Στις 23 Ιουλίου, δεκατέσσερις παλαιστινιακές οργανώσεις, μεταξύ των οποίων η Φάταχ και η Χαμάς, υπέγραψαν, με την μεσολάβηση της Κίνας  στο Πεκίνο, Συμφωνία εθνικής συμφιλίωσης που προβλέπει την δημιουργία μίας μεταβατικής κυβέρνησης  που θα έχει υπό τον έλεγχό της την Δυτική Όχθη και την Γάζα μετά την λήξη του αιματηρότατου πολέμου, που ήδη διαρκεί εννέα μήνες.  

 

Η σημασία της Διακήρυξης του Πεκίνου

 

Αν και δεν δόθηκαν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τα συμφωνηθέντα στο Πεκίνο, η Συμφωνία εθνικής συμφιλίωσης μεταξύ των Παλαιστινίων έχει πολύ μεγάλη σημασία, παρά τα εμπόδια τα οποία πρέπει να υπερπηδηθούν, ορισμένα εκ των οποίων φαίνονται ανυπέρβλητα.

Η σημασία της Συμφωνίας, που αποτυπώνεται στην Διακήρυξη του Πεκίνου, έγκειται κατ΄αρχήν στο ότι οι Παλαιστίνιοι φαίνονται αποφασισμένοι να επανακτήσουν το μοναδικό συγκριτικό τους πλεονέκτημα έναντι του Ισραήλ, δηλαδή την ενότητά τους, ανεύρετη μετά τον θάνατο του ιστορικού τους ηγέτη Γιάσερ Αραφάτ,  κυρίως μετά την σύγκρουση Χαμάς - Φάταχ το 2007.

Η ενότητα αποτελούσε ζητούμενο ήδη από τις αραβικές εξεγέρσεις του 2011, οπότε νεαροί Παλαιστίνιοι, αλλά και σημαντικές πολιτικές προσωπικότητες, όπως ο Μαρουάν Μπαργούτι, επί χρόνια κρατούμενος στις ισραηλινές φυλακές, κήρυξαν απεργία πείνας με αίτημα την εθνική συμφιλίωση και την ενότητα. Το αίτημα έγινε δεκτό, θεωρητικά τουλάχιστον, και το 2012, ο Μαχμούντ Αμπάς ανακήρυξε το κράτος της Παλαιστίνης στην Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών.

Επίσης, η απόφαση εθνικής συμφιλίωσης ακυρώνει την προσπάθεια του Ισραήλ να διχάσει ακόμα περισσότερο τους Παλαιστίνιους χωρίζοντάς τους σε «καλούς» και «κακούς» Παλαιστίνιους, δηλαδή τους τρομοκράτες της Χαμάς. Την ίδια ώρα, όχι μόνον το Ισραήλ κάνει ό,τι μπορεί για να αποδυναμώσει και να απονομιμοποιήσει στα μάτια του παλαιστινιακού λαού τον Πρόεδρο Αμπάς, αλλά και αφήνει ανενόχλητους Εβραίους εποίκους να ασκούν απρόκλητη βία κατά των Παλαιστινίων της Δυτικής Όχθης, ενώ ο ισραηλινός στρατός επιχειρεί σε διάφορες πόλεις της σκοτώνοντας και συλλαμβάνοντας ανθρώπους, ακόμα και παιδιά, επικαλούμενος  την πάλη κατά της τρομοκρατίας.

Ενδεχομένως, αυτή η προσπάθεια του Ισραήλ να εξαλείψει κάθε αντίδραση των Παλαιστινίων, σε συνδυασμό με την ανείπωτη και ατέρμονη τραγωδία της Γάζας, να έδωσε την απαραίτητη ώθηση για την επίτευξη της Συμφωνίας εθνικής συμφιλίωσης. Πράγματι, η ισραηλινή κυβέρνηση καθιστά περισσότερο από σαφή την απόφασή της να μην υπάρξει βιώσιμο παλαιστινιακό κράτος και να επιβάλει τα τετελεσμένα της κατοχής των παλαιστινιακών εδαφών, παρότι παράνομη, ως νόμιμη επικαλούμενη την πάλη κατά της τρομοκρατίας. Κατά συνέπεια, το Ισραήλ αποσιωπά την κατοχή των παλαιστινιακών εδαφών, διαγράφει τα νόμιμα δικαιώματα του παλαιστινιακού λαού και θεωρεί  κάθε διεκδίκηση ή/και αντίδραση στην πολιτική της καταστολής που ακολουθεί ως τρομοκρατία, απονομιμοποιώντας έτσι τον αγώνα  για εθνική ανεξαρτησία, αφού ο τρομοκράτης δεν μπορεί να έχει δικαιώματα, επειδή ακριβώς είναι τρομοκράτης. Αντιθέτως, η Διακήρυξη του Πεκίνου νομιμοποιεί την Χαμάς, εφόσον την συμπεριλαμβάνει στο μεταπολεμικό πολιτικό γίγνεσθαι της Παλαιστίνης, πράγμα που δεν δέχεται κατά κανένα τρόπο το Ισραήλ, που έχει δηλώσει, μετά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023,  ότι ο πόλεμος στην Γάζα θα συνεχιστεί μέχρι να εξαλειφθεί εντελώς η Χαμάς.

 

Τα εμπόδια

 

Φυσικά τα εμπόδια για την εφαρμογή της Συμφωνίας εθνικής συμφιλίωσης είναι πολλά και σημαντικά με κυριότερο από όλα την ισραηλινή κατοχή του 62% των εδαφών της Δυτικής Όχθης από το Ισραήλ από το 1967 μέχρι σήμερα. Κατά συνέπεια, για ποια εξουσία, της όποιας παλαιστινιακής κυβέρνησης πρόκειται; Πολύ περισσότερο που τα πάντα στην Δυτική Όχθη εξαρτώνται από την καλή θέληση της εκάστοτε ισραηλινής κυβέρνησης. Παρότι πρόσφατα το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης εξέδωσε απόφαση σύμφωνα με την οποία η κατοχή των παλαιστινιακών εδαφών είναι παράνομη, υπενθυμίζοντας έναν από τους βασικούς κανόνες του μεταπολεμικού Διεθνούς Δικαίου,  το Ισραήλ την αγνοεί και συνεχίζει την ίδια πολιτική. Χαρακτηριστική ως προς αυτό, αλλά και ως προς τα σχέδια του Ισραήλ για την Γάζα,  είναι η δήλωση του Ισραηλινού υπουργού Εξωτερικών, Ισραέλ Κάτζ: «Για το Ισραήλ, αυτή η Συμφωνία δεν θα εφαρμοστεί ποτέ, αφού η Χαμάς θα εξοντωθεί και ο Μαχμούντ Αμπάς θα βλέπει την Γάζα από μακριά».

Προφανώς, η αδιάλλακτη πολιτική του Ισραήλ επί δεκαετίες, στηρίζεται στο επιχείρημα της πάλης κατά της τρομοκρατίας, που συμμερίζονται οι δυτικοί του εταίροι και πρωτίστως οι ΗΠΑ, που αντιτίθενται, όπως και η Ευρωπαϊκή Ένωση, στην συμπερίληψη της Χαμάς –την οποία θεωρούν τρομοκρατική οργάνωση-  σε μία, έστω και μεταβατική κυβέρνηση, μέχρι την διεξαγωγή εκλογών. Απηχώντας αυτές τις απόψεις ορισμένοι αναλυτές, τονίζουν ότι ο Πρόεδρος Αμπάς αποκτά, πλέον, έλλειμμα νομιμότητας, καθώς και ότι η Φάταχ, δεχόμενη την εν λόγω Συμφωνία, δεν μπορεί να θεωρείται αξιόπιστη. Όλα αυτά παραπέμπουν στην βασική θέση του Αριέλ Σαρόν, που κέρδισε τις εκλογές του 2001, δηλαδή λίγο μετά το ξέσπασμα της δεύτερης Ιντιφάντα, ότι «δεν υπάρχει συνομιλητής για την ειρήνη», άρα δεν μπορεί να υπάρξει ειρήνη.

Παράλληλα, ο ισραηλινός Πρωθυπουργός Νετανιάχου συνεχίζει να είναι σίγουρος για την αμερικανική υποστήριξη, εφόσον σε περίπτωση που κερδίσουν οι Δημοκρατικοί η στήριξή τους προς το Ισραήλ δεν θα μεταβληθεί, ενώ ακόμα μεγαλύτερη στήριξη θα έχουν εάν εκλεγεί ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών, Ντόναλντ Τράμπ, που είχε και την πατρότητα της ετεροβαρούς «Συμφωνίας του αιώνα» που ικανοποιούσε πλήρως τις ισραηλινές απαιτήσεις. Μάλιστα, η εκλογή Τράμπ θα ήταν ευκταία για τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου, αφού είναι γνωστή η στάση του πρώην Αμερικανού Προέδρου έναντι του Ιράν και, όπως φαίνεται από την σταδιακή κλιμάκωση της σύγκρουσης Ισραήλ – Χεζμπολλά, το Τέλ Αβίβ θα επιθυμούσε να αποδυναμώσει όλους τους  περιφερειακούς του αντιπάλους στα πλαίσια του κλίματος  που έχει δημιουργήσει ο πόλεμος  της Γάζας. Τέλος, οι ΗΠΑ δεν έχουν κανέναν λόγο να υποστηρίξουν μία ακόμα κινεζική πρωτοβουλία στην Μέση Ανατολή, όπου αυξάνεται η επιρροή του Πεκίνου

Όπως προκύπτει, τα εμπόδια για την πραγμάτωση της Διακήρυξης του Πεκίνου είναι πολλά και κάθε άλλο παρά εύκολο είναι να παρακαμφθούν, πολύ περισσότερο που η σημερινή κυβέρνηση του Ισραήλ αγνοεί τόσο τις διογκούμενες εσωτερικές αντιδράσεις στην πολιτική της όσο και τις διεθνείς, εφόσον κάθε διαμαρτυρία για την συνεχιζόμενη σφαγή, αλλά και τον λιμό που έχει επιβληθεί στην Γάζα από τον ισραηλινό στρατό, αντιμετωπίζεται με κατηγορίες περί αντισημιτισμού και όποια άλλα διαθέσιμα μέσα υπάρχουν.

Η όλη κατάσταση θα μπορούσε να συνοψιστεί στην δήλωση του Κινέζου υπουργού Εξωτερικών, μετά την ανακοίνωση της επίτευξης της ενδοπαλαιστινιακής Συμφωνίας: «Η συμφιλίωση είναι εσωτερικό θέμα των παλαιστινιακών οργανώσεων, αλλά δεν μπορεί να επιτευχθεί  χωρίς την στήριξη της διεθνούς κοινότητας» καλώντας  τις άλλες χώρες να στηρίξουν την μεταβατική παλαιστινιακή κυβέρνηση, ώστε να υπάρξει αποτελεσματικός έλεγχος στην Δυτική Όχθη και την Γάζα,

Φαίνεται  όμως, ότι τόσο το Ισραήλ όσο και η Δύση θέλουν να αποφασίσουν,  για τους Παλαιστίνιους χωρίς τους Παλαιστίνιους. Ωστόσο, παρά τα εμπόδια, η Συμφωνία εθνικής συμφιλίωσης, αυτή καθ’ εαυτή, αποτελεί μία σημαντική καμπή στο Παλαιστινιακό, στον βαθμό που θα μπορούσε να αποτελέσει, εάν δεν διαρραγεί και πάλι, ένα ισχυρό φράγμα σε όσους επιθυμούν να επιβάλλουν τους όρους τους στον παλαιστινιακό λαό αρνούμενοι κάθε νόμιμο δικαίωμά του, απαιτώντας παράλληλα την υποταγή του.

 

Πρόσφατα άρθρα ( Μέση Ανατολή )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet