Η Μήδεια Χουρσουλιδου είναι ποντιακής καταγωγής, γεννημένη στην Τιφλίδα της Γεωργίας. Το ταλέντο της, οι σπουδές της, η τεχνική και η εκφραστική ερμηνεία της, της επιτρέπουν να διαθέτει ένα ρεπερτόριο που αφορά ένα ευρύ μουσικό φάσμα (ethnic jazz-rock, κλασικό, έντεχνο κ.ά.).
Ζει στην Αθήνα και δραστηριοποιείται στον καλλιτεχνικό τομέα, ως τραγουδίστρια και καθηγήτρια φωνητικής. Συνεργάζεται με πολλούς κορυφαίους καλλιτέχνες και σύνθετες και εμφανίζεται ζωντανά σε μουσικές σκηνές, συναυλίες, φεστιβάλ σε δίιάφορες πόλεις της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Έχει πάρει μέρος σε σημαντικά φεστιβάλ όπως στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας (2015), στη Μόσχα Φεστιβάλ Ακρόπολις (2016-2017), Διεθνές φεστιβάλ «Πολιτιστική Ένωση των Λαών» στην πόλη Γέλεντζικ (2018), φεστιβάλ στο Μινσκ της Λευκορωσίας (2019). Είναι εντυπωσιακό ότι τραγουδάει σε δέκα γλώσσες (αρμενικά, πορτογαλικά, αζέρικα, ρωσικά, ιταλικά κ.ά.).
Την Μήδεια την γνώρισα πέρσι, όταν λίγες μέρες πριν από την συναυλία της Εποχής, τον Γενάρη του 2023, μου ζήτησε να πάρει μέρος και, επειδή είχε κλείσει το πρόγραμμα, να πει έστω ένα τραγούδι. Η συναυλία ήταν αφιερωμένη στον πρόσφατα χαμένο συνθέτη Νότη Μαυρουδή. «Με τον Νότη έχουμε την ίδια καταγωγή από τον Πόντο και από το ίδιο χωριό. Θέλω να τραγουδήσω στη μνήμη του ένα παραδοσιακό της πατρίδας μας». Και βέβαια πήρε μέρος και όσοι βρεθήκαμε σε αυτή τη συναυλία θυμόμαστε τη συγκλονιστική της ερμηνεία σε ένα ποντιακό θλιμμένο τραγούδι. Η Μήδεια θα είναι πάλι μαζί μας στην Συναυλία της Εποχής, στις 19 Ιουνίου, και με αφορμή τη συμμετοχή της αλλά και την προσεχή συναυλία της στο Μπαράκι της Διδότου, είχαμε αυτήν την όμορφη συνομιλία.
Μήδεια, γεννήθηκες στη Γεωργία, πες μας για τον τόπο σου. Τον νοσταλγείς;
Γεννήθηκα στην Τσάλκα, μια κωμόπολη της Γεωργίας, και μετά μετακομίσαμε στην πόλη Ρουστάβη, μισή ώρα από την Τιφλίδα, σαν να λέμε προάστιο της Τιφλίδας. Στην Τσάλκα ζούσανε γύρω στις 50 χιλιάδες Έλληνες που είχαν μεταναστεύσει μετά από τις σφαγές και τους εκτοπισμούς εναντίων των ελληνικών πληθυσμών στην περιοχή του Πόντου από τους νεότουρκους. Έτσι βρεθήκανε οι πρόγονοι μου στη Γεωργία, που έχει σύνορα με την Τουρκία. Μαζί με τους Έλληνες μετανάστευσαν και Αρμένιοι από την περιοχή του Ερζερούμ. Ο πατέρας ήταν Έλληνας και η μητέρα μου Αρμένισσα. Ερωτεύτηκαν και έφτιαξαν μια υπέροχη πολύτεκνη οικογένεια (ήμασταν 7 παιδιά, εγώ είμαι η τελευταία).
Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, στο μας σπίτι όλοι τραγουδούσαν και τα μεγαλύτερα αδέλφια μου.
Στην οικογένεια του πατέρα μου, ξεκινώντας από τον προπάππου μου, την γιαγιά (η κόρη του) και τον πατέρα μου, όλοι τους ήταν αηδόνια. Ο προπάππους μου ήταν πολύ διάσημος την εποχή τότε σε όλη την Τσάλκα. Τραγουδούσε τα δικά του τραγούδια τα οποία έλεγαν για όλα τα δεινά που περάσανε, ξεριζωμό και τη ξενιτιά. Δεν τον πρόλαβα, αλλά άκουγα την γιαγιά μου να τραγουδάει, είχε απίστευτα όμορφη φωνή, συνήθως τραγουδούσε μοιρολόγια. Ο πατέρας σπάνια τραγουδούσε, αλλά όταν είχε τα κέφια του η φωνή του σε μάγευε. Όλα αυτά τραγούδια (μοιρολόγια) άκουγα από τη μικρή μου ηλικία και είναι ριζωμένα μέσα μου.
Παράλληλα με τις οπερετικές εμφανίσεις στη Λυρική Σκηνή της Τιφλίδας, βρέθηκες να τραγουδάς με το ελληνικό συγκρότημα «Ορφέας». Πώς σε κέρδισε το ελληνικό τραγούδι;
Το ενδιαφέρον είναι ότι δεν είχα καμία επαφή με το ελληνικό τραγούδι. Στην ΕΣΣΔ υπήρχαν αρκετά ελληνικά συγκροτήματα, είχαμε και στη Γεωργία μερικά, το πιο διάσημο λεγόταν «Ελλάδα». Μια φίλη μου πρότεινε να πάμε στην αποχαιρετιστήρια συναυλία τους, που θα γινόταν στην Φιλαρμονία της Τιφλίδας, γιατί θα φεύγανε στην Ελλάδα τα μέλη του (είχαν ανοίξει ήδη τα σύνορα και πολύς κόσμος έφευγε στην ιστορική τους πατρίδα). Όταν ξεκίνησε η συναυλία, η συγκίνηση μου ήταν απερίγραπτη. Με μάγεψε ο ήχος του μπουζουκιού, τα τραγούδια, η γλώσσα, λες και ζούσα μια γιορτή. Ο κόσμος χόρευε και τραγουδούσε με ελληνικές σημαίες στα χέρια σε μια αίθουσα τριών χιλιάδων ατόμων. Ήμουν συγκλονισμένη από όλα αυτά που έβλεπα και άκουγα, αυτό ήταν, ερωτεύτηκα την ελληνική γλώσσα και μουσική.
Στο τέλος της συναυλίας πήγαμε στα καμαρίνια των καλλιτεχνών για να τους εκφράσουμε τον θαυμασμό μας, η φίλη ήξερε τον σολίστ, τον Παύλο Τσαντεκίδη, και με σύστησε λέγοντας του ότι σπουδάζω μονωδία και έχω πολύ ωραία φωνή. Ο Παύλος χωρίς να χάνει χρόνο μου πρότεινε να συνεργαστούμε, γιατί θα έφευγε η τραγουδίστρια στην Ελλάδα και έψαχναν να βρουν τραγουδίστρια. Εννοείται ότι χωρίς δεύτερη κουβέντα δέχτηκα την πρόταση του. Φτιάξαμε καινούργιο συγκρότημα με άλλους μουσικούς και το ονομάσαμε «Ορφέας» και έτσι ξεκίνησε η καριέρα μου στο ελληνικό τραγούδι, ενώ ταυτόχρονα εγώ συνέχιζα τις σπουδές μου και τις τελείωσα μετά από έναν χρόνο. Οι πηγές ήταν πολύ λίγες, μου δίνανε χιλιοπαιγμένες κασέτες για να μαθαίνω τραγούδια. Τους συνθέτες ούτε καν τους ήξερα, μάθαινα τραγούδια από τις Νανά Μούσχουρη, Χάρις Αλεξίου, Γλυκερία, Μαρινέλλα, τον Γ. Νταλάρα κ.ά. Μετά αρχίσαμε να κάνουμε περιοδεία σε όλη την ΕΣΣΔ, λίγο πριν διαλυθεί, με πολύ μεγάλη επιτυχία.
Μετά από τόσες σπουδές, εμπειρία και γνώση, όταν ήρθες στην Ελλάδα βρήκες καλλιτεχνική αναγνώριση;
Δεν δυσκολεύτηκα καθόλου να βρω δουλειά στην Ελλάδα, πρώτα ήμουνα στη Θεσσαλονίκη για ενάμιση χρόνο μετά μετακόμισα στην Αθήνα. Δεν ασχολήθηκα στην Ελλάδα με το κλασικό τραγούδι, γιατί αμέσως ξεκίνησα να δουλεύω στις μουσικές σκηνές, ήταν και το θέμα επιβίωσης, δούλευα ασταμάτητα και βοηθούσα την οικογένεια μου (ήταν η εποχή που διαλύθηκε η πρώην ΕΣΣΔ και ήταν πολύ δύσκολα τα πράματα). Ήμουνα μόνη μου χωρίς την οικογένεια μου, τα αδέρφια ήρθαν μετά από τρία χρόνια. Η καλλιτεχνική αναγνώριση ήρθε λίγο αργότερα, δυστυχώς ήρθα στην Ελλάδα σε μια περίοδο που δεν ήθελαν ούτε φωνές ούτε σπουδές, δεν τους ενδιέφερε καν η αξία του καλλιτέχνη.
Ποιές συνεργασίες ξεχωρίζεις;
Έχω κάνει αρκετές όμορφες συνεργασίες, αλλά αυτήν που ξεχωρίζω ήταν με τους δύο σπουδαίους μας συνθέτες που δεν βρίσκονται πλέον στη ζωή, τον Γιάννη Σπάθα, Νίκο Αντύπα και την αγαπημένη στιχουργό, Λίνα Νικολακοπούλου στο πρότζεκτ τους «Νεάπολη», το 2001.
Έχεις ένα πλούσιο ρεπερτόριο με σχεδόν όλα τα είδη της μουσικής και σε πολλές γλώσσες. Όμως προτιμάς την παραδοσιακή μουσική, γιατί;
Έχετε δίκιο, μου αρέσουν πολλά είδη μουσικής, μελετάω παραδόσεις διαφόρων λαών. Μεγαλωμένη στη Γεωργία νομίζω ότι είχα το προνόμιο να ακούω και να μαθαίνω τραγούδια διαφόρων λαών από πολύ μικρή ηλικία. Η Γεωργία ήταν την εποχή της ΕΣΣΔ μια πολυπολιτισμική δημοκρατία, ζούσανε εκεί αρμονικά περίπου 33 εθνικότητες. Όταν ήρθα στην ιστορική μου πατρίδα άρχισα να μελετάω την παραδοσιακή μουσική διαφόρων περιοχών και μπορώ να σας πω ότι είμαι πολύ περήφανη για τον τεράστιο πλούτο που έχουμε.
Πρόσφατα ερμηνεύεις τραγούδια μιας νέας συνθέτριας της Αρετής Κοκκίνου, που μάλιστα θα σε συνοδεύσει με την κιθάρα της στη Συναυλία της Εποχής. Μίλησε μου για αυτή την συνεργασία.
Χαίρομαι πολύ που η Αρετή θα είναι μαζί μας στην Συναυλία της Εποχής. Με την Αρετή Κόκκινου άρχισα να συνεργάζομαι από το 2017 και εκτός από συνεργάτριες έχουμε γίνει και φίλες. Είναι εξαιρετική δημιουργός, κιθαρίστρια και ένας υπέροχος και δοτικός άνθρωπος. Κυκλοφορήσαμε πρόσφατα τρία υπέροχα τραγούδια σε μουσική της Αρετής: «Το Αετοπερίστερο», σε στίχους της Ειρήνης Παπαδοπούλου, «Του Μάρτη θέλω ένα φιλί», σε ποίηση της Ζωής Δικταίου, και το «Ο δικός μας ο έρωτας», σε στίχους της Πένυς Παπαδάκη, από τη σειρά συνεργασίας μας με Ελληνίδες ποιήτριες και στιχουργούς. Υπάρχουν και άλλα τραγούδια από αυτή τη σειρά που σιγά σιγά θα αρχίσουμε να τα ηχογραφούμε.
Συμμετέχεις στη συναυλία, υποστηρίζοντας μια πολιτική εφημερίδα, ποιά είναι η σχέση σου με την πολιτική;
Είμαι βαθιά πολιτικοποιημένο άτομο και χαίρομαι πολύ που βάζω και εγώ ένα μικρό λιθαράκι συμμετέχοντας στην Συναυλία σας και με αυτό τρόπο στηρίζοντας την εφημερίδα «Εποχή».
Εύχομαι καλή επιτυχία σε όλη την προσπάθεια που κάνετε.
* * *
«Μια φορά θυμάμαι»
Μήδεια Χουρσουλἰδου - Σώζος Λυμπερόπουλος
Η Μήδεια Χουρσουλἰδου συναντιέται για δεύτερη φορά επί σκηνής με τον εξαίρετο τραγουδοποιό και κιθαρίστα, Σώζο Λυμπερόπουλο όπου θα ενώσουν τις φωνές τους στην παράσταση «Μια φορά θυμάμαι», αφιερωμένη στο Νέο Κύμα. Οι δυο καλλιτέχνες θα μας παρουσιάσουν ένα πρόγραμμα με τραγούδια-διαμάντια, ανεξίτηλα στον χρόνο και γραμμένα από σπουδαίους μουσικοσυνθέτες, όπως οι Γιάννης Σπανός, Μάνος Χατζιδάκις, Σταύρος Ξαρχάκος, Νἰκος Μαμαγκάκης, Νότης Μαυρουδής, Μίμης Πλέσσας, Διονύσης Σαββόπουλος, Λίνος Κόκοτος, Κώστας Χατζής και όχι μόνο. Επίσης θα ερμηνεύσουν τραγούδια και από τη δισκογραφία τους. Μαζί τους στην παρέα η εξαίρετη κιθαρίστρια και συνθέτρια, Αρετή Κοκκίνου. Προλογίζει την παράσταση ο συγγραφέας και στιχουργός, Γιώργος Λεκάκης. Καλλιτεχνική επιμέλεια της Αρετής Κοκκίνου.
Την Παρασκευή 31 Μαἴου, στις 9.30μμ, στο «Μπαράκι της Διδότου - Νέα Μπουάτ».