Οι εθνικές εκλογές του 2023 και οι ευρωεκλογές του 2024 δεν ήταν καλές για το αριστερό ημισφαίριο, με αποτέλεσμα τα κόμματα που εγγράφονται σε αυτό να βρίσκονται σε περιδίνηση και η συζήτηση να περιστρέφεται γύρω από την ανάγκη ανασυγκρότησής τους, συνεργασίας τους, συγκόλλησής τους κ.λπ. Εκείνο που παραγνωρίζεται ωστόσο είναι η δυνατότητα της κοινωνικής Αριστεράς να παρέμβει και να θέσει τα δικά της κριτήρια, τις δικές της προτεραιότητες, το δικό της πολιτικό πλαίσιο. Διότι η ανασυγκρότηση του αριστερού ημισφαιρίου μπορεί να και πρέπει να προέλθει τόσο από τα πάνω όσο και από τα κάτω. Για το λόγο αυτό δημοσιεύουμε σήμερα τρία κείμενα προκειμένου να υπενθυμίσουμε τη σημασία της αυτονομίας των κοινωνικών χώρων έναντι των κομματικών φορέων.

 

Η Συντακτική Ομάδα των Παρεμβάσεων

 

 

 

 

Δίκτυο πολιτών «Σκέψη και Δράση Αριστερά»

 

Οι εκλογικές ήττες της Αριστεράς τα τελευταία τριάντα χρόνια σε παγκόσμιο επίπεδο αποδεικνύουν ότι η υιοθέτηση αποσπασματικών θέσεων χωρίς στέρεες θεωρητικές αναφορές στο σοσιαλισμό, σε συνδυασμό με την εγκατάλειψη της μαχητικής υποστήριξης του κόσμου της εργασίας με ρεαλιστικές οικονομικές προτάσεις, έχουν επιτρέψει στις νεοφιλελεύθερες ιδέες να κυριαρχήσουν πολιτικά.

Ταυτόχρονα, όμως, η επανεμφάνιση της απειλής ενός θερμού πολέμου που θα φέρει την ανθρωπότητα αιώνες πίσω –εάν δεν την αφανίσει από τον πλανήτη–, η αποδοχή της ιδέας ότι ο πλανήτης θα καταστεί μη βιώσιμος στο εγγύς μέλλον λόγω της κλιματικής καταστροφής, η τεράστια διεύρυνση των ανισοτήτων κάθε μορφής (κοινωνικές, οικονομικές, περιβαλλοντικές, έμφυλες) και ο ρατσισμός, επιτάσσουν την άμεση ανασυγκρότηση της Αριστεράς όχι ως αυτο-επιβεβαίωση της ύπαρξής της αλλά ως βιωματική ανάγκη.

Σε αυτό το περιβάλλον ιδρύθηκε το Νοέμβριο του 2023 το Δίκτυο πολιτών «Σκέψη και Δράση Αριστερά» (Think & Act Left), με στόχο την προσπάθεια ανασυγκρότησης της Αριστεράς του 21ου αιώνα «από τα κάτω». Η ιδρυτική διακήρυξη του Δικτύου, η οριζόντια λειτουργία του και η διαπίστωση ότι η προσπάθεια επανα-νοηματοδότησης της Αριστεράς δεν αποτελεί στην παρούσα φάση «ιδιοκτησία» κανενός κόμματος, αποτελούν τον κοινό τόπο των μελών του Δικτύου.

Η επικαιροποίηση του στόχου του σοσιαλισμού με δημοκρατία –όπως το Δίκτυο την αντιλαμβάνεται– απαιτεί:

● την αντικατάσταση του ερωτήματος «από ποιον πολιτικό χώρο προέρχεσαι» με το «σε ποια ομάδα εργασίας μπορείς να συμβάλλεις»,

● την αναγνώριση ότι ο σημερινός κατακερματισμός της Αριστεράς οφείλεται κατά ένα μέρος και στην αποκοπή της από ενδιαφέρουσες διεργασίες και κινήματα, τα οποία αναπτύσσονται από τις/τους καταπιεσμένες/ους της σύγχρονης εποχής,

● την κατανόηση ότι δεν μας αρκούν οι ιδέες και οι θεωρητικές επεξεργασίες, αντίθετα αυτές δεν αποτελούν μια αφηρημένη ακαδημαϊκού τύπου διεργασία, αλλά αναζωογονούνται και αναπτύσσονται με τη δράση.

Τα παραπάνω τρία σημεία υποστηρίζονται από την οριζόντια λειτουργία του Δικτύου μέσω αυτο-οργανωμένων πυρήνων δράσης με χωρική αναφορά, οι οποίοι αλληλοεπιδρούν με τις ομάδες εργασίας.

Η δημιουργία και η λειτουργία του Δικτύου βρίσκεται στον αντίποδα της ανάθεσης της εκπροσώπησης των ιδεών της Αριστεράς σε κάποιον, κάποια ή σε μία «φωτισμένη» συλλογική ηγεσία. Ανασυγκρότηση της Αριστεράς με συμφωνία άθροισης εκλογικών δυνάμεων χωρίς το στόχο κοινωνικού μετασχηματισμού και χωρίς τη συμμετοχή κοινωνικών δυνάμεων είναι καταδικασμένη σε αποτυχία γιατί δεν απαντά σε κανένα σημερινό πρόβλημα των πολιτών.

Αντίστροφα, η ανασυγκρότηση της Αριστεράς απαιτεί τη διαμόρφωση ενός νέου «συλλογικού διανοούμενου» που θα τροφοδοτήσει τα κόμματα της Αριστεράς με επεξεργασίες που έχουν προέλθει από τη σκέψη και δράση πολιτών στο εργοστάσιο, στο γραφείο, στο πανεπιστήμιο και σε κάθε μαζικό χώρο.

Το Δίκτυο πολιτών «Σκέψη και Δράση Αριστερά», χωρίς να διεκδικεί την απόλυτη «αλήθεια», συνιστά μία πρόταση δικτύωσης ανάμεσα σε αρκετές άλλες, και γι’ αυτό επιδιώκει να συνομιλεί και να δρα από κοινού με κάθε συλλογικότητα ή κομματικό φορέα της Αριστεράς χωρίς τεχνητούς αποκλεισμούς. Ο σαφής προσδιορισμός του στόχου για την ανασυγκρότηση του χώρου της Αριστεράς απαιτεί τη μέγιστη δυνατή προσήλωση σε αυτόν, καθώς ο δρόμος της ανατροπής του πολιτικού συσχετισμού που θα θέσει τις βάσεις για τον κοινωνικό μετασχηματισμό θα είναι μακρύς και δύσβατος.

 

Γιάννης Μουσουλίδης,
μέλος Think & Act Left

(www.facebook.com/skepsidrasiaristera)

 

 

 

 

Ενεργός αυτονομία των κοινωνικών χώρων;

 

Από το έργο του Πουλαντζά έχουμε μάθει ότι η πολιτική βαθμίδα συμπυκνώνει, ολοκληρώνει και εκπροσωπεί όλα όσα τεκταίνονται σ’ έναν κοινωνικό σχηματισμό, διατηρώντας έτσι μια σχετική αυτονομία ως προς την εν γένει «κοινωνική ύλη». Όχι μόνον οι τελευταίες εκλογές, αλλά σχεδόν ολόκληρη η πρόσφατη ιστορία της ελληνικής κοινωνίας πιστοποιεί του λόγου το ασφαλές. Και μάλιστα καθ’ υπερβολήν. Όπου το «καθ’ υπερβολήν» παραπέμπει στα ραγδαίως αυξανόμενα ποσοστά αποχής, στην καθολική απαξίωση του πολιτικού συστήματος, στη γενική αδιαφορία για τις καθαυτό πολιτικές διεργασίες, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων. Ενώ ταυτόχρονα η πολιτική βαθμίδα συνεχίζει να συμπυκνώνει, όπως «συμπυκνώνει», να ολοκληρώνει, όπως «ολοκληρώνει», και να εκπροσωπεί, όπως «εκπροσωπεί», τα τεκταινόμενα. Δηλαδή εξακολουθεί να κυριαρχεί επί της όλης πορείας της ελληνικής κοινωνίας. Ασφυκτικά.

Η «ποιότητα» αυτής της κυριαρχίας επιβάλλει να αντιστρέψουμε σήμερα την εξίσωση. Να εξετάσουμε, δηλαδή, πώς συγκεκριμένοι τομείς κοινωνικής δραστηριότητας μπορούν να συγκροτήσουν τη δική τους ενεργό αυτονομία ως προς όσα προσπαθεί να επιβάλει η πολιτική βαθμίδα – τουλάχιστον σε όσα αφορούν τα πολιτικά κόμματα που της δίνουν σάρκα και τη διαφεντεύουν. Παραδείγματα από το παρελθόν υπάρχουν. Ενώ σήμερα αναπτύσσονται νέα ανάμεσα μας. Αθόρυβα.

Το πρώτο παράδειγμα αφορά το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα, κίνημα βαθιά πολιτικοποιημένο και ταυτόχρονα κομματικά ακηδεμόνευτο. Στο πλαίσιό του, λοιπόν, είχε ανακύψει μια διαμάχη με επίδικο τη λεγόμενη «αυτονομία των κοινωνικών χώρων», κατά την επιγραφή ενός πολυγραφημένου κειμένου που είχε τότε κυκλοφορήσει πλατιά, γραμμένο από τον Νίκο Μανίκα, αλλά χωρίς την υπογραφή του λόγω της δικής του αμετακίνητης σεμνότητας.1 Η διαμάχη αναφερόταν στην ανάγκη «αυτονομίας» των δημοκρατικών αγώνων με αριστερό προσανατολισμό έναντι των αριστερών κομμάτων ή οργανώσεων2, χωρίς ωστόσο τα τελευταία και οι τελευταίες να υποτιμώνται. Αντίθετα, αποδιδόταν αμέριστος σεβασμός στη συμβολή τους, στην ιστορία τους και στην ούτως ή άλλως αναγκαία ολοποιητική λειτουργία τους. Στόχος της κριτικής αποτελούσε μόνον η κατακόρυφη διαίρεση ενός κοινωνικού χώρου που επέβαλε αναπόφευκτα μια συμπαγής και περίκλειστη κομματική δράση, αποβαίνοντας έτσι αυτοαναφορική και τελικά αναποτελεσματική αφού όρθωνε τείχη στην ευρύτερη ώσμωση των ιδεών. Με άλλα λόγια, η τοποθέτηση υπεράσπιζε εν ταυτώ την ενότητα της Αριστεράς. Γιατί μόνο μια ενωμένη Αριστερά θα μπορούσε να διασφαλίσει, μαζί με την ολοποιητική λειτουργία της, και την ενότητα κάθε κοινωνικού χώρου. Στην οποία, άλλωστε, όμνυαν ανέκαθεν όλα τα αριστερά κόμματα ερήμην της συγκεκριμένης πρακτικής τους.

Οι σχετικές ιδέες, που αποτυπώθηκαν ως διαμάχη ουσιαστικής (αριστερής) «πολιτικοποίησης» έναντι άκριτης «κομματικοποίησης», απλώθηκαν.

   Δεύτερο παράδειγμα λοιπόν: Οι παρατάξεις των μηχανικών που διαμορφώθηκαν λίγο πριν ή λίγο μετά τη Μεταπολίτευση λειτούργησαν εν πολλοίς με τέτοιους τρόπους κερδίζοντας όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις στους αντίστοιχους συλλόγους. Όπως και τις δυσκολότερες εκλογές στο ΤΕΕ.3 Τρίτο: Οι κινητοποιήσεις των εργοστασιακών σωματείων –με γνωστότερη τη μεγάλη απεργία των εργαζομένων της ΙΖΟΛΑ (πρωταγωνιστής πάλι ο Νίκος Μανίκας)– σημείωσαν σημαντικές επιτυχίες την ίδια περίπου περίοδο. Τέταρτο: Η «Συσπείρωση Πανεπιστημιακών», αφού «καθοδήγησε» κατ’ ουσίαν την «απεργία των 100 ημερών»,4 παρέμεινε για πολλά χρόνια πρώτη δύναμη στο συνδικαλισμό των διδασκόντων στα ΑΕΙ, διατηρώντας ισχυρές θέσεις μέχρι σήμερα. Πέμπτο: οι ενώσεις Ελλήνων στη Χαϊδελβέργη.5

   Οι αρχές και οι μορφές πολιτικής πρακτικής που ανάδειξε η ιδέα περί «αυτονομίας των κοινωνικών χώρων» διατυπώθηκαν ίσως διαφορετικά εδώ ή εκεί, αλλά ο πυρήνας υπήρξε κοινός. Συνοπτικά: Ο φορέας που υιοθετεί την ιδέα οφείλει να διαμορφώνει αιτήματα, τρόπους επεξεργασίας και διεκδίκησης με τις δικές του δυνάμεις. Μέλη κομμάτων έχουν προφανώς κάθε «δικαίωμα» να μετέχουν, αλλά πλήρως ισότιμα. Χωρίς ιδιαίτερα προνόμια και υπό την προϋπόθεση να υποβάλουν τις απόψεις τους σε όσα αφορούν το φορέα στη βάσανο της συλλογικής λειτουργίας του ίδιου. Ο φορέας παραμένει διαρκώς ανοιχτός σε όσες και όσους θέλουν να συμβάλουν και τους καλεί να συμμετέχουν χωρίς προκαταβολικά διαμορφωμένα φίλτρα αποκλεισμού – εκτός από τα αυτονόητα. Από κει και πέρα, σέβεται σχολαστικά κάθε άποψη, δεν καταστέλλει διαφωνίες, αλλά τις συζητά διεξοδικά όλες αποσκοπώντας πάντα στη δημιουργική σύνθεση και κατά το δυνατόν στην ομοφωνία. Δεν οικοδομεί παγιωμένες ιεραρχίες ούτε μόνιμες ηγετικές εκπροσωπήσεις. Οι εκπρόσωποι αναδεικνύονται δημοκρατικά για μια σχετικά σύντομη περίοδο, μετά από ανοιχτή συζήτηση, ενώ αυτοί ενημερώνουν συστηματικά και ελέγχονται εξίσου συστηματικά από τα μέλη. Ο φορέας δρα εξωστρεφώς με στόχο την ικανοποίηση των αιτημάτων και των μορφών διεκδίκησης που επιλέγει, αλλά και την ουσιαστική πολιτικοποίηση ολόκληρου του κοινωνικού χώρου όπου εγγράφεται. Αυτά συνεπάγονται οργανωτική δομή και μορφές λειτουργίας που καθιστούν κυριολεκτικώς απτά τα παραπάνω. Η ευφροσύνη της ανιδιοτελούς προσφοράς και η χαρά της συμμετοχής κυριαρχούν. Τίποτε από αυτά, βέβαια, δεν αποκλείει την αναγκαία ολοποιητική δράση κομμάτων της Αριστεράς. Ωστόσο, πιστεύω ότι σχέση τους με την κοινωνία οφείλει να εδράζεται σε κοινωνικά υποκείμενα τέτοιας μορφής.

   Η ιδέα περί ενεργού «αυτονομίας των κοινωνικών χώρων» παρουσιάζεται ως ιδιαίτερα γόνιμη σήμερα. Ας επεξεργαστούμε λοιπόν τις εμπειρίες, ας συζητήσουμε τι μπορούμε να κάνουμε και κυρίως ας το δοκιμάσουμε. Για να βοηθήσουμε την ευφροσύνη να κυριαρχήσει από κοινού με την αποτελεσματικότητα.

 

Αριστείδης Μπαλτάς

 

 

Σημειώσεις:

1. Για όσα αφορούν το Νίκο Μανίκα, βλέπε Ολύμπιος Δαφέρμος, Λάκης Δόλγερας, Θόδωρος Ζιάκας, Δημήτρης Καλουδιώτης, Βασίλης Κοροβίνης, Σταύρος Λιβαδάς, Αριστείδης Μπαλτάς, Λάμπης Ντόλκας, Νίκος Χριστοδουλάκης, Νίκος Μανίκας (1945-2004), Αθήνα: Εκδόσεις Γαβριηλίδης 2005.

2. Για το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα, βλέπε τη συζήτηση που ξεκίνησε με άρθρο του Δημήτρη Νικολάου (ψευδώνυμο του γράφοντος) στα τεύχη 30 και 31 του Πολίτη, που διατίθεται πλέον ολόκληρος στο διαδίκτυο.

3. Βλέπε Λάζαρος Απέκης, Χρήστος Σινάνης, Αριστείδης Μπαλτάς, «Μια άποψη για την πολιτική ιστορία της Δημοκρατικής Συνδικαλιστικής Κίνησης Μ-Η», όπως ανατυπώνεται σε παράρτημα του Αριστείδης Μπαλτάς, Εντός Παρενθέσεως; Κυβερνώσα Ριζοσπαστική Αριστερά, Περίοδος πρώτη, Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη, 2019.

4. Βλέπε τη συζήτηση: Φιλάρετος Αλικαρίδης, Δημήτρης Αντωνακάκης, Άννυ Βρυχέα, Τώνια Μοροπούλου, Αριστείδης Μπαλτάς, Γιώργος Πάσχος, Άλκης Ρήγος, Θεανώ Φωτίου, «100 Μέρες Απεργίας του Διδακτικού Προσωπικού των Πανεπιστημίων», Ο Πολίτης, 19, 1978, 13-27.

5. Βλέπε Σταύρος Μουδόπουλος, Ελληνικές Ενώσεις στη Χαϊδελβέργη (Ελληνικός Φοιτητικός Σύλλογος Χαϊδελβέργης, Ελληνική Κοινότητα Χαϊδελβέργης), Αθήνα: Νήσος, 2020.

 

 

Πολιτική ενεργοποίηση της κοινωνίας στον 21ο αιώνα

 

Από τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 οι νέες γενιές αρχικά και οι άλλες στη συνέχεια άρχισαν να απομακρύνονται από τις παραδοσιακές συνδικαλιστικές οργανώσεις και τα κόμματα, με προορισμό είτε την ιδιώτευση είτε την αναζήτηση άλλων τρόπων άσκησης της πολιτικής. Η ενίσχυση της κοινωνίας πολιτών και η ανάδυση των «νέων κοινωνικών κινημάτων» ήταν οι πλέον ενδεικτικές εκφράσεις αυτής της αναζήτησης. Η οικολογία, ο φεμινισμός, το κίνημα των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, ο αντισπισισμός, τα δικαιώματα των μειονοτικών πληθυσμών εμπλούτισαν την κλασική πολιτική ατζέντα που στρεφόταν γύρω από τα εργασιακά/ταξικά ζητήματα, αμφισβητώντας όμως ταυτόχρονα τις παραδοσιακές μορφές εκπροσώπησης. Η γραφειοκρατική ιεραρχική οργάνωση σταδιακά έπαψε να θεωρείται η προφανής οργανωτική επιλογή. Στο γύρισμα του αιώνα το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα διέδωσε αυτή τη νέα πολιτική κουλτούρα. Η αυτονομία και η οριζόντια επικοινωνία καθιστούσαν το μοντέλο του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και το πρωτείο των κομμάτων όλο και πιο παρωχημένα.

Η ψηφιακή επανάσταση όμως ήταν εκείνη που άλλαξε την κοινωνική οργάνωση για πάντα και η κουλτούρα της οριζοντιότητας στο πλαίσιο της «δικτυωμένης κοινωνίας» (M. Castells) έμελλε να μετασχηματίσει την πολιτική δραστηριότητα. Ακόμα και οι μικρές οργανώσεις έπαψαν να αποτελούν τα σημεία αναφοράς της κινητοποίησης ή τους προνομιακούς παραγωγούς πολιτικών ταυτοτήτων και νοημάτων. Ό,τι έκανε κανείς εντός των κομμάτων και των συνδικάτων στον 20ο αιώνα ή εντός μικρότερων οργανώσεων στο γύρισμα του αιώνα (κοινωνικοποίηση, ενημέρωση, ανταλλαγή απόψεων, συμμετοχή σε δράσεις και αποφάσεις κ.λπ) μπορούσε να το κάνει πλέον στον αχανή ψηφιακό χώρο με λιγότερο κόστος, στον χρόνο που επέλεγε. Έτσι, πήγαμε από τη συλλογική δράση στη «συνδετική δράση» (L. Bennett and A. Segerberg) ή και την «εξατομικευμένη συλλογική δράση» (M. Micheletti and A. McFarland). Τα κινήματα τύπου Occupy, οι μονοθεματικές πρωτοβουλίες, ο πολιτικοποιημένος καταναλωτισμός, τα προεικονιστικά εγχειρήματα ή οι αυθόρμητες κινητοποιήσεις καταδεικνύουν μια σταθερή μέριμνα για πολιτική «εδώ και τώρα», για εκφραστικότητα/δημιουργικότητα έναντι της εργαλειακότητας, για ισότιμη συμμετοχή έναντι των μελών δύο ταχυτήτων και του «σιδερένιου νόμου της ολιγαρχίας» (R. Michels) που συνεπάγεται συνήθως η διάρκεια.

Τι σημαίνουν όλα αυτά για τη δυνατότητα πολιτικής κινητοποίησης στον 21ο αιώνα; Πολλά, όμως εγώ θα σταθώ στα εξής: Ότι δεν πρέπει να ψάχνουμε λύσεις εκεί που πλέον δεν υπάρχουν και ότι δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε τις δυνατότητες εκεί που πραγματικά υπάρχουν. Ότι όχι μόνο δεν υπάρχει η παραμικρή δυνατότητα τα κόμματα να καθοδηγούν την πολιτική δραστηριότητα της κοινωνίας, αλλά ότι τα κόμματα μπορούν να συνεχίσουν να παίζουν τον κεντρικό τους ρόλο στην πολιτική μόνο αν επιτρέψουν στην κοινωνία να τα αποικίσει. Ότι για να μαζικοποιηθούν εκ νέου τα κόμματα θα πρέπει να εξαλείψουν τις εσωτερικές τους ιεραρχίες και άνισες ευκαιρίες πρόσβασης, προσαρμοζόμενα στις ανάγκες και τις επιθυμίες των σύγχρονων πολιτών. Ότι τα κόμματα θα πρέπει να προσπαθούν να διευρύνουν το δημόσιο χώρο διαλόγου και όχι να τον περικλείσουν στα κομματικά τους τείχη. Ότι ο δημόσιος διάλογος (λ.χ. για την ανασυγκρότηση του αριστερού ημισφαιρίου) πρέπει να διεξάγεται σε ουδέτερους χώρους (εφημερίδες και site, εκδηλώσεις φορέων και πρωτοβουλιών κ.α.) με τη μέγιστη δυνατή ευρύτητα απόψεων και τον ελάχιστο δυνατό αποκλεισμό, ώστε να μη θεωρείται η συμμετοχή κάποιου/ας ως απόδειξη κομματικο-πολιτικής ταύτισης. Και φυσικά ότι οι μη ιεραρχικές πρωτοβουλίες πολιτών μπορούν –αναπόδραστα μαζί με το ψηφιακό καφενείο–  να αποτελέσουν το ζωτικό χώρο όπου θα δοκιμαστούν νέες απόψεις και μορφές συντονισμού.

 

Δημήτρης Παπανικολόπουλος

Πρόσφατα άρθρα ( Ιδέες )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2025 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet