Τζωρτζ Στάινερ «Η ιδέα της Ευρώπης», μετάφραση: Θάνος Σαμαρτζής, εκδόσεις Δώμα, 2021
Timothy Garton Ash «Πατρίδες. Μια προσωπική ιστορία της Ευρώπης», μετάφραση: Δημήτρης Δουλγερίδης, εκδόσεις Ψυχογιός, 2023
Μίλαν Κούντερα «Πράγα, ένα ποίημα που χάνεται & Ογδόντα εννιά λέξεις», μετάφραση: Γιάννης Χάρης, εκδόσεις Εστία, 2024
Traian Stoianovich «Βαλκάνιοι κόσμοι. Η πρώτη και η τελευταία Ευρώπη», μετάφραση: Δημήτρης Σταματόπουλος, εκδόσεις Επίκεντρο, 2024
Δεν είναι μόνον οι επικείμενες ευρωεκλογές, ελάχιστα «ευρωπαϊκές» όπως εξελίσσονται, που υποβάλλουν το ερώτημα της Ευρώπης με τη βιβλιογραφική συνδρομή στοχαστών και ιστορικών. Είναι κυρίως η γενικευμένη αίσθηση, τουλάχιστον εδώ και είκοσι χρόνια, ότι η κουρασμένη γηραιά ήπειρος βυθίζεται σε μια βαθιά υπαρξιακή περιδίνηση. Σήμερα, στη συνθήκη της «πολυκρίσης», όλοι σχεδόν παραδέχονται ότι η ατελής οικονομική και νομισματική ένωση, χωρίς πολιτική εμβάθυνση, δημιούργησε μια γεωπολιτικά αδύναμη και κοινωνικά αμήχανη Ευρώπη. Σ’ αυτή τη συγκυρία, τέσσερα σημαντικά βιβλία της πρόσφατης εκδοτικής σοδειάς υπενθυμίζουν από διαφορετικές αφετηρίες ότι Ευρώπη σημαίνει ευρύ οπτικό πεδίο.
Παραμένει άραγε η Ευρώπη μια ελκυστική ιδέα που μπορεί να διεγείρει το πολιτικό φαντασιακό; Υπάρχουν όροι και προϋποθέσεις για την αναγέννηση της ή είναι πλέον αργά; Ο καθηγητής συγκριτικής λογοτεχνίας και φιλοσοφίας του πολιτισμού Τζωρτζ Στάινερ (1929-2020) στην Ιδέα της Ευρώπης αναρωτιέται τι απομένει από την Ευρώπη αν εκλείψει η ευρωπαϊκή παιδεία. Η Ευρώπη για τον μεγάλο στοχαστή δεν είναι απλώς μια οντότητα γεωγραφική και οικονομική, αλλά ένα πνευματικό όραμα. Ευφυώς ωστόσο στο βιβλίο δεν παραθέτει έναν κατάλογο ονομάτων του υψηλού ευρωπαϊκού κανόνα, αλλά ανασυνθέτει το περιεχόμενο του esprit européen στο πεδίο της κουλτούρας και των πρακτικών καθημερινής ζωής των Ευρωπαίων, μακριά από το πνεύμα της πρόσφατης… Επιτροπής για την Προώθηση του Ευρωπαϊκού Τρόπου Ζωής. Για τον Στάινερ οι παράμετροι που ορίζουν κλιμακωτά την ευρωπαϊκή ιδέα είναι: τα καφενεία ως τόποι συνάντησης -ακόμα και δουλειάς- που χωρούν τους πάντες· η ανθρώπινη κλίμακα των ευρωπαϊκών πόλεων που περπατιούνται· οι δρόμοι και οι πλατείες ως τόποι μνήμης καλλιτεχνών, πολιτικών, επιστημόνων και φιλοσόφων κατοπτρίζοντας «το βάρος μιας παραφορτωμένης σχολικής σάκας»· η αντιφατική κληρονομιά της Αθήνας και της Ιερουσαλήμ (αρχαιοελληνική και εβραϊκή παράδοση)· τέλος, η ικανότητα της ευρωπαϊκής σκέψης να αναγνωρίζει εσχατολογικά την τραγική συνθήκη της ζωής. Με την ιδέα της παρακμής της Δύσης να υπεισέρχεται στη σκέψη του, ο Στάινερ υπερασπίζεται τη γλωσσική, πολιτισμική και κοινωνική ποικιλομορφία της Ευρώπης από τους εφιάλτες των εθνικισμών.
Ευρωπαϊκές πατρίδες
Εξίσου συναρπαστική, αν και από άλλη προοπτική, είναι η αφήγηση του Timothy Garton Ash (1955), καθηγητή Ευρωπαϊκών Σπουδών στην Οξφόρδη και αρθρογράφου στον Guardian. Οι Πατρίδες είναι μια εξιστόρηση της Ευρώπης από το 1945 μέχρι τον πόλεμο στην Ουκρανία, με προσωπικό τρόπο, βασισμένη σε αναμνήσεις, αναγνώσματα, φωτογραφίες, ημερολόγια και σημειωματάρια ταξιδιών και συναντήσεων του συγγραφέα με σημαίνοντες Ευρωπαίους πολιτικούς και καθημερινούς ανθρώπους. Ευρώπη για τον Ας είναι κυρίως η αίσθηση να έχεις πολλές πατρίδες· να βρίσκεσαι σε διάφορα μέρη της Ευρώπης και να αισθάνεσαι σαν στο σπίτι σου. Από τις πολλές «Ευρώπες» (γεωγραφική, ιστορική του Καρλομάγνου, πολιτισμική των αξιών και θεσμική της ΕΟΚ-ΕΕ), φαίνεται να προτιμά τον ορισμό του πολωνού πολιτικού Γκέρεμεκ για την Ευρώπη ως πλατωνική ιδέα, ένα ιδεώδες αξιών, θεσμών και δικαιωμάτων στο οποίο προσβλέπουμε και με βάση το οποίο μετράμε την πρόοδό μας.
Όσα κατάφερε η Ευρώπη μεταπολεμικά οφείλονται στη «μηχανή της μνήμης» του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου και του Ολοκαυτώματος. Εύλογα συνεπώς η αφήγηση, που αναπτύσσεται καλειδοσκοπικά σε πέντε κεφάλαια, αρχίζει με την «κατεστραμμένη» Ευρώπη (1945) του πατέρα του, που είχε λάβει μέρος στην απόβαση της Νορμανδίας, για να συνεχιστεί με τη «διαιρεμένη» (1961-1979) του Ψυχρού Πολέμου στην οποία μεγάλωσε, με τη ρωγμή της Άνοιξης της Πράγας και της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι. Ακολουθούν, η «ανερχόμενη» Ευρώπη (1980-89) της πολωνικής Αλληλεγγύης, της γκλάσνοστ και της περεστρόικα, αλλά και της προώθησης του ευρωπαϊκού εγχειρήματος και της Πτώσης του Τείχους· η «θριαμβεύουσα» (1990-2007) της ΟΝΕ και της διεύρυνσης προς Ανατολάς, αλλά και του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία· τέλος, η «κλονισμένη» (2008-2023) των αλλεπάλληλων κρίσεων (οικονομική, προσφυγική, πανδημία, πόλεμοι).
Ο Ας δεν κρύβει τη φιλελεύθερη, διεθνιστική οπτική του, προφανώς γαλουχημένη στο αντικομμουνιστικό κλίμα των βελούδινων κεντροευρωπαϊκών επαναστάσεων του 1989. Γίνεται ωστόσο γενναία αυτοκριτικός όταν επισημαίνει την υποτιμητική και οριενταλιστική στάση της Δύσης απέναντι στο «εξωτικό» ανατολικό τμήμα και τον κίνδυνο που συνεπάγεται η υιοθέτηση της μοναδικότητας και της εγγενούς ανωτερότητας του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Το πιο τολμηρό κεφάλαιο του βιβλίου τιτλοφορείται «Ύβρις» και σχολιάζει αρνητικά τη στάση της ΕΕ απέναντι στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κρίσης, αλλά και την αλαζονεία της φιλελεύθερης θριαμβολογίας μετά το 1989. Όπως παραδέχεται ο Ας, η νεοφιλελεύθερη υποταγή στην ελευθερία των αγορών και τον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό «οδήγησε σε επίπεδα ανισότητας που η Δύση είχε να δει τουλάχιστον εκατό χρόνια».
Η Ευρώπη των μικρών εθνών
Από αντίστοιχη κεντροευρωπαϊκή σκοπιά, την ποικιλομορφία της Ευρώπης με άξονα τη γλώσσα και τη λογοτεχνία υπερασπίζεται με συγκινητικό τρόπο ο τσέχος συγγραφέας Μίλαν Κούντερα (1929-2023). Στην Πράγα αποκαλύπτει το «πολιτισμικό φυτώριο απ’ το οποίο προέρχεται», όπως σημειώνει ο Πιερ Νορά, την ανορθολογική κατά βάση Πράγα που τον σημάδεψε (Κάφκα, Χάσεκ, Γιάνατσεκ, Γιάκομπσον, αισθητική και γλωσσολογική σχολή της Πράγας). Έτσι, αναδεικνύει το άλλο βλέμμα που κομίζει στην Ευρώπη η κουλτούρα των «μικρών εθνών» με τις παράξενες γλώσσες. Η μελαγχολική σκέψη του Κούντερα, όπως και στον Ακρωτηριασμό της Δύσης, που κυκλοφόρησε πριν δύο χρόνια στον ίδιο εκδοτικό οίκο, διερωτάται πώς μια δυτική επί χίλια χρόνια χώρα, με συγγραφείς που ανέδειξαν τις δυνατότητες αντίστασης στον ολοκληρωτικό μηχανισμό των εξουσιών, αλλά και τη σημασία του περιεχομένου μέσα στη φόρμα, κατέληξε, με τη σοβιετική επέμβαση και τη δυτική ακατανοησία, ανατολική. Στο ιδιότυπο λεξικό με τις Ογδόντα εννιά λέξεις, στο δεύτερο κείμενο του βιβλίου, βρίσκουμε έναν επίκαιρο ορισμό: «Ευρωπαίος: αυτός που νοσταλγεί την Ευρώπη».
Η «πρώτη Ευρώπη» των Βαλκανίων
Αν στις παραπάνω αφηγήσεις δεσπόζει ένας ευρωκεντρικός προσανατολισμός, η σκέψη του Traian Stoianovich (1921-2005), σερβικής καταγωγής ιστορικού στο Rutgers University, ανοίγεται και σε εναλλακτικές κατευθύνσεις. Στο προσφάτως εκδοθέν στην Ελλάδα έργο του, ο διαπρεπής μαθητής του Μπρωντέλ και της Σχολής των Annales, αξιοποιώντας την ανθρωπολογική και κοινωνική θεωρία, αποκρυπτογραφεί τον βαλκανικό χώρο στη μεγάλη διάρκεια δέκα χιλιάδων χρόνων, ανατέμνει τις οικονομικές και κοινωνικές δυναμικές και τη σύνθετη, αποκλίνουσα και συγκλίνουσα σχέση των Βαλκανίων (της «πρώτης» ή «παλαιάς» Ευρώπης») με την καθαυτή Ευρώπη. Η απρόσμενη οπτική του εδράζεται στις θεματικές που τον απασχολούν: το κλίμα, η γεωμορφολογία, οι βιο-τεχνικές και η κοινωνική βιολογία (π.χ. τεχνικές κύησης), τα δίκτυα επικοινωνίας και οι πολιτισμικές συσχετίσεις, η ηθική της εργασίας, οι προσωπικότητες, οι νοοτροπίες, οι τοπικές ιδιαιτερότητες, οι περιφερειακές υποκουλτούρες. Στην ολιστική και συγκριτική του προσέγγιση, χωρίς γραμμική σειρά, τα ρευστά και πολύπλοκα Βαλκάνια, «μια Ασία στην Ευρώπη», προβάλλουν από τη νεολιθική εποχή μέχρι τη βιομηχανική ως μια μικρογραφία του κόσμου, όπως η Μεσόγειος του Μπρωντέλ. Το ενδιαφέρον της ματιάς, θυμίζοντας περιπτώσεις ελλήνων ιστορικών όπως ο Σβορώνος ή ο Ηλιού, συνίσταται στο ότι το ιστοριογραφικό εγχείρημα συναιρείται με ένα πολιτικό αίτημα. Ο συγγραφέας επισημαίνει τους εσωτερικούς διχασμούς της Ευρώπης και τον κίνδυνο γερμανοποίησης της ΕΕ και θεμελίωσής της στο χρήμα, την κατανάλωση και τον φονταμενταλισμό της ανάπτυξης. Όπως γράφει χαρακτηριστικά, αν δεν συμπορευτεί η Ευρώπη ισότιμα με τα Βαλκάνια και τους λαούς, «τότε δεν θα υπάρχει πια καθόλου Ευρώπη παρά μονάχα καπιταλισμός». Στο τελευταίο κεφάλαιο, διατυπώνεται η πρόταση μιας αυτόνομης Ευρώπης που θα συμπεριλαμβάνει το ανατολικό και το δυτικό τμήμα και θα οργανώνεται ως πολιτιστικό, οικονομικό και οικολογικό σύστημα.
Κοινή συνισταμένη των τριών από τα τέσσερα έργα είναι ότι γράφτηκαν από συγγραφείς που βίωσαν προσωπικά τον απόηχο μεγάλων ιστορικών τραυμάτων: εισβολή στην Τσεχοσλοβακία (1968), διάλυση της Γιουγκοσλαβίας (1991), Brexit (2016). Οι ιστορικές αποτυχίες ήταν πάντα η τροφή του αναστοχασμού.