Η αύξηση των προσφύγων λόγω κλιματικής αλλαγής είναι πλέον μια τάση που αφορά γενικώς το μέλλον. Πρέπει να βρεθεί μια προσέγγιση με βάση την αλληλεγγύη.
Συντάσσομαι πλέον με την άποψη ότι όλες οι μετακινήσεις πληθυσμών έχουν πολλαπλά αίτια, πρόκειται δηλαδή για κατά κανόνα μεικτές ροές. Δεν είναι σαφές πού σταματάνε τα όρια της «οικονομικής μετανάστευσης» και πού ξεκινούν αυτά που οφείλονται στην κλιματική αλλαγή ή των πολεμικών συγκρούσεων. Προφανώς η κλιματική αλλαγή στο Νεπάλ ή την Ινδία δεν θα είναι εξίσου δυσβάστακτη σε σύγκριση με τα αποτελέσματα του Κατρίνα στην Αμερική. Αυτοί οι συνδυασμοί αιτιών μας διευκολύνουν να κατανοήσουμε ότι ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια τα αίτια είναι μεικτά, ενώ υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που έχουν σχέση με το κάθε άτομο ξεχωριστά και την αδυναμία του ή την απροθυμία να παραμείνει στον τόπο του. Αλλά υπάρχει έτσι κι αλλιώς η ανάγκη της νομικής κάλυψης των ανθρώπων που εγκαταλείπουν τον τόπο τους λόγω της κλιματικής κρίσης. Συχνότερες και μεγαλύτερες μετακινήσεις πραγματοποιούνται εν πρώτοις στο εσωτερικό των χωρών που πλήττονται. Αλλά το φαινόμενο αυτό επιδεινώνεται ραγδαία. Και επειδή συνδυάζεται με άλλα αίτια μετακινήσεων, η κατάσταση επιδεινώνεται γενικώς και μετατρέπονται αργά ή γρήγορα σε μακρινές μετακινήσεις προς την Ευρώπη ή τον ανεπτυγμένο κόσμο. Ωστόσο, έχουμε συνολικότερα μεγάλα προβλήματα για την αναγνώριση δικαιωμάτων στους οικονομικούς μετανάστες, στους πολιτικούς πρόσφυγες και στους περιβαλλοντικούς πρόσφυγες. Ακόμα και τα νόμιμα κανάλια μετανάστευσης δίνουν πλέον βάρος στο στοιχείο της προσωρινότητας, πχ διμερείς συμβάσεις εποχικού χαρακτήρα. Δίνεται, δηλαδή, ολοένα και περισσότερο έμφαση σε μια α λα κάρτ, ad hoc, μετακίνηση, μέσα από διμερείς συμβάσεις, με προσωρινότητα, εποχικότητα και επισφάλεια, ενώ όλοι ομολογούν ότι όλη η Ευρώπη αντιμετωπίζει δομικά προβλήματα όσον αφορά στην εργασία και έχει μόνιμες ανάγκες σε εργατικά χέρια.
Το νέο σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο, το σύμφωνο που υιοθετήθηκε με χίλια ζόρια μετά από δύο χρόνια διαβουλεύσεις, ένα μόλις μήνα πριν τις ευρωεκλογές, είναι πολύ πιο σκληρό απ’ αυτό που ίσχυε ως τώρα στην Ευρώπη. Είναι πρώτον προσφυγοκεντρικό, εφόσον αδιαφορεί σε ένα βαθμό για τις οικονομικές μεταναστεύσεις, δεν επιθυμεί να τις ρυθμίσει σε επίπεδο Ευρώπης. Και δεύτερον διέπεται από ασφαλειοκεντρική λογική, τη στιγμή που η έμφαση δίνεται στην αποτροπή του φαινομένου.
Για να κουβεντιάσουμε –κάνοντας ένα άλμα στη σκέψη και τη θεωρία– για τους ανθρώπους που φεύγουν από τις εστίες τους και για λόγους κλιματικής αλλαγής, πρέπει να δούμε ότι οι πρόσφυγες από εμπόλεμες περιοχές, γίνεται προσπάθεια να μην φθάσουν ποτέ στην Ευρώπη. Όχι απλά να δυσκολευτεί ή να αποτραπεί η πρόσβαση, αλλά να εξασφαλιστεί ότι δεν θα φθάσουν ποτέ στα ευρωπαϊκά σύνορα: δαπανώνται εκατομμύρια για να εγκλωβίζονται οι μετανάστες και οι πρόσφυγες στις ενδιάμεσες χώρες, να οικοδομηθούν φυλακές, συστήματα παρακολούθησης, να προσληφθούν εξειδικευμένοι υπάλληλοι, ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς, ώστε στο όνομα της κρίσης ή της έκτακτης συνθήκης, να εξετάζονται τα αιτήματα στις ενδιάμεσες χώρες, και να απελαύνονται από εκεί. Υπάρχει βέβαια ένας αριθμός ανθρώπων που δεν θα αποκαρδιωθούν ή δεν θα πάρουν άσυλο στην ενδιάμεση χώρα και θα φθάσουν στα σύνορα της Ευρώπης. Εκεί εκδηλώνονται οι πιο σκοτεινές επιδιώξεις της ΕΕ, που αναδείχθηκαν κατά την περίοδο 2015-2016: το βάρος στις πρώτες χώρες υποδοχής όπως η Ελλάδα, μια βοήθεια για την αποτροπή του φαινομένου και μια αλληλεγγύη α λα καρτ. Το σύμφωνο προβλέπει τη δυνατότητα να δεχθεί μια χώρα έναν μικρό αριθμό προσφύγων ή αιτούντων άσυλο, αλλά προβλέπεται και η εναλλακτική να πληρώσουν 20.000 ευρώ το κεφάλι και να ξεμπερδεύουν. Και έτσι γίνονται κανονικότητα οι αποτροπές. Έτσι αυξάνεται η επικινδυνότητα των διαδρομών, επειδή με όλους τους τρόπους φτιάχνεται η εικόνα «δεν είστε πρόσφυγες, είστε ανεπιθύμητοι».
Πώς έφτασε εκεί η Ευρώπη;
Αντί να σεβαστεί τα δικαιώματα έστω στο πλαίσιο της εποχικής μετακίνησης, επειδή έπρεπε να παίξει σε πολλές χώρες το παιχνίδι της Ακροδεξιάς, η ΕΕ είναι πλέον εγκλωβισμένη και δεν μπορεί να πάει πιο πέρα από ό,τι έχει ψηφίσει ως νέο σύμφωνο, μια προσφυγοκτόνα πολιτική, που παραβιάζει ευθέως τη συνθήκη της Γενεύης, ένα κείμενο του 1951 που προβλέπει ότι οι υποχρεώσεις της ΕΕ είναι να διευκολύνουν την προσφυγιά, όχι να την ματαιώνουν –μιλάμε για μια άλλη κοσμοθεωρία και αντίληψη. Για χάρη της Ακροδεξιάς, το σύστημα είναι σε πανικό. «Ας προκηρύξω εκλογές και βλέπουμε», λέει ο Μακρόν. Και στην Ελλάδα εκτός του ότι υπάρχει μια ισχυρή Ακροδεξιά στο κυβερνών κόμμα, η ΝΔ έχει ήδη και ένα 20% στα δεξιά της. Και αυτό που πριν θεωρούσαμε παλαιότερα ως ακραίο, μπαίνει πλέον ανοιχτά σαν πρόκληση για τα κινήματα: να αρχίσουμε να συζητάμε για ένα ανθρώπινο δικαίωμα στη μετακίνηση. Προφανώς με άλλους τυπικούς όρους αν είναι οικονομικοί οι λόγοι, προφανώς αν είναι πολιτικοί, αλλά και με άλλους όρους αν είναι κλιματικοί. Αλλά η συζήτηση για την προστασία όλων των μετακινούμενων πληθυσμών είναι πλέον εκ των πραγμάτων ανοιχτή.
Η Ελλάδα είναι στο επίκεντρο αυτής της συζήτησης με δύο τρόπους: Πρώτον, είναι ζώνη της Ευρώπης που επηρεάζεται από την κλιματική κρίση –ερημοποίηση κλπ– και έχουν πραγματοποιηθεί μετακινήσεις λόγω κλίματος, που δεν έχουμε καν καταγράψει. Από τις σχεδόν 700.000 που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα από το 2011, όπως έδειξε η απογραφή του 2021 (οι μισοί είναι Έλληνες και οι μισοί μετανάστες), κάποιοι από αυτούς έχουν μετακινηθεί σίγουρα επειδή ερημοποιήθηκε η ύπαιθρος. Δεν έχει γίνει, όμως, καμία σχετική καταγραφή. Είναι δυνατόν να μην έχουν καταγραφεί ακόμη πόσοι έχουν φύγει από την Εύβοια, τον Έβρο, τη Ρόδο και τη Θεσσαλία μετά το 2021 λόγω των καταστροφών, των πυρκαγιών και των πλημμυρών;
Εκτός από τη μείωση του πληθυσμού και την αποχώρηση μονίμων –Ελλήνων και ξένων– κατοίκων προς το εξωτερικό, αναδεικνύονται και άλλες δύο τάσεις στην απογραφή: συρρικνώνεται η περιφέρεια προς το κέντρο των νομών και δεύτερον (εν συνεχεία) προς τα μεγάλα αστικά κέντρα την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Και όλα αυτά πριν τις μεγάλες καταστροφές. Η Θεσσαλία είναι μια περιοχή που συγκεντρώνει όλα αυτά τα φαινόμενα. Η μεγάλη πλειονότητα των ασιατών εργατών εκεί προέρχεται από τη φράουλα στη Μανωλάδα Ηλείας και κατάγονται από μια περιοχή που τώρα έχει πλημμυρίσει στην πατρίδα τους. Τι ειρωνεία! Η Ελλάδα, δηλαδή, πρέπει να καλύψει θέσεις εργασίας που μένουν κενές επιπλέον λόγω της κλιματικής αλλαγής. Στην πραγματικότητα η Ελλάδα πλήττεται από όλες τις πλευρές του φαινομένου, και σαν χώρα υποδοχής και σαν χώρα αποστολής, και σαν χώρα που χρειάζεται μετανάστες, και σαν χώρα που δεν μπορεί να κρατήσει ούτε τον δικό της πληθυσμό που μεταναστεύει. Σε ποιο βαθμό, όμως, η μετακίνηση προς τα αστικά κέντρα που καταγράφουν οι απογραφές έχει σχέση με την κλιματική αλλαγή; Υπάρχει ένα Παρατηρητήριο που καταγράφει τις μετακινήσεις λόγω κλιματικής αλλαγής στο εσωτερικό των χωρών, το Κέντρο Παρακολούθησης Εσωτερικών Εκτοπισμών. Στην Ελλάδα, το 2020 καταγράφηκαν 13.000 εσωτερικές μετακινήσεις, το 2021 υπήρξε σημαντική αύξηση ως τις 67.000. Το 2022 καταγράφηκε μια υψηλή μετακίνηση κατά 41% υψηλότερη του μέσου όρου της περασμένης δεκαετίας.
Αυτό που πρέπει να τονίσουμε σε σχέση με καταστροφές του τύπου της Θεσσαλίας, είναι ότι αλλάζουν αναγκαστικά τα βασικά χαρακτηριστικά του καθεστώτος διακυβέρνησης μιας χώρας, ή θα έπρεπε να αλλάξουν. Δεν μας αρκεί η πρωτοβουλία των υπαρκτών δυνάμεων της οικονομίας και το πώς θα ανταπεξέλθουν. Η γενική παραδοχή είναι, βέβαια, ότι θα υπάρξει κάποια ανάπτυξη που στο προσεχές μέλλον θα καλύψει κενά που προκλήθηκαν από καταστροφές. Δεν υπάρχει, όμως, μια τέτοια προοπτική και χρειάζεται να περάσουμε ως κοινωνία σε μια λογική δημοκρατικού σχεδιασμού και συμμετοχής των ανθρώπων στην υλοποίηση μας τέτοιας προσέγγισης. Πρόκειται, βέβαια, για μια τεράστια αλλαγή με την εγκατάλειψη του νεοφιλελευθερισμού, αλλά και του πελατειακού κράτους, με την πραγματοποίηση μιας «δημοκρατικής επανάστασης». Αυτό είναι το κύριο θέμα κι αν δεν αντιμετωπιστεί, δεν αντιμετωπίζεται τίποτα.
Συμφωνώ απολύτως. Ας δούμε, όμως, και το θέμα της «αντιδημοκρατικής εκτροπής», της Ακροδεξιάς που είναι πλέον βασικός πολιτικός παράγοντας, αλλά και της καταστολής ως μεθόδου πειθάρχησης των κινημάτων που εδραιώνει την Ακροδεξιά. Υπάρχουν διάφορα παραδείγματα άσκησης βίας προς όφελος του κεφαλαίου και της ολιγαρχίας. Δύο πρόσφατα παραδείγματα: οι επιθέσεις και οι αγωγές slapp σε βάρος αγωνιστών του Παρατηρητηρίου Ποιότητας Περιβάλλοντος Σύρου, αλλά και ακτιβιστών μελών της Επιτροπής Αγώνα Πολιτών Βόλου κατά της καύσης σκουπιδιών από την ΑΓΕΤ-Lafarge. Μπράβοι, εκβιασμοί, αγωγές, διαπλοκή συμφερόντων και δημοτικών αρχόντων και αρχών. Από τη μια, εταιρείες όπως το Νεώριο που προσφέρουν εργασία, άρα συμβάλλουν σήμερα στη συγκράτηση του εργατικού πληθυσμού και μειώνουν το κίνδυνο της ερήμωσης και, από την άλλη, κινήματα που προστατεύουν τη δημόσια υγεία για όλους τους κατοίκους των περιοχών και μάχονται μεσοπρόθεσμα εναντίον της ερημοποίησης λόγω της οικολογικής καταστροφής. Η ίδια εικόνα φασιστικής βίας στα σύνορα και στην ενδοχώρα, αρχές να δολοφονούν, όπως στο ναυάγιο της Πύλου, και ακροδεξιές ομάδες που περιπολούν, συλλαμβάνουν, ασκούν βία στα σύνορα και στην ενδοχώρα. Αυτοί που φυλάσσουν τα σύνορα για να μην εισέλθουν οι κατά τα άλλα υπερ-απαραίτητοι για την ελληνική αγορά εργασίας πρόσφυγες, υιοθετούν μέτρα μείωσης των κοινωνικών δικαιωμάτων στο εσωτερικό, άρα ωθούν σε νέα μετανάστευση/έξοδο από τη χώρα και ντόπιους και μόνιμα εγκατεστημένους μετανάστες. Όλων των ηλικιών και των εκπαιδευτικών βαθμίδων. Αυτές οι αντιφάσεις, τα παράδοξα και η ανοχή στη βία και τη καταστολή, είναι που νομιμοποιούν, δικαιώνουν και εν τέλει ενισχύουν τις ακροδεξιές εδώ και σ’ όλη την Ευρώπη. Κλιματική αλλαγή-προσφυγιά-ρατσιστική βία είναι ένα τρίπτυχο που θα μας απασχολεί διαρκώς από εδώ και πέρα. Αλλά δεν είναι πρωτοεμφανιζόμενο.