Η σημασία της υπέρβασης της προγραμματισμένης ύλης
Το επόμενο, και όχι πολύ μακρύ, διάστημα θα φανεί αν η υπέρβαση του επίσημα ορισμένου περιεχόμενου του διήμερου συνεδρίου που οργάνωσαν τα Ινστιτούτα Τσίπρα – Ζάεφ συνέβη ντε φάκτο, λόγω της ζέουσας μετεκλογικής συζήτησης ή ήταν κι από την αρχή, εν μέρει τουλάχιστον, έτσι σχεδιασμένο να συμβεί. Ερώτημα καθόλου ρητορικό. H απάντησή του ρίχνει φως στους σχεδιασμούς και τα ενδεχόμενα που συζητούνται σε κόμματα της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς αυτή την περίοδο και τη στάση του Αλέξη Τσίπρα.
Το θέμα του συνεδρίου, εντούτοις, είχε τη δική του πολύ σοβαρή συγκυρία. Η δοκιμασία της Συμφωνίας των Πρεσπών και η έντονη διαταραχή στα Δυτικά Βαλκάνια είναι από μόνο του ένα σοβαρό ζήτημα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ευθεία εμπλοκή της ΕΕ, όπως και ο πόλεμος στη Γάζα και η αδράνειά της, συγκροτούν ένα σκηνικό κατάστασης που εγκυμονεί πολύ σοβαρούς κινδύνους. Αν, μάλιστα, ληφθεί υπόψη η στροφή της ΕΕ προς τη στρατιωτικοποίηση της οικονομίας και της πολιτικής της, ποιος θα έλεγε περιττή μια συζήτηση για όλα αυτά, αυτή τη στιγμή; Το αντίθετο. Μάλιστα θα είχες να παρατηρήσεις ότι η «γραμμή Τζεντιλόνι», δηλαδή της στρατιωτικοποίησης της ευρωπαϊκής οικονομίας, όπως εκφράστηκε από τον Επίτροπο Οικονομίας, αυτό που οι ελίτ της Ευρώπης –όχι μόνο πολιτικές– αποφάσισαν να προωθήσουν, δεν έτυχε της αναγκαίας αντιπαράθεσης. Η τοποθέτηση ήταν στο καυτό θέμα «πού πορεύεται η Ευρώπη (και η Ελλάδα)».
Η συζήτηση για τη Συμφωνία των Πρεσπών είχε την αναμενόμενη πληρότητα, με συμμετοχές των πρωταγωνιστών τότε (Δημητρόφ – Κοτζιά), αλλά κυρίως η συμμετοχή του Μάθιου Νίμιτς, μιας προσωπικότητας με θετικό και ουσιαστικό ρόλο, από την αρχή στην επίλυση της διαμάχης. Προφανώς, το ίδιο ισχύει και για τις συμμετοχές των πρωταγωνιστών Ζάεφ – Τσίπρα και τον ουσιαστικό συντονισμό της καθηγήτριας Μαριλένας Κοππά.
Η κλιματική κρίση
Το δεύτερο θέμα, η «κλιματική κρίση και η βιώσιμη ανάπτυξη», τραγικά επίκαιρο και σοβαρό, ήταν λιγότερο φροντισμένο σε συμμετοχές και θεματολογία. Έχουμε ήδη μπει σε περίοδο υποχώρησης, σαφώς, όσον αφορά την πολιτική αντιμετώπισής του και της ΕΕ και διεθνώς. Η κλιματική κρίση κάνει σαφή βήματα, το ζούμε καθημερινά, οι επιχειρηματικές και πολιτικές ελίτ, ωστόσο κάνουν βήματα προς τα πίσω, ενώ τα κινήματα είναι ασθενή. Η προβεβλημένη παρουσία του Geoffrey Pyatt επιβεβαιώνει αυτή την υπαναχώρηση και την ενσωματώνει.
Το θέμα της κλιματικής κρίσης και των αναγκαίων προτάσεων δεν είχε τη απαραίτητη κεντρική φροντίδα της Αριστεράς, και της καθ’ ημάς όταν κυβερνούσε. Να καταγραφεί, λοιπόν, η προβολή του στα θετικά του διημέρου. Δεν ξεχνάς, όμως, συγχρόνως, πόσο το θέμα αυτό έλλειψε από τον κεντρικό λόγο του ΣΥΡΙΖΑ ιδίως, όπως τον εξέφραζε ο Α. Τσίπρας. Και στην πολιτική της κυβέρνησης, πχ εξορύξεις κ.ά. και στην πορεία προς τις εκλογές του 2023, μάλλον για να μην τρομάζει τις «κεντρώες» δυνάμεις, η οικολογική πολιτική και τα μέτρα της.
Σε κοινό «σύννεφο» Αριστερά – Κεντροαριστερά
Το τελευταίο θέμα του διημέρου, το «μέλλον της Ευρώπης», ενώ πριν είχε συζητηθεί το καυτό ζήτημα της ανόδου της Ακροδεξιάς, προφανώς θα συγκέντρωνε το πιο μεγάλο ενδιαφέρον. Δεν ευτύχησε, ωστόσο. Το «καταβρόχθισε» το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον που προκάλεσε η παρέμβαση Τσίπρα με τις σαφείς αναφορές στην εσωτερική πολιτική πέραν της ευρωπαϊκής. Προφανώς, ο Αλέξης Τσίπρας δεν είναι ένας απλός παρατηρητής των όσων συμβαίνουν, όπως δεν είναι όμως και αμέτοχος ως κεντρικός άνθρωπος στην Αριστερά για ένα μακρύ διάστημα.
Σ’ αυτό το έδαφος θα κριθεί και η τωρινή παρέμβασή του στις εξελίξεις, το να πάμε όλοι «μαζί» έναντι της Δεξιάς και όχι να πρυτανεύει το «εγώ». Πρόκειται για την «πόρτα εισόδου» στο θρυλούμενο ενιαίο κόμμα της Κεντροαριστεράς, τη δημοκρατική παράταξη που, περιθωριοποιώντας την Αριστερά, θα νικήσει τη Δεξιά. Όμως, η εικόνα της αυξανόμενης αναξιοπιστίας της Αριστεράς σήμερα συνδέεται και με τις δικές του επιλογές όσον αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, την ιδεολογικοπολιτική του κατεύθυνση και κομματική λειτουργία, με πλήρη απουσία αυτοκριτικής. Αυτές υπήρξαν, κατά ένα μέρος, παραγωγοί της τραγικά δυσμενούς εικόνας που ζούμε σήμερα στην αριστερά.
Ένα άλλο ζήτημα που μπορείς να παρατηρήσεις, για τη Διεθνή Διάσκεψη, είναι οι επιλογές των προσκεκλημένων, με παραλείψεις και προτιμήσεις. Και δεν αφορά αυτό τους διεθνείς προσκεκλημένους, που κυρίως εξυπηρετούσαν τη νέα εικόνα που επιθυμεί ο διοργανωτής να συγκροτεί, βαθμιαία, εικόνα αποδοχής από δυνάμεις που στο παρελθόν ήταν αρνητικές ή και εχθρικές. Αφορά τις επιλογές σχετικά με τις προσκλήσεις – παραλείψεις στελεχών της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς στο συνέδριο, κάτι που συζητήθηκε. Το συνέδριο, ωστόσο, ήταν ζωντανό και ανοικτό σε όποια/ον ήθελε να το παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς. Και αυτό συνέβη, εξάλλου, και ήταν θετικό.
Και το σημείωμα αυτό κλείνει όπως άρχισε: η συζήτηση, μέσω αδόκιμων θεσμών, όπως ένα Ινστιτούτο, έφερε στο τραπέζι την εσωτερική ελληνική πολιτική, την επικαιρότητά της, την κρίση της Αριστεράς, τις ζυμώσεις στην Κεντροαριστερά, σχεδιασμούς διάφορους, προσθέτοντας, μάλιστα ξανά στο παρόν και πρόσωπα που έπαιξαν ρόλο στο πρόσφατο παρελθόν.