Ελίνα Αφεντάκη «από αλάτι», εκδόσεις Θίνες, 2024
Ο στίχος ανήκει στη δεύτερη ποιητική συλλογή της Ελίνας Αφεντάκη που φέρει τον τίτλο «από αλάτι» και κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις θίνες. Ολιγογράφος η Αφεντάκη είχε κάνει το συγγραφικό της ντεμπούτο το 1998 με τη νουβέλα «Σιγά, η θεία Λένα κοιμάται» (εκδ. Τσουκάτου). Ακολούθησε η στροφή στην ποίηση και η συλλογή «Παγοθραυστικό» (εκδ. Θράκα, 2018). Συμπληρώνοντας έξι χρόνια από την πρώτη της εκείνη ποιητική δοκιμή, η Αφεντάκη επανέρχεται με ένα νέο βιβλίο ποίησης περιεκτικό, σε μια έκδοση φροντισμένη αισθητικά που επιτυγχάνει τη συγκίνηση και δια της αφής.
Τα ποιήματα της Αφεντάκη προέρχονται από καλά δουλεμένα βιώματα και διαθέτουν θεματικό εύρος και ευχέρεια στους ποιητικούς της τρόπους. Η μοναχικότητα, η πόλη, το σπίτι και όσα συμβαίνουν μέσα σ’ αυτό είναι θεματικές που βρίσκονται στην καρδιά της συλλογής. Με μεγάλη συχνότητα, μάλιστα, είναι η οικογένεια και τα οικεία πρόσωπα που κάνουν την εμφάνισή τους σ΄ αυτές τις συνθήκες της αστικής απόσυρσης δωματίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ποίημα «Ικέτιδες».
Δεν λείπουν, φυσικά, τα ποιήματα για τη μητέρα, τον πατέρα, τον έρωτα, την απώλεια, την ίδια τη λογοτεχνία και τους αγαπημένους τόπους. Για το νησί της Τήνου η Αφεντάκη θα γράψει: «Δεν είναι τόπος αυτός / αγρίμι είναι με ανθισμένες οπλές». Αυτή τη δυνατότητα αναγνώρισης της αληθινής φύσης των τόπων, των προσώπων και των πραγμάτων η Αφεντάκη την καλλιεργεί στην πλειοψηφία των ποιημάτων της.
Στο ποίημα «Του γκρεμού» διαβάζουμε:
Τελικά έπρεπε να πιω πολύ / για να καταλάβω / πως / η θλίψη είναι ένα πράγμα με φτερά / όπως έγραψε ο Max Porter / πως / η αγάπη είναι ένας σκύλος από την κόλαση / όπως άκουσα να λέει ο Bukowski. / Τελικά έπρεπε να πιω πολύ / για να καταλάβω / γιατί εκείνο το κορίτσι / που ορφάνεψε νωρίς από μάνα / κοιμόταν κάθε βράδυ / με τον πατέρα της.
Οι ρόλοι στο βιβλίο αυτό είναι σαφείς και έχουν καθαρά περιγράμματα, ριζωμένα στον πατριαρχικό κανόνα με τη μάνα που υπομένει, με κόρες και γιούς που τελικά επιλέγουν έναν δρόμο αντισυμβατικό, με τις βαριές κουβέντες μεταξύ γυναικών, αλλά και με το γεροντοπαλίκαρο στο τρίτο πάτωμα της πολυκατοικίας. Στο βιβλίο αυτό υπάρχει ένα πλήθος ψυχών κι ένα αίσθημα που καταφέρνει και ολοκληρώνει τα ποιήματα που χτίζει. Καταφέρνει και να τα κατοικεί, καθώς δεν πρόκειται για ποιητικές «προσόψεις», για σκέτες κατασκευές αλλά για καταθέσεις μπολιασμένες.
Το βιβλίο της Αφεντάκη περιλαμβάνει πάνω από σαράντα ποιήματα και παρόλο που δεν είναι όλα στην ίδια θερμοκρασία, τα διακρίνει το συναίσθημα και η πύκνωση. Ξεχωρίζουν, πιστεύω, τα ερωτικά ποιήματα του βιβλίου, γιατί μοιάζουν ασίγαστα και απολαμβάνουν ένα είδος αυτάρκειας. Ενδεικτικά παραθέτω, εδώ, μερικούς τίτλους με ενδιαφέρον: «Δυτικό Λονδίνο», «Απρίλιος 1899», «Καλλιθέα», «Ατύχημα στο δάσος», «Polaroid», «Nocturne», «Η πολυθρόνα», «Εσύ», «Θρούμπας εγκώμιον Ι και ΙΙ».
Στο ποίημα «Απομεσήμερο» η Αφεντάκη θα γράψει:
Είχαμε πιει / Αραχτοί στο ουζερί Λέσβος / 40 βαθμοί υπό σκιά. / Tableau vivant
με το χαμόγελο του ούζου στα πρόσωπα. / Δεν μιλούσαμε. / Μονάχα άθελά μας /
κουβέντες αλιεύαμε από τα διπλανά τραπέζια /
Ρε δεν με γουστάρει σου λέω!Τι δεν / καταλαβαίνεις;
Δύο άντρες / Τέσσερα χρόνια την πάλευα με το ποτό / Ναι, τώρα καλά!
Ένα ζευγάρι μας έμοιαζε. / Μία παλάμη πάνω στην άλλη / Χέρια ομιλούντα / Παλιοί φίλοι και όψιμοι εραστές. / Κάτι σαν γλυκό του κουταλιού / κέρασμα από το κατάστημα / ή από τη ζωή / προτού πληρώσεις τον λογαριασμό.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα των ποιημάτων της συλλογής είναι ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί ο μηχανισμός του υπαινιγμού στη γραφή της Αφεντάκη. Μπορούμε να το διακρίνουμε στο παρακάτω ποίημα με τίτλο «Κούκλα πτυσσόμενη, αυτός», που είναι μαζί με τα ποιήματα «Μάνα» και «Τσάρλεστον» από τα ψυχικά σθεναρότερα της συλλογής.
Διαβάζουμε, λοιπόν, στο ποίημα «Κούκλα πτυσσόμενη, αυτός»:
Ανακάθεται με δυσκολία στο κρεββάτι / πονάει παντού. / Ζόρικη νύχτα η χθεσινή
Είναι να μην πέσεις στην περίπτωση / μονολογεί και σηκώνεται. / Κούκλα πτυσσόμενη / τοίχο-τοίχο φτάνει στην τουαλέτα / αποφεύγοντας τον καθρέφτη / ρίμελ και μελανιές ένα / Είναι φορές που η αντανάκλαση / δεν αντέχεται. / Πόσες φορές θα στο πω; / Σήκωνε το καπάκι όταν κατουράς! /
Ακούγεται η φωνή της μάνας του / από 30 χρόνια απόσταση.
Η νύχτα, η βία, η παρενδυσία σε ένα υποδειγματικό ποίημα, που επιχειρεί μια βουτιά στα βαθιά. Αυτή φαίνεται να ήταν άλλωστε και η πρόθεση της Αφεντάκη σ’ αυτό το βιβλίο που δεν είχε καμία διάθεση να χαϊδέψει αυτιά.
Η σύρτις αποσύρεται και κλείνει αυτό το σημείωμα για την αξιοσύστατη δεύτερη ποιητική συλλογή της Ελίνας Αφεντάκη με ένα ποίημα που θα μπορούσε να διαβαστεί και ως ποίημα ποιητικής, καθώς όλη η λογοτεχνία έχει μια μητρική γλώσσα. Κι αυτή δεν είναι άλλη από το παράπονο.
Μεταφέρω εδώ:
Υποθαλάσσιο
Έχω πετάξει από καιρό το σκάφανδρο
Σε ανασαίνω με βράγχια
κι όσο πιο βαθιά κατεβαίνω
τόσο το φως σου πυκνώνει
Κάποτε ανεβαίνω σε υποθαλάσσια όρη
όπου αναβλύζει καυτό μάγμα.
Άλλοτε έρπω σε τάφρους
παραμερίζοντας άργυρο και χρυσό
Μάτια δεν έχω παρά μόνο για το ψήγμα σου.
Κάποτε οι ωκεανογράφοι
θα με αναφέρουν μονολεκτικά,
ως ίζημα.
Λογικό.
Το παράπονο δεν αποτιμήθηκε ποτέ ως εύρημα.