Στις λογοτεχνικές παρέες, στις συζητήσεις γύρω από βιβλία και συγγραφείς, στις κουβέντες με φίλους, διατυπώνεται πολύ συχνά με όρους βεβαιότητας η απόφανση πως ο χρόνος είναι ο τελικός εκτιμητής και τελικά αυτός που αποδίδει πραγματική δικαιοσύνη. Τόσο γενικότερα, αλλά και πιο συγκεκριμένα στο λογοτεχνικό πεδίο. «Δες τον Καβάφη, στην εποχή του ήταν ένα τίποτα, ένα μυστικό που ελάχιστοι γνώριζαν και τώρα είναι ο πιο γνωστός έλληνας λογοτέχνης παγκοσμίως».
Ο χρόνος είναι αυτός που ορίζει. Ρίχνει στη σκόνη τεράστια διαμετρήματα, που από αγάλματα μεγαλείου καταλήγουν αστερίσκοι υποσημειώσεων. Εθνικοί ποιητές, γίγαντες του πνεύματος, οι πρωταθλητές των εποχών. Έρχεται μια μέρα που όσο και αν φαινόταν κάποτε απίθανο, δεν γίνεται πια να διαβαστούν. Και ταυτόχρονα είναι το πλήθος αυτό των ξεχασμένων, των παραγνωρισμένων, των τελείως χαμένων που η τύχη, τα γυρίσματα του τροχού ή ο καιρός, μπορούν να φέρουν ξανά στην επιφάνεια. «Δες τον Ρεμπώ. Στην εποχή του κανείς δεν τον ήξερε πέρα από έναν τελείως στενό κύκλο. Στη συνέχεια έγινε το σημείο αναφοράς του κάθε ποιητή στον κόσμο. Δες τον Λωτρεαμόν. Τα “Άσματα του Μαλντορόρ” ήτανε χαμένα για δεκαετίες, εκτός κυκλοφορίας και παντελώς άγνωστα. 40 χρόνια μετά έτυχε να τα βρούνε οι σουρεαλιστές σε ένα παλαιοπωλείο στις Βρυξέλλες. Μια τυχαία συνάντηση που έμελλε να αλλάξει την τύχη της παγκόσμιας λογοτεχνίας».
Ο χρόνος εδώ παίρνει τη διάσταση της μοίρας. Δεν αναφέρεται μόνο σαν ένας τρόπος να μετράμε τις χρονικές αποστάσεις, ή να περιγράφουμε μια διαδικασία όμοια με αυτή της ωρίμανσης. Ο χρόνος εμπεριέχει το στοιχείο της επιλογής, της κρίσης και της απόδοσης δικαιοσύνης. Με έναν τρόπο, όμως, τόσο ξεκάθαρο, που μοιάζει σχεδόν με δικαστή. Και μάλιστα έναν δικαστή απόλυτο.
Όλο αυτό το σχήμα σκέψης έχει την αξία του. Αμφισβητεί τις απόλυτες βεβαιότητες, αφού μας λέει πως ακόμα και αυτές μια μέρα μπορούν με τρόπο τελείως φυσικό να αποδειχτούν ψευδείς. Παρηγορεί τους ποιητές, τους πεζογράφους, τους καλλιτέχνες γενικότερα, αφού τους επιτρέπει να τοποθετούν τον εαυτό τους μαζί με τους παραγνωρισμένους των αιώνων, δίνοντάς τους αυτοπεποίθηση, παραχωρώντας τους το δικαίωμα να δικαιώνονται ακόμη και υποθετικά (αλλά με πλήρη βεβαιότητα) στη δική τους κλίμακα αξιολόγησης. Και ταυτόχρονα παραχωρεί στο κοινό το δικαίωμα να περιμένει μια νέα μεγάλη λογοτεχνική ανακάλυψη, αντίστοιχη με την ανακάλυψη της Αμερικής και όμοια με τα χειρόγραφα της Έμιλυ Ντίκινσον ή το μπαούλο του Πεσσόα. Μια ανακάλυψη που θα τοποθετήσει δίπλα μας ένα άγαλμα, εκεί που μέχρι πριν υπήρχε μόνο ο άνεμος.
Όμως ο συλλογισμός αυτός έχει ένα βασικό ψεγάδι. Ένα λάθος τέτοιο που τελικά τον καταρρίπτει εξ ολοκλήρου. Και αυτό γιατί παίρνει ως παράδειγμα μόνο τα κείμενα αυτά που σώθηκαν από την αφάνεια, τα κείμενα αυτά που ήρθαν από το πουθενά και πάλι στην επιφάνεια ή απέκτησαν μια άλλη θέση στην ιστορία των γραμμάτων. Αποκλείει, όμως, αυτά που είναι οριστικά χαμένα, αυτά που από τη στιγμή που δεν τα μάθαμε ποτέ, δεν μπορούμε παρά να υποθέσουμε όχι την παρουσία τους πια, αλλά την απουσία τους. Τους συγγραφείς αυτούς που ίσως να πίστεψαν πως ο χρόνος θα τους δικαιώσει, όπως και τόσους άλλους, αλλά τελικά χάθηκαν προσφέροντας τον εαυτό τους στις αχανείς τάξεις των αόρατων της ιστορίας. Και έτσι χωρίς να έχει προηγηθεί μια αξιολόγηση, δεν γνωρίζουμε ποια είναι η πραγματική τους αξία. Με λίγα λόγια, δεν ξέρουμε τί είναι αυτό που έχουμε χάσει και τη συνολική αξία του πλήθους των χαμένων. Άρα και τον τρόπο με τον οποίο ο χρόνος επιλέγει ποια χειρόγραφα θα φέρει στην επιφάνεια και ποια θα εξαφανίσει οριστικά. Ίσως να είμαστε καταδικασμένοι να μην γνωρίσουμε ποτέ άλλους 50 Λωτρεαμόν και άλλος 40 Ρεμπώ, που η τύχη δεν τους ευνόησε εξίσου. Ίσως ο χρόνος να είναι τελικά ο χειρότερος κριτής για ό,τι μένει, για ό,τι φεύγει. Και ίσως τελικά όλο αυτό που λέμε ανθρώπινος πολιτισμός, να μην είναι άλλο από ένα υποπροϊόν του πραγματικού ανθρώπινου πολιτισμού που έμεινε στην αφάνεια ξεχασμένος πίσω από τα λίγα, τα τυχερά ονόματα.
Για όλους αυτούς τους χαμένους, για όλους τους ξεχασμένους της ιστορίας, ας σηκώσουμε λοιπόν τα ποτήρια μας. Γιατί, έστω για λίγο –όταν το συνειδητοποιήσεις– η απουσία τους είναι πιο βαριά από την παρουσία όλων των άλλων. Μεγάλοι και μικροί ξεχασμένοι σας χαιρετούμε! Μπορεί να σας ξεχάσαμε, αλλά τουλάχιστον δεν θα ξεχάσουμε ποτέ το γεγονός πως σας έχουμε ξεχάσει!