Όσοι αναζητούσαν ακόμα το πραγματικό νόημα του πρωθυπουργικού μετεκλογικού χρησμού ότι στο Μαξίμου έλαβαν το μήνυμα της κάλπης, δεν χρειάζεται να αναρωτιούνται πια. Η αναγγελία εκ μέρους του κ. Χατζηδάκη νέας νομοθετικής πρωτοβουλίας, που αφορά την ανατροπή του τρόπου λειτουργίας των ΔΕΚΟ, με το διορισμό μάνατζερ κατά το πρότυπο της ιδιωτικοποιημένης και κερδοσκοπικής ΔΕΗ, με πρόσληψη προσωπικού χωρίς ΑΣΕΠ, με πιο «ευέλικτο» σύστημα προμηθειών, με κατάργηση του εκπροσώπου των εργαζομένων από τη σύνθεση των πειθαρχικών συμβουλίων, με τη συγχώνευση ΤΧΣ και ΤΑΙΠΕΔ με βασικό στόχο την ολοκλήρωση της απόσυρσης του δημοσίου από τα τελευταία ίχνη συμμετοχής στο μετοχολόγιο των συστημικών τραπεζών και την «ωρίμανση» και «αξιοποίηση» 36.000 ακινήτων του δημοσίου –όλα αυτά εντός του 2024– ξεκαθαρίζει τα πράγματα: οι σοβαρότατες εκλογικές απώλειες της ΝΔ την ωθούν να τρέξει γρηγορότερα στην εφαρμογή του διαλυτικού και αντικοινωνικού νεοφιλελεύθερου προγράμματός της.

 

Περί άλλα τυρβάζουν

 

Αυτή είναι μια αυθεντική ερμηνεία του μηνύματος, διατυπωμένη από την ίδια την κυβέρνηση. Η αξιωματική αντιπολίτευση και η παρά λίγο αξιωματική αντιπολίτευση πώς αντιδρούν; Μέχρι τη στιγμή που δακτυλογραφούνται αυτές οι γραμμές, ασχολούνται με πολύ σοβαρότερα θέματα. Όπως η αναζήτηση του επικεφαλής της «μεγάλης δημοκρατικής παράταξης», της «Κεντροαριστεράς», του διαγκωνισμού μεταξύ ηγετικών στελεχών των δύο κομματικών σχηματισμών και του ανταγωνισμού μεταξύ των ίδιων των κομματικών μηχανισμών για το ποιος θα αποτελέσει τον πυρήνα που θα συσπειρώσει την «Κεντροαριστερά» σε βάρος του αντίπαλου άλλου.

Μια διαδικασία, δηλαδή, από την οποία λείπει, τουλάχιστον φαινομενικά, οποιαδήποτε συζήτηση για το πολιτικό, το προγραμματικό περιεχόμενο των ενδεχόμενων συγκλίσεων. Και λέμε φαινομενικά, γιατί η σχετική αντιπαράθεση είναι παρούσα διά της απουσίας της. Αυτό που βρίσκεται στο επίκεντρο είναι το ερώτημα ποιος θα έχει το πάνω χέρι σε μια διαδικασία αναζήτησης ενός κοινού πολιτικού σχήματος, ικανού να διεκδικήσει την εκλογική πλειοψηφία έναντι της ΝΔ και όχι με ποια πολιτική είναι δυνατή η διεκδίκηση αυτή, με ποιο εύρος πολιτικών δυνάμεων.

Αν η συζήτηση και η αναζήτηση λύσης ξεκινούσε διαφορετικά, θα ήταν όλοι αναγκασμένοι να δείξουν τα χαρτιά τους, να διαβαθμίσουν τις απαιτήσεις τους, να ορίσουν το πιθανό έδαφος συμβιβασμών, το εύρος της συνεργασίας και το στρατηγικό βάθος της –και άλλα ενοχλητικά.

Γι’ αυτό ούτε τη συγκυρία είναι διατεθειμένοι να αδράξουν. Τι θα έκανε όποιος θα ήθελε να πλήξει τη ΝΔ αυτή τη στιγμή; Θα πρότεινε ένα κοινό αντικυβερνητικό μέτωπο για την απόκρουση της αναγγελθείσας από τον κ. Χατζηδάκη επίθεσης, εντός και εκτός Βουλής. Μια δοκιμή για τις προθέσεις όσων δείχνουν διατεθειμένοι να συγκρουστούν με την πολιτική της αντιπαραθέτοντας το δικό τους όραμα και πρόγραμμα.

 

Γιατί αυτός ο άγονος αγώνας;

 

Γιατί προτιμούν αυτόν τον εντός των τειχών άγονο αγώνα; Γιατί αξιωματική αντιπολίτευση και παρά λίγο αξιωματική αντιπολίτευση, αντίθετα από ό,τι ισχυρίζονται ορισμένοι, δεν ενδιαφέρονται για την ευρύτητα ενός ενδεχόμενου μετώπου δυνάμεων, δεν καίγονται για το ριζοσπαστικό πρόγραμμά του, για τον ορίζοντά του και το βάθος του. Στοιχεία που διαμορφώνουν τον προωθητικό ή ανασταλτικό των κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων χαρακτήρα του. Ακόμα κι αν υπάρχουν στο εσωτερικό τους δυνάμεις που μπορούν να σκεφτούν μ’ αυτό τον τρόπο, δεν είναι αυτές που δίνουν τον τόνο.

Μια δύναμη της Αριστεράς, μιας Αριστεράς που θα επιθυμούσε να λύσει σ’ αυτό το πνεύμα και τα δικά της προβλήματα, που διαιωνίζουν τον κερματισμό της, θα ήταν σε θέση να φέρει τη συζήτηση στο φυσικό της έδαφος. Στο έδαφος μιας εκ των ων ουκ άνευ πολιτικής συμμαχιών. Με βάση την οποία, αφού προσδιοριστεί και γίνει σαφής και αποδεκτός ο επιδιωκόμενος κοινός στόχος, θα καθοριστεί και το εύρος των δυνάμεων οι οποίες θα χρειαστεί και θα είναι σε θέση να συμμετάσχουν σ’ αυτή.

Αντ’ αυτής, κάποιοι μας οδηγούν στη θάλασσα των λεπτομερειών της ασημαντότητας προσώπων, επικοινωνιακών σχεδίων επί χάρτου και ενδοσκόπησης περίκλειστων κομματικών μηχανισμών.

 

Γιατί η συμμαχία είναι δύναμη

 

Γιατί είναι αναγκαία η πολιτική συμμαχιών; Πρώτα απ’ όλα, γιατί ο πληθυντικός αριθμός είναι κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα. Ο ενικός αριθμός συνιστά μικρότερο ή μεγαλύτερο βιασμό της υπέρ του κοινωνικά ισχυρότερου και συχνότατα πολιτικά συντηρητικότερου.

Είναι απαραίτητη για να μπορεί να πραγματοποιηθεί η μεγαλύτερη δυνατή συγκέντρωση κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων στην επιδίωξη ενός κοινού στόχου, με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις. Αυτή είναι η ποσοτική σημασία της. Υπάρχει, όμως, και η ποιοτική.

Η οριακή συνεισφορά μιας μικρής σχετικά ποσοτικής συμβολής σε μια συμμαχία είναι πολύ σημαντικότερη ποιοτικά, καθώς προσθέτει καινοτόμα ριζοσπαστικά στοιχεία στην κοινή στοχοθεσία, που είναι απαραίτητα για την προσέλκυση δυναμικών κοινωνικών και πολιτικών συνιστωσών, ώστε να σχηματιστεί ο αναγκαίος συνασπισμός για την επίτευξη του πιο προωθημένου κοινωνικά και πολιτικά δυνατού κοινού στόχου.

Η υποτίμηση ή και η αγνόηση της αξίας της πολιτικής συμμαχιών, τόσο από την πλευρά των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θεωρούν τον εαυτό τους ισχυρό, όσο και εκείνων που φοβούνται ότι δεν διαθέτουν την απαραίτητη ισχύ, οφείλεται στην παραγνώριση των χαρακτηριστικών που μόλις αναφέραμε.

Ορισμένοι από όσους επικαλούνται τη σύγχρονη γαλλική εμπειρία, κρύβουν τις μεγάλες διαφορές της από τις δικές τους λειψές και ιδιοτελείς προτάσεις για τα καθ’ ημάς. Η απόκρυψή τους οδηγεί, τελικά, στον σχηματισμό αντίπαλων πολιτικών δίπολων συναινετικού δικομματισμού, που λειτουργούν συμπληρωματικά εναλλασσόμενα στην κυβέρνηση, παρά τις οξείες επικοινωνιακές συγκρούσεις. Και δεν είναι αυτό που έχουμε ανάγκη.

 

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet