Με τον Εντμούντο Γκονζάλες Ουρούτια να έχει μεγάλο δημοσκοπικό προβάδισμα απέναντι στον Νικολάς Μαδούρο, γίνονται στις 28ης Ιουλίου οι εκλογές στη Βενεζουέλα. Ο Εμιλιάνο Τεράν Μαντοβάνι, καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Κεντρικό Πανεπιστήμιο της Βενεζουέλας στο Καράκας μιλάει στην «Εποχή» για την πολιτική αβεβαιότητα, τα προβλήματα της κυβέρνησης Μαδούρο, και τα σενάρια για την επόμενη ημέρα.
Σε ποιο πλαίσιο θα γίνουν αυτές οι εκλογές;
Η χώρα βρίσκεται σε μεγάλη πολιτική αβεβαιότητα, παρόλο που έχει προγραμματίσει εκλογές. Αυτή η αβεβαιότητα οφείλεται βασικά στο ότι υπάρχει μεγάλος φόβος πως η κυβέρνηση θα απενεργοποιήσει τα κόμματα που υποστηρίζουν τον κύριο υποψήφιο της αντιπολίτευσης Εντμούντο Γκονζάλες Ουρούτια, είτε θα αναστείλει τις εκλογές λόγω «έκτακτου γεγονότος», είτε θα τις αναβάλει επιδιώκοντας να διεξαχθούν σε ένα πλαίσιο που θα είναι ευνοϊκότερο για αυτήν. Τόσο οριακή είναι η κατάσταση. Η κυβέρνηση Μαδούρο διατηρεί τον έλεγχο των κρατικών δομών και κυβερνά τη χώρα με ένα αυταρχικό και βίαιο καθεστώς. Μετά την αποτυχία της στρατηγικής του Γκουαϊδό και του Τραμπ η αντιπολίτευση ήταν πολύ αποσπασματική και αναξιόπιστη, και η κυβέρνηση το εκμεταλλεύτηκε αυτό για να αυξήσει την εξουσία της στο εσωτερικό. Αναδιάρθρωσε τις διεθνείς οικονομικές συμμαχίες της, εκμεταλλευόμενη τις αμερικανικές και ευρωπαϊκές ενεργειακές ανάγκες μετά την εισβολή στην Ουκρανία, για να ανοίξει διαύλους διαπραγμάτευσης με αυτές τις δυτικές δυνάμεις που θα της επέτρεπαν να σταθεροποιηθεί. Και επίσης εκμεταλλεύτηκε την πανδημία και την καραντίνα για να αυξήσει την εσωτερική κοινωνική καταστολή, όχι μόνο εναντίον της πολιτικής αντιπολίτευσης αλλά και εναντίον ακτιβιστών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, συνδικάτων, και κοινωνικών και κοινοτικών ηγετών που διαμαρτύρονται ενάντια στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της.
Αν η κυβέρνηση έχει τον έλεγχο γιατί κάνει εκλογές;
Υπάρχουν κάποιοι παράγοντες που πρέπει να αναφερθούν. Πρώτον, αντιμετωπίζουμε την περίοδο της μεγαλύτερης αντιδημοφιλίας στην ιστορία της μπολιβαριανής διαδικασίας, με 25 χρόνια στην κυβέρνηση. Η κοινωνική κόπωση είναι τεράστια, και η δημοτικότητα του Μαδούρο κυμαίνεται πιθανώς κοντά στο 15%. Το καθεστώς έχει χάσει ακόμη και μέρος των πιο πιστών υποστηρικτών του και έχει φτάσει σε μια οριακή κατάσταση. Δεύτερος παράγοντας το φαινόμενο Μαρία Κορίνα Ματσάδο (σημ: ηγέτιδα της αντιπολίτευσης που δεν της επιτράπηκε να συμμετέχει στις εκλογές), που σε αντίθεση με άλλες περιόδους κατάφερε αφενός να διατηρήσει μια ενιαία πολιτική της αντιπολίτευσης που δεν ελέγχει ο Μαδούρο, και από την άλλη να επεκτείνει έναν μεγάλο κοινωνικό ενθουσιασμό που δίνει σταθερότητα στην αντιπολιτευτική στρατηγική. Τρίτον, το μπολιβαριανό καθεστώς είναι εσωτερικά κατακερματισμένο, κάτι που έγινε πιο εμφανές με τη φυλάκιση του Ταρέκ Ελ Αισαμί, ενός σημαντικού ηγέτη της «Επανάστασης» (σημ: πρώην αντιπρόεδρος της Βενεζουέλας που συνελήφθη κατηγορούμενος για προδοσία και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος). Αν και υπάρχουν κάποιοι με σκληρές και ριζοσπαστικές θέσεις, υπάρχουν και άλλοι που τείνουν να διαπραγματεύονται, τουλάχιστον για να εξασφαλίσουν ένα ασφαλές μέρος αν το πλοίο βυθιστεί. Τέταρτον, οι διεθνείς διαπραγματεύσεις. Το καθεστώς Μαδούρο θέλει είτε να σταθεροποιηθεί εσωτερικά με μεγαλύτερη διεθνή αποδοχή, ή αν η πτώση του είναι αναπόφευκτη να μπορεί να φύγει με εγγυήσεις ασφάλειας για αυτόν και το περιβάλλον του. Επιπλέον, για να ανακάμψει μια εθνική οικονομία χρειάζεται την έγκριση των διεθνών επενδυτών. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο έχει ανοιχτούς τους διαύλους διαπραγμάτευσης, αλλά η κυβέρνησή του πρέπει επίσης να προσφέρει παραχωρήσεις. Η διεξαγωγή εκλογών ήταν ένα από τα κύρια αιτήματα, και πρέπει να τις επιτρέψει, τουλάχιστον φαινομενικά. Και πέμπτο, ο ρόλος των κυβερνήσεων του Πέτρο (Κολομβία) και του Λούλα (Βραζιλία), οι οποίοι, όντας οι στενότεροι σύμμαχοι του Μαδούρο, επέμειναν στην ανάγκη για δίκαιες εκλογές με τις μεγαλύτερες εγγυήσεις, και ο κολομβιανός πρόεδρος πρότεινε μια συμφωνία ώστε όποιος χάσει τις εκλογές να έχει εγγυημένες τις συνθήκες ασφάλειάς του. Έτσι, όπως βλέπουμε, παίζουν πολλοί παράγοντες, δεν είναι καθόλου εύκολο σενάριο, ειδικά επειδή κατά βάθος η κυβέρνηση Μαδούρο δεν φαίνεται πολύ πρόθυμη να φύγει. Αν όμως εκφραστεί μια χιονοστιβάδα ψήφων κατά του καθεστώτος στις 28 Ιουλίου, θα είναι πολύ δύσκολο να αγνοηθεί. Είναι ένα πολύ αβέβαιο σενάριο, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι δεν γνωρίζουμε ποια αντίδραση θα είχε η κυβέρνηση σε μια εκλογική ήττα ή πως θα αντιδρούσε σε μια ενδεχόμενη μετάβαση που θα άνοιγε.
Οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες πώς επηρεάζουν τις εκλογές;
Η οικονομία της Βενεζουέλας βρίσκεται στη μέση μιας μακροχρόνιας διαρθρωτικής κρίσης, εξακολουθώντας να βιώνει την εξάντληση του ιστορικού μοντέλου που βασίζεται στα έσοδα από το πετρέλαιο. Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν κάποιες οικονομικές βελτιώσεις, όπως τα χρόνια κατά τα οποία το ΑΕΠ παρουσίασε θετική ανάπτυξη και είχαμε μείωση των προηγούμενων πληθωριστικών δεικτών. Αλλά η πετρελαϊκή βιομηχανία έχει μεγάλους οικονομικούς, τεχνικούς, ακόμη και γεωλογικούς περιορισμούς, οι τελευταίοι βασίζονται σε ένα πλειοψηφικό ποσοστό μη συμβατικού πετρελαίου. Το εξωτερικό δημόσιο χρέος είναι τεράστιο και χρειάζεται αναδιάρθρωση. Οι υποδομές της χώρας παραμένουν σε πολύ δύσκολη κατάσταση, όπως συμβαίνει με τις δημόσιες υπηρεσίες, η οικονομία δεν προσφέρει ευκαιρίες, ο κατώτατος μισθός έχει παγώσει για περισσότερα από δύο χρόνια στα τέσσερα περίπου δολάρια το μήνα, και η αναταραχή του πληθυσμού είναι τεράστια. Η ποιότητα ζωής των Βενεζουελάνων είναι τρομερή, και οι άνθρωποι πιστεύουν ότι η κυβέρνηση Μαδούρο είναι υπεύθυνη για αυτό. Οι διεθνείς κυρώσεις είχαν αρνητικές επιπτώσεις, αλλά η κατάρρευση της εθνικής οικονομίας συνέβη πριν από αυτές τις κυρώσεις, και ο κόσμος είναι πολύ θυμωμένος επειδή η κυβέρνηση χρησιμοποιεί τον λόγο των κυρώσεων για να εξηγήσει την κατάσταση, αλλά ταυτόχρονα έρχονται στο φως υποθέσεις διαφθοράς, με εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ να κλέβονται από στελέχη της «Επανάστασης». Έτσι, οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ότι είναι φτωχοί επειδή οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης κλέβουν όλα τα χρήματα. Επιπλέον, πολλοί από αυτούς κυκλοφορούν με πολυτελή αυτοκίνητα, έχουν διαμερίσματα στο Ντουμπάι και τη Μαδρίτη, και επιδεικνύουν τον πλούτο τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η κατάσταση δεν είναι βιώσιμη, εξ ου και η μεγάλη επιθυμία της κοινωνικής πλειοψηφίας να εγκαταλείψει την κυβέρνηση Μαδούρο.
Αρκετοί αμφισβητούν ότι αυτές οι εκλογές θα είναι ελεύθερες και δίκαιες. Τι λες;
Οι εκλογές διεξάγονται με μια θεσμική δομή στην οποία κυριαρχεί η κυβέρνηση Μαδούρο, όπως το Εθνικό Εκλογικό Συμβούλιο, υπό την προεδρία ενός πιστού στο καθεστώς. Έχει επιβάλλει αποκλεισμούς σε πολλούς αντιπάλους, έχει θέσει εκτός νόμου κόμματα της αντιπολίτευσης, ή έχει παρέμβει σε αυτά δημιουργώντας παράλληλα κόμματα που υποστηρίζουν το καθεστώς Μαδούρο, όπως συνέβη με το ιστορικό Κομμουνιστικό Κόμμα της Βενεζουέλας (PCV). Τώρα έχουμε δύο PCV: το νέο κόμμα που δημιουργήθηκε, το οποίο είναι ένα ψεύτικο κόμμα και υποστηρίζει την κυβέρνηση, και το πρωτότυπο, που διατηρεί τα ιστορικά του μέλη και είναι αντίθετο στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές του Μαδούρο εδώ και αρκετό καιρό. Η κυβέρνηση δημιουργεί πιέσεις και απειλές για να πείσει τους πολίτες να την ψηφίσουν, για παράδειγμα, λέγοντας στους δικαιούχους κρατικών ομολόγων ότι αν δεν ψηφίσουν την κυβέρνηση θα χάσουν τα οφέλη τους. Επίσης, έχει φυλακίσει μέλη των κομμάτων που υποστηρίζουν τον Εντμούντο Γκονζάλες Ουρούτια. Για να αναφέρουμε μια εμβληματική περίπτωση, στις περιφερειακές εκλογές που έγιναν τον Δεκέμβριο του 2021, στην πόλη Μπαρίνας, όπου γεννήθηκε ο Ούγκο Τσάβες, μετά τη νίκη της αντιπολίτευσης το Ανώτατο Δικαστήριο απέκλεισε τον νικητή, τον Σουπερλάνο, και διέταξε την επανάληψη των εκλογών. Αυτές έγιναν τον Ιανουάριο του 2022, και η αντιπολίτευση κέρδισε ξανά με άλλον υποψήφιο και με πολύ μεγαλύτερη διαφορά. Η αντιπολίτευση αμφισβήτησε όλους αυτούς τους μηχανισμούς και πιθανότατα παίρνει ως αναφορά την εμπειρία στην Μπαρίνας για να επισημάνει ότι, ακόμα και με δόλιες μεθόδους, μπορεί να νικήσει την κυβέρνηση εκλογικά αρκεί να ψηφίσει ένας μεγάλος αριθμός ψηφοφόρων, γιατί η αποχή ευνοεί το καθεστώς, και να μπορέσει να εξασφαλίσει πολλούς αντιπροσώπους στα εκλογικά τμήματα για να παρακολουθεί την ψηφοφορία.
Οι ΗΠΑ πώς προσπαθούν να παρέμβουν στις εκλογές;
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ, η οποία δεν έχει ομοιογενή προσέγγιση για τη Βενεζουέλα, προτιμά να έχει μια άλλη κυβέρνηση στο Μιραφλόρες (σημ: είναι η επίσημη κατοικία του προέδρου) πολύ πιο διαχειρίσιμη. Αλλά μεταξύ των κύριων στόχων της, στο πλαίσιο των μεγάλων γεωπολιτικών εντάσεων και των ενεργειακών διαφορών, είναι να εγγυηθεί μια στρατηγική προμήθεια υδρογονανθράκων που, με την πάροδο του χρόνου, η Βενεζουέλα πρωτίστως μπορεί να προσφέρει. Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται να σταθεροποιήσει πολιτικά τη χώρα, και η κυβέρνηση Μαδούρο προσπάθησε να προσφέρει αυτές τις εγγυήσεις στις ΗΠΑ. Ο Μαδούρο έχει δηλώσει τις προθέσεις του να σταθεροποιήσει τις διμερείς σχέσεις, και έχουν στηθεί πολλά τραπέζια διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο κυβερνήσεων. Ένα παράδειγμα αυτών των γεφυρών ήταν η σταθεροποίηση των επιχειρήσεων της Chevron στο Campo Boscán, στη λίμνη Μαρακαΐμπο. Υπήρξε άρση των κυρώσεων κατά της Βενεζουέλας, που αργότερα αποκαταστάθηκαν λόγω της ασέβειας της κυβέρνησης Μαδούρο στις συμφωνίες των Μπαρμπάντος. αλλά η κυβέρνηση των ΗΠΑ τον τελευταίο καιρό ήταν μάλλον διστακτική, υπήρξαν σκαμπανεβάσματα, και εξαιρέσεις με τις κυρώσεις, λόγω αυτών των αντίθετων συμφερόντων που έχουν οι Αμερικανοί. Για τις επερχόμενες εκλογές οι ΗΠΑ προσπάθησαν να διασφαλίσουν ότι αυτές θα διεξαχθούν, ότι μπορούν να συμμετέχουν στελέχη της αντιπολίτευσης που ανήκουν στην Ενιαία Πλατφόρμα., και ότι θα είναι όσο το δυνατόν πιο δίκαιες. Ωστόσο, θα έλεγα ότι αυτό πρέπει να αναλυθεί με μεγαλύτερη πολυπλοκότητα. Οι ΗΠΑ παίζουν όχι σε μία αλλά σε πολλές σκακιέρες, με πολλές επιλογές. Ας σκεφτούμε, για παράδειγμα, αν ο Μαδούρο είναι αυτός που εγγυάται την εσωτερική πολιτική σταθερότητα ή αν οι ΗΠΑ θεωρήσουν ότι οι κυβερνήσεις της αντιπολίτευσης θα ήταν μάλλον εύθραυστες και ασταθείς, και ως εκ τούτου, η παροχή υδρογονανθράκων θα είναι επίσης ασταθής, θα μπορούσαν επίσης να εξετάσουν το ενδεχόμενο να μείνουν με το καθεστώς του Μαδούρο, εφόσον συμφωνήσει να κάνει παραχωρήσεις στους Αμερικανούς, κάτι που είναι και αυτό στο τραπέζι. Νομίζω ότι πρέπει να αναλύσουμε αυτές τις πολλαπλές επιλογές. Εδώ κυριαρχούν οικονομικά, ενεργειακά και γεωπολιτικά συμφέροντα και όχι ιδεολογικά. Το παιχνίδι παίζεται σε πολλές σκακιέρες, υπάρχει πολύς πραγματισμός.
Πώς ερμηνεύεις τη δυναμική που φαίνεται ότι έχει ο Ουρούτια και ποιες είναι οι υποσχέσεις που δίνει;
Ο Ουρούτια είναι η αναπαράσταση της φιγούρας της Ματσάδο, πολιτικά αποκλεισμένης από το καθεστώς Μαδούρο. Όπως ανέφερα, η Ματσάδο έχει γίνει ένα πολιτικό φαινόμενο, καθώς ενώνει τη δυσαρέσκεια ενάντια στην κυβέρνηση και τις ψευδαισθήσεις για αλλαγή γύρω από αυτήν. Σχεδόν όλοι οι τομείς που θέλουν να αποχωρήσει ο Μαδούρο θα δώσουν την ψήφο τους στον Ουρούτια, που μέχρι στιγμής δεν έχει αποκλειστεί. Αλλά είναι επίσης σημαντικό να αναφέρουμε ότι το πρόγραμμά του είναι νεοφιλελεύθερο, καθώς μιλάει για μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, ευνοώντας το υπερεθνικό κεφάλαιο, και περισσότερο εξορυκτισμό. Οι Βενεζουελάνοι σήμερα επιλέγουν ανάμεσα σε δύο μεγάλα νεοφιλελεύθερα σχέδια, και οι εναλλακτικές επιλογές είναι πολύ μικρές για να μπορέσουν να συμμετάσχουν στις εκλογές. Η Αριστερά και τα προοδευτικά τμήματα της κοινωνίας έχουν αποδυναμωθεί από το καθεστώς Μαδούρο, διώκονται και παρενοχλούνται, και γενικά περιμένουν την ήττα του Μαδούρο για να ανασυγκροτηθούν και να δημιουργήσουν συνθήκες για την οικοδόμηση ενός εναλλακτικού λαϊκού σχεδίου που σίγουρα θα αντιταχθεί σε μια ενδεχόμενη κυβέρνηση Ματσάδο/Ουρούτια. Η τελευταία ομιλία του Ουρούτια ήταν μάλλον διαλλακτική, και έκανε εκκλήσεις για ανάκτηση της χώρας, της οικονομίας, της αξιοπρέπειας του λαού της Βενεζουέλας, και των δικαιωμάτων. Αλλά αυτό σίγουρα θα είναι μέρος ενός νέου σεναρίου πολιτικών και κοινωνικών αγώνων στη Βενεζουέλα. Μέχρι αυτό το σημείο, αυτό που μπορεί να ειπωθεί σήμερα είναι ότι η πρόθεση ψήφου στον Ουρούτια είναι διπλάσια από την πρόθεση ψήφου στον Μαδούρο, ή και περισσότερο από αυτήν.