Μια εβδομάδα απέμεινε για τις εκλογές και το Νέο Λαϊκό Μέτωπο απλώνεται στα κινήματα και την κοινωνία. Οι κινητοποιήσεις κατά της Ακροδεξιάς συνεχίζονται, καθώς αυξάνεται και η απόρριψη της πολιτικής και των τακτικισμών του Μακρόν. Μάλιστα, αυτή την Κυριακή 150 γυναικείες οργανώσεις με κοινό τους κείμενο καλούν σε γενική κινητοποίηση, γιατί, όπως τονίζουν, «με την άνοδο της Άκρας Δεξιάς στην εξουσία θα πληγούν θανάσιμα η δημοκρατία, το κράτος δικαίου και τα δικαιώματα –έτσι όπως τα εννοούμε και τα γνωρίζουμε– τα οποία όμως έχουν ήδη τσαλακωθεί τα τελευταία χρόνια». Και συνεχίζουν: «Εμείς οι γυναίκες θα πρέπει να έχουμε πάντα στο νου μας τα λόγια της Σιμόν Ντε Μποβουάρ, που έλεγε ότι “σε περιόδους οικονομικής και πολιτικής κρίσης, τα δικαιώματα των γυναικών είναι αυτά που αμφισβητούνται πρώτα”». Και καταλήγουν: «Καλούμε σε διαδήλωση, την Κυριακή 23 του μήνα, για να δείξουμε ότι υπάρχουμε και έχουμε φωνή για να διατυπώσουμε δημόσια τις θέσεις μας για τον κίνδυνο από την Άκρα Δεξιά. Καλούμε, επίσης, όλες και όλους που απέχουν από τις κάλπες, να ξεπεράσουν τις αμφιβολίες και να ψηφίσουν το Νέο Λαϊκό Μέτωπο».
CGT: «Να μπει το πνεύμα της αντίστασης στους χώρους δουλειάς»
Ανοιχτά υπέρ της στήριξης του Νέου Λαϊκού Μετώπου τάχτηκε η γ.γ. της ανώτερης συνδικαλιστικής οργάνωσης, Σοφί Μπινέ, λέγοντας ότι «το Λαϊκό Μέτωπο με το πρόγραμμά του ενσωματώνει όλα τα αιτήματά μας για τα οποία αγωνιστήκαμε και αγωνιζόμαστε. Για το συνταξιοδοτικό, την αύξηση του κατώτατου μισθού, τη φορολόγηση του μεγάλου πλούτου, τη δίκαιη φορολόγηση των πολιτών και την επιστροφή του φόρου αλληλεγγύης που κατάργησε η κυβέρνηση Μακρόν».
Το στρατόπεδο Μακρόν κινδυνολογεί
Το στρατόπεδο Μακρόν, αφού απέφυγε να μιλήσει ουσιαστικά για τα οικονομικά ζητήματα που απασχολούν τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, προσέφυγε στην κινδυνολογία. Συγκεκριμένα, ο υπουργός Οικονομικών Μπρούνο Λεμέρ –ο οποίος απέφυγε να μπει στην περιπέτεια της επανεκλογής του– είπε πως το οικονομικό πρόγραμμα του Νέου Λαϊκού Μετώπου «θέτει την οικονομία της χώρας στον κίνδυνο να τεθεί υπό τον έλεγχο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ». Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η εφημερίδα των βιομηχάνων Les Echo, γράφοντας ότι «το πρόγραμμα του Μετώπου φέρνει τον κίνδυνο για τα ακίνητα, τις αποταμιεύσεις, τους φόρους, την απασχόληση κλπ, ενώ 73 μεγαλοστελέχη επιχειρήσεων κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου». Όλα αυτά μετά από μια περίοδο υπερκερδών των εισηγμένων στο χρηματιστήριο επιχειρήσεων που άγγιξαν το 2022 τα 17.5 δισ. ευρώ και το 2023 τα 15 δισ. ευρώ. Με τον τρόπο αυτό ουσιαστικά επιχειρούν να μεταφέρουν και πάλι τα βάρη στις πλάτες των εργαζομένων και των αδύναμων.
Ο Μακρόν υποστηρίζει πως κρατά αποστάσεις από όλα αυτά. Δεν προτίθεται να παρέμβει στις συζητήσεις, καθώς έχει εμπιστοσύνη στην ομάδα του και ιδιαίτερα τον πρωθυπουργό του, Γκαμπριέλ Αττάλ. Στην ουσία συνεχίζει την ίδια στρατηγική και πολιτική που είχε χαράξει από την αρχή της θητείας του, δηλαδή της απο-ιδεολογικοποίησης και απο-πολιτικοποίησης της δημόσιας ζωής, χωρίς να κρύβει την περιφρόνησή του στον πολιτικό κόσμο, που, σύμφωνα με τη Le Monde, «τους έβλεπε σαν τους μικρέμπορους –στην άκρη του δρόμου– να πουλούν την πραμάτεια τους». Αυτό που έχει σημασία για τον Μακρόν είναι η αποτελεσματικότητα μιας ακραίας νεοφιλελεύθερης πολιτικής, αυτής δηλαδή που οδήγησε στα σημερινά αδιέξοδα. Και από τα οποία, όπως φαίνεται, είναι αδύνατον να βγει. Έχει παγιδευτεί στα δόκανα που είχε στήσει για τους αντιπάλους του και έτσι υιοθετεί, όλο και περισσότερο, τις θέσεις του Εθνικού Συναγερμού της Λεπέν, δηλαδή του ρατσισμού, της ξενοφοβίας, της ισλαμοφοβίας κλπ. Με τέτοια όπλα διεξάγει τον προεκλογικό του αγώνα, επιχειρώντας να εξομοιώσει την Άκρα Δεξιά με το Μέτωπο της Αριστεράς. Δεν πετυχαίνει, όμως, τίποτε άλλο από τη νομιμοποίηση του Εθνικού Συναγερμού και το να στέλνει τους δεξιούς ψηφοφόρους στην Άκρα Δεξιά. Χαρακτηριστικό είναι ότι το κόμμα του άφησε 65 εκλογικές περιφέρειες χωρίς υποψήφιο, προκειμένου να στηρίξει τους υποψηφίους του ρεπουμπλικανικού κόμματος.
Η διεύρυνση του Νέου Λαϊκού Μετώπου
Η διεύρυνση εκφράζεται και στα ψηφοδέλτια του Μετώπου που συμπεριλαμβάνει υποψήφιους από την παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία (Φρανσουά Ολάντ) και φτάνει μέχρι την ριζοσπαστική εξωκοινοβουλευτική Αριστερά (Φιλίπ Πουτού του Νέου Αντικαπιταλιστικού κόμματος), καθώς και προσωπικότητες από τα κοινωνικά κινήματα. Το Μέτωπο της Αριστεράς δεν είναι συνέχεια της NUPES, αλλά δείχνει την ιδιαιτερότητά του, με τη λειτουργία και τη διαμόρφωση του προεκλογικού προγράμματος, που επιτεύχθηκε μέσα από δύσκολες και σοβαρές συζητήσεις. «Χρειάστηκε να γίνουν συμβιβασμοί και υποχωρήσεις από όλες τις πλευρές για να εξασφαλιστεί το πιο βασικό: η ενότητα», υποστήριξε ο γ.γ. του ΚΚΓ, Φαμπιέν Ρουσσέλ. Αξίζει να αναφερθεί πως η πρώτη δημόσια παρουσία του προγράμματος έγινε στην Πλατεία Ζαν Ζορές, με πρωτοβουλία της κοινωνίας των πολιτών, από προσωπικότητες όπως η Τζούλια Κουλιέ, οι οικονομολόγοι Τομάς Πικετί και Μισέλ Ζαμούρ, καθώς και ο πρώην και η νυν γ.γ. της CGT, Μπερνάρ Ντιμπό και Σοφί Μπινέ.
Για ένα κοινό μέτωπο στα μίντια, ενάντια στην Άκρα Δεξιά
«Χωρίς ελεύθερο Τύπο δεν υπάρχει δημοκρατία», τονίζουν με κοινή τους ανακοίνωση περίπου 100 ΜΜΕ. Ανάμεσά τους, η Humanite, το Mediapart, η Μασσαλία και ο Politis που τονίζουν ότι «η στρατηγική της Άκρας Δεξιάς είναι να καταλάβει την εξουσία και για τον σκοπό αυτό έχει αλώσει τα ΜΜΕ και επιδιώκει να αλώσει ειδικά τη δημόσια τηλεόραση». Επισημαίνουν, επίσης, ότι «αυτή η κατάσταση πρέπει να σταματήσει. Ο κοινός μας αγώνας κατά της Άκρας Δεξιάς θα πρέπει να μας ενώσει, γιατί η κατάσταση είναι κρίσιμη και δεν μπορούμε να μείνουμε απαθείς».
Μηνύματα ενότητας και στήριξης του Νέου Λαϊκού Μετώπου εκδηλώνονται από παντού και δημιουργούν ένα αίσθημα αισιοδοξίας πως η Γαλλία και η Ευρώπη μπορούν να ακολουθήσουν μια διαφορετική, προοδευτική πορεία.