Η κορυφαία αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας που αποτέλεσε πεδίο σκληρών, ταξικών και συχνά πολύ αιματηρών συγκρούσεων, ενέπνευσε τα σοσιαλιστικά οράματα από τον 19ο αιώνα. Το σύνθημα “8 ώρες εργασία - 8 ώρες αναψυχή - 8 ώρες ανάπαυση” εξέφραζε σύσσωμη την εργατική τάξη τη περίοδο της βιομηχανικής επανάστασης, των μεγάλων κοινωνικών αγώνων, όταν οι εργαζόμενοι μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους, γίνονταν θύματα στυγνής εκμετάλλευσης, 16ωρης χειρωνακτικής εργασίας σε άθλιες συνθήκες. Από τον Robert Owen πριν από δύο αιώνες, έως τον Henry Ford τη δεκαετία του 1920, οι σθεναροί εργατικοί αγώνες οδήγησαν στην επιβολή της πενθήμερης και σαραντάωρης εβδομαδιαίας εργασίας, η οποία στις ΗΠΑ κατοχυρώθηκε επισήμως από το Κογκρέσο το 1940.
Σήμερα, με τις ραγδαίες αλλαγές στους τρόπους παραγωγής, την ισχυροποίηση νέων οικονομικών κλάδων, τη διεθνοποίηση του κεφαλαίου, την τεχνολογική πρόοδο και τη ψηφιοποίηση, τη δυνατότητα της εξ αποστάσεως εργασίας, των ευέλικτων μορφών και των λιγότερο κλασσικών προτύπων εργασίας, η παραδοσιακή εργάσιμη πενθήμερη εβδομάδα των 8 ωρών, κινδυνεύει να θεωρηθεί μια ξεπερασμένη έννοια. Όχι όμως στη λογική της μείωσης, με σεβασμό στην ισορροπία της προσωπικής και της επαγγελματικής ζωής των εργαζομένων (αυτό που ο Μάρξ ανέφερε ως ανανέωση των ουσιωδών δυνάμεων των παραγωγών), αλλά με περισσότερη εκμετάλλευση, λιγότερες κοινωνικές παροχές, λιγότερα δικαιώματα και λιγότερη δημοκρατία. Ταυτόχρονα, η ιστορία φαίνεται να επαναλαμβάνεται ως τραγική φάρσα, όταν η αμφισβήτηση και καταστροφή των εργατικών, κοινωνικών κατακτήσεων συνδυάζεται με την άνοδο του φασισμού και την εκ νέου απειλή ενός παγκόσμιου πολέμου.
Είναι λοιπόν η μείωση των ωρών εργασίας, με ταυτόχρονη εξασφάλιση των υλικών και πνευματικών αγαθών για την ευημερία των ανθρώπων, μια παρωχημένη προσέγγιση του παρελθόντος; Πρέπει να συμβιβαστούμε και να την αποχαιρετίσουμε, την εποχή μάλιστα που η “τεχνητή νοημοσύνη” έρχεται να επιβάλλει νέους όρους; Ή, ακόμα χειρότερα, πρέπει να επιστρέψουμε στην εποχή του 16ωρου; Όμως, ποιες δυνάμεις στη χώρα μας μπορούν να δουν το εξελισσόμενο περιβάλλον, να στοιχηθούν με τις νέες κοινωνικές ανάγκες, να αντιληφθούν τις νέες απαιτήσεις και να ενεργοποιήσουν πολιτικά τις εκμεταλλευόμενες τάξεις;
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και ο Κ. Μητσοτάκης, μαζί με όλα τα άλλα στοιχεία της νεοφιλελευθερης πολιτικής, ήδη άνοιξαν το παράθυρο στο νεοφασισμό και στη καταστρατήγηση των εργατικών κατακτήσεων του περασμένου αιώνα, με την επαναφορά της εξαήμερης εργασίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με τις φοροαπαλλαγές που προτείνει για τα υψηλά, άνω των 200 χιλιάδων ευρώ, εισοδήματα και τις δημόσια διατυπωμένες απόψεις του προέδρου του, όπως για παράδειγμα η αμοιβή των εργαζομένων με μετοχές αντί για μισθό (stock options) και η παρότρυνση για “συνεργασία” τους με τους επιχειρηματίες (κατόχους του πλούτου), είναι ήδη έτοιμος για την συναίνεση και την “παράδοση” των εργατικών αγώνων.
Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και γενικά η δεξιόστροφη σοσιαλδημοκρατία έχει πάρει από καιρό διαζύγιο με κάθε εργατική διεκδίκηση και ρήξη, ενώ πρωτοστάτησε πανευρωπαϊκά σε κάθε αντεργατικό νόμο, όπως για παράδειγμα η αύξηση του χρόνου εργασίας και των ορίων συνταξιοδότησης. Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ έχει ψηφίσει πάνω από το 60% των νομοσχεδίων που κατέθεσε η Νέα Δημοκρατία.
Το ΚΚΕ βρίσκεται αγκιστρωμένο στις γραφειοκρατικές του αντιλήψεις κι έχει σοβαρές ευθύνες για τη κατάσταση στο “ακίνητο” συνδικαλιστικό κίνημα.
Η Νέα Αριστερά, πέντε μήνες από τη δημιουργία της, έχοντας μεν αποτύχει στον πολιτικό στόχο των ευρωεκλογών σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία, έχει αρχίσει να χτίζει ένα πολιτικό υποκείμενο με οργανώσεις παντού, με κινηματική δράση και κυρίως με ενεργά μέλη που χαίρονται τη συμμετοχή, την επιστροφή της αριστερής πολιτικής και τη ξεχασμένη έννοια της συντροφικότητας. Η Νέα Αριστερά, εάν “ήρθε για να μείνει”, και εάν “δεν είναι σημαία ευκαιρίας”, όπως πολύ εύστοχα δήλωνε ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Αλέξης Χαρίτσης, πρέπει “μεγαλώνοντας” να εκφράσει τα σοσιαλιστικά αιτήματα του αύριο, να συγχρωτιστεί με τα σύγχρονα παγκόσμια και πανευρωπαϊκά, προοδευτικά και ριζοσπαστικά κινήματα (της εργασίας, της ειρήνης, της οικολογίας, του φεμινισμού, των δικαιωμάτων), να πάρει πρωτοβουλίες, να συζητήσει, να αντλήσει από αυτά και να βάλλει τη δική της σφραγίδα σε αυτά.
Στο επερχόμενο ιδρυτικό συνέδριο πρέπει να δηλώσουμε καθαρά τα στοιχεία ταυτότητας μιας νέας ανανεωτικής και ριζοσπαστικής αριστεράς στην Ελλάδα. Άλλωστε, αυτά είναι τα στοιχεία, που ιστορικά έχουν διαποτίσει το DNA όλων των αριστερών γενεών, μέσα από πολύμορφους αγώνες. Από τις εξορίες, τους αγώνες για την ελευθερία και το 1-1-4, τον αντιδικτατορικό αγώνα μέχρι τη Γένοβα και το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα.
Να επανασυστηθούμε λοιπόν με τη κοινωνία και να συστηθούμε εξαρχής και εξ ολοκλήρου με τις νεότερες γενιές, ειδικά με τον κόσμο της εργασίας, με όσους βιώνουν την εκμετάλλευση και τον αποκλεισμό. Το κάναμε στο παρελθόν, θα το κάνουμε και πάλι.