Η πρόσφατη εμπλοκή της Ελλάδας σε στρατιωτικές αεροπορικές ασκήσεις με το Ισραήλ προκαλεί σοβαρές ανησυχίες και έντονη κριτική. Η αεροπορική άσκηση που διεξήχθη στις 31 Μαΐου, μεταξύ μαχητικών αεροσκαφών της Πολεμικής Αεροπορίας (ΠΑ) και της Ισραηλινής Πολεμικής Αεροπορίας (IAF), στην περιοχή νότια της Κρήτης, αποτελεί μια από τις πλέον ανησυχητικές ενδείξεις για την αυξανόμενη εμπλοκή της χώρας μας σε πολεμικά μέτωπα.
Σε αυτή την άσκηση, συμμετείχαν 56 ελληνικά μαχητικά αεροσκάφη παντός τύπου, τα οποία ανεφοδιάστηκαν 160 φορές από ισραηλινά ιπτάμενα τάνκερ, σε διάρκεια μόλις 48 ωρών. Αυτό το γεγονός δεν μπορεί παρά να εγείρει ερωτήματα σχετικά με τις στρατηγικές προτεραιότητες της ελληνικής κυβέρνησης: Πώς και γιατί επελέγη η συνεργασία με μια χώρα που βρίσκεται σε συνεχή εμπόλεμη κατάσταση; Γιατί δεν επιλέχθηκαν μαχητικά από άλλες χώρες του ΝΑΤΟ ή από παραδοσιακούς στρατιωτικούς εταίρους της Ελλάδας, όπως η Αίγυπτος;
Φαίνεται ότι η άσκηση αποσκοπούσε κυρίως στην εκπαίδευση των ισραηλινών πληρωμάτων ανεφοδιασμού υπό εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Αυτή η εκπαίδευση πιθανόν να προορίζεται για χρήση σε επιχειρήσεις υποστήριξης χερσαίων δυνάμεων, διώξης/αναχαίτισης, ή σε αποστολές «αναζήτησης και καταστροφής» υπό την καθοδήγηση ισραηλινών ειδικών δυνάμεων. Ο ρόλος του αεροπορικού ανεφοδιασμού είναι κρίσιμος, ειδικά για στρατηγικές επιθέσεις σε στρατιωτικούς στόχους, όπως αποθήκες όπλων και κέντρα διοίκησης.
Παράλληλα, αποκαλύπτεται ότι έλληνας πιλότος της Πολεμικής Αεροπορίας βρίσκεται στο Κίεβο, εκπαιδεύοντας Ουκρανούς στην επιχειρησιακή χρήση των μαχητικών F-16. Η αποστολή αυτή, που παραμένει εν πολλοίς μυστική από την ελληνική κυβέρνηση, εντάσσεται στο πλαίσιο του συνασπισμού εκπαίδευσης στο F-16, ο οποίος συγκροτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2023 στο Βίλνιους της Λιθουανίας. Η Ελλάδα εντάχθηκε επίσημα στον συνασπισμό στις 21 Αυγούστου 2023, μετά από συνάντηση του ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι με τον έλληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στην Αθήνα.
Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Εκπαίδευσης F-16 (EFTC), που άρχισε να λειτουργεί στη Ρουμανία από τις 13 Νοεμβρίου 2023, εκπαιδεύει ουκρανούς πιλότους και προσωπικό υποστήριξης. Η μυστικότητα γύρω από την ελληνική συμμετοχή εγείρει σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τη διαφάνεια της κυβέρνησης προς τους πολίτες: Τι ακριβώς προσπαθεί να αποκρύψει η ελληνική κυβέρνηση; Γιατί κρατάει τη συμμετοχή στον συνασπισμό και την αποστολή του έλληνα πιλότου στο Κίεβο μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας;
Η πίεση για μεγαλύτερη εμπλοκή της Ελλάδας στον πόλεμο στην Ουκρανία συνεχίζεται. Σύμφωνα με πρόσφατη συνάντηση του αναπληρωτή επικεφαλής του γραφείου του προέδρου της Ουκρανίας, Ίχορ Ζόβκα, με τον πρέσβη ε.τ., Σπύρο Λαμπρίδη, και τον γραμματέα Β’, Μ. Ανδρουλάκη, γίνεται φανερό ότι η Ουκρανία ζητά από την Ελλάδα -και άλλες χώρες του ΝΑΤΟ- επείγουσα στρατιωτική βοήθεια. Οι απαιτήσεις αυτές περιλαμβάνουν πυρομαχικά, αντιαεροπορικά συστήματα, μαχητικά αεροσκάφη και άρματα μάχης. Το Κίεβο πιέζει για μια ενίσχυση που θα μπορούσε να οδηγήσει στην «απογύμνωση» των ήδη προβληματικών αριθμών των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, προκειμένου να ανταπεξέλθει στις ανάγκες της σύγκρουσης με τη Ρωσία.
Αυτή η εξέλιξη εγείρει σοβαρά ζητήματα σχετικά με την ανεξαρτησία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και την ασφάλεια της χώρας.
Την ίδια ώρα επέστρεψε και η φρεγάτα Ύδρα από την Ερυθρά θάλασσα και η χώρα μας προετοιμάζεται για δεύτερη αποστολή, με τη φρεγάτα Ψαρά, η οποία κάνει δοκιμές των οπλικών συστημάτων. Οι πληροφορίες τοποθετούσαν την αναχώρηση τις επόμενες ημέρες αν και νεότερες πληροφορίες αναφέρουν ότι ενδεχομένως να πάρει περισσότερο χρόνο, καθώς οι δοκιμές δεν έφεραν τα αναμενόμενα αποτελέσματα για το Πολεμικό Ναυτικό.
Ανεξάρτητα από το πότε θα αποπλεύσει η επόμενη ελληνική φρεγάτα για την περιοχή της Ερυθράς, η συμμετοχή της Ελλάδας σε μια ευρωπαϊκή επιχείρηση όπως η «Ασπίδες» σε αυτήν την περιοχή φαίνεται να εξυπηρετεί περισσότερο ιδιωτικά οικονομικά συμφέροντα και γεωπολιτικά συμφέροντα άλλων χωρών παρά τα δικά μας.
Η Ελλάδα φαίνεται να εμπλέκεται όλο και περισσότερο σε στρατιωτικές συνεργασίες και συμμαχίες που ενδέχεται να την εκθέσουν σε κινδύνους και να την εμπλέξουν σε ξένες συγκρούσεις, αντί να επικεντρωθεί στην εθνική ασφάλεια και την εσωτερική σταθερότητα. Οι πολίτες δικαιούνται πλήρη διαφάνεια και ενημέρωση για τις στρατιωτικές δεσμεύσεις της χώρας τους και τις συνέπειές τους.
Η συμμετοχή της Ελλάδας σε διεθνείς στρατιωτικές δράσεις και οι επιπτώσεις τους στην εθνική ασφάλεια πρέπει να τεθούν σε δημόσια συζήτηση, με σεβασμό στη δημοκρατία και τη διαφάνεια που αξίζουν οι έλληνες πολίτες.