βρίσκει έφορο έδαφος σε στρεβλές αντιλήψεις πολλών γονέων περί αριστείας και άλλων διακρίσεων. Έτσι, τα πρώην πειραματικά σχολεία, που είχαν σχέσεις με πανεπιστήμια και η εισαγωγή των μαθητών γινόταν με κλήρωση, μετονομάστηκαν σε πρότυπα με εξετάσεις εισαγωγής, αυξήθηκαν σε αριθμό και έγιναν το μήλο της έριδος για τους υπερφίαλους, παρεμβατικούς γονείς που θεωρούν τα παιδιά τους μικρούς Αϊνστάιν κι όχι για τους μαθητές. Ταυτόχρονα, ως σχολεία, αποτελούν τον δούρειο ίππο του ιδιωτικού χαραχτήρα της εκπαίδευσης, της αγοραίας λογικής του ανταγωνισμού και της στείρας αριστείας. Επίσης, οι καθηγητές των προτύπων αποτελούν την αιχμή του δόρατος για την εφαρμογή των αντιδραστικών πολιτικών του υπουργείου Παιδείας. Άψογοι καριερίστες, αξιολογούνται αγόγγυστα κι απολαμβάνουν μειωμένα ωράρια, διαγκωνίζονται διαρκώς για να αυγατίσουν τα ατομικά τους προσόντα και ως φερετζέ της συλλογικής τους εκπροσώπησης επέλεξαν να διαφοροποιηθούν από τα ενιαία σωματεία των εκπαιδευτικών, ιδρύοντας την ΕΛΜΕ Προτύπων.
Πάνος Δημητρούδης