Τυχαίνει ο Ιούλιος να είναι ένας σημαντικός μήνας για τη δημοκρατία στην Ελλάδα. Τον Ιούλιο του 1965, κατά τη διάρκεια των γεγονότων που ονομάστηκαν «Ιουλιανά», διεκδικήθηκε κάτι σαν Μεταπολίτευση. Αυτή τελικά έμελλε να έρθει έντεκα χρόνια αργότερα προκειμένου να αντικατασταθεί όχι η «καχεκτική δημοκρατία», αλλά η δικτατορία. Έναν Ιούλιο, πολύ αργότερα, μπορούμε να τοποθετήσουμε και το τέλος της μεταπολιτευτικής περιόδου, το οποίο όμως συνοδεύτηκε από μία από τις δημοκρατικές κορυφώσεις της.
Ιούλιος 1965
Ο μύθος του «Γέρου της Δημοκρατίας» φιλοτεχνήθηκε γύρω από τον «ανένδοτο αγώνα» και τα «Ιουλιανά», και τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Γεωργίου Παπανδρέου στους αγώνες για δημοκρατία. Η αλήθεια είναι πως ο «Γέρος» πείστηκε να «μπει μπροστά» μόνο όταν η δυναμική των λαϊκών κινητοποιήσεων είχε ήδη εκδηλωθεί1. Εν προκειμένω, οι κινητοποιήσεις για την υπεράσπιση της δημοκρατίας, υπέρ της λαοπρόβλητης κυβέρνησης της Ενώσεως Κέντρου και κατά των βασιλικών παρεμβάσεων είχε αρχίσει να εκδηλώνεται από τις αρχές Ιουλίου 1965 και, όταν επήλθε η ρήξη μεταξύ βασιλέα και Γεωργίου Παπανδρέου, βρισκόταν σε πλήρη ανάπτυξη. Ο «Γέρος» ήξερε ότι μπορούσε να υπολογίζει στην αντίδραση των δύο τρίτων του ελληνικού λαού όταν απαίτησε να κυβερνά ο λαός και όχι ο βασιλιάς.
Από την άλλη, ο δεξιός αναθεωρητισμός της εποχής μας επιχειρεί να επιρρίψει την ευθύνη για την δικτατορική εκτροπή στο Γεώργιο και τον Ανδρέα Παπανδρέου, καθώς και στο λαϊκό κίνημα και την Αριστερά. Ο Γιώργος Λεονταρίτης, στο βιβλίο του Ιουλιανά 1965. Τα άγνωστα παρασκήνια (εκδόσεις Καστανιώτη, 2019), ισχυρίζεται ότι ο «Γέρος» κακώς επέμενε μέχρι το τέλος να αναλάβει και Υπουργός Αμύνης τη στιγμή που εκκρεμούσε η εμπλοκή του γιου του στην «υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ», θεωρώντας ότι ο βασιλιάς εξάντλησε κάθε περιθώριο συνεννόησης μαζί του. Ομοίως, ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου, στο βιβλίο Στρεβλή πορεία 1960-1974. Πολιτική και κουλτούρα από τη δεκαετία του ’60 στη δικτατορία (εκδόσεις Μεταίχμιο, 2024), ισχυρίζεται ότι για τη δικτατορία ευθύνονται οι πολιτικές δυνάμεις (πιο πολύ οι αντιδεξιές) που δεν κατάφεραν να μεταρρυθμίσουν το πολιτικό σύστημα και να ελέγξουν το στρατό. Ενώ λοιπόν οι δημοκρατικές δυνάμεις ζητούσαν η Ελλάδα να γίνει κανονική δημοκρατία, όπου η εκλεγμένη κυβέρνηση θα κυβερνά και ο στρατός θα υπακούει τις εντολές της, οι εν λόγω συγγραφείς ισχυρίζονται πως αυτό ήταν λάθος, αντιστρέφοντας τη σχέση θύτη-θύματος. Το ότι δεν πρέπει να ζητάμε πολλά και να βολευόμαστε με ό,τι έχουμε φοβούμενοι τα χειρότερα είναι μια τυπική συντηρητική αντίληψη. Το ότι είναι δημοκρατικό το καθεστώς όπου ο στρατός μπορεί να επέμβει επειδή δεν τα βρίσκουν τα κόμματα ή ότι οι πολιτικοί είναι υποχρεωμένοι να τα βρίσκουν αλλιώς φταίνε για τη δικτατορία είναι ανήκουστο.
Ιούλιος 1974
Εδώ και μισό αιώνα, στις σχετικές επετείους, συζητούμε για τα αίτια της πτώσης της χούντας. Δύο παράγοντες αναδεικνύονται τελετουργικά: το Πολυτεχνείο και η τραγωδία της Κύπρου. Η εξήγηση όμως παραμένει μετέωρη, καθώς το Πολυτεχνείο συνέβη πολλούς μήνες πριν από την πτώση της δικτατορίας και το μόνο στο οποίο συνετέλεσε ήταν η μεγαλύτερη απονομιμοποίησή της στα μάτια της κοινωνικής πλειοψηφίας. Την ίδια επίδραση είχε και η στρατιωτική ήττα στην Κύπρο. Η σύνδεσή της με την πτώση του καθεστώτος δεν τεκμαίρεται λογικά – εκτός αν θεωρήσουμε ότι οι χουντικοί καταλήφθηκαν από τύψεις συνειδήσεως ή ότι δέχθηκαν ένα τηλέφωνο από τις ΗΠΑ και είπαν απλώς «yes, Sir». Οι δικτατορίες όμως δεν πέφτουν έτσι. Πέφτουν όταν χάνουν αυτό που τις στηρίζει: τον έλεγχο των όπλων. Πριν από μία δεκαετία, μαζί με έναν αγαπητό συνάδελφο, απαρτιώσαμε μια τρίτη –και πιο λογική– ερμηνεία, αξιοποιώντας κάθε διαθέσιμο υλικό, μαζί με συνεντεύξεις, για την επιστράτευση της 20ης Ιουλίου2. Με λίγα λόγια, η απότομη είσοδος δεκάδων χιλιάδων επίστρατων δημοκρατικών πεποιθήσεων οδήγησε σε αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στο στράτευμα. Οι οπλίτες δεν υπάκουαν πλέον, οι αξιωματικοί δεν ελέγχανε την κατάσταση, οι πρώτοι απειλούσαν τους δεύτερους, και τα όπλα θα μπορούσαν να στραφούν κατά του καθεστώτος όπως είχε γίνει λίγο πριν στην Πορτογαλία. Ο λαός ως στρατός έφερε τη Μεταπολίτευση.
Ιούλιος 2015
Το «Όχι» του ελληνικού λαού στο δημοψήφισμα του 2015 δεν έγινε σεβαστό από την Τρόικα, γεγονός που αποτελεί μέχρι σήμερα μεγάλο πλήγμα για την ελληνική δημοκρατία. Η ελληνική κυβέρνηση βρέθηκε μπροστά σε μια τραγική απόφαση: ή έπρεπε να συνεχίσει την πολιτική λιτότητας ή έπρεπε να παραδώσει τα ηνία στα κόμματα που ήδη είχαν εφαρμόσει πολιτικές λιτότητας ή έπρεπε να βγάλει τη χώρα από τη ζώνη του ευρώ (και ίσως από την ΕΕ). Κάθε απόφαση από αυτές θα ήταν παράβαση της λαϊκής εντολής. Ο Βαρουφάκης και μερικά ακόμα στελέχη θεωρούσαν ότι, αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αρνούταν να υπογράψει μνημόνιο λιτότητας, θα μπορούσε μετά από λίγους μήνες να φέρει μια καλύτερη συμφωνία. Αυτό όμως δεν θα το μάθουμε ποτέ. Ξέρουμε όμως ότι αυτό το ενδεχόμενο είναι εξαιρετικά αμφίβολο, μιας και οι Ευρωπαίοι αμέσως μετά δεν χαρίστηκαν στη Μεγάλη Βρετανία που έχει πολλαπλάσια βαρύτητα από την Ελλάδα.
Σημειώσεις
1. Αναλυτικά βλ. Δημήτρης Παπανικολόπουλος, Ο κύκλος διαμαρτυρίας του ’60. Συλλογική δράση και δημοκρατία στην προδικτατορική Ελλάδα, Νήσος, 2015. Η επανέκδοσή του αναμένεται στο τέλος του χρόνου από τις εκδόσεις Θεμέλιο.
2. Γ. Τσιρίδης και Δ. Παπανικολόπουλος, «Επιστράτευση 1974: Ο καταλυτικός ρόλος των επίστρατων στην κατάρρευσης της δικτατορίας των συνταγματαρχών», Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, τχ.42, σ. 203-228.